Η συνταγή του 2000
Εάν ο Τσίπρας έχει όντως διαπιστώσει αντιστοιχίες με το κλίμα του 2000, ενδεχομένως έχει επιλέξει να βρει μια επαφή με τον «μεσαίο χώρο», μέσω και των αναλύσεων του Γιάννη Λούλη - που έδειχνε εκείνη την εποχή τον δρόμο στον Κώστα Καραμανλή
- Ο καλλιτέχνης που απείλησε ότι θα κατέστρεφε πολύτιμα έργα τέχνης αν ο Τζούλιαν Ασάνζ πέθαινε στη φυλακή
- Αλλαγές εξετάζει η Κομισιόν για την οδήγηση μετά τα 70 έτη - Τι θα αναφέρεται στην ευρωπαϊκή οδηγία
- Για ποια εγκλήματα κατηγορούνται οι Νετανιάχου, Γκάλαντ και Ντέιφ
- Τι βλέπει η ΕΛ.ΑΣ. για τη γιάφκα στο Παγκράτι – Τα εκρηκτικά ήταν έτοιμα προς χρήση
«Τι θα έκανε ο Σημίτης αν ήταν στην αντιπολίτευση;». Ο Σημίτης, βέβαια, όχι ως πολιτικό στέλεχος, αλλά ως αρχηγός κόμματος. Το ερώτημα δεν είναι τόσο ρητορικό όσο δείχνει – και μπαίνει σε εισαγωγικά επειδή διατυπώθηκε ακριβώς έτσι προχθές σε μια ομήγυρη βουλευτών του ΣΥΡΙΖΑ, την ώρα που ο Αλέξης Τσίπρας παρέδιδε από το βήμα της Βουλής «μαθήματα δημοκρατίας», ευελπιστώντας ότι βρήκε θέμα για να βάλει δύσκολα στην κυβέρνηση και τον Κυριάκο Μητσοτάκη. Ο κύκλος των αντιπολιτευόμενων βουλευτών δεν αναζητούσε απάντηση στο ερώτημα γιατί αποφάσισε οψίμως να στραφεί με θαυμασμό στην ατζέντα και τη διαχείριση του Κώστα Σημίτη, αλλά επειδή εκτιμούσε ότι μια αντιπολιτευτική συνταγή που θα ακολουθούσε τη συνταγή Σημίτη θα μπορούσε ενδεχομένως να αποδειχθεί αποτελεσματική. Κι ακόμη, επειδή οι ίδιοι βουλευτές κατέθεταν και την εκτίμηση ότι οι πολιτικοί αρχηγοί δεν κρίνονται τόσο από τον τρόπο που διαχειρίζονται την εξουσία όσο από τον τρόπο που αντιπολιτεύτηκαν.
Ενα αρχικό συμπέρασμα είναι ότι οι βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ, τουλάχιστον η συγκεκριμένη ομάδα, δεν περιμένουν πολλά από τον «νέο ανένδοτο» που δείχνει έτοιμος να κηρύξει ο αρχηγός. Ενα δεύτερο, ότι γενικεύεται η εσωτερική ανησυχία για την αδυναμία της Κουμουνδούρου να βρει αντιπολιτευτική «γραμμή». Απαντήσεις, ωστόσο, δεν μπορεί να τους δώσει ο Κώστας Σημίτης – ακόμη κι αν κοντά στον Τσίπρα έχουν βρεθεί αρκετοί συνοδοιπόροι στα χρόνια της δικής του διακυβέρνησης. Δεν μπορεί να δείξει τον δρόμο κυρίως γιατί εκείνος είχε το πλεονέκτημα να μη βρεθεί ποτέ στη θέση του αντιπολιτευόμενου αρχηγού. Συνεπώς, δεν χρειάστηκε ποτέ να κριθεί για την αντιπολιτευτική τακτική του – σε αντίθεση με όλους τους άλλους αρχηγούς της Μεταπολίτευσης που έφτασαν στο Μέγαρο Μαξίμου.
Το ενδιαφέρον είναι ότι η επίκληση Σημίτη από τους βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ εδράζεται σε μια βεβαιότητα ότι στις δικές του προσεγγίσεις μπορεί να κρύβεται το αντίδοτο στη διακυβέρνηση Μητσοτάκη. Ολες οι άλλες συνταγές που έχει δοκιμάσει ο Τσίπρας δεν δείχνουν να λειτουργούν – και η κυβέρνηση πλησιάζει στα μισά της τετραετίας με περισσότερα καύσιμα στις μηχανές. Τα προοδευτικά μέτωπα δεν συγκινούν, ένα πολωτικό σκηνικό ανάμεσα στην Αριστερά και τη Δεξιά που θα μπορούσε σε άλλες εποχές να λειτουργήσει έχει χαθεί μέσα στην πανδημία και την ένταση στα ελληνοτουρκικά, ενώ και η αριστερή στροφή με μια επαναφορά στην αντιμνημονιακή τακτική της περιόδου 2010-14 είναι προφανές ότι δεν μπορεί να υπηρετηθεί πειστικά από έναν αρχηγό που κυβέρνησε και υπέγραψε Μνημόνια. Οσο για τον «ανένδοτο», εκτός από αναποτελεσματικός, θα μπορούσε να οδηγήσει την Κουμουνδούρου και σε γραφικές καταστάσεις. Εφόσον ο Μητσοτάκης επιδιώκει να καταγραφεί ως βασικός εκπρόσωπος μιας ορθολογικής πολιτικής, σε συνδυασμό με μια μεταρρυθμιστική ατζέντα, προσηλυτίζοντας και πολλούς που ομνύουν στην εποχή Σημίτη, η απάντηση όντως θα μπορούσε να περνάει και μέσα από μια ορθολογική αντιπολιτευτική ατζέντα.
Το ερώτημα εάν θα μπορούσε ο Τσίπρας να υπηρετήσει μια τέτοια ατζέντα έπεται, καθώς προσώρας η βασικότερη ανησυχία των βουλευτών του ΣΥΡΙΖΑ είναι μήπως την ώρα που το κόμμα προσπαθεί να επιστρέψει στο συγκρουσιακό 2012-14 ή στο αντιδεξιό μέτωπο της δεκαετίας του 1980 κι ακόμη περισσότερο στα χρόνια του ’60, αυτό που διαμορφώνεται αυτή την περίοδο είναι ένα κλίμα ανάλογο του 2000. Για όσους θυμούνται, στην αλλαγή της χιλιετίας ο Σημίτης με τη μεταρρυθμιστική ατζέντα του και την επιμονή σε μια διακυβέρνηση σοβαρότητας και υπευθυνότητας, όχι μόνον επικράτησε στις εκλογές, αλλά ήταν ο μόνος πρωθυπουργός στα μεταπολιτευτικά χρονικά που κατάφερε να αυξήσει τα ποσοστά του. Μια ματιά στις δημοσκοπήσεις αρκεί για να διαπιστώσει κανείς ότι το ίδιο θα μπορούσε να συμβεί στην παρούσα φάση και με τον Μητσοτάκη.
Εάν ο Τσίπρας έχει όντως διαπιστώσει αντιστοιχίες με το κλίμα του 2000, ενδεχομένως έχει επιλέξει να βρει μια επαφή με τον «μεσαίο χώρο», μέσω και των αναλύσεων του Γιάννη Λούλη – που έδειχνε εκείνη την εποχή τον δρόμο στον Κώστα Καραμανλή. Μόνο που ο Καραμανλής μπορούσε να περιμένει το 2004 μετά την ήττα του 2000, ακόμη κι αν ο Σημίτης αύξησε τα ποσοστά του…
Ακολουθήστε το in.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις