Γράφει ο Άρης Στυλιανού*

Το Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης ετοιμάζεται να γιορτάσει προσεχώς τα 100 χρόνια από την ίδρυσή του. Είναι το μεγαλύτερο ΑΕΙ της χώρας, έχοντας να επιδείξει πλήθος επιστημονικών, ερευνητικών, διδακτικών και ακαδημαϊκών επιτευγμάτων. Είναι ανταγωνιστικό στον παγκόσμιο χάρτη των Πανεπιστημίων, φιγουράροντας σε περίοπτη θέση στις διεθνείς κατατάξεις. Χαρακτηρίζεται από μια προοδευτικά φιλελεύθερη και δημοκρατική παράδοσή, όπως αυτή εκφράστηκε από σπουδαίους καθηγητές που δίδαξαν και σταδιοδρόμησαν στους κόλπους του, καθώς και από κορυφαίους διανοούμενους, μεταξύ των οποίων οι αείμνηστοι Ιωάννης Κακριδής, Αριστόβουλος Μάνεσης και Δημήτρης Μαρωνίτης.

Αρχικά στις 22 Φεβρουαρίου, και σήμερα στις 11 Μαρτίου 2021, το Α.Π.Θ. έζησε τις πιο μαύρες μέρες του μετά το 1973, αφού για πρώτη φορά μεταπολιτευτικά πάνοπλες αστυνομικές δυνάμεις απέκλεισαν περιμετρικά και εισέβαλαν στην πανεπιστημιούπολη, συλλαμβάνοντας πολλούς φοιτητές και φοιτήτριες που διαμαρτύρονταν εναντίον του πρόσφατου νόμου 4777/21 (Κεραμέως-Χρυσοχοΐδη). Πρόκειται για τον νόμο που, ανάμεσα σε άλλες αμφιλεγόμενες διατάξεις, παραβιάζει κατάφωρα τη συνταγματική επιταγή για πλήρως αυτοδιοικούμενα ΑΕΙ, εγκαθιστώντας μονίμως στο εσωτερικό τους την Αστυνομία. Φαίνεται εξάλλου ότι εσχάτως το Υπουργείο Παιδείας έχει ανατεθεί πλήρως στον κ. Χρυσοχοΐδη, ο οποίος αποφάσισε να καταστήσει το Α.Π.Θ. πειραματικό πεδίο βίαιης επιβολής των νέων μέτρων.

Καθώς όλα δείχνουν, η κυβέρνηση του κ. Μητσοτάκη απεχθάνεται τα Πανεπιστήμια, και ειδικότερα μισεί το Α.Π.Θ., αφού επιλέγει να το καταστρέφει μεθοδικά. Συγκεκριμένα, μόλις οι φοιτητές ανακοίνωσαν χθες βράδυ την συντεταγμένη αποχώρησή τους από την κατάληψη στο κτίριο Διοίκησης για σήμερα, η κυβέρνηση, με την ανοχή των πρυτανικών αρχών οι οποίες είχαν ενημερωθεί για τη λήξη της κατάληψης, διέταξε τη βίαιη αστυνομική εισβολή τα ξημερώματα. Αστυνομικοί χωρίς στολές και διακριτικά μπήκαν στην πρυτανεία και άσκησαν βία σε νέους ανθρώπους. Έγιναν πολλές προσαγωγές φοιτητών και φοιτητριών που διαμαρτύρονταν ειρηνικά, αστυνομικό ελικόπτερο πετούσε επί ώρες πάνω από το Α.Π.Θ., ενώ χρησιμοποιήθηκαν και drones, εν είδει ενός εξαιρετικά κακόγουστου επικοινωνιακού σόου.

Είναι φανερό πλέον ότι η ένταση και η τυφλή σύγκρουση αποτελούν κυβερνητική επιλογή, σε μια επίδειξη αντιδημοκρατικής αντίληψης και κλιμακούμενου αυταρχισμού. Το γεγονός ότι όλα αυτά δεν λύνουν απολύτως κανένα πρόβλημα και θα αποδειχθούν ατελέσφορα δεν τους ενδιαφέρει καθόλου. Όμως οφείλουν όσο είναι καιρός να αντιληφθούν πως το Πανεπιστήμιο δεν είναι στρατόπεδο ούτε σωφρονιστικό ίδρυμα.

Σε αντίθεση με τη βάρβαρη επέμβαση των ΜΑΤ και τη στάση των πρυτανικών αρχών, η Σύγκλητος του Α.Π.Θ. είχε ζητήσει τη διερεύνηση των ευθυνών της Αστυνομίας για τους ξυλοδαρμούς και είχε αναλάβει πρωτοβουλίες διαλόγου, προκειμένου να τερματιστεί η κατάληψη και να επιλυθούν τα προβλήματα με ακαδημαϊκούς όρους. Δυστυχώς, η κυβέρνηση επέλεξε να ρίξει κι άλλο λάδι στη φωτιά, λησμονώντας ότι όποιος σπέρνει ανέμους θερίζει θύελλες.

Το μίσος και η στρατηγική της έντασης πρέπει να δώσουν τη θέση τους στην αγάπη και τη φροντίδα για το Πανεπιστήμιο. Προς τούτο, χρειάζεται να επικρατήσει ο διάλογος και η συνεννόηση, ώστε το Α.Π.Θ. να συνεχίσει να είναι το ακαδημαϊκό, ποιοτικό, δυναμικό και εξωστρεφές δημόσιο Πανεπιστήμιο που έχει ανάγκη σήμερα η χώρα και η ελληνική κοινωνία.

 

*Πρόεδρος του Τμήματος Πολιτικών Επιστημών Α.Π.Θ.