Ο Πλάτωνας μνημονεύει ως ερμηνευτές του Ομήρου, μαζί με τον Στησίμβροτο, τον Μητρόδωρο τον Λαμψηκηνό και τον Γλαύκωνα.

Ο πρώτος εξ αυτών, με το αλληγορικό παιχνίδι του, ανακαλύπτει στους θεούς και τους ήρωες του έπους όχι μόνο φυσικά φαινόμενα αλλά ακόμα και μέλη του ανθρώπινου σώματος.

Εξάλλου, ο Ξενοφώντας και το λεξικό της Σούδας αναφέρονται στον Αναξίμανδρο τον Μιλήσιο (5ος-4ος αιώνας π.Χ.), ο οποίος συνέγραψε την Ηρωολογία —περιελάμβανε και αυτή αλληγορικές ερμηνείες— και την Συμβόλων Πυθαγορείων εξήγησιν.

Σε αντίθεση με την οδό της αλληγορικής ερμηνείας, που αναζητούσε βαθύτερο νόημα στην παράδοση, ο δρόμος του ορθολογισμού επιχειρούσε να ανακαλύψει ιστορικά γεγονότα κάτω από το μυθικό περικάλυμμα.

Πρωτοπόρος σε αυτόν το δρόμο υπήρξε ο Εκαταίος, ενώ στη σειρά των αναρίθμητων διαδόχων του ανήκει ο Ηρόδωρος από την Ποντοηράκλεια, με συγγραφική δραστηριότητα που πρέπει να τοποθετηθεί στα τέλη του 5ου αιώνα π.Χ.

Καρποί της δραστηριότητας αυτής υπήρξαν τα έργα του Ιστορία του Ηρακλή (Ο καθ’ Ηρακλέα λόγος), Αργοναυτικά (πραγμάτευση του μύθου των Αργοναυτών) και Πελόπεια.

Ο Σιμωνίδης ο Κείος, εγγονός του διάσημου λυρικού ποιητή κατά το λεξικό της Σούδας, συνέγραψε μια Γενεαλογία και ένα βιβλίο για εφευρέσεις, τα Ευρήματα.

Η ιστοριογραφία πέραν του Ηροδότου (Μέρος Α’)