Γαλλία : Η κατασκευή του «ισλαμο-αριστερισμού»
Η γαλλική κυβέρνηση θεωρεί ότι υπάρχει πρόβλημα με τον «ισλαμο-αριστερισμό». Όμως πολλοί θεωρούν ότι με αυτό τον τρόπο «κατασκευάζεται» ένας αντίπαλος και μπαίνει φραγμός στην επιστημονική έρευνα
- Καταρρακτώδεις βροχές παρέλυσαν τη Μάλαγα - Σε κόκκινο συναγερμό ξανά η πολύπαθη Βαλένθια
- Μαρινάκης για Safe Youth: Εργαλείο για να προστατεύσουμε αποτελεσματικά κάθε παιδί απέναντι στη βία
- Υδροστρόβιλος εμφανίστηκε στον Σαρωνικό – Eντυπωσιακές εικόνες από τους Αγίους Θεοδώρους
- Push-ups: Πες μου την ηλικία σου να σου πω πόσα πρέπει να κάνεις
Λίγες μέρες μετά την δολοφονία του Σαμουέλ Πατί και τον εύλογο αποτροπιασμό που προκάλεσε, ο Γάλλος υπουργός Παιδείας Ζαν-Μισέλ Μπλανκέ μίλησε για έναν «ισλαμο-αριστερισμό» που λυμαίνεται τα πανεπιστήμια, υποστηρίζοντας μάλιστα ότι ο δολοφόνος του Πατί είχε επηρεαστεί από τους ανθρώπους που είχαν ενθαρρύνει αυτή τη «διανοητική ριζοσπαστικότητα» και επιμένοντας ότι υπάρχουν στην γαλλική ανώτατη εκπαίδευση ισχυρά «ισλαμοαριστερίστικα ρεύματα» που προκαλούν μεγάλα προβλήματα.
Υποστήριξη στη δήλωση του Γάλλου υπουργού θα σπεύσει να προσφέρει ένας μεγάλος αριθμός πανεπιστημιακών και ερευνητών, ανάμεσά τους μερικά από τα μεγαλύτερα ονόματα της γαλλικής θεωρητικής σκηνής, που θα υπογραμμίσουν ότι το πρόβλημα είναι μια ιδεολογία που τονίζει την αποαποικιακή διάσταση, την ταυτότητα του ιθαγενούς και την πολυπολιτισμική ρητορική αλλά και το μίσος για τους «Λευκούς» και τη Γαλλία.
Διατυπωμένη αρχικά από τον Πιέρ-Αντρέ Ταγκιέφ για να περιγράψει τη συμμαχία ανάμεσα σε ομάδες της άκρας αριστεράς και ισλαμιστικές τάσεις με αντικείμενο την αλληλεγγύη στην Παλαιστίνη, η έννοια του «ισλαμο-αριστερισμού» δείχνει να αποκτά στη Γαλλία μια φόρτιση που σε άλλες χώρες μπορεί να φαντάζει ακόμη και ανοίκεια, εάν αναλογιστούμε πόσο αυτονόητη έχει γίνει η επίκληση της πολυπολιτισμικότητας.
Υπουργός Ανώτατης Εκπαίδευσης: έρευνα για τον «ισλαμο-αριστερισμό» στα πανεπιστήμια
Πιο πρόσφατα ήταν η υπουργός Ανώτατης Εκπαίδευσης Φρεντερίκ Βιντάλ που επανέφερε το ζήτημα στο προσκήνιο, υποστηρίζοντας ότι ο ισλαμο-αριστερισμός είναι μια «γάγγραινα για την κοινωνία» και δηλώνοντας ότι θα ζητήσει από το Εθνικό Κέντρο Επιστημονικών Ερευνών, το CNRS, να κάνει έρευνα για το ζήτημα στα πανεπιστήμια για να γίνει η διάκριση ανάμεσα σε ό,τι έχει να κάνει με «ακαδημαϊκή έρευνα» και ό,τι έχει να κάνει με «πολιτική στράτευση».
Η απάντηση του ίδιου του CNRS θα είναι ιδιαίτερα σκληρή: «Ο “ισλαμο-αριστερισμός”, πολιτικό σλόγκαν που χρησιμοποιείται στην πολιτική συζήτηση, δεν αντιστοιχεί σε καμία επιστημονική πραγματικότητα. […] Το CNRS καταδικάζει, ειδικά, τις προσπάθειες απονομιμοποίησης των διαφόρων πεδίων έρευνας, όπως είναι οι μετα-αποικιακές σπουδές, οι διαθεματικές σπουδές ή οι εργασίες πάνω στον όρο της “φυλής”, ή όποιου άλλου πεδίου της γνώσης».
Μια ιδιαίτερα ασαφής έννοια
Η ίδια η έννοια δείχνει να έχει σοβαρά προβλήματα ως προς το τι ακριβώς περιγράφει. Τα περισσότερα από τα κινήματα στα οποία αναφέρεται θα χαρακτηρίζονταν μάλλον ως ριζοσπαστικές εκδοχές αντιρατσισμού, αριστερές ως προς την πολιτική «τοπογραφία», χωρίς κάποια ιδιαίτερη «ισλαμιστική αναφορά». Ακόμη περισσότερο ισχύει, εάν δούμε τους κοινωνικούς επιστήμονες που βρέθηκαν στο στόχαστρο και που κατεξοχήν μελετούν τον ρατσισμό και τις πολλαπλές επιβιώσεις της αποικιοκρατίας. Μάλιστα, εντυπωσιάζει το γεγονός ότι αυτή η πολεμική στη Γαλλία έχει πάρει και τον χαρακτήρα μιας επίσημης κυβερνητικής εκστρατείας σχεδόν, καθώς ανάλογες πολεμικές για τα προβλήματα της πολυπολιτισμικότητας έχουν υπάρξει και σε άλλες χώρες, όμως όχι με μια επίσημη κυβερνητική επίνευση. Ούτε είναι τυχαίο ότι μόνο στη Γαλλία συζητιέται η ανάγκη νομοθεσίας για τα «σεπαρατισμό» ή ότι μπορεί να βγαίνει ο υπουργός Εσωτερικών και να δηλώνει σοκαρισμένος επειδή στα σούπερ-μάρκετ υπάρχουν ράφια με τρόφιμα κόσερ και χαλάλ.
Η αιτιολογία που συνήθως προβάλλεται είναι ότι η Γαλλία αντιμετωπίζει μια πραγματικότητα που είναι διαφορετική από αυτή άλλων χωρών και ότι έχει πολύ μεγαλύτερο αριθμό θυμάτων της ισλαμιστικής τρομοκρατίας από άλλες ευρωπαϊκές χώρες και κατά συνέπεια ένα σοβαρότερο και περισσότερο επείγον πρόβλημα να αντιμετωπίσει.
Από την άλλη, θα μπορούσε να υποστηριχτεί ότι η Γαλλία δεν έχει ξεπεράσει ακόμη τα προβλήματα της κληρονομιάς της αποικιοκρατίας και του ρατσισμού. Πλήθος στατιστικών έχουν δείξει ότι η πρόσβαση στην αγορά εργασίας είναι πιο δύσκολη για τους μουσουλμάνους στη Γαλλία, ότι η ευρύτερη περιοχή του Παρισιού αποτυπώνει αυτές τις ανισότητες όπως και ότι εξακολουθούν να υπάρχουν πολλές μορφές ρατσιστικών επιθέσεων. Ακόμη και στις στατιστικές θνητότητας από την πανδημία την περασμένη άνοιξη αποτυπώθηκαν τέτοιες ανισότητες.
Θα μπορούσε κανείς να προσθέσει σε αυτό και το γεγονός ότι ο Εθνικός Συναγερμός της Μαρίν Λεπέν, κατεξοχήν κόμμα που υποστηρίζει μια «λευκή» Γαλλία διατηρεί ιδιαίτερα σημαντική απήχηση. Ούτε είναι τυχαίο ότι παρότι κυριαρχεί η αντίληψη των «προαστίων» ως επικίνδυνων εκκολαπτηρίων βίας, λίγα πράγματα γίνονται για να αντιστραφεί η κοινωνική συνθήκη.
Ακόμη και η ανεξιθρησκία και η έμφαση στη laicité δείχνουν να αντιμετωπίζονται ως πλευρές ενός ιδιότυπου πολέμου των πολιτισμών, εάν αναλογιστούμε όχι μόνο την υπόθεση με τη μαντίλα, αλλά και τις πολεμικές γύρω από «μπουρκίνι», όταν o τότε πρωθυπουργός Μανουέλ Βαλς θα υποστηρίξει αυτός ο τύπος μαγιό δεν είναι συμβατός με «τις αξίες της Γαλλίας και της Δημοκρατίας».
Προφανώς και όλα αυτά δεν μειώνουν τη σημασία που έχει το γεγονός μιας πραγματικής απήχησης που έχει μια «τζιχαντιστική» ιδεολογία, όπως αποτυπώθηκε και στο φαινόμενο των εθελοντών από την Ευρώπη στις γραμμές του «Ισλαμικού Κράτους». Όμως, η στοχοποίηση του συνόλου των μουσουλμάνων που ζουν στην Ευρώπη, η σύγχυση ανάμεσα σε θρησκευτικές πεποιθήσεις και πολιτικές τοποθετήσεις, η αναπαραγωγή στερεοτυπικών αντιλήψεων, όπως ή η ακόμη μεγαλύτερη εμπλοκή σε πολεμικές επιχειρήσεις, ούτε ερμηνεία αποτελούν ούτε, πολύ περισσότερο, απάντηση
Ποιος είναι ο πραγματικός κίνδυνος
Σε αυτό το φόντο, η έννοια του «ισλαμο-αριστερισμού» εμπεριέχει, ιδίως όταν επεκτείνεται στην κριτική επιστημονική έρευνα και την ανάλυση κοινωνικών δυναμικών, έναν μεγάλο κίνδυνο όχι μόνο να προσδιοριστεί ως «εχθρός» ένα υπαρκτό (και εν πολλοίς αναγκαίο) αντιρατσιστικό και αποαποικιακό κίνημα, αλλά και να μπουν επικίνδυνοι φραγμοί και εμπόδια στην αναγκαία επιστημονική έρευνα και τη θεωρητική και πολιτική συζήτηση για τις υπαρκτές διακρίσεις και ανισότητες στις σύγχρονες ευρωπαϊκές κοινωνίες. Οι επιθέσεις που δέχεται η Χούρια Μπουτελντζά για παράδειγμα είναι ενδεικτικές ενός ορισμένου κλίματος που διαμορφώνεται ειδικά στη γαλλική συζήτηση.
Πάνω από όλα υπάρχει κίνδυνος να χαθεί η δυνατότητα αναγνώρισης και άρα αντιμετώπισης του προβλήματος της επιβίωσης του ρατσισμού και της αποικιοκρατικής λογικής σε μια Ευρώπη που δυσκολεύεται ακόμη να συμφιλιωθεί με το γεγονός ότι δεν μπορεί να επικαλείται, εδώ και αρκετό καιρό, μια «λευκή» ταυτότητα.
Η δύσκολη μνήμη
Παρότι η επίκληση των ιδανικών της Γαλλικής Επανάστασης, της ελευθερίας, της ισότητας και της αδελφότητας κατέχει κεντρική θέση στην ιστορική μνήμη της Γαλλίας, πάντα καταγράφεται μια δυσκολία να συμφιλιωθούν αυτές οι αξίες με την υπαρκτή ιστορία της αποικιοκρατίας. Ενδεικτική από αυτή την άποψη η δυσκολία και η καθυστέρηση στην αναγνώριση της βίας και της βαναυσότητας με την οποία συμπεριφέρθηκε το γαλλικό κράτος κατά τη διάρκεια του πολέμου στην Αλγερία.
Ακολουθήστε το in.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις