Βελούδινη μαφία: Οι γκέι άνδρες που διαμόρφωσαν τη rock ‘n’ roll σκηνή
Ένα νέο βιβλίο περιγράφει την ιστορία των γκέι ανδρών που έστησαν μια ολόκληρη πολιτιστική επανάσταση από τα παρασκήνια
- «Είσαι ο διάβολος» – Αντιμέτωποι με τον πατέρα τους οι γιοι της Ζιζέλ Πελικό
- Κατεπείγουσα εισαγγελική παρέμβαση από τον Άρειο Πάγο μετά την αποκάλυψη in – Για το χαμένο υλικό από τις κάμερες στα Τέμπη
- Οι ληστές που έκλεψαν τα πορτρέτα των Ελισάβετ Β' και Μαργκρέτε Β' του Άντι Γουόρχολ τα έκαναν όλα στραβά
- Το ΠΑΣΟΚ θα προτείνει άλλο πρόσωπο για ΠτΔ αν ο Μητσοτάκης επιλέξει «στενή κομματική επιλογή»
Η ιστορία του rock ‘n’ roll στη διάρκεια της δεκαετίας του 1960 έχει ειπωθεί αμέτρητες φορές, από τους ίδιους τους σταρ που έδωσαν φωνή στα πιο διάσημα ροκ κομμάτια ή τα έντυσαν με τη μουσική τους. Για τη Βρετανία και τις ΗΠΑ εκείνης της εποχής, που διαμόρφωσαν και την μουσική βιομηχανία του υπόλοιπου πλανήτη, στη συντριπτική τους πλειοψηφία αυτοί οι σταρ ήταν λευκοί straight άνδρες. Όμως εκείνοι που διαμόρφωσαν αυτούς τους άνδρες και που τους κατεύθυναν με τις συμβουλές τους, οι μάνατζερ των σταρ της κλασικής ροκ, ήταν σε αντίστοιχα ποσοστά γκέι άνδρες.
Η κοινότητά τους περιλάμβανε τον Μπράιαν Έπσταϊν (που σύστησε τους Beatles στον πλανήτη), τον Κιτ Λάμπερτ (έναν εκ των μάνατζερ των Who), τον Σάιμον Νάπιερ-Μπελ (των Yardbirds και του Μαρκ Μπόλαν), τον Ρόμπερτ Στίγκγουντ (Cream, Bee Gees), τον Μπιλι Γκαφ (Ροντ Στιούαρτ), τον Κεν Πιτ (Ντέιβιντ Μπόουι), τον Μπάρι Κροστ (Κατ Στίβενς), αλλά και τον Τέρι Στράτον-Σμιθ (που δημιούργησε την Charisma για μπάντες όπως οι Genesis). Στην πραγματικότητα, ήταν ένας γκέι άνδρας, ο Λάρι Παρνς, που έφερε στο προσκήνιο τους πρώτους ρόκερ της ιστορίας: Από τον Τόμι Στιλ, μέχρι τον Μπίλι Φιούρι και τον Μάρτι Γουάιλντ.
Αντιστοίχως, στις ΗΠΑ, προσωπικότητες όπως ο Κλάιβ Ντέιβις της Columbia Records, ο Σέιμουρ Στάιν της Sire, ο Ντέβιντ Γκέφεν της Asylym και ο Ντάνι Φιλντς που ανακάλυψε τους πρωτοπόρους της πανκ, Ίγκι Ποπ και MC5, ήταν που έστησαν ολόκληρες σκηνές από τα παρασκήνια.
Ένα νέο βιβλίο, που φέρει τον τίτλο Velvet Mafia: the Gay Men who Ran the Swinging Sixties, περιγράφει αυτή την άγνωστη πλευρά της ιστορίας της ροκ, δίνοντας έμφαση σε αρκετές προσωπικότητες-κλειδιά. Ανάμεσά τους και ορισμένοι από τα παραπάνω ονόματα, αλλά και ο Τζο Μικ και ο Σερ Τζόζεφ Λόκγουντ. Όπως εξηγεί ο συγγραφέας Ντάριλ Γ. Μπούλοκ, αποφάσισε να ασχοληθεί με το ζήτημα επειδή πιστεύει ότι «είναι απίστευτα σημαντικό οι άνθρωποι να καταλάβουν ότι τα ΛΟΑΤΚΙ+ άτομα δεν είναι απλώς ένα μέρος των ανθρώπων που δημιούργησαν τη ροκ κουλτούρα που απολαμβάνουμε σήμερα. Ήταν η κινητήριος δύναμη πίσω από αυτή. Ήταν οι άνθρωποι που έκαναν τα πράγματα να συμβούν», εξηγεί στον Guardian. «Ήταν εκείνοι που έψαχναν για το επόμενο σημαντικό όνομα που θα ξεκινούσε μια πολιτιστική επανάσταση».
Ταυτόχρονα, αυτοί οι πλούσιοι, ισχυροί και επιδραστικοί άνδρες βίωναν τις σημαντικές επιπτώσεις του να είσαι γκέι σε μια εποχή που η ομοφυλοφιλία ήταν ακόμη παράνομη. Κινδύνευαν να συλληφθούν, να πέσουν θύματα εκβιασμού και βίας, αλλά και να γίνουν αντικείμενο δυσμενών σχολίων εκ μέρους του γενικού πληθυσμού. «Μπορούσες να καταλήξεις στη φυλακή επειδή έπιασες το χέρι ενός άλλου άνδρα», δήλωσε ο Μπούλοκ. «Η σημερινή γενιά δεν έχει βιώσει αυτές τις συνθήκες ζωής».
Δεν είναι, λοιπόν, παράξενο, που το βιβλίο του Μπούλοκ είναι εξίσου γεμάτο από θριάμβους και τραγωδίες. «Αυτοί οι άνδρες έζησαν σε μια εποχή που ήταν εξαιρετικά δύσκολο να είσαι ΛΟΑΤΚΙ+», εξηγεί ο ίδιος. «Δεν μπορούσαν να είναι ανοιχτοί με την ταυτότητά τους».
Στην πραγματικότητα, την ίδια εποχή στη ροκ σκηνή της Βρετανίας κυριαρχούσε και σημαντικός αριθμός λεσβιών. Ανάμεσά τους και η Βίκι Γουίκαμ, που «έκλεινε» τους καλλιτέχνες που εμφανίζονταν στην τηλεοπτική εκπομπή Ready Steady Go και που αργότερα ήταν μάνατζερ διάσημων σταρ. Όμως ο Μπούλοκ επέλεξε να εστιάσει στους άνδρες γιατί «τότε έτσι είχαν τα πράγματα. Ήταν μια εποχή που οι γυναίκες έπρεπε να μένουν στο σπίτι και να μεγαλώνουν παιδιά».
Ο άνδρας που τα ξεκίνησε όλα, ο Λάρι Παρνς, είχε μια περίπλοκη σχέση με τους σταρ που ανακάλυπτε. Από τη μια πλευρά τούς αφιέρωνε χρόνο και προσπάθειες, προκειμένου να επιτύχουν τους καλλιτεχνικούς και εμπορικούς τους στόχους. Όμως ταυτόχρονα τους εκμεταλλευόταν οικονομικά και ενίοτε σεξουαλικά. Ο Παρνς συχνά παρενοχλούσε σεξουαλικά τους σταρ του, ακόμη και αν ήταν ανήλικοι.
Ταυτόχρονα, όταν σταρ όπως ο έφηβος Τζόρτζι Φέιμ ή ο Βινς Ίγκερ απέρριψαν με αποφασιστικότητα τις ανήθικες προτάσεις του Παρνς «αυτό ήταν και το τέλος της όλης ιστορίας», υποστηρίζει ο Μπούλοκ. «Δεν τους πρότεινε ποτέ ξανά κάτι αντίστοιχο».
Σε αυτό βοηθούσε ότι ο Παρνς δεν δούλευε με σκοπό το σεξ, αλλά για τα χρήματα. Για αυτό και έπαιρνε τη μερίδα του λέοντος από τα κέρδη των καλλιτεχνών του. «Όσα και αν τους έπαιρνε, όμως, ο Λάρι, ήξεραν ότι άξιζε», ισχυρίζεται ο Μπούλοκ, «Τους έχτιζε καριέρες που διαρκούσαν μια ζωή».
Επιπλέον, τους έδινε την αυτοπεποίθηση και τις γνώσεις που υπό διαφορετικές συνθήκες δεν θα κατόρθωναν να κατακτήσουν.
Η λατρεία που αισθάνονταν συχνά οι μάνατζερ για τους σταρ τους, δημιουργούσε μια μοναδική δυναμική: «Γιατί να γίνεις ποπ σταρ ούτως ή άλλως αν δεν θέλεις να σε αντιμετωπίζουν ως είδωλο;», αναρωτιέται ο Μπούλοκ. «Αυτοί οι μάνατζερ ήθελαν να κάνουν το καλύτερο για σένα, για να φτάσεις στο μέγιστο των δυνατοτήτων σου. Το γεγονός ότι αισθάνονταν τόσο μεγάλη έλξη για εσένα , θα πρέπει να έπαιζε κάποιο ρόλο. Και έδινε στους σταρ την αίσθηση ότι είχαν τον έλεγχο της κατάστασής τους. ήταν σχεδόν όπως μια σεξουαλική σχέση, χωρίς το σεξ».
Το βιβλίο εστιάζει στις ζωές των μάνατζερ, όμως είναι ξεκάθαρο σε κάθε μελετητή της περιόδου ότι οι στρέιτ καλλιτέχνες εντυπωσιάζονταν από τη ζωή των γκέι συνεργατών τους.
Ο κόσμος της υποκουλτούρας στον οποίο ζούσαν, εκπροσωπούσε μια επαναστατική, περιθωριακή ταυτότητα που ξεπερνούσε κατά πολύ τις κοινωνικές διαμαρτυρίες που εξέφραζε η ροκ μουσική. Μάλιστα, αρκετοί μάνατζερ είχαν μια διπλή «περιθωριακή» ταυτότητα. Δεν ήταν μόνο γκέι, αλλά και Εβραίοι. «Θα πρέπει να ήταν δύσκολο να αντιμετωπίζεις όλα τα ζητήματα που σχετίζονται με τις θρησκευτικές σου πεποιθήσεις και ταυτόχρονα εκείνα της σεξουαλικής σου ταυτότητας. Ο Μπράιαν Έπσταϊν, για παράδειγμα, αντιμετώπισε τεράστιες δυσκολίες», εξηγεί ο Μπούλοκ.
Ο τελευταίος είχε και αυτοκαταστροφικές τάσεις, που έχουν καταγραφεί σε προηγούμενα βιβλία για τους Beatles. Εκτός από την αυξανόμενη χρήση ουσιών, ο Έπσταϊν αισθανόταν έλξη για τους άνδρες που του προκαλούσαν τα μεγαλύτερα προβλήματα. Πολλά έχουν γραφτεί στο παρελθόν για τις περιπτώσεις που οι άνδρες που φλέρταρε ο Έπσταϊν τον ξυλοκοπούσαν ή προσπαθούσαν να τον εκβιάσουν. Επιπλέον, «ο Μπράιαν δεν ήταν αρκετά προσεκτικός με τους ανθρώπους που έβαζε στο σπίτι του. όταν βγάζεις λεφτά, και εμφανίζεσαι στα ΜΜΕ, και κάνεις παρέα με ευγενείς, νιώθεις ανήσυχος».
Από κάποιες απόψεις, μάνατζερ όπως ο Έπσταϊν μπορούσαν να διαχωρίσουν την καθημερινή τους ζωή από εκείνη των υπόλοιπων γκέι ανδρών της εποχής τους, κάνοντας τα δικά τους κλειστά πάρτι και συναναστρεφόμενοι την υψηλή κοινωνία, όπου μπορούσαν να συμπεριφέρονται όπως επιθυμούσαν.
Όμως ήταν υποχρεωμένοι να είναι διακριτικοί ως προς τη δημόσια παρουσία τους. η ειρωνεία είναι ότι όταν η ομοφυλοφιλία νομιμοποιήθηκε στη Βρετανία το 1967, οι επιθέσεις σε ΛΟΑΤΚΙ άτομα αυξήθηκαν αντί να μειωθούν. «Νωρίτερα υπήρχε η αίσθηση ότι «τουλάχιστον δεν βλέπουμε και τόσο πολύ τις «αδερφές». Όμως μετά το 1967 και με την ίδρυση του Μετώπου για την Απελευθέρωση των Γκέι το 1970, οι γκέι άρχισαν να γίνονται πιο ορατοί. Και τότε αυξήθηκαν οι επιθέσεις, συχνά ψευδο-πολιτικού χαρακτήρα».
Οι ιστορίες αρκετών άλλων ανδρών σε αυτό τον τομέα δεν είχαν αίσιο τέλος. ο Έπσταϊν πέθανε από υπερβολική δόση το 1967, ενώ ο Λάμπερτ, που ήταν εθισμένος στο αλκοόλ από τα τέλη της δεκαετίας του 1960, σκοτώθηκε μια δεκαετία αργότερα, αφού ξυλοκοπήθηκε από έμπορο ναρκωτικών σε μια επίθεση που του προκάλεσε εγκεφαλική αιμορραγία.
Ταυτόχρονα, οι άνδρες αυτοί καλλιέργησαν μια κοινωνική επανάσταση που, από κάποιες απόψεις, άνοιξαν το δρόμο προκειμένου μια ολόκληρη κουλτούρα να γίνει πιο δεκτική απέναντι στις διάφορες σεξουαλικότητες. «Η παλλόμενη σκηνή που δημιούργησαν είχε τεράστια σημασία για την άρση των ταμπού», τονίζει ο Μπούλοκ στον Guardian. «Κι όμως οι ιστορίες τους τείνουν να χάνονται κάτω από εκείνες των στρέιτ. Θέλω οι άνθρωποι να μάθουν τις ιστορίες τους για να αναγνωριστούν επιτέλους τα όσα έκαναν».
Ακολουθήστε το in.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις