«Κοτζαμπάσηδες» παντού
Ο «Κοτζάμπασης του Καστρόπυργου» δεν είναι σήμερα επίκαιρος μόνο λόγω των 200 χρόνων από την Ελληνική Επανάσταση αλλά και διότι, μέσα στους αλαλαγμούς της ακραίας εποχής μας, μοιάζει να επιβεβαιώνεται ο ορισμός του Ελληνα που υπάρχει στο βιβλίο
- Ο καλλιτέχνης που απείλησε ότι θα κατέστρεφε πολύτιμα έργα τέχνης αν ο Τζούλιαν Ασάνζ πέθαινε στη φυλακή
- Αλλαγές εξετάζει η Κομισιόν για την οδήγηση μετά τα 70 έτη - Τι θα αναφέρεται στην ευρωπαϊκή οδηγία
- Για ποια εγκλήματα κατηγορούνται οι Νετανιάχου, Γκάλαντ και Ντέιφ
- Τι βλέπει η ΕΛ.ΑΣ. για τη γιάφκα στο Παγκράτι – Τα εκρηκτικά ήταν έτοιμα προς χρήση
Ο«Κοτζάμπασης του Καστρόπυργου» του Μ. Καραγάτση – που, σε σκηνοθεσία Δημήτρη Τάρλοου και διασκευή Θανάση Τριαρίδη, προβάλλεται σήμερα, στις 19:30, σε live streaming από το Εθνικό Θέατρο – είναι, στην πραγματικότητα, μία τριλογία που περιλαμβάνει επίσης το «Αίμα χαμένο και κερδισμένο» και τα «Στερνά του Μίχαλου». Δεν συγκαταλέγεται, αδίκως κατά τη γνώμη μου, στα πιο πολυδιαβασμένα έργα του κορυφαίου συγγραφέα. Είναι όμως το πιο σύνθετο.
Η μυθοπλασία ανακατεύεται με την «είσοδο» κορυφαίων προσώπων και γεγονότων της Ελληνικής Επανάστασης και των μετέπειτα χρόνων, ιστορικές αναφορές, πολιτικές αποτιμήσεις και αποσπάσματα που παραπέμπουν σε παραδοσιακά παραμύθια και παραλογές. Κυρίως όμως ο «Κοτζάμπασης» είναι ο πρώτος ατόφιος έλληνας «σούπερ ήρωας» του Καραγάτση, μετά τον «Λιάπκιν», τη Μαρίνα Μπαρέ της «Μεγάλης Χίμαιρας» και τον «Γιούγκερμαν», τρεις ξένους που προσπάθησαν αλλά, τελικά, δεν κατάφεραν να «εγκλιματιστούν κάτω από τον Φοίβο», το αδυσώπητο ελληνικό φως.
Σε αντίθεση, ο Μίχαλος Ρούσης, ο κεντρικός ήρωας της τριλογίας που ξεκινάει παραμονές της Επανάστασης και φτάνει έως το 1864, είναι ένα κομμάτι αυτού του φωτός. Που σέρνει μαζί τις σκιές και τα σκοτάδια του.
Ενας «πολύ Ελληνας», ικανός για το καλύτερο και το χειρότερο. Και επιδίδεται με προσήλωση και στα δύο σε όλη την ταραχώδη ζωή του. Γίνεται Τούρκος για να σώσει τη ζωή του και σκαρφίζεται πώς θα ξαναγίνει Ελληνας όταν οι συσχετισμοί αλλάζουν, από φόβο ρίχνεται σαν τρελός στη μάχη στα Δερβενάκια και τον ανακηρύσσουν ήρωα, πολεμά γενναία στο Μανιάκι και τον υποδέχονται σαν κιοτή.
Προδίδει και προδίδεται, επιβάλλει στους άλλους τους κανόνες και την ηθική του αλλά δεν μπορεί να επιβάλει τίποτα στον εαυτό του, κάνει τις ενοχές του επιχειρήματα και, συγχρόνως, τον κυνηγούν οι τύψεις του, στην προσπάθειά του να εκδικηθεί προκαλεί ακόμη και την αυτοτιμωρία του, συγχωράει αλλά δεν ξεχνά, ξεχνά αλλά δεν συγχωράει, παραδίδεται στους φόβους του και εγκαταλείπεται στα πάθη του ώσπου να τον ευτελίσουν και να τον οδηγήσουν σε ένα κωμικοτραγικό τέλος.
Αντιφατικός, απρόοπτος, ακραίος ο Μίχαλος Ρούσης είναι σαν να κουβαλά εντός του έναν συνεχή εμφύλιο πόλεμο, με τον εαυτό του και στα δύο «στρατόπεδα».
Και μοιάζει να συμπυκνώνει όλα τα αρχετυπικά χαρακτηριστικά του Ελληνα, αυτά που μπορούν να τον οδηγήσουν από τον όλεθρο στον θρίαμβο και, με την ίδια ευκολία, να τον ξαναγυρίσουν στην καταστροφή. Αλλωστε ο Καραγάτσης έγραψε το μυθιστόρημα στα χρόνια του Εμφυλίου και, ίσως, αυτός ήταν ένας τρόπος να «μιλήσει» για το, τότε, παρόν με άλλοθι το παρελθόν.
Ο «Κοτζάμπασης του Καστρόπυργου» δεν είναι σήμερα επίκαιρος μόνο λόγω των 200 χρόνων από την Ελληνική Επανάσταση αλλά και διότι, μέσα στους αλαλαγμούς της ακραίας εποχής μας, μοιάζει να επιβεβαιώνεται ο ορισμός του Ελληνα που υπάρχει στο βιβλίο: «Είναι αυτός ο παράξενος άνθρωπος που, με το ίδιο πάθος, μπορεί να σκοτώσει και να σκοτωθεί σήμερα για μια υψηλή ιδέα, αύριο για ένα παράλογο πείσμα και μεθαύριο για ένα ευτελές συμφέρον».
Ακολουθήστε το in.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις