Επιστολή με αφορμή τις τελευταίες εξελίξεις απέστειλε ο αδελφός του δολοφονημένου από τη «17 Νοέμβρη» Κωστή Περατικού, Αντώνης.

Στην επιστολή του ο Αντώνης Περατικός, αναφέρει ότι «μόνο ένας δειλός σκοτώνει πισώπλατα», ενώ προσθέτει πως «αν ο δολοφόνος συμφωνεί πως το ύψιστο αγαθό είναι η ζωή, να ζητήσει έστω και τώρα, 9, 11, 13 φορές, συγνώμη και μετά όλοι εμείς να ζητήσουμε από την Πολιτεία την ευνοϊκή του – για μια ακόμη φορά – μεταχείριση».

Αναλυτικά:

«Φάγανε τον Κωστή μας». Στην αρχή δεν κατάλαβα. Έπρεπε να ακούσω από τον πατέρα μου «τον σκότωσαν» για να σκοτεινιάσουν όλα γύρω μου. Έβγαλα αυθόρμητα μιά κραυγή, είχε φύγει ένα κομάτι μου. Στην κηδεία του στο Nεκροταφείο θυμάμαι δύο πράγματα. Το χαμένο βλέμμα της μάνας μου και το ένα από τα δυό αγόρια του –ο άλλος ήταν πολύ μικρός γιά να τον φέρουμε σε τέτοια μαυρίλα. Πως να σκεφθεί ότι δεν θα ξαναδεί τον γιό της, πως να σκεφθούν ότι δεν θα έχουν πια πατέρα; Και μετά, το άλλο που θυμάμαι, είναι η στενοχώρια στο πρόσωπο των εκατοντάδων εργατών των Ναυπηγείων. Στο όνομα των εργατών «τον φάγανε τον Κωστή» αλλά οι εργάτες ήταν εκεί.

Ήταν 28 Μαΐου 1997, το όνομα του δολοφόνου το ακούτε συχνά τις τελευταίες μέρες. Όταν παραδόθηκε το 2002 προσπαθούσα, στις τηλεοράσεις που τον έβλεπα, να διακρίνω στο πρόσωπο του μια θλίψη, μια στενοχώρια για όλους αυτές τις ανθρώπινες ζωές που είχε αφαιρέσει. Άλλοι λένε 9 άλλοι λένε 11 κι άλλοι 13. Και όλους τους σκότωσε «πισώπλατα». Σε κανένα δεν έδωσε την δυνατότητα να αμυνθεί. Όπως βρε αδελφέ το κάνουν κάποιοι τηλεοπτικοί δολοφόνοι. Αυτός όμως με κανέναν δεν αναμετρήθηκε. Ο Κωστής, ο μεγάλος μου αδελφός προχωρούσε μόνος του στο δρόμο, απογευματάκι, χωρίς σωματοφύλακες χωρίς τίποτα. Μπαμ μπαμ μπαμ και κάτω. Πολλές σφαίρες, όχι δυό ή τρείς – πολλές, έτσι νάναι σίγουροι. Όμως 9, 11, 13, ανυποψίαστα θύματα δεν σε κάνουν αντάρτη, στυγνό δολοφόνο σε κάνουν.

Αλλά γιατί τα λέω όλα αυτά σήμερα; Γιατί δεν μπορώ άλλο να διαβάζω «για την απεργία πείνας του γενναίου Κ……». Μόνο ένας δειλός σκοτώνει πισώπλατα. Και μετά είναι η άλλη δειλία η μεγαλύτερη. «Θέλω την ευαισθησία της Δημοκρατίας, θέλω την ευαισθησία του νόμου, θέλω την ευαισθησία του κόσμου, θέλω την ευαισθησία της νέας γενιάς». «Αλλά εγώ δεν θα δείξω ποτέ ευαισθησία». «Δεν θα ζητήσω ποτέ συγνώμη». Λες και η Δημοκρατία, η Πολιτεία τέλος πάντων πρέπει να εξαντλεί κάθε φορά την ευαισθησία της ακόμη και σε αυτούς που συνεχώς την προκαλούν και την εχθρεύονται. Αυτούς που την μια μέρα φωνάζουν «ο αγώνας συνεχίζεται» και την άλλη «αυτοί οι δρόμοι φτιάχτηκαν για να περπατάμε εμείς» – βολτάροντας στα σημεία που σκότωσαν τα θύματα τους.

«Όταν οι αντάρτες θα μπαίνουν στην Αθήνα το Σύνταγμα θα λέγεται πλατεία Κ…..» φωνάζουν κάποιοι, σχεδόν κάθε μέρα, στην Αθήνα. Όλα ανάποδα! Καλά γράψανε κάποιοι: «Όταν η μαγκιά δεν θάναι δωρεάν το Σύνταγμα θα λέγεται πλατεία Αξαρλιάν».

Και για να τελειώνουμε: Το ύψιστο αγαθό είναι η ζωή», θυμήθηκαν, και λένε κάποιοι υπερασπιστές του δολοφόνου. Συμφωνεί μαζί τους ο δολοφόνος; Έστω και τώρα συμφωνεί; Μόνο αυτό ρωτάω. Αν συμφωνεί να ζητήσει έστω και τώρα, 9, 11, 13 φορές, συγνώμη και μετά όλοι εμείς να ζητήσουμε από την Πολιτεία την ευνοϊκή του – για μια ακόμη φορά – μεταχείριση».