«Μέριασε βράχε να διαβώ…»
Ο Αλή Πασάς σαν τηλεοπτικός «κακός», ο πατριαρχικός Κολοκοτρώνης, ο ατρόμητος Καραϊσκάκης, το Χάνι της Γραβιάς, οι Οθωμανοί που λέγονταν Τούρκοι πριν ιδρυθεί η σύγχρονη Τουρκία
Για έναν μαθητή δημοτικού, στα τέλη της δεκαετίας του 1980, ο απαράβατος κανόνας ήταν ο ρομαντικός ρεαλισμός. Αφού το ποίημα της σχολικής γιορτής έλεγε «Μέριασε βράχε να διαβώ», ο νεαρός ερμηνευτής έπρεπε να αυτοσκηνοθετηθεί αναλόγως: να διαγράψει απότομη κίνηση με το χέρι του κόβοντας τον αέρα και να υποδείξει στον… βράχο τη θέση του. Ούτε κουβέντα προφανώς για τους επόμενους στίχους «μες στα στήθη, που ‘σαν νεκρά και κρύα / μαύρος βοριάς εφώλιασε και μαύρη τρικυμία». Ο μαθητής, σύμφωνα με τις υποδείξεις της υπεύθυνης ρεπερτορίου, όφειλε να επιστρατεύσει τη δραματικότητα που αντιστοιχούσε στην ανάγκη της στιγμής.
Εκ των υστέρων όλα μοιάζουν σαν παιδική ασθένεια απ’ την οποία πρέπει να περάσεις για να αποκτήσεις ανοσία. Ηταν το ολισθηρό έδαφος της πολιτισμικής μνήμης που παρήγαγε στερεότυπα και είδωλα, έτοιμα προς κατανάλωση. Ο Αλή Πασάς σαν τηλεοπτικός «κακός», ο πατριαρχικός Κολοκοτρώνης, ο ατρόμητος Καραϊσκάκης, το Χάνι της Γραβιάς, οι Οθωμανοί που λέγονταν Τούρκοι πριν ιδρυθεί η σύγχρονη Τουρκία. Το μάθημα της Ιστορίας, με βάση το παιδαγωγικό πρόγραμμα, υποσχόταν υποδόριες συγκινήσεις, φανταστικές μάχες, αναπαραστάσεις σε μια διαρκή τελετή μύησης. Θρύλοι και Ιστορία γίνονταν ένα, αδιαχώριστα. Και να μην το επιδίωκε η έδρα, το απαιτούσε το συλλογικό ασυνείδητο επιβάλλοντας τις κατάλληλες προβολές. Και έτσι αδιαχώριστα θα έμεναν όλα μέχρι να πάρει το πάνω χέρι η αμφισβήτηση της εφηβικής περιόδου και η «ιστορικοποίηση» που ερχόταν με δόσεις.
Οι σκέψεις γεννήθηκαν ύστερα από την παρακολούθηση της – από κάθε άποψη – ενδιαφέρουσας σειράς βίντεο στο Μποδοσάκη blod με τίτλο «Η διδασκαλία της Ελληνικής Επανάστασης στο ελληνικό σχολείο», ως τμήμα του διαδικτυακού συνεδρίου «Ελληνική Επανάσταση, εκπαίδευση και συλλογική μνήμη – Μεταμορφώσεις της σχολικής και της δημόσιας Ιστορίας», που οργάνωσε το Ιδρυμα Λαμπράκη, σε συνεργασία με το Πάντειο Πανεπιστήμιο και τον Ομιλο για την Ιστορική Εκπαίδευση στην Ελλάδα (18-19/2/2021, διαθέσιμο πλέον στο blod.gr). Σε αυτό ο Χάρης Αθανασιάδης, καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων, θυμίζει, δίκην συμπυκνωτικού παραδείγματος, ότι η στρατιωτική συμβολή του Αθανάσιου Διάκου εκτείνεται σε κάτι λιγότερο από έναν μήνα. Κι όμως, η θέση της Αλαμάνας στη συλλογική μνήμη είναι προνομιακή.
Επειδή είναι ένα από τα γεγονότα που παρέχουν τα «κρίσιμα υλικά για αρχετυπικές αφηγήσεις, τέτοιες που κάθε επανάσταση επιθυμεί ενδόμυχα να αποκτήσει: αντίσταση και θυσία, ήρωα και μάρτυρα». Η Αλαμάνα, με αυτόν τον τρόπο, έφτασε να γίνει η μετωνυμία των Θερμοπυλών και παράλληλα ο Γολγοθάς του Διάκου. Ο ήρωας, με τη σειρά του, είναι ο νέος Λεωνίδας (700 συντρόφους του πιστώνει ο Παπαρρηγόπουλος, 300 ο Βαλαωρίτης στο άσμα που του αφιερώνει). Είναι, όμως, και ο «αμνός της Επανάστασης». Πίσω από αυτές τις ακαταμάχητες εικόνες, που κυριαρχούσαν άλλοτε στη σχολική εκπαίδευση, αποκρύπτονται άλλα σημαντικά γεγονότα της Ανατολικής Στερεάς, όπως επίσης θυμίζει ο Αθανασιάδης: η σθεναρή αντίσταση του Αγγελή Γωβιού στα Βρυσάκια Ευβοίας και η μαχητικότητα του Γιάννη Γκούρα στα Βασιλικά Φθιώτιδας.
Κι όμως, είναι τα πάθη του Αθανάσιου Διάκου που προοιωνίζονται την «ανάσταση» του Γένους. Ο μαχόμενος μάρτυρας – στην ηλικία του Χριστού – δίνει πρώτος τα διαπιστευτήρια για να περάσει στο πάνθεον. Χάρη σε αυτόν η υψηλή διανόηση συναντά τη λαϊκή κουλτούρα, με διαμεσολαβητή την εκπαίδευση. Κατά κάποιον τρόπο ανοίγει τον δρόμο για τις πολλαπλές μυθοποιήσεις που θα ακολουθήσουν. «Ανήκει εις την παράδοσιν άμα και την ιστορίαν και είναι κτήμα του λαού μάλλον ή της επιστήμης» θα καταγράψει ο Ι. Παπαρρηγόπουλος. Εναν αιώνα αργότερα, το 1933, ο Κωνσταντίνος Παρθένης του χαρίζει ένα ονειρικό σκηνικό ανάληψης στην «Αποθέωση του Αθανάσιου Διάκου».
Αν έχει σημασία, πάντως, ο αναστοχασμός, δεν είναι επειδή σε κάθε μονάδα της Πρωτοβάθμιας ή Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης πρέπει να ανακαλύπτουμε έναν ιμάντα παραγωγής εθνοκεντρισμού. Σημασία έχει εάν, ύστερα από τις ανακολουθίες, τις παραλείψεις και τα ελλείμματα, ενισχύεται η ιστορική ανάγνωση με τους όρους της ίδιας της επιστήμης. Ακόμη και 200 χρόνια μετά το ερώτημα μπορεί να μένει ίδιο: λιγότερα ρομαντικά ποιήματα και περισσότερες πηγές;
Ακολουθήστε το in.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις