Συντάξεις : Χιλιάδες ασφαλισμένοι στην κόψη του ξυραφιού τα επόμενα χρόνια
Η γήρανση του πληθυσμού, μαζί με την υπογεννητικότητα και την έκρηξη των ευέλικτων μορφών απασχόλησης θα επηρεάσουν τα επόμενα χρόνια εκατοντάδες χιλιάδες ασφαλισμένους
- «Στην Τριχωνίδα τέτοιοι σεισμοί έχουν συνέχεια - Χρειάζεται επιτήρηση» - Λέκκας για δόνηση στο Αγρίνιο
- Αρκάς: Η καλημέρα της Κυριακής έχει γεύση από κουραμπιέδες
- Αμερικανικό μαχητικό καταρρίφθηκε κατά λάθος από αμερικανικό καταδρομικό
- Μέχρι πότε η πληρωμή των τελών κυκλοφορίας – Δεν θα δοθεί παράταση, τι ισχύει για τα πρόστιμα
Κρυφή βόμβα απειλεί με νέες αυξήσεις στα όρια ηλικίας συνταξιοδότησης τα επόμενα χρόνια επηρεάζοντας εκατοντάδες χιλιάδες ασφαλισμένους. Πρόκειται για τη γήρανση του πληθυσμού, μαζί με την υπογεννητικότητα και την έκρηξη των ευέλικτων μορφών απασχόλησης. Τα επίσημα στοιχεία του υπουργείου Εργασίας δείχνουν ότι το 77,2% των συνταξιούχων (1.915.866) είναι άνω των 65 ετών και μόνο το 5,5% (138.013) είναι κάτω των 55 ετών (χήρες – ορφανά). Τονίζεται ότι μετά το 2022 (και υπό προϋποθέσεις) δεν θα μπορεί να εξέρχεται στη σύνταξη κάποιος ασφαλισμένος πριν από τα 67 του ή 62, καθώς καταργούνται οι σημερινές μεταβατικές διατάξεις.
Γι’ αυτό και οι νέες αιτήσεις συνταξιοδότησης προβλέπεται ότι φέτος θα ξεπεράσουν τις 200.000! Ο «λογαριασμός» της γήρανσης του πληθυσµού για το ασφαλιστικό σύστηµα της Ελλάδας την περίοδο 2017-2065, σε συνάρτηση με την υπογεννητικότητα και την έκρηξη των ευέλικτων μορφών απασχόλησης, εκτιμάται στα 50 δισ. ευρώ, σύμφωνα με επιστημονική μελέτη του οµότιµου καθηγητή του Παντείου Πανεπιστηµίου Σάββα Ροµπόλη και του υποψήφιου διδάκτορα Βασίλη Μπέτση. Ολα αυτά δείχνουν ότι είναι πιθανή η αύξηση των γενικών ορίων ηλικίας συνταξιοδότησης στα 72 έτη έως το 2060, εφόσον τόσο στη χώρα μας όσο και στο σύνολο της Ευρωπαϊκής Ενωσης συνεχιστούν οι ασκούμενες πολιτικές που, με στόχο την επίλυση του δημογραφικού προβλήματος και της γήρανσης του πληθυσμού, καταλήγουν στην εύκολη λύση της παράτασης του εργασιακού βίου.
Η υπέρµετρη επιβάρυνση των 50 δισ. ευρώ στην αναλογιστική υποχρέωση του συστήµατος κοινωνικής ασφάλισης προκύπτει µόνο εξαιτίας της αύξησης του προσδόκιµου ζωής την επόµενη 50ετία και µεταφράζεται σε περίπου 1,1-1,3 δισ. ευρώ αύξηση των συνταξιοδοτικών δαπανών ανά δεκαετία σε σταθερές τιµές.
Η διάταξη
Είναι χαρακτηριστικό ότι, με βασικό επιχείρημα την απορρόφηση των πιέσεων που ασκεί η γήρανση του πληθυσμού στη δημοσιονομική ισορροπία του ελληνικού συστήματος κοινωνικής ασφάλισης, ψηφίστηκε το 2010, κατά τη διάρκεια του πρώτου Μνημονίου, διάταξη που ισχύει ακόμη και σήμερα, σύμφωνα με την οποία το γενικό όριο συνταξιοδότησης θα προσαρμόζεται ανάλογα με την πορεία του προσδόκιμου ζωής. Η πρώτη εξέταση θα γίνει φέτος και θα ληφθεί υπόψη η εξέλιξη του προσδόκιμου ζωής τη δεκαετία 2010-2020.
Από φέτος και μετά, η αναπροσαρμογή του ορίου ηλικίας θα εξετάζεται κάθε τρία χρόνια. Οι ασφαλισμένοι, στο άμεσο μέλλον, εφόσον δεν υπάρξει κάποια νομοθετική αλλαγή από την κυβέρνηση, θα βρεθούν αντιμέτωποι με την αύξηση των ορίων ηλικίας συνταξιοδότησης από τα 67 στα 68. Και αυτό, γιατί, σύμφωνα με τους δύο ειδικούς, το προσδόκιμο ζωής για τους άνδρες το 2010 ήταν 78 έτη και για τις γυναίκες 83,3 έτη, ενώ το 2020 είναι 79,1 έτη και 84,3 έτη αντίστοιχα.
Δηλαδή, το προσδόκιμο ζωής στο τέλος του 2020 είναι αυξημένο κατά 1,1 έτος για τους άνδρες και κατά 1 έτος για τις γυναίκες. Την ίδια ώρα την οριστική κατάργηση των πρόωρων συντάξεων από το 2022 και τον «εξορθολογισμό των κανόνων αναγνώρισης πλασματικών χρόνων ασφάλισης» ζητά στην τελική έκθεσή της η Επιτροπή Πισσαρίδη. Σύμφωνα με ειδικούς επί της κοινωνικής ασφάλισης, η έκθεση εγείρει θέμα σχετικά με τα λεγόμενα ενδιάμεσα όρια ηλικίας που ισχύουν από το 2015 έως και τις 31/12/2021. Περίπου 100.000-120.000 ασφαλισμένοι, κυρίως παλαιοί ασφαλισμένοι πριν από το 1983, έχουν ήδη κατοχυρώσει μετά το 2015 ή κατοχυρώνουν φέτος δικαίωμα, ώστε να συνταξιοδοτηθούν σε ηλικία πριν από τα 62 ή πριν από τα 67, την οποία όμως συμπληρώνουν μετά το 2022.
Η Επιτροπή Πισσαρίδη στέκεται ιδιαίτερα στο ζήτημα της πρόωρης συνταξιοδότησης, η οποία «επιβαρύνει», όπως λέει, «όχι μόνο τις δαπάνες αλλά και την οικονομική δραστηριότητα καθώς αποθαρρύνει τη συμμετοχή στην αγορά εργασίας». Κατά τους ειδικούς της Επιτροπής, το χαμηλό ποσοστό συμμετοχής γυναικών άνω των 55 ετών στην αγορά εργασίας οφείλεται, μεταξύ άλλων, στην επιλογή, μέχρι πρόσφατα για μητέρες ανήλικων παιδιών, να συνταξιοδοτηθούν σε νεαρή ηλικία με λιγότερα από 20 έτη ασφάλισης.
Ακολουθήστε το in.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις