Ο «Αίας» στην εποχή μας
«Το ζήτημα που τίθεται είναι η ταφή του Αίαντα· πίσω όμως από την ταφή σοβεί κάτι άλλο, μεγαλύτερο, που προσδίδει στο ζήτημα της ταφής μια χροιά αναγκαιότητας και εύρους: πώς δει ζην; Πώς πρέπει να ζούμε;
- Μιας διαγραφής… μύρια έπονται για τη Ν.Δ.- Νέες εσωκομματικές συνθήκες και «εν κρυπτώ» υπουργοί
- Τι βλέπει η ΕΛ.ΑΣ. για τη γιάφκα στο Παγκράτι – Τα εκρηκτικά ήταν έτοιμα προς χρήση
- Την άρση ασυλίας Καλλιάνου εισηγείται η Επιτροπή Δεοντολογίας της Βουλής
- Οι καταναλωτικές συνήθειες των Ελλήνων κατά τη διάρκεια της Black Friday
«Αιαί / Ποιος το περίμενε, το όνομά μου – ένας στεναγμός / επώνυμο αποκαλυπτικό της συμφοράς μου· / τώρα μπορώ να ξεφωνίζω / και δυο και τρεις φορές αιαί». Η παρετυμολογία που επιχειρεί ο Σοφοκλής στον «Αίαντα» ξαφνιάζει ακόμη και σήμερα με την ιδιοφυΐα της: σε ένα όνομα ενώνονται η μοίρα του ήρωα, τα πάθη που επιφέρουν το επιφώνημα και η προαναγγελία του θανάτου. Η μετάφραση ανήκει στον Νίκο Α. Παναγιωτόπουλο και πραγματοποιήθηκε για την παράσταση της Σύλβιας Λιούλιου, που ανέβηκε στη Μικρή Επίδαυρο το 2015, με τους Χάρη Φραγκούλη (Αίας), Κωνσταντίνο Αβαρικιώτη (Τεύκρος), Σοφία Κόκκαλη (Τέκμησσα), Μιχάλη Σαράντη (Αγαμέμνων) κ.ά. Στιγμές που έχουν περάσει ίσως σε μια νοσταλγική διάσταση του χρόνου εξαιτίας της πανδημικής κρίσης αλλά και της απομάγευσης που επικρατεί στον χώρο του θεάτρου.
Τη μετάφραση παραδίδει αυτούσια (56 σελίδες) το εξαμηνιαίο περιοδικό δοκιμιακού λόγου «recto/verso», από τις τολμηρές προσπάθειες στον εκδοτικό χώρο, σε σημείο που ξαφνιάζει με την «απερισκεψία» του να ανοιχτεί στο ναρκοπέδιο των μαζικών εντύπων και των χαμηλών πτήσεων.
Το μαρτυρούν και τα υπόλοιπα κείμενα του τεύχους. Αμέσως μετά τη μετάφραση του Παναγιωτόπουλου ακολουθεί ο «Αίας» του κορυφαίου ελληνιστή H.D.F. Kitto (1897-1982), μεταφρασμένος από τον εκδότη του περιοδικού Δημήτρη-Χρυσό Τομαρά: «Το ζήτημα που τίθεται είναι η ταφή του Αίαντα· πίσω όμως από την ταφή σοβεί κάτι άλλο, μεγαλύτερο, που προσδίδει στο ζήτημα της ταφής μια χροιά αναγκαιότητας και εύρους: πώς δει ζην; Πώς πρέπει να ζούμε; Η απάντηση και στα δύο ερωτήματα δίνεται από τον Οδυσσέα. Γνωρίζει πως η ζωή είναι αβέβαιη, πως ο σημερινός φίλος είναι ο αυριανός εχθρός, πως κανείς δεν είναι πάντα σπουδαίος ή καλός, πως πρέπει να σεβόμαστε τους νόμους των θεών – και, αν αντί για τους «νόμους των θεών» κάνουμε σήμερα λόγο για τις «ανθρώπινες αξίες», το κάνουμε διατηρώντας την έννοια ακέραια.
Ο Οδυσσέας δεν προσπαθεί να δικαιολογήσει αυτό που έκανε ο Αίας. Γενναιόψυχα, αντίθετα, αναφέρεται στα παλιά του κατορθώματα και αναγνωρίζει ότι τόσο στις σπουδαίες του στιγμές όσο και στο έγκλημά του παρέμενε άνθρωπος· και, πάνω απ’ όλα, ο Οδυσσέας δείχνει σεβασμό στο ίδιο το γεγονός του θανάτου, το οποίο όλοι μας κάποτε γνωρίζουμε» (ακόμη και αυτό το απόσπασμα θα αρκούσε ως αντίστιξη στην αλαζονεία και την ακτιβιστική κενότητα που περιφέρουν τις τελευταίες ημέρες καλλιτέχνες συμμετέχοντας σε ένα σκηνικό ανθρωποφαγίας μιλώντας εν ονόματι της τέχνης).
Σωκράτης και Πάτι Σμιθ
Κατά τ’ άλλα, ο Ηλίας Παπαγιαννόπουλος αναπτύσσει στο «Νυχτόραμα» το μικροεπεισόδιο από την πλατωνική «Πολιτεία», όπου ο Σωκράτης με την παρέα του κατεβαίνουν στον Πειραιά και καταλήγουν να μιλούν για τη διάκριση δικαιοσύνης και δικαίου, ο Αγις Μαρίνης θυμίζει τη μελέτη του ελβετού ερευνητή Κλοντ Καλάμ για τον αρχαίο Χορό και ο Δημήτρης Καράμπελας υπογράφει ένα «Δοκίμιο για το πνευματικό ασυνείδητο» – περνώντας από τους Πασκάλ, Χ. Μέλβιλ, Μποντλέρ, Μπένγιαμιν, Τζόις, Γέιτς, Μπρετόν. Περιλαμβάνεται επίσης η μεταφρασμένη ομιλία του Rudolph Taschner στην αίθουσα τελετών της Αυστριακής Εθνικής Βιβλιοθήκης για την περιγραφή του άπειρου από τους Μούζιλ, Γκέντελ και Βιτγκενστάιν.
Την αφήγηση του περιοδικού κλείνει ο ίδιος ο εκδότης με τα «Θραύσματα παραδείσου», όπου με αφορμή τον κινηματογράφο του Τζόνας Μέκας (1922-2019) φτάνει στον Ιονέσκο, στον Εμπειρίκο, στην «άλλη Αμερική», στην Πάτι Σμιθ και στον Επίκουρο. Επίλογος με την «Επιστολή προς Ιδομενέα» του τελευταίου: «Σου γράφω αυτά τα λόγια την τελευταία και συνάμα πιο ευτυχισμένη μέρα της ζωής μου. Οι πόνοι στην κύστη και στην κοιλιά μου έχουν γίνει πια αφόρητοι. Τους κατανικώ όμως, γιατί η ψυχή μου θυμάται τις παλιές μας συζητήσεις και ευχαριστιέται».
Ακολουθήστε το in.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις