Ο ρόλος του υπερασπιστή έχει όρια
Ο κάθε κατηγορούμενος έχει δικαίωμα στην καλύτερη δυνατή υπεράσπιση. Όμως, αυτό δεν μπορεί να σημαίνει εμπόριο ομοφοβίας
- Οι «βουβές» συνέπειες των πυρκαγιών - Η ατμοσφαιρική ρύπανση που προκαλούν συνδέεται με 1,5 εκατ. θανάτους ετησίως
- Ο Ρόμπι Γουίλιαμς δεν νοιάζεται αν είναι κλισέ - Ελπίζω το «Better Man» να σας κάνει καλύτερους ανθρώπους
- Μπεν Στίλερ: Αμερική, ξύπνα! Η woke κουλτούρα σκοτώνει την κωμωδία!
- Χιονόπτωση-ρεκόρ στη Νότια Κορέα: Εντυπωσιακές εικόνες από τη Σεούλ
Το δικαίωμα στην υπεράσπιση είναι από τα πιο βασικά που ορίζουν το κράτος δικαίου. Είναι το αναγκαίο συμπλήρωμα του «τεκμηρίου αθωότητας».
Δεν μιλάμε για δικαιοσύνη, εάν δεν μπορεί ένας κατηγορούμενος να υπερασπιστεί τον εαυτό του, δηλαδή να έχει τον καλύτερο δυνατό δικηγόρο, που θα χρησιμοποιήσει κάθε μέσο που επιτρέπει ο νόμος για να απαλλάξει τον εντολέα του.
Δεν υπάρχει δίκαιη δίκη χωρίς την υπεράσπιση.
Και βέβαια, εξακολουθεί πάντα να ισχύει ότι είναι προτιμότερο ένα δικαστήριο να αθωώσει έναν ένοχο παρά να καταδικάσει έναν αθώο.
Ακόμη και εάν η αθώωση μπορεί να είναι αποτέλεσμα της ικανότητας του συνηγόρου υπεράσπισης να παρασύρει το δικαστήριο στην κατεύθυνση που θέλει.
Και όρια στην υπεράσπιση και τον ρόλο του συνηγόρου γενικά δεν μπορούν να μπουν. Όμως, όπως και σε όλα τα πράγματα στη ζωή, όρια υπάρχουν.
Και ένα από τα όρια αυτά είναι ότι η προσπάθεια να απαξιωθούν οι πιθανοί μάρτυρες κατηγορίας ή να αμφισβητηθεί η εγκυρότητα της μαρτυρίας τους, που είναι όντως μία από τις βασικές δουλειές ενός συνηγόρου υπεράσπισης, δεν μπορεί να σημαίνει λάσπη, συκοφαντία και κυρίως αναπαραγωγή του χειρότερου σεξισμού και της ομοφοβίας.
Δεν μπορεί για παράδειγμα, όπως και να το δει κανείς, να επικαλείται ένας συνήγορος υπεράσπισης ότι κάποιοι είναι «επαγγελματίες ομοφυλόφιλοι», ούτε ότι είναι «ακραίοι ομοφυλόφιλοι».
Γιατί σε μια τέτοια περίπτωση δεν έχουμε να κάνουμε με την προσπάθεια να αμφισβητηθεί η αξιοπιστία ενός μάρτυρα, αλλά με τον χυδαίο στιγματισμό μιας ολόκληρης κοινωνικής κατηγορίας, για την αναπαραγωγή των χειρότερων σεξιστικών στερεότυπων και φυσικά για τη διαιώνιση ομοφοβικών αντανακλαστικών.
Καταλαβαίνω ότι όλα αυτά, σε παραλλαγές, έχουν υπάρξει και σε άλλες υποθέσεις.
Είναι γνωστό για παράδειγμα ότι σε υποθέσεις βιασμών, η βασική προσπάθεια των συνηγόρων υπεράσπισης είναι να πείσουν ότι το θύμα «προκάλεσε» με την εμφάνιση και τη συμπεριφορά του, αναπαράγοντας έτσι τα χειρότερα στερεότυπα για τις γυναίκες.
Μόνο που το αποτέλεσμα τέτοιων πρακτικών είναι πολύ μικρό ποσοστό των περιπτώσεων βιαστών να καταλήγουν σε καταδίκη, ενώ βλέπουμε συχνά θύματα να δυσκολεύονται να καταγγείλουν βιασμό, από το φόβο ότι η διαδικασία διερεύνησης και εκδίκασης θα φέρει τα θύματα στη θέση να αισθάνονται ότι κατηγορούνται.
Έχει σημασία, επίσης, ότι όλα αυτά αφορούν και τη δημοσιότητα. Είναι γνωστό ότι οι συνήγοροι υπεράσπισης χρησιμοποιούν τη δημοσιότητα για να διαμορφώσουν μια καλύτερη εικόνα για αυτούς που υπερασπίζονται. Αυτό είναι κατανοητό και θεμιτό.
Όμως, αυτό δεν μπορεί να σημαίνει το να διαμορφώνεται μια ακόμη πιο τοξική κατάσταση στη δημόσια σφαίρα.
Δεν μπορεί να σημαίνει να τροφοδοτούνται τα πιο χυδαία αντανακλαστικά.
Δεν μπορεί να σημαίνει να δίνεται άλλοθι στις χειρότερες εκδοχές σεξισμού και ρατσισμού.
Δεν μπορεί να σημαίνει στιγματισμό ανθρώπων και της σεξουαλικότητάς τους.
Η υπεράσπιση είναι παραπάνω από αναγκαία, αλλά δεν σημαίνει ασυλία.
Ακολουθήστε το in.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις