«Ανήμερο Θηρίο»: Ο Θανάσης Λάλας υπογράφει μια (αυτο)βιογραφία του Καζαντζίδη που θα συζητηθεί
Με αφορμή το τελευταίο του βιβλίο, ο “ποιητής” της συνέντευξης αλλάζει θέση και, για μία ώρα, μιλά στο in.gr, για τα πάντα-κυρίως, όμως, για την μαγεία της ανθρώπινης αφήγησης.
- Στα χέρια της ΕΛ.ΑΣ 19χρονος που εμπλέκεται στη δολοφονία του 5χρονου στο Μαρκόπουλο
- Κατεπείγουσα εισαγγελική παρέμβαση από τον Άρειο Πάγο μετά την αποκάλυψη in – Για το χαμένο υλικό από τις κάμερες στα Τέμπη
- Έκλεβε τα παπούτσια των παιδιών στο νηπιαγωγείο και πιάστηκε στα πράσα (βίντεο)
- Έβαλαν κουτάβια σε τσουβάλια, τα έδεσαν και τα πέταξαν στον Αλφειό
Φωτογραφίες: Παναγιώτης Γιαννούτσος by taph team
Για πρώτη φορά, ο Στέλιος Καζαντζίδης μιλάει για τη φήμη, το χρήμα, το αναγκαίο της ζωής, τα δώρα του Θεού, για τον πολλαπλασιαστή της αντοχής του βασανισμένου ανθρώπου, για την καταγωγή του θυμού του, για το κόστος της ειλικρίνειας, τα λάθη, τις εμμονές, τα κουσούρια, για τους ανθρώπους που αδίκησε και γι’ αυτούς που τον αδίκησαν, για τα κοροϊδιλίκια των ανθρώπων της νύχτας, για τους ανθρώπους που χτίζουν θεόρατα σπίτια για να ζήσει μέσα ο «κύριος Κανένας», για τον εθισμό της συνήθειας, για τη μεγάλη φωνή που έχει ανάγκη την ψυχή, για τον μετρονόμο της ευτυχίας, τη Ζωή, τη σεναριογράφο της ζωής, για την πείνα, το «ξύλο χωρίς όρια», τα ναρκωτικά, τον τζόγο.
Σε αυτό το βιβλίο που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Αρμός, ο Καζαντζίδης κλείνει τη διαμάχη με τον Χρήστο Νικολόπουλο και ο Χρήστος δίνει στη δημοσιότητα για πρώτη φορά ένα από τα γράμματα που του έστελνε ο Στέλιος από την Αμερική.
Για τον κορυφαίο τραγουδιστή μίλησαν στον Θανάση Λάλα σπουδαίες προσωπικότητες: ο Άκης Πάνου, η Μαρινέλλα, ο Μάνος Χατζιδάκις, ο Σωκράτης Μάλαμας, ο Γιώργος Νταλάρας, ο Γρηγόρης Μπιθικώτσης, η Ελένη Βιτάλη, ο Διονύσης Σαββόπουλος, ο Σταύρος Κουγιουμτζής, η Χάρις Αλεξίου, η Βάσω Καζαντζίδη (η σύζυγος του Στέλιου), η Σεβάς Χανούμ, ο Χρήστος Νικολόπουλος και ο Λευτέρης Παπαδόπουλος.
Ο Θανάσης Λάλας, ίσως ο κορυφαίος Έλληνας συνεντευξιαστής, έχει «σπάσει» τις πολύωρες συνεντεύξεις του με τον Καζαντζίδη σε 192 «αυτοβιογραφικά διηγήματα διαλόγου» και έχει καταρτίσει και μια λίστα με όλα όσα επιθυμούσε εκείνος που πολλοί θεωρούν ακόμα ότι ήταν η μεγαλύτερη φωνή του λαϊκού τραγουδιού.
Στο βιβλίο υπάρχουν και 61 φωτογραφίες που, με τον δικό τους τρόπο, συμβάλλουν στην αφήγηση αυτής της καινούργιας ιστορίας για τον Στέλιο Καζαντζίδη, αλλά και οι πολύτιμες μαρτυρίες των ανθρώπων που προαναφέρθηκαν.
Ένα πρωινό στο σπίτι του Θανάση Λάλα: πολλά χρώματα, λέξεις που χορεύουν
Για να μιλήσουμε για τον Καζαντζίδη, θα ήθελα να ζητήσω από τον Θανάση Λάλα να με συναντήσει στον Πειναλέοντα στα Εξάρχεια ή στον Μέρμηγκα στη Νίκαια. Να καθίσουμε σε ένα τραπέζι και να συζητήσουμε με κρασί. Για την ακρίβεια, δεν έχω όρεξη να θέσω καμία ερώτηση. Θέλω απλώς να τον ακούσω να μιλάει-κάθε λεπτό είναι πολύτιμο, μεταφέρει βαρύ φορτίο εμπειρίας και γνώσης.
Μέσω του Λάλα, κοινωνώ τους διάσημους συνεντευξιαζόμενούς του και επιθυμώ να αξίζω μια μέρα να είμαι μία από αυτούς. Προς το παρόν, διατηρώ τον άβολο ρόλο της συνεντευξιάζουσας (σαν εκκλησιάζουσα ηχεί) και, επίσης, οι ταβέρνες είναι κλειστές, οπότε βολεύομαι χωρίς παπούτσια στο φωτεινό σαλόνι του στου Παπάγου.
Ένα σπίτι-ατελιέ κατάμεστο από βιβλία, πίνακες, έργα τέχνης, μικρά γλυπτά, κομψά σκεύη και ωραία ενέργεια. Ο Θανάσης Λάλας, όπως κάθε άνθρωπος που έχει ολοκληρώσει δεκάδες κύκλους και έχει πετύχει εκατοντάδες μικρές νίκες, στέκεται αμείλικτα έτοιμος να απαντήσει «στα πάντα». Θέλω να ανάψω τσιγάρο, μα το αναβάλλω. Ξεφυλλίζω λίγο το βιβλίο του για τον Στέλιο Καζαντζίδη: από την αρχή «φωνάζει» ότι δεν πρόκειται για μια ακόμα βιογραφία.
Ο Θανάσης Λάλας υποχρεούται εδώ και πολλά χρόνια να συμβιώνει με τους εγκατεστημένους στον νου του λαβυρίνθους: ιδέες, ιδέες, ιδέες. Κόνσεπτ. Μορφές για να αγκαλιάσουν Βαριά Περιεχόμενα. Υποπτεύομαι, όμως, ότι είναι αισθηματίας-μόνο σε έναν αισθηματία ο αγαπημένος μου Καζαντζίδης θα κατέθετε τα δικά του αισθήματα. «Ο Στέλιος έπιανε μια ψαριά, έδινε τα μισά ψάρια στην Βάσω να τηγανίσει και πήγαινε Αθήνα μια ώρα και δρόμο να δώσει τα υπόλοιπα στο Νικολόπουλο», μου λέει ο Θανάσης Λάλας και χαμογελάει.
Ένας φωτεινός “μονόλογος” του Θανάση Λάλα με τις ερωτήσεις της συνέντευξης σβηστές
«Κάνοντας αυτήν την δουλειά, συνάντησα ανθρώπους και μίλησα με ανθρώπους που αποτελούν μια νοητή, δική μου κοινωνία
Τόσο όσο μπορείς να διερευνήσεις μια ζωή σε λίγες ώρες. Μετά από αρκετές συναντήσεις με ορισμένους ανθρώπους, συνειδητοποίησα ότι είχα στα χέρια μου ένα υλικό με μια αξία μυθιστορηματική, μια αξία αφήγησης.
Έτσι, οδηγήθηκα στο να σκεφτώ να κάνω μια σειρά από αυτοβιογραφίες-αυτό νομίζω ότι είναι αυτό που κάνω κι όχι βιογραφίες. Ο Καζαντζίδης αφέθηκε στα δικά μου όρια για να αφηγηθεί, αλλά είναι η δική του αφήγηση που στηρίζει το τελικό κείμενο, και όχι μια δική μου επινοημένη εικόνα για το τι είναι ο Καζαντζίδης.
Αυτή η προσέγγιση για πρώτη φορά έγινε με τον Γιάννη Κουνέλη-επίσης, διάφορα αυτοβιογραφικά διηγήματα διαλόγων που κάνω με τον Γιάννη Κουνέλη σε διάφορα μέρη του κόσμου. Ενίοτε, παρέα με τον Βασίλη Βασιλικό. Μετά, πέρασα στην Αρβελέρ, ύστερα τον Νταλάρα, τώρα τον Καζαντζίδη.
Το επόμενο βιβλίο θα είναι ο Ανδρέας Παπανδρέου. Έχω 54 ώρες μαζί του. Ύστερα, έπονται βιβλία που θα κυκλοφορήσουν απευθείας στα αγγλικά, με διεθνείς προσωπικότητες: Ντόρις Λέσινγκ, Άμος Σοζ, Σιμόν Πέρεζ, Μιτεράν…
Παρακολουθώ καμιά φορά, ή διαβάζω, συνεντεύξεις πολιτικών, ας πούμε σχετικά πρόσφατα του κυρίου Τσίπρα του κύριου Μητσοτάκη. Αν είχα μια σελίδα σε ένα κυριακάτικο φύλλο, σας λέω ότι θα έγραφα μόνο τις ερωτήσεις που δεν ετέθησαν σε αυτά τα πρόσωπα, σε αυτές τις συνομιλίες. “Οι ερωτήσεις που δεν γίνανε” θα λεγόταν η στήλη. Για να καταλάβει ο κόσμος, ίσως, ότι αυτό που βλέπει δεν είναι κατ’ ανάγκη αυτό που είναι, υπάρχει μια σειρά ανείπωτων πραγμάτων που κρύβονται επιμελώς πίσω από αυτά που λέγονται.
Παράδειγμα: Κύριε Τσίπρα, συναναστρέφεστε ακόμα εκείνους τους συνεργάτες σας που σας βεβαίωναν ότι θα τις κερδίζατε τις τελευταίες εκλογές; Πώς είναι τώρα η επαφή σας μαζί τους; Τι λέτε; Πόσο τους εμπιστεύεστε;…
Το βασικό πράγμα που με απασχολεί στην ζωή μου και που με οδηγεί είναι αυτό που δεν ξέρω κι όχι όλα αυτά που ξέρω. Όλοι μας εκπαιδευόμαστε και φτιάχνουμε τις ζωές μας πάνω στη γνώση, πανω σε αυτό που ξέρουμε, πάνω σε αυτό που μάθαμε. Εχω καταλάβει όμως ότι το πιο σημαντικό κομμάτι στη ζωή, αυτό που μας καθορίζει είναι αυτό που αγνοούμε αλλά υπάρχει κι εμφανίζεται ως ένστικτο…
Ολα αυτά που προκύπτουν από μένα _ζωγραφιές, φράσεις, συμπεριφορές_ δεν ξέρω από που έρχονται, από που προκύπτουν… Νοιώθω όμως ότι όλα αυτά που δεν ξέρω την καταγωγή τους υπάρχουν μέσα μου κι εχουν εξαίρετη θέση μέσα μου. Έτσι, εξηγώ το ανεξήγητο του έρωτα, τους θυμούς, τις επιλογές, τις αποφάσεις κι αλλά πολλά πράγματα της ψυχής μου. Η άγνοια είναι το ασυνείδητο λυσάρι της ζωής. Η διερεύνηση της άγνοιας ειναι η λύση που κρύβεται στα ακατανόητα…
Έχουμε πια φτάσει στο σημείο να θεωρούμε μικρά τα μεγάλα πράγματα. Εχει αλλάξει το μέτρο…
Η ζωή είναι καμωμένη από πολλά, μικρά μεγάλα. Δεν βάζω φρένο στην αναζήτησή του «γιατί». Εχω συνομιλήσει με καλλιτέχνες, πολιτικούς, αλλά και με λαμπρούς επιστήμονες: Χόφμαν, Τζον Νας και τόσους άλλους… Ολοι αν τους βγάλεις έξω από το αναμενόμενο είναι ποιητές. Ένας άνθρωπος που ξέρει την ουσία του αλγόριθμου, είναι ένας ποιητής. Οι αλγόριθμοι έχουν αίμα, δεν είναι απλά σημαδάκια. Ερμηνεύουν ζωές, δεν έχουν να κάνουν με κάτι αόριστο. Οι διαστάσεις της απλής αποδοχής «1+1=2» είναι πολλές, περισσότερες ίσως από όσες μπορούμε να φανταστούμε…
Ένας λόγος για τον οποίο ασχολούμαι με την τέχνη είναι γιατί η τέχνη σου δίνει την δυνατότητα να δεις τα ίδια πράγματα στις άλλες διαστάσεις τους, σου διευρύνει την πραγματικότητα. Η τέχνη παραγεται από αυτό που δεν ξέρουμε. Όταν ξεκινάς να ζωγραφίζεις, δεν ξέρεις που πάς κι όμως τελικά βρίσκεσαι σε ένα μαγικό τοπίο που δεν είχες ξανά επισκεφθεί. Εκ των υστέρων βλέπεις τι έκανες, που πήγες. Όταν είσαι ζωγράφος, δεν είσαι θεατής. Αμέσως μετά το τέλος γίνεσαι θεατής κι εσυ μιάς αποκάλυψης!
Φυσικά και έχω συνομιλήσει με μεγάλους ζωγράφους. Νομίζω έχω πλατιά γκάμα στους συνομιλητές μου. Όμως, για να πω την αλήθεια, ποτέ δεν με ενδιέφερε η ιδιότητα αυτού που συναντούσα, δεν με κατεύθυνε το οτι ήταν γοια παραδειγμα ζωγράφος, οικονομολόγος, συγγραφέας, αρχιτέκτονας, λογιστής. Εν μέρει, το λάμβανα υπόψη μου, αλλά δεν με καθόριζε στην επαφή μαζί του. Με ενδιέφερε ο τρόπος που σκέφτεται, πως αντιμετωπίζει το άπιαστο της ζωής, πως αντιδρά στα διλλήματα, πόσο κουβαλάει στις πράξεις του το ασήκωτο της επερχόμενης ανυπαρξίας.
Ναι εχει δημιουργηθεί με τα χρόνια ένα ερωτηματολόγιο του Λάλα όπως λένε κάτι σαν το ερωτηματολόγιο του Προυστ… Και η αλήθεια είναι ότι έχω στο νου μου περίπου 100 ερωτήσεις που λίγο έως πολύ τίθενται στις συναντήσεις μου με τους ανθρωπους και αν στηριχθούμε στις απαντήσεις τους, σκιαγραφούν μια προσωπικότητα. Αλλά αυτές οι ερωτήσεις κάνουν την μισή δουλειά… Την υπόλοιπη πιo σημαντική δουλειά την κάνουν οι ζωντανές ερωτήσεις, οι φρέσκιες ερωτήσεις, αυτές που κρύβονται στις απαντήσεις του συνομιλητή. Αυτές που ακούς να σου φωνάζουν όσο ο συνομιλητής σου απαντάει. Γιά αυτό και θεωρώ την ακοή, πρωτίστως αναγκαία γιά να γίνει μια δημιουργική συνομιλία…
Η προετοιμασμένη ερώτηση, οι ερωτήσεις που έχεις ετοιμάσει πηγαίνοντας σε μιά συνάντηση δεν κάνουν τη διαφορά. Δεν κάνει την διαφορά σε μιά συνομιλία αν ρωτήσεις κάποιον: «Ποιό το κόστος της επιτυχίας και ποιό το κέρδος της αποτυχίας;»… Η ερώτηση αυτή γιά παραδειγμα, είναι η αφορμή γιά να ανοίξεις την πόρτα που σου φανερώνει το δρόμο που σε οδηγεί σε αυτό που λέμε “αλήθεια” του άλλου. Κάθε ανθρωπος έχει την δική του “αλήθεια”. Αυτό λοιπόν που κάνει την διαφορά είναι η ικανότητα να ψαρεύεις την επόμενη ερώτηση ακούγοντας τον απέναντι να αφηγείται με απαντήσεις.
Ναι, αν μετράω καλά εχω κάνει 33 περιοδικά στην ζωή μου. Σε λίγο καιρό θα είναι 34 αυτα τα περιοδικά. Ελάχιστοι υποψιάζονται οτι υπάρχουν μέσα σε αυτά και 16 αποτυχίες. Συχνά οι αποτυχίες σε πάνε στις επιτυχίες.
Πιστεύω ότι δεν υπάρχουν αμαρτίες στην ζωή πέρα μόνο μία: η έλλειψη σκοπού. Το πραγματικό αμάρτημα είναι να μην ξέρεις γιατί ζεις, να μη ξέρεις που πας. Ο στόχος είναι αυτός που κατευθύνει την ζωή μας. Πάμε γιά Θεσσαλονίκη, δεν έχει σημασία αν βρεθούμε ξαφνικά στα Τρίκαλα. Η παρέκκλιση είναι μέσα στο νόημα αλλά δεν έχει νόημα αν δεν υπάρχει στόχος. Είναι αυτό που λένε: «Ξεκίνησα γιά κει και βρέθηκα αλλού»
Η πρώτη μου συνέντευξη ήταν ο Μπίλι Μπο… Πριν, από παιδί, έκανα συνεντευξεις με τις φίλες της μητέρας μου. Δεν ήξερα τότε ότι αυτό που έκανα ήταν συνέντευξη. Αλλά σας διιαβεβαιώ ότι τώρα ξέρω καλά ότι δεν διαφέρουν καθόλου από αυτό που κάνω και το ονομάζουμε συνέντευξη. Με τις φίλες της μητέρας μου λοιπόν, τα απογεύματα, την ώρα του καφέ, είχα μαζί τους άγριες συνεντεύξεις. Θυμάμαι, είχε μια φίλη η μητέρα μου, την Κανέλλα, η οποία ήταν πολύ ψηλή και είχε έναν πολύ κοντό άντρα, τον Ντίνο. Μου έκανε τόσο τρομερή εντύπωση αυτή η διαφορά ύψους. Γενικά ήμουν πολύ περίεργος από μικρός… Ρωτούσα συνεχώς, σαν παιδί και συχνά έφερνα τους δικούς μου σε πολύ δύσκολη θέση…
Μου αρέσει να μιλάω με ανθρώπους. Όταν έχω έναν άνθρωπο απέναντί μου, ενδιαφέρομαι να μάθω γι’ αυτόν. Να καταλάβω.
Με τον Στέλιο Καζαντζίδη μάς ένωσαν ώρες συζητήσεων. Δεν ξέρω αν θα μπορούσαμε να είμαστε φίλοι, αλλά δεν έπληξα ποτέ μαζί του. Δεν με κούρασε ποτέ. Γενικώς, προσπαθώ να μην πλήττω όταν συναντώ έναν άνθρωπο. Στην πλήξη οδηγούμε εμείς τον εαυτό μας. Κανείς δεν πλήττει εξ αιτίας ενός άλλου. Οπως δεν υπάρχουν συζητητές με ενδιαφέρον κι αλλοι που πλήττεις μαζί τους… Δεν υπάρχουν, με άλλα λόγια, ενδιαφέροντες και μη άνθρωποι. Γιά μένα το ίδιο ενδιαφέρον είναι μέσα μας. το μέσα μας αναζητούμε μιλώντας με τους άλλους.
Γι’ αυτό, ο Πάσσαρης με τον Μπαμπινιώτη μπορούν να αποδειχτούν εξ ίσου ενδιαφέροντες αφορμές. Ένας κοινός ανθρωπος γιά ένα περίεργο είναι εξίσου ενδιαφέρον πρόσωπο. Με βεβαιότητα θα έλεγα ότι η ο κοινός ανθρωπος είναι μιά σπηλία εξαιρετική αν ψάχνεις…
Για μένα, ο Καζαντζίδης ήταν και παραμένει ένα πρόσωπο μυθικό. Ακούγοντας τον, τραγουδούσαμε όλοι μαζί στο σπίτι μου… τον ακούγαμε στα ραδιοφωνα και πιάναμε τους εαυτούς μας να τραγουδάμε μαζί του. Ήθελα να τον συναντήσω, να δω από κοντά αυτήν την περίπτωση ανθρώπου. Μετά από τις πρώτες συνεντεύξεις μαζί του, άρχισα να τον καταλαβαίνω. Δεν τον καταλάβαινα απο την αρχή. Αναλόγως σε τι κατάσταση τον έβρισκα, ήταν ένας άλλος… Είχε όμως πάντα, μια ηθική βάση… Δεν έκανε συμβιβασμούς, δεν έκανε πίσω σε αυτά που πίστευε…
Ήταν σπουδαίος με έναν τρόπο πολύ δικό του. Ήξερε, επίσης, πώς να λέει μια ιστορία σαν να είναι δική μας ιστορία. Είχε συνέπεια, σοφία λαϊκή και αλήθεια απέναντι στα λάθη του.
Νομίζω ότι όταν ένας άνθρωπος όταν βρίσκει τον εαυτό του, είναι αυτομάτως η καταγωγή του. Ο εαυτός μας, η αλήθεια μας είναι η μόνη καταγωγή μας. Ο Πικάσο, η Γώγου που είπατε, ο Ντοστογιέφσκι, είναι οι ίδιοι μια χώρα, ένας τόπος, μια “γλώσσα”, ένα Σύνταγμα αρχών… Κάθε ανθρωπος που συναντιέται με τον εαυτό του, ζει στον κόσμο του, στο δικό του Σύμπαν. Εμένα, ας πούμε, μπορούν να με διεκδικούν οι πρώην χοντροί, οι δημοσιογράφοι, οι εικαστικοί… Αυτό που τωρα πια είμαι, είμαι ο εαυτός μου. Συχνά καταλήγουμε σε αυτό που είμαστε και έκτοτε ζουμε εν ειρήνη με τις άλλες χωρες δίπλα μας, τους άλλους ανθρωπους… Έτσι αισθάνομαι.
Εκτιμώ πολύ, τους ανθρώπους που ζουν, και με το υλικό της ζωής τους δημιουργούν κάτι. Σέβομαι πολύ αυτούς που δεν ζουν απλώς για να ζουν, αλλά κάνουν κάτι την ζωή που ζουν και αυτό το κάτι το επιστρέφουν στους γύρω, σε όλους αυτους που έζησαν μαζί τους. Είναι ένα δώρο η ζωή ή το ταλέντο. Πρέπει να το κάνεις κάτι. Τα δώρα πρέπι να μετουσιώνονται σε δώρα γιά τους γύρω, γιά τους άλλους.
Όταν ήμουν μικρός, έτυχε να συναντήσω –και τελικώς, να καθοριστώ-από τον Στρατή Τσίρκα. Με έμαθε να γράφω τις σκέψεις μου, να μη ζω άσκοπα, να γράφω ποιήματα. Του τα έδινα στον Τσίρκα κι εκείνος τα έδινε με την σειρά του για διόρθωση στον Μανώλη Αναγνωστάκη που δεν γνώριζα την υπαρξή του ακόμα. Μου τα επέστρεφε με σημειώσεις… Θυμάμαι ανάμεσα στα άλλα μιά σημείωσει με τα γράμματα του Μανωλη Αναγνωστάκη: «Δεν θα γράψει ποίηση, θα γράψει πρόζα».
Έχω μεγαλύτερη σχέση με την ποιητική πρόζα. Οι συνεντεύξεις μου ως γραπτά, αποτελούν περισσότερο ένα δείγμα ποιητικής πρόζας με πολλά στοιχεία θεάτρου.
Με ενδιέφεραν πάντα οι μειονότητες, όχι με την διανοουμενίστικη έννοια, ούτε με την γραφική έννοια, που οδηγεί κάποιον να τους πλησιάσει σα να είναι περίεργοι της παρέας. Οι μειοψηφίες αποτελούν το πιό ουσιαστικό κομμάτι της δημοκρατίας, οι μειοψηφίες εμπνέουν τις πλειοψηφίες. Στην ζωή μου μπαινόβγαιναν τα αντίθετα. Ηταν ανοιχτή η πόρτα να μπει να κάνουμε παρέα ο Χρήστος Βακαλόπουλος, ο Κοροβέσης, ο Σαχτούρης, ο Καρούζος, ο Γκίνσμπεργκ, ο Τομ Ρόμπινς, ο Αρης Κωσταντινίδης… αλλά και ο Δομάζος, ο Σιδέρης, ο Μητσάκης, ο Μπιθικώτσης, ο Μαραντόνα, ο Στέλιος, η Καίτη Ντάλλη. Ο άνθρωπος είναι οι άνθρωποι που συναντάει. Οσο μεγαλύτερη άπλα έχεις με τους ανθρώπους που βάζεις στη ζωή σουμ τόσο πιό γεμάτη ενδιαφέρον ζωή ζεις. Και δεν αντέχω όλους όσους επιλέγουν και χωρίζουν τον κόσμο σε σημαντικούς και ασήμαντους… Ολοι οι ανθρωποι είναι αξιοθέατοι κι αξιολάτρευτοι, αρκεί να τους συναντάς με την αλήθεια σου και να εισπράττεις την αλήθεια τους…
Εμείς, στη γενιά μου, ήμασταν οι «άλλοι»… Σε ηλικία 19 ετών μιά ομάδα πιτσιρικάδων τότε, βγάλαμε για πρώτη φορά περιοδικό, το «Περιοδικό», την ίδια ώρα που κυκλοφορούσαν στα βιβλιοπωλεία «Το δένδρο», «Η Λέξη» το «Τραμ», η εξαίρετη «Οδός Πανός» του Γιώργου Χρονά. Τι θέλω να πω; Αυτά ήταν τα λογοτεχνικά περιοδικά της εποχής κι εμείς η παραφιλολογία.
Εμείς σκαρώναμε αφιερώματα με θέμα «Τα Βρωμόλογα από τις Τουαλέτες Γυναικών», με θέμα την τεμπελιά, τα παραμύθια, το πώς ντύνανε τα αγόρια οι μητέρες τους την βικτωριανή εποχή, τα πιό διάσημα φιλιά, τους αδελφούς Μαρξ, τον Μπάστερ Κήτον, τα πιό ξακουστά εγκλήματα και τα μπουρδέρα στην Γαλλία, που παρεπιπτόντως είχε μεταφράσει ο σπουδαίος Στέφανος Κουμανούδης γιά το «Περιοδικό» μας. Στην ομάδα συμμετείχαν ο Κακίσης, ποιητής εξαίρετος, ο Κύριλλος Σαρρής, ο Ευγένιος ο Αρανίτσης, ο Μπαμπασάκης, ο Βασίλης ο Τσιμπούκης, ο Σταθόπουλος, ο Στέλιος ο Χαϊδούλης, η Πασχαλία Κοσμά, ο Κωσταντίνος ο Θεμελής, ο Μανος ο Τσιλιμίδης, ο Βακαλόπουλος και τόσοι άλλοι… Όσο το σκέφτομαι, κάναμε κάτι απίστευτο τότε, που ήταν η ζωή μας όλοι. Είμασταν η απέναντι όχθη… Στην άλλη κυριαρχούσε ο Πέτρος ο Κωστόπουλος και το lifestyle. Εμείς τότε, απέναντι πάντα, καταθέταμε μιά άλλη ψυχή, μιά άλλη σκέψη.
Έζησα και μεγάλωσα σε μια εποχή που η άποψη ήταν δικαίωμα λίγων ανθρώπων που είχαν βαθιά εκτίμηση των υπολοίπων. Σήμερα πιστεύω ότι όταν η σκέψη γίνεται άποψη, καταργείται η σκέψη. Βλέπω ανθρώπους να τοποθετούνται πάνω σχεδόν στα πάντα. Άσχετοι άνθρωποι, έχουν άποψη για άσχετα των ενδιαφερόντων και του τρόπου ζωής τους ζητήματα.
Τώρα πια ζουμε μιά τρέλα σαν νάναι η φυσιολογική ζωή μας. Έχουμε γίνει τρελοί άνευ λόγου. Ό,τι δεν καταλαβαίνουμε είναι Τέχνη, ότι δεν φοριέται, είναι πρωτοπορία της μόδας, αυτός που “βγάζει μάτι” είναι ο όμορφος. Τι να πω;
Εξακολουθώ να είμαι από αυτούς που πιστευουν ότι οι άνθρωποι δημιουργούν μόνοι τους, μεσα από το ελάχιστο, την μαγεία της ζωή τους. Εμείς οι ίδιοι και ο θεός που κρύβεται μέσα μας, ανασταίνει την ζωή μας. Ακούω συχνά γύρω μου όλοι να παραπονιούνται και να δικαιολογούνται: «Αν είχα αυτό, αν είχα το άλλο, αν ήμουν εκεί, θα ήμουν καλυτερα…»
Όλο κάτι τους λείπει για να ζήσουν αυτό που θέλουν. Μα η ζωή είναι και αυτό που μας λείπει. Κάνουμε το όνειρο μας, με αυτό που έχουμε κι όχι με αυτό που μας λείπει… Αρκεί να μη μας λείπει όρεξη για ζωή, αυθεντικό ενδιαφέρον.
Έχω έναν γνωστό μου δικηγόρο στην Νέα Υόρκη, που φεύγει το πρωί, χαράματα από το σπίτι του και γυρίζει σπίτι του το βράδυ με ελικόπτερο. Το μεροκάματό του είναι 150.000 δολάρια. Κάνει μια μυτιά κόκα και κοιμάται. Αναρωτιέμαι… αυτό είναι το ζητούμενο της ζωής; Τα πολλά λεφτά σαν αμοιβή; Σαν καταθέσεις στην τράπεζα; Η καταξίωση που οδηγεί στην απέραντη μοναξιά;
Η σπατάλη του χρόνου στο βωμό της διάκρισης; Για μένα σίγουρα όχι, δεν είναι αυτό το ζητούμενο! Στερεύουμε από ζωή και μαραζώνουμε χωρίς να μπορούμε να αντιδράσουμε. Γιατί υποταχτήκαμε στους στόχους μιάς κοινωνίας άρρωστης, που θεωρεί ασήμαντο γιά την ζωή μας την γιορτή, την γενναιοδωρία, την παρέα, τη φιλία…
Μια κοινωνία που θεωρεί άχρηστο το «εμείς» και χρήσιμο το «εγώ»!
Μιλώ έτσι, έχοντας ζήσει κι εγώ εποχές που υπήρχαν αρκετά χρήματα στον λογαριασμό μου, αλλά ουτε ήξερα πόσα, ουτε ζούσα αναλόγως… Ήταν η εποχή που η ομορφιά και ο έρωτας μετριόντουσαν με πόντους: Τόσο στήθος, τόσο μέση, τόσο ύψος… Η εποχή που τα σώματα χτυπιόντουσαν ώρες στα γυμναστήρια γιά να κερδίσουν την ομορφιά… Η εποχή που πηγαίναμε ενα ταξίδι και γυρίζοντας για το μόνο που μιλούσαμε ήταν γιά τις γόβες, τα μπουφάν και τα ψωνιά, γιά τα ξενοδοχεία και τα εστιατόρια…
Τίποτα αλλο δεν ήταν το μέτρο γιά το ταξίδι… Μόνο η κατανάλωση… Αυτό οδήγησε μαζικά στα χάπια κάθε μορφής… Χάπια για να αδυνατήσεις, χάπι για να παχυνεις, χάπι για να διασκεδάσεις, χάπι για να κάνεις έρωτα, χάπι για να ξεχαστείς, χάπι για να ξεχάσεις, χάπι για να αντέξεις… Φτάσαμε στο σημείο να ερωτευόμαστε ένα γυμνασμένο μπράτσο, μια σφιχτή κοιλιά, ενα μακρύ πόδι, έναν γοφό αυτών των διαστάσεων… Πάψαμε να ερωτευόμαστε ανθρώπους. Αυτή την ήττα βιώνουμε τώρα.
Το θέμα των ημερών είναι τα τέρατα. Τα τέρατα του θέατρου, της δημοσιογραφίας, της πολιτικής, της μουσικής, του αθλητισμού… τα τέρατα σε κάθε χώρο, ακόμα και στα ανώνυμα σπίτια, που ένας πατέρας τέρας, ένας θείος τέρας, ένας παπους τέρας μιά μάνα τέρας, κακοποιούν τα ανήλικα παιδιά τους…
Άνθρωποι υπάνθρωποι που φορτώνουν κοτρώνες στις ψυχές και τα σώματα ανθρώπων ανήμπορων να αντιδράσουν… Κάθε άνθρωπος ο οποίος έχει υποστεί κακοποίηση πρέπει να ακουστεί, να υπάρχει μιά αγκαλιά να ζεστάνει τα ασήκωτα της ζωής του. Οι ψυχές για να θεραπευτούν πρέπει να ελαφρώσουν αυτά τα βάρη που φορτώθηκαν από ακραίες συμπεριφορές αλλων. Κι ελαφραίνει μια ψυχή όταν μοιράζεται το βάρος της.
Ένοχοι είμαστε όλοι. Γίναμε χωρίς να το καταλάβουμε μια κοινωνία Θεατών. Είμαστε θεατές που καταβροχθίζουμε ανήκουστες ιστορίες, συγκινούμαστε, συντρέχουμε τα θύματα, αλλά ουτε περνάει από το μυαλό μας, ότι έχουμε απόλυτη συμμετοχή κι εμείς σε αυτή την κακοποίηση των άλλων. Μίλησα με αρκετό κόσμο αυτές τις μέρες στο τηλέφωνο. Η συντριπτική πλειοψηφία φάνηκε ότι ήξερε τα τέρατα, κανένας δεν έπεσε από τα σύννεφα όταν άρχισαν να πέφτουν στο τραπέζι τα ονόματα. Ξέρανε όλοι τι συνέβαινε στο χώρο τους…
Νιώθω ότι ήρθε η στιγμή να εγκαταλείψουμε το μεγάλο «εγώ» μας και να ξαναβρούμε την δύναμη του «εμείς», την σημασία και την αξία να ζουμε παρέα, να μοιραζόμαστε το βασανό μας, να στηρίζουμε αυτόν που αδικείτε ή κακοποιείται, να στηριζόμαστε στον φίλο μας και να του δίνουμε χρόνο να ανοίξει την ψυχή του, να φύγει από μέσα το βάρος που κουβαλάει. Πρέπει να νιώσουμε ξανά οτι τίποτα δεν γίνεται από έναν. Μαζί κάνουμε ό,τι καταφέρνουμε.
Ακολουθήστε το in.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις