Μπιμπίλας : «Πού να φανταζόμασταν ότι θα πέσουμε πάνω σε βιασμούς; Κανείς δεν γνώριζε»
Ο πρόεδρος του Σωματείου Ελλήνων Ηθοποιών μιλάει για τις καταγγελίες που δέχεται, τις αρχές που ακολουθεί από τα παιδικά του χρόνια μέχρι σήμερα και τα μελλοντικά του σχέδια
- Ανοιχτά τα μαγαζιά σήμερα - Κορυφώνεται η κίνηση, τι να προσέχουμε όταν αγοράζουμε παιχνίδια και τρόφιμα
- Πώς διαμορφώνονται οι τιμές από το χωράφι στο ράφι
- Χριστουγεννιάτικα μπισκοτάκια για τον σκύλο και τη γάτα μας – Εύγευστες συνταγές
- Ο Τραμπ διορίζει τον παραγωγό του «Apprentice», ως ειδικό απεσταλμένο στη Μεγάλη Βρετανία
Πασαλιμάνι, αρχές της δεκαετίας του ’60. Ενα αγοράκι επιστρέφει στο σπίτι του κρατώντας μια φραντζόλα. Δίπλα του περνά ένας συνομήλικός του, τραβώντας ένα καρότσι, εμφανώς ταλαιπωρημένος. Του ζητάει λίγο ψωμί. Αρνείται και φεύγει τρέχοντας προς το σπίτι του. Αφηγήθηκε το περιστατικό στη μητέρα του. Θυμάται ακόμη τη δύναμη του χεριού της που προσγειώθηκε στο μάγουλό του και τον ήχο της φωνής της να του λέει σε αυστηρό τόνο: «Επρεπε να του δώσεις όλη τη φραντζόλα!».
Εκανε χρόνια να ξεπεράσει την ντροπή που ένιωσε, αλλά βρήκε τον ιδανικότερο τρόπο για να ισορροπήσει εκείνη την αφελή αδικία που διέπραξε στα χρόνια της αθωότητάς του. Φυτεύτηκε μέσα του ο σπόρος της αλληλεγγύης και έβγαλε θεσπέσιους ανθούς. Αυτούς δρέπουν κυρίως οι συνάδελφοί του ηθοποιοί, αλλά και όσοι έχουν την τύχη να βρίσκονται στον περίγυρό του. Ηταν γνωστές οι αγαθές πράξεις του Σπύρου Μπιμπίλα, αλλά τα βάρβαρα περιστατικά του κλάδου του που ήρθαν στην επικαιρότητα φώτισαν ακόμα περισσότερο την ανιδιοτελή προσφορά του.
Είδε εν μια νυκτί το όνομά του να γίνεται viral, συνθήματα τύπου «Be Bebelas», σκίτσο με το πρόσωπό του σαν ήρωα από το 1821. «Περπατάω στον δρόμο και μου κορνάρουν, με παίρνουν τηλέφωνο ή μου στέλνουν μηνύματα για να μου κάνουν το τραπέζι. Μου φωνάζουν «είσαι μεγάλος, να γίνεις πρωθυπουργός, να γίνεις υπουργός Πολιτισμού». Το τι έχω ακούσει αυτές τις μέρες… Είναι πολύ συγκινητικά όλα αυτά από τη μια και από την άλλη το διασκεδάζω».
Ποτέ δεν περίμενε αυτή την εξέλιξη στη ζωή του ούτε την είχε ονειρευτεί. Ο Σπύρος Μπιμπίλας είχε βρει τις ισορροπίες του με τη σκληρή δουλειά, τη στήριξη σε όποιον τον χρειάζεται και την αλληλεγγύη. Το μόνο που κρατάει από αυτή τη θύελλα θαυμασμού είναι η προοπτική μιας πολιτικής καριέρας. «Είμαι στο κόμμα της Ζωής Κωνσταντοπούλου, οπότε ίσως κάποτε να μπω. Οταν ήμουν 18 ετών, ήμουν στο ΚΚΕ, έπειτα στο ΚΚΕ εσωτερικού, έπειτα στον Συνασπισμό, στον ΣΥΡΙΖΑ και τώρα στην Πλεύση Ελευθερίας. Εχω ψηφίσει και μια φορά ΠΑΣΟΚ, την πρώτη φορά που βγήκε. Το 1981.
Και πριν με ρωτήσεις, να σε προλάβω και να σου πω ότι προέρχομαι από δεξιά οικογένεια. Ηταν πολύ πλούσια και έχασε τα χρήματά της στον πόλεμο». Μου δείχνει φωτογραφίες των προγόνων του όπου αποτυπωνόταν σαφώς η οικονομική τους ευμάρεια. Αλλά και εκείνη της μητέρας του: «Βλέπεις πόσο μοιάζουμε; Οταν με έβλεπαν στον Πειραιά, χωρίς να με γνωρίζουν, μου έλεγαν ότι είμαι γιος της».
Τονίζει ξανά ότι αυτό που του συμβαίνει τώρα δεν το επεδίωξε. Είναι ένας συνταξιούχος ηθοποιός ο οποίος είχε φύγει από το Σωματείο. «Οταν βγαίνουμε στη σύνταξη, διακόπτουμε από το ΣΕΗ και πηγαίνουμε στην Ενωση Συνταξιούχων Ηθοποιών. Ετσι έγινε και με μένα ενώ παράλληλα ήμουν και στο ΤΑΣΕΗ, το Ταμείο Αλληλοβοήθειας. Ετρεχα πάντα για τα προβλήματα των συναδέλφων: να μοιράσω φαγητό, να φροντίσω για τα επιδόματα, τους ηλικιωμένους στα γηροκομεία. Στα χρόνια του μνημονίου πολλοί συνάδελφοι είχαν φύγει από το Σωματείο και είχαν μείνει λίγοι. Εβαλα στόχο να επιστρέψουν και να γίνει πάλι το σωματείο μας ισχυρό. Βρήκαν μια απόφαση του Αρείου Πάγου η οποία έλεγε ότι όποιος έχει ένσημα θα πρέπει να είναι στο σωματείο του ασχέτως αν είναι συνταξιούχος». Βάσει αυτής της απόφασης εγγράφηκε ξανά λοιπόν στο ΣΕΗ για να συμμετάσχει στις εκλογές, αφού είχε βάλει στόχο να κάνει το σωματείο του ισχυρό.
Πριν από τις εκλογές, ενώ είχε ξεσπάσει ο κορωνοϊός και άρχισαν να πυκνώνουν τα σύννεφα και στον χώρο του πολιτισμού, ενεργοποίησε το ενδιαφέρον των ηθοποιών. Βγαίνει πρώτος σε σταυρούς και άρχισε τον αγώνα ξανά.
«Μερικά από τα βασικά αιτήματά μας ήταν σαφώς οι συλλογικές συμβάσεις, να πληρωθούμε από το live streaming, το οποίο στην αρχή δεν πληρωνόταν, και τα καταφέραμε με πιέσεις τρομερές. Τώρα παίρνουν το 10% των εισπράξεων. Μπορεί δηλαδή με αυτή τη συμφωνία ένας ηθοποιός να αμειφθεί με 500 ευρώ την παράσταση, ενώ έπαιρνε 40 ευρώ ημερομίσθιο. Μετά το ξέσπασμα των σκανδάλων άρχισε το Σωματείο να γιγαντώνεται. Καθημερινά γράφονται 100 άτομα που σημαίνει ότι δεν θα μείνει εκτός».
«Κάποτε είχα υπερασπιστεί τον Λιγνάδη»
Και όλα αυτά από μια λανθασμένη υπερασπιστική γραμμή, τονίζει. «Ειπώθηκε ότι όλο αυτό το οργάνωσα εγώ από ζηλοφθονία. Μα πες μου, για ποια ζηλοφθονία μιλάμε όταν αναφέρονται σε έναν άνθρωπο που γράφαμε πριν από 40 χρόνια τους ρόλους μας δίπλα δίπλα στα «Στρουμφάκια» και δεν είχαμε καμία επαφή. Ούτε έπαιξα ποτέ μαζί του, ούτε ήμουν στο περιβάλλον του, ούτε έκανα παρέα. Συναντιόμασταν όταν έγινε διευθυντής του Εθνικού για τις συλλογικές συμβάσεις. Οταν έκανε την Αίθουσα «Παπαδάκη» και ήρθε σε κόντρα με το Σωματείο, εγώ βγήκα και είπα «ο Λιγνάδης έχει δίκιο γιατί τιμά μια πολύ σημαντική ηθοποιό». Πού τη βρίσκει την έχθρα και τη ζηλοφθονία; Ακόμη δεν έχω καταλάβει».
Αλλά δεν φαίνεται να τον απασχολεί, όπως δεν τον αγγίζει και ο χαρακτηρισμός «μέτριος ηθοποιός» που ειπώθηκε. «Ο Κούγιας λέει ότι το είπε ο Λιγνάδης, αλλά δεν με νοιάζει. Απάντησε όλη η Ελλάδα για μένα».
Διευκρινίζει ότι το Σωματείο δεν οργάνωσε το μπαράζ των καταγγελιών και παραδέχεται ότι η νέα κατάσταση του έδωσε ώθηση. «Ο ασκός του Αιόλου άνοιξε μετά τη Σοφία Μπεκατώρου, με τη Ζέτα Δούκα άρχισε ένα ντόμινο καταγγελιών. Αρχισαν να βγαίνουν στα «παράθυρα» και μιλούσαν. Τους εξηγήσαμε ότι νομικά δεν είναι καλυμμένοι και μπορούν να τους καταγγείλουν για συκοφαντική δυσφήμηση. Επειδή έχουμε Πειθαρχικό Συμβούλιο, το οποίο είναι εκλεγμένο και θεσμικό όργανο, τους τονίσαμε ότι θα πρέπει να έρθουν σε εμάς». Είναι τέτοια η καταιγίδα των καταγγελιών που δεν θυμάται ποια είναι η πρώτη. Αλλά δεν μπορεί να αποκαλύψει και το ακριβές νούμερο που υπάρχει και που μεγαλώνει συνεχώς.
«Το καταστατικό επιβάλλει εχεμύθεια. Θα πρέπει όμως να εξηγήσω ότι το Διοικητικό Συμβούλιο δεν έχει άμεση πρόσβαση στο Πειθαρχικό, στο οποίο είναι πρόεδρος ο Πασχάλης Τσαρούχας. Οταν τελειώσει τις εργασίες του, μας λέει ποιοι έχουν καταγγελθεί και από ποιους. Η Γενική Συνέλευση θα αποφασίσει αν θα αποβληθεί κάποιος, η οποία θα γίνει τέλος Μαρτίου, αν γίνει έτσι όπως είναι τα πράγματα. Ακόμη δεν έχει αποβληθεί κανείς. Ολοι γνωρίζαμε ότι υπάρχουν αντισυναδελφικές συμπεριφορές και σεξουαλικές παρενοχλήσεις. Πού να φανταζόμασταν ότι θα πέσουμε πάνω σε βιασμούς; Κανείς δεν γνώριζε».
«Είμαστε όλοι ίσοι, γκέι, στρέιτ, λευκοί, μαύροι…»
Ο ίδιος δηλώνει ευτυχισμένος διότι στα περισσότερα από 40 χρόνια πορείας δεν αντιμετώπισε τέτοιες συμπεριφορές. «Ούτε μια φορά δεν μου έχει συμβεί. Εχω πει και παλαιότερα ότι θα ήθελα να έχω έρθει αντιμέτωπος με κάτι τέτοιο για να δω πώς θα αντιδράσω. Δεν είχα ποτέ ούτε μια νύξη, παρότι κι εγώ μικρός ήμουν σαν αγγελουδάκι. Με περάσανε στο ντούκου» λέει γελώντας. Δεν χάνει το χαμόγελό του ούτε όταν τον ρωτάω γιατί δεν έχει δηλώσει τον σεξουαλικό του προσανατολισμό. «Γιατί, εσύ δηλώνεις ότι είσαι στρέιτ; Είμαστε όλοι ίσοι. Γκέι, στρέιτ, λευκοί, μαύροι, ψηλοί, κοντοί».
Επιστρέφει στο ζοφερό σήμερα, για να τονίσει ότι όλες οι καταγγελίες που δέχεται το ΣΕΗ πηγαίνουν στον Εισαγγελέα για να εξεταστεί αν εμπεριέχουν ποινικά αδικήματα. Αν όχι, παραμένουν στο Πειθαρχικό του Σωματείου. Μια τέτοια περίπτωση είναι και εκείνη του Γιώργου Κιμούλη, η οποία λέει ότι θα αποφασιστεί στη Συνέλευση, όταν αρθεί το lockdown. Είναι μια σειρά προβλημάτων που δεν μπορούν να ξεπεραστούν και όπως εξηγεί περιμένουν να δημιουργηθούν οι συνθήκες για να δρομολογηθούν οι εξελίξεις.
Οσο ζοφερό και αν είναι το περιβάλλον στον χώρο του θεάτρου, δεν ξεχνά τις υποχρεώσεις που έχει προς τους συναδέλφους του οι οποίοι δοκιμάζονται αυτή την εποχή. «Μέσα από το Ταμείο Αλληλοβοήθειας προσφέρουμε στήριξη σε πολλές οικογένειες ηθοποιών. Για πρώτη φορά μάς επιχορήγησε και το υπουργείο Πολιτισμού, ενώ η Επιτροπή για το 1821 δεν μας έδωσε βοήθεια, παρόλο που τους είπαμε ότι το ημερολόγιο που ετοιμάζαμε είχε αυτό το θέμα. Μας είπαν ότι έχουν πάει αλλού τα χρήματα και αν θέλουμε να μας δώσουν φωτογραφίες».
Οση ώρα διήρκεσε η συνέντευξη στο όμορφο διαμέρισμά του στον Αγιο Ιωάννη δεν σταμάτησε να χτυπάει το τηλέφωνο. Σταματούσε τη συζήτηση και έδινε απαντήσεις ή διευκρινίσεις σε ό,τι του ζητούσαν. Εχει μάθει να προσφέρει χωρίς ποτέ να ζητάει ανταλλάγματα. «Χρειάζομαι πολύ λίγα πράγματα για να ζήσω, αν και ποτέ δεν στερήθηκα κάτι. Δούλευα από μικρό παιδί. Και ως μαθητής για να βοηθήσω το σπίτι, αφού χάσαμε τον μπαμπά μας νωρίς και έμεινε η μητέρα μου με τρία παιδιά, αλλά και αργότερα ως φοιτητής». Εδώ αφηγείται άλλη μια ενδιαφέρουσα ιστορία. Το όνειρό του ήταν να γίνει φιλόλογος για να μεταφράζει αρχαία κείμενα. «Ελα όμως που τα ξαδέλφια μου είχαν ένα δικηγορικό γραφείο και με πείθουν να δώσω στη Νομική. Περνάω στη σχολή, με καλή σειρά μάλιστα, και τελειώνω με καλό βαθμό. Ομως η καρδιά μου ήταν δοσμένη στο θέατρο. Ετσι σπουδάζω στη Δραματική Σχολή του Πειραϊκού Συνδέσμου». Από εκεί ξεκινάει και μέχρι σήμερα δεν σταμάτησε να εργάζεται παρά μόνο τις λίγες μέρες που πάει διακοπές.
140 σειρές, 150 θεατρικά έργα, 60 ταινίες
Θέλει συνέχεια να βρίσκεται σε κίνηση και να δημιουργεί. «Τώρα στην καραντίνα ασχολήθηκα με την αρχειοθέτηση φωτογραφιών, γιατί έχω τρομερό υλικό. Θα φτιάξω ένα λεύκωμα με όλα τα θεατρικά έργα που έχω παίξει. Θα υπάρχουν αναφορές σε αυτά και μικρές ιστοριούλες, καθώς επίσης όλα τα σίριαλ. Εχω παίξει σε 140 σειρές, σε 150 θεατρικά, 60 ταινίες πολύ καλές, όπως: «Οι απέναντι» του Γιώργου Πανουσόπουλου, το «Μπορντέλο» του Νίκου Κούνδουρου, «Οι κρυστάλλινες νύχτες» της Τώνιας Μαρκετάκη, «Ροζ ολοταχώς» του Δημήτρη Γιατζουτζάκη, «Οι γυναίκες δηλητήριο» του Νίκου Ζερβού, «Δεμένη κόκκινη κλωστή» του Κώστα Χαραλάμπους, «Γλυκιά συμμορία» του Νίκου Νικολαΐδη, «Αγγελος» του Γιώργου Κατακουζηνού. Το πρώτο κινηματογραφικό μου πλάνο όμως ήταν στον «Ανθρωπο με το γαρύφαλλο» του Νίκου Τζίμα, με τον οποίο από τότε – ήμουν ακόμη μαθητής στη σχολή – παραμείναμε φίλοι. Εχω παίξει όμως και σε μπακατέλες – κάτι χαζές βιντεοταινίες».
Τον ρωτάω για τα καλοκαιρινά του σχέδια, αφού είναι βέβαιο ότι η θεατρική αγορά θα έσπευσε να εξαργυρώσει τις ανεβασμένες μετοχές του.
«Εχω τέσσερις προτάσεις για καλοκαιρινές περιοδείες. Τίποτα δεν θα κάνω. Θα πάω σε ένα νησάκι να κάτσω να ηρεμήσω, δεν έχω σκοπό να δουλέψω. Είμαι συνταξιούχος. Δουλεύω από 18 χρονών και στα 58 που έκλεισα 40 χρόνια συνεχούς εργασίας είχα 15.000 ένσημα. Ετσι πρόλαβα και τον νόμο που άλλαξε μετά. Η μόνη περίοδος σχετικής αδράνειας είναι αυτή, λόγω κορωνοϊού, αλλά και πάλι κάνω διάφορα μικρά, όπως μεταγλωττίσεις και τα λοιπά. Πριν από τον κορωνοϊό έβαζα 300 ένσημα τον χρόνο. Δεν θέλω να δουλεύω πια, παρά μόνο αν μου αρέσει πολύ ένας ρόλος. Απολαμβάνω περισσότερο να γράφω τώρα πια» μου λέει και σηκώνεται να μου δείξει περήφανος τους παπαγάλους του. «Εχω 12. Ενας φίλος μού είχε χαρίσει πριν από αρκετά χρόνια τον πρώτο και έγινε πόλος έλξης. Το ξέρεις ότι στην Αθήνα κυκλοφορούν πάρα πολλοί ελεύθεροι παπαγάλοι; Ολη η πόλη είναι γεμάτη».
Μου έμεινε αυτή η φράση του στο μυαλό μου. Εψαχνα μέσα από το παράθυρο του ταξί να δω χρωματιστές φτερούγες στον ουρανό της Πανεπιστημίου. Και, ναι, τι θα δούμε, τι θα πράξουμε και πώς θα κάνουμε τη ζωή μας σημαντική είναι δική μας απόφαση. Και ο Σπύρος Μπιμπίλας μάς έδειξε πώς γίνεται.
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ ΝΕΑ
Ακολουθήστε το in.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις