Οι μεταλλάξεις του κοροναϊού οδηγούν σε νέα εμβόλια και φάρμακα
Τα κύτταρα μνήμης που αναπτύσσονται μετά την ασθένεια από κοροναϊό δεν αναγνωρίζουν τις μεταλλάξεις Βραζιλίας και Νοτίου Αφρικής, δείχνοντας το δρόμο για επανασχεδιασμό εμβολίων και φαρμάκων
Σήμα ότι οι μεταλλάξεις της Βραζιλίας και της Νοτίου Αφρικής ενδέχεται να μην καλύπτονται από τα τρέχοντα εμβόλια, δίνουν οι ερευνητές καθώς διαπιστώνουν πως η φυσική ανοσία δεν αρκεί για την πρόληψη νόσησης από τα νέα στελέχη του ιού.
Αντίστοιχα, οι ίδιοι ερευνητές ρίχνουν φως στη δυναμική, την ισχύ και τις λειτουργικές ιδιότητες που θα πρέπει να διαθέτουν τα νέα εμβόλια και θεραπευτικά σχήματα κατά του πανδημικού ιού.
Συγκεκριμένα, σε μελέτη που δημοσιεύθηκε στο επιστημονικό περιοδικό Science Immunology, οι ερευνητές διαπίστωσαν ότι στη διάρκεια ενός πενταμήνου, τα επίπεδα των εξουδετερωτικών αντισωμάτων στο πλάσμα ασθενών που είχαν αναρρώσει, μειώνονταν σημαντικά. Αντίθετα όμως, η προστατευτική απάντηση των Β κυττάρων στην πρωτεΐνη ακίδα του SARS-CoV-2 παραμένει σταθερή και συνεχίζει να εξελίσσεται επί πεντάμηνο μετά την προσβολή από τον ιό.
Η διαπίστωση προέκυψε ύστερα από την ανάλυση Β κυττάρων και πάνω από 1200 μονοκλωνικών αντισωμάτων, που αναλύθηκαν από το πλάσμα οκτώ ασθενών της covid – 19 που είχαν ήδη αναρρώσει.
Αυτό που διαπιστώθηκε όμως σε ότι αφορά τα Β κύτταρα μνήμης, είναι ότι παρά την παραμονή τους στον οργανισμό για τουλάχιστον πέντε μήνες, εντούτοις, δεν αναγνώρισαν αποτελεσματικά τις αναδυόμενες παραλλαγές του SARS-CoV-2 από τη Βραζιλία και τη Νότια Αφρική.
Η ερευνήτρια Mrunal Sakharkar και οι συνάδελφοί της κατέγραψαν επί ένα πεντάμηνο, το προφίλ των Β κυττάρων και των αντισωμάτων που εστίαζαν στην πρωτεΐνη ακίδα και τα οποία προέρχονταν από 8 ασθενείς με ήπια και σοβαρή COVID-19. Σύμφωνα με προηγούμενα ευρήματα, παρατήρησαν σημαντική μείωση της των επιπέδων των εξουδετερωτικών αντισωμάτων με την πάροδο του χρόνου. Ωστόσο, τα επίπεδα των Β κυττάρων που αποτελούν κύτταρα μνήμης κατά της πρωτεΐνης – ακίδας παρέμειναν σταθερά ή ακόμη και αυξήθηκαν κατά την ίδια χρονική περίοδο.
Επιπλέον, σε διάστημα 120 ημερών, τα μονοκλωνικά αντισώματα που απομονώθηκαν από τα Β κύτταρα υπέστησαν υπερμετάλλαξη, αυξημένη δυνατότητα πρόσδεσης στα ανθρώπινα κύτταρα και αυξημένη εξουδετερωτική ισχύ – όλα αυτά αποτελούν σημεία εμμένουσας δραστηριότητας των β κυττάρων.
Οι ερευνητές διαπίστωσαν επίσης διασταυρούμενους πληθυσμούς Β κυττάρων, μόνο που αποτελούσαν ένα μικρό κλάσμα των Β κυττάρων, το οποία όμως δεν φάνηκε να συμμετέχει στην εξουδετερωτική δράση κατά του SARS-CoV-2.
Αντίθετα, διαπιστώθηκε ότι σε μεγάλο βαθμό τα εξουδετερωτικά αντισώματα στοχεύουν σε συγκεκριμένα σημεία που διαθέτουν κοινά οι δύο ιοί SARS-CoV-2 και SARS-CoV, με αποτέλεσμα να μην αναγνωρίζουν αποτελεσματικά τις αναδυόμενες παραλλαγές του SARS-CoV-2 από τη Βραζιλία και τη Νότια Αφρική. Οι τελευταίες αυτές παραλλαγές, φιλοξενούν μεταλλάξεις στις θέσεις των αμινοξέων 417 και 484 της πρωτεΐνης – ακίδας.
Έτσι, οι συγγραφείς προτείνουν προσεκτική παρακολούθηση των παραλλαγών που κυκλοφορούν , προκειμένου να προσδιοριστεί πώς αυτές οι μεταλλάξεις θα επηρεάσουν την ανοσία που θα προκαλείται από το εμβόλιο.
Συνολικά, τα αποτελέσματα δείχνουν τη δυναμική και τις λειτουργικές ιδιότητες των β κυττάρων κατά του ιού και δίνουν το στίγμα για τον σχεδιασμό εμβολίων ή φαρμάκων που ενεργοποιούν τα προστατευτικά β κύτταρα.
Ακολουθήστε το in.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις