Με τις έρευνές της ανέτρεψε παγιωμένες αντιλήψεις ετών για την εξέλιξη του σύγχρονου ανθρώπου, ενώ το έργο της έχει συμπεριληφθεί στις κορυφαίες επιστημονικές ανακαλύψεις της εποχής μας. Η σπουδαία ελληνίδα παλαιοανθρωπολόγος Κατερίνα Χαρβάτη επελέγη να τιμηθεί φέτος με το σημαντικότερο γερμανικό βραβείο έρευνας Gottfried Wilhelm Leibnitz, ένα βραβείο που συνοδεύεται από χρηματικό έπαθλο 2,5 εκατομμυρίων ευρώ και το έχουν λάβει μέχρι σήμερα 378 άνθρωποι στον κόσμο.

Η ίδια, καθηγήτρια στο Πανεπιστήμιο του Τίμπινγκεν, μιλά στα «ΝΕΑ» για τη διάκρισή της που κάθε άλλο παρά τυχαία είναι: η Κατερίνα Χαρβάτη ήταν εκείνη που, εκτός των άλλων, ανακάλυψε ότι ο Homo sapiens έφτασε στην Ευρώπη 150.000 χρόνια νωρίτερα από ό,τι θεωρoύσε επί δεκαετίες η ανθρωπότητα. Το σημαντικό αυτό γεγονός διαπιστώθηκε από τη μελέτη ενός κρανίου ηλικίας 210.000 ετών που εντοπίστηκε στο σπήλαιο Απήδημα της Μάνης.

«Ηταν μια πολύ συναρπαστική και απρόσμενη ανακάλυψη, που ανέτρεψε τις ισχύουσες θεωρίες για τον τρόπο και χρόνο εξάπλωσης του Homo sapiens πέρα από την Αφρική», εξηγεί η ίδια. «Παρόλο που η πρώιμη παρουσία του Homo sapiens στο Ισραήλ, γύρω στα 190.000 χρόνια πριν, ήταν γνωστή εδώ και δεκαετίες, μέχρι την ανακάλυψή μας πιστευόταν ότι έφτασε στην Ευρώπη πολύ αργότερα, πριν από περίπου 45.000-50.000 χρόνια. Βέβαια η παρουσία του πρώιμου σύγχρονου ανθρώπου στην Ελλάδα δεν είναι καθόλου παράξενη, καθώς στην παλαιολιθική εποχή δεν υπήρχαν σύνορα και η μετανάστευση των πληθυσμών ακολουθούσε τις κλιματικές και περιβαλλοντικές αλλαγές των παγετωδών εποχών στη διάρκεια του Πλειστοκαίνου. Η ανακάλυψή μας υπογραμμίζει, όμως, την κομβική γεωγραφική θέση της Ελλάδας στο σταυροδρόμι μεταξύ ηπείρων, μια θέση που – όπως και σήμερα – λειτουργούσε στο παρελθόν ως μεταναστευτικός διάδρομος πληθυσμών».

Νέες έρευνες

Γι’ αυτό, άλλωστε, στα μελλοντικά σχέδια της Κατερίνας Χαρβάτη περιλαμβάνονται νέες ανασκαφικές έρευνες στη χώρα μας. Η ίδια είναι πεπεισμένη πως η ελληνική επικράτεια «έχει να προσφέρει πολλά ακόμη πολύτιμα ευρήματα και ανακαλύψεις». Και να δώσει απαντήσεις σε κομβικά ερωτήματα. ««Συνεχίζουμε με την Εφορεία Παλαιοανθρωπολογίας και Σπηλαιολογίας του Υπουργείου Πολιτισμού και την Αμερικανική Σχολή Κλασικών Σπουδών την έρευνα στη Μεγαλόπολη…» της Αρκαδίας, όπου είχαμε πολλά σημαντικά ευρήματα τα τελευταία χρόνια. Στο άμεσο μέλλον θα ήθελα να συνεχίσω την έρευνα στη θέση Απήδημα της Μάνης, σε συνεργασία με τους συναδέλφους από το Ανθρωπολογικό Μουσείο της Ιατρικής Σχολής Αθηνών και το Νορβηγικό Ινστιτούτο, απ’ όπου προέρχεται το εξαιρετικά σημαντικό εύρημα του πρώιμου Homo sapiens. Πολύ σημαντικός στόχος αυτής της έρευνας θα είναι η διαλεύκανση των νέων ερωτημάτων που δημιουργήθηκαν, όπως, για παράδειγμα, ποιες ήταν οι περιβαλλοντικές συνθήκες που οδήγησαν στην έλευση του πρώιμου σύγχρονου ανθρώπου; Μπορούμε να επιβεβαιώσουμε τη χρονολόγηση; Και άραγε συνυπήρξε ο σύγχρονος άνθρωπος με τους Νεάντερταλ στη Μάνη;».

Γεννημένη στην Αθήνα, εισήχθη στα τέλη της δεκαετίας του ’80 στη Νομική Σχολή Αθηνών. Σύντομα συνειδητοποίησε πως το όνειρό της βρισκόταν αλλού και έφυγε για τις ΗΠΑ, όπου έλαβε πτυχίο Βιολογικής Ανθρωπολογίας από το Πανεπιστήμιο Columbia. Ακολούθησαν ένα διδακτορικό στο Μουσείο Φυσικής Ιστορίας της Νέας Υόρκης, μια θέση επίκουρης καθηγήτριας στο Νew York University και από εκεί ερευνητική δουλειά στη Λειψία και έπειτα στο Πανεπιστήμιο του Τίμπινγκεν, όπου διατελεί και διευθύντρια του Κέντρου Ανθρώπινης Εξέλιξης και Παλαιοπεριβάλλοντος. Η διάκριση που θα της αποδοθεί στις 15 Μαρτίου με το βραβείο Leibnitz αποτελεί την επισφράγιση αυτής της επιτυχημένης πορείας. «Είναι μεγάλη τιμή και χαρά, όχι μόνο για μένα, αλλά και για όλη την ομάδα και τους συνεργάτες μου. Είναι μεγάλη διάκριση και για την Παλαιοανθρωπολογία, που, παρότι συναρπαστική, είναι ένας μικρός επιστημονικός τομέας. Η χρηματική υποστήριξη που παρέχει το βραβείο θα βοηθήσει στην πραγματοποίηση των ερευνητικών σχεδίων μας τα επόμενα χρόνια», σημειώνει στα «ΝΕΑ».

Ταξίδι στην ιστορία

Μιλώντας η Κατερίνα Χαρβάτη ξεδιπλώνει με σαγηνευτικό τρόπο ένα ταξίδι στην ιστορία του ανθρώπινου είδους. Και εξηγεί γιατί τελικά οι Νεάντερταλ συναρπάζουν τόσο τον σύγχρονο άνθρωπο και απασχολούν την επιστήμη. «Οι Νεάντερταλ ήταν ένα ανθρώπινο είδος πολύ συγγενικό προς τον σύγχρονο άνθρωπο, μια άλλη εκδοχή της ανθρωπότητας αν θέλετε. Παρόλο που έχουμε πολλές διαφορές, όπως στην ανατομία και στην τεχνολογία που χρησιμοποιούσαν σε σύγκριση με τους προγόνους μας, έχουμε και πολλά κοινά μαζί τους. Και εκείνοι, όπως κι εμείς, είχαν έναν πολύ μεγάλο εγκέφαλο και πολύπλοκη συμπεριφορά και λιθοτεχνία. Ηταν άριστοι κυνηγοί και υπάρχουν ενδείξεις ότι φρόντιζαν τραυματισμένα ή άρρωστα μέλη της κοινωνικής τους ομάδας και έθαβαν τους νεκρούς τους», λέει και συνεχίζει:

«Τα συναρπαστικά ερωτήματα που μας απασχολούν είναι το αν υπήρχαν σημαντικές βιολογικές διαφορές μεταξύ των δύο «αδελφών» ειδών, τι ήταν αυτό που επέτρεψε στους προγόνους μας να κυριαρχήσουν ενώ οι Νεάντερταλ εξαφανίστηκαν, τι συνέβη όταν οι πρόγονοί μας συνάντησαν ομάδες Νεάντερταλ καθώς έφταναν στην Ευρώπη, πόσο συχνές ήταν οι προσμείξεις μεταξύ τους, ποια χαρακτηριστικά ή και ασθένειες των σύγχρονων ανθρώπων θα μπορούσαν να αποδοθούν στην «κληρονομιά» τέτοιων προσμείξεων, οι οποίες μας άφησαν ένα μικρό ποσοστό DNA κάποιου μακρινού Νεάντερταλ προ-προ-προ-προ-προ-πάππου…». Η ιστορία του ανθρώπινου είδους, επισημαίνει, είναι βέβαιο πως μας επιφυλάσσει ακόμη πολλά κρυμμένα μυστικά…

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ ΝΕΑ