Ο Μπρετ ΜακΓκερκ και το κουρδικό αγκάθι στις σχέσεις Τουρκίας και ΗΠΑ
Η ανακοίνωση ότι ο Μπρετ ΜακΓκερκ, εκ των αρχιτεκτόνων της υποστήριξης των ΗΠΑ στις κουρδικές δυνάμεις πολιτοφυλακής στην Βορειοανατολική Συρία, επιστρέφει στο Εθνικό Συμβούλιο Ασφαλείας, υπογραμμίζει ένα από τα ανοιχτά ρήγματα στη σχέση Άγκυρας και Ουάσιγκτον
- Συνεδριάζει τη Δευτέρα το υπουργικό συμβούλιο υπό τον Μητσοτάκη - Τα επτά θέματα
- Ανατριχιαστική δολοφονία - Πατέρας αποκεφαλίζει τον ενός έτους γιό του
- Ισχυροί άνεμοι στη Βρετανία - Μεγάλα προβλήματα στις πτήσεις ενόψει των Χριστουγέννων
- Νετανιάχου: «Θα δράσουμε κατά των Χούθι, όπως δράσαμε κατά των τρομοκρατών του Ιράν»
Τα τουρκικά μέσα ενημέρωσης δεν μάσησαν τα λόγια τους. Για «τρομερό νέο» μίλησε η Daily Sabah αναφερόμενη στην είδηση ότι ο Μπρετ ΜακΓκερκ επιστρέφει στη ομάδα εθνικής ασφαλείας του Τζο Μπάιντεν ως συντονιστής στο Εθνικό Συμβούλιο Ασφαλείας για τη Μέση Ανατολή και την Βόρεια Αφρική. Και συμπλήρωσε ότι αυτό είναι ένα πλήγμα στην προσπάθεια αποκατάστασης των δεσμών ανάμεσα στην Άγκυρα και την Ουάσιγκτον.
Και ο λόγος είναι προφανής: ο ΜακΓκερκ ήταν ο αρχιτέκτονας της αμερικανικής πολιτικής για την προσέγγιση των Κούρδων της Συρίας και των ομάδων πολιτοφυλακής YPG στο πλαίσιο της πολιτικής απόκρουσης του Ισλαμικού Κράτους. Ανάμεσα στο 2015 και το 2018 είχε την ιδιότητα του ειδικού προεδρικού απεσταλμένου στον Παγκόσμιο Συνασπισμό για την αντιμετώπιση του Ισλαμικού Κράτους.
Γιατί οι ΗΠΑ συνεργάζονται με τους Κούρδους
Θυμίζουμε εδώ ότι όταν αναδύθηκε η απειλή του Ισλαμικού Κράτους στη Συρία και το Ιράκ, οι Ηνωμένες Πολιτείες αναζήτησαν δυνάμεις στο πεδίο που θα μπορούσαν να αναλάβουν δράση. Παρότι η Τουρκία αρχικά υπέδειξε διάφορες ένοπλες ομάδες της «Συριακής Αντιπολίτευσης» η εντύπωση που σχημάτισαν οι ΗΠΑ ήταν ότι αυτές ήταν πολύ πιο προσανατολισμένες στην ανατροπή της κυβέρνησης Άσαντ παρά στην πάλη κατά του Ισλαμικού Κράτους.
Μάλιστα, το σημείο καμπής ήταν όταν οι υποστηριζόμενες από την Τουρκία ισλαμικές οργανώσεις απέτυχαν ανακαταλάβουν την Μπανμπίζ, γεγονός που έκανε τις αμερικανικές δυνάμεις να δώσουν το πράσινο φως στις κουρδικές δυνάμεις να κινηθούν και να κερδίσουν και περιοχές δυτικά του Ευφράτη. Αποκορύφωμα της συνεργασίας των αμερικανικών και κουρδικών δυνάμεων η ανακατάληψη της Ράκα.
Αυτό οδήγησε τις ΗΠΑ στο αναπτύξουν σχέσεις με τις κουρδικές δυνάμεις και ειδικά τις Λαϊκές Δυνάμεις Προστασίας (YPG). Οι συγκεκριμένες δυνάμεις είναι η ένοπλη έκφραση των Συριακών Δημοκρατικών Δυνάμεων. Ωστόσο, πολιτικά είναι πολύ κοντά στις απόψεις του PKK, της βασικής ένοπλης κουρδικής οργάνωσης στο τουρκικό Κουρδιστάν που για την Τουρκία αποτελεί τον βασικό αντίπαλο.
Οι ΗΠΑ έχουν φροντίσει να μην θεωρούν το YPG επισήμως μια τρομοκρατική οργάνωσης, σε αντίθεση με το PKK. Άλλωστε, ως προς το αμιγώς στρατιωτικό επίπεδο, οι κουρδικές δυνάμεις με την υποστήριξη των ΗΠΑ σε εξοπλισμό, θα καταφέρουν να είναι ιδιαίτερα αποτελεσματικές. Επιπλέον, η υποστήριξη προς τις κουρδικές δυνάμεις έδινε και έναν λόγο (αλλά και πρόσχημα) στις ΗΠΑ ώστε να διατηρούν μια στρατιωτική παρουσία στο συριακό έδαφος αλλά και να διεκδικούν εμμέσως να έχουν και λόγο στη διαμόρφωση των συσχετισμών της μεταπολεμικής Συρίας.
Η παρουσία των ενόπλων αυτών πολιτοφυλακών σήμαινε επίσης και τη δυνατότητα να υπάρχουν και μορφές κουρδικής αυτοδιοίκησης στη Βορειοανατολική Συρία. Όμως, το «πείραμα» της Ροτζάβα για την Τουρκία σήμαινε τον πιο μεγάλο υπαρξιακό φόβο, εφόσον έβλεπε στη Συρία και μάλιστα κοντά στην Τουρκία μια δυνάμει κουρδική κρατική οντότητα, έστω και εάν αυτή δεν είχε καμία διεθνή αναγνώριση, είτε από την ίδια τη Συριακή κυβέρνηση, είτε από τις χώρες που εμπλέκονταν, όπως η Ρωσία ή το Ιράν.
Αυτό μπορεί να εξηγήσει και γιατί η Τουρκία προσπάθησε επίμονα να έχει στρατιωτική παρουσία στη Συρία και να κατοχυρώσει ότι ελέγχει μια «ζώνη ασφαλείας», κάτι στο οποίο τελικά συναίνεσαν και οι ΗΠΑ και η Ρωσία.
Ωστόσο, θα ήταν λάθος να πούμε ότι οι ΗΠΑ στήριξαν γενικά τα αιτήματα των Κούρδων. Παρότι οι κατά καιρούς θα κυκλοφορήσουν σενάρια μια ομοσπονδιακή Συρία χωρισμένη σε εθνοτικά «καντόνια» εντούτοις οι ΗΠΑ θα αποφύγουν να υποστηρίξουν τα κουρδικά αιτήματα για αυτοδιάθεση και ο ίδιος ο ΜακΓκερκ θα είναι ιδιαίτερα επικριτικός για το κουρδικό δημοψήφισμα του 2017.
Η ρήξη του ΜακΓκερκ με την κυβέρνηση Τραμπ
Η απόφαση του Ντόναλντ Τραμπ να ανακοινώσει την αποχώρηση των αμερικανικών στρατιωτικών δυνάμεων από την Συρία ήταν ίσως η μεγαλύτερη παραχώρηση που κέρδισε σε σχέση με το συριακό η Τουρκία και χαρακτηριστικό παράδειγμα του ανοιχτού διαύλου ανάμεσα στον Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν και τον αμερικανό Πρόεδρο.
Ήταν ταυτόχρονα και η σταγόνα που ξεχείλισε το ποτήρι για τον ΜακΓκερκ που ανακοίνωσε την παραίτησή του μιλώντας για απόφαση που προκάλεσε σύγχυση στις συμμαχικές χώρες στον συνασπισμό κατά του Ισλαμικού Κράτους και αμηχανία στις δυνάμεις με τις οποίες συνεργάζονταν στις επιχειρήσεις. Μάλιστα, ο ΜακΓκερκ, απαλλαγμένος από τις δεσμεύσεις του επίσημου ρόλου του, θα είναι ιδιαίτερα επικριτικός και απέναντι στον Τραμπ και απέναντι στον Ερντογάν.
ΜακΓκερκ
Η Τουρκία αντιμέτωπη με μια νέα πραγματικότητα
Στην πραγματικότητα η Τουρκική ηγεσία ήξερε ότι ειδικά σε σχέση με αυτό το θέμα υπήρχε μια ευρύτερη συναίνεση στην Ουάσιγκτον για την ανάγκη συνέχισης της συνεργασίας με τους Κούρδους και διατήρησης αμερικανικής στρατιωτικής παρουσίας στη Βορειοανατολική Συρία. Κομμάτι αυτής της συναίνεσης και ότι ήταν λάθος η τακτική της κυβέρνησης Τραμπ να κάνει τα στραβά μάτια στις τουρκικές επιθέσεις στους Κούρδους αλλά και στις ακρότητες των ένοπλων ομάδων που στηρίζει η Τουρκία.
Εάν συνυπολογίσουμε ότι η νέα κυβέρνηση των ΗΠΑ είναι πιο επιφυλακτική ως προς την παραχώρηση «χώρου» στη Ρωσία ακόμη και σε σχέση με τη συριακή κρίση, τότε καταλαβαίνουμε γιατί το μήνυμα προς την Τουρκία είναι ότι πλέον έχει λιγότερα «ελευθέρας» ως προς τη δράση της στην περιοχή.
Πάντως, ο ΜακΓκερκ δεν είναι η χειρότερη επιλογή που θα μπορούσαν να αντιμετωπίσουν οι Τούρκοι. Στο παρελθόν έχει μπορέσει να συνεννοηθεί με την Τουρκία και δεν είναι οπαδός της διαίρεσης της Συρίας (όπως δεν είναι και οπαδός της διαίρεσης του Ιράκ), πολιτική που θα πολλαπλασίαζε τους «υπαρξιακούς» φόβους της Άγκυρας.
Ακολουθήστε το in.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις