ΕΣΥ : Πολιτική κόντρα για τις αντοχές του ΕΣΥ – Ελπίδα ο καλός καιρός και τα εμβόλια
Με τον αριθμό των κρουσμάτων και των διασωληνωμένων να επιμένουν σε τρομακτικά υψηλά επίπεδα η πολιτική κόντρα για τις αντοχές του ΕΣΥ και την κυβερνητική διαχείριση της πανδημίας έχει χτυπήσει κόκκινο, με σκληρές ανακοινώσεις.
«Το Εθνικό Σύστημα Υγείας άντεξε, αντέχει και θα αντέξει, με τη συνδρομή των στρατιωτικών νοσοκομείων, αλλά και του ιδιωτικού τομέα συνολικά», δήλωσε το πρωί του Σαββάτου ο πρωθυπουργός, Κυριάκος Μητσοτάκης, κατά την επίσκεψή του στο Mega εμβολιαστικό κέντρο Περιστερίου.
Ο πρωθυπουργός διαβεβαίωσε για τη συνδρομή του ιδιωτικού τομέα «συνολικά», τη στιγμή, όμως, που προηγήθηκε το όχι και τόσο ευχάριστο μέτρο της επιστράτευσης 206 ιδιωτών γιατρών, αλλά δίχως επίταξη ιδιωτικών νοσοκομείων και κλινικών, που θα μπορούσαν -σύμφωνα με τους ειδικούς- να προσφέρουν πραγματική αποσυμφόρηση στο ΕΣΥ.
Τις αντοχές του ΕΣΥ θα είχε ενισχύσει σημαντικά και η ικανοποίηση των εκκλήσεων -όχι μόνο από την Αντιπολίτευση-, για άμεσες προσλήψεις γιατρών συγκεκριμένων ειδικοτήτων, θέμα που ακόμη καλύπτει πέπλο μυστηρίου με την κυβέρνηση να υποστηρίζει ότι έχει προχωρήσει σε χιλιάδες προσλήψεις, και την Αντιπολίτευση, αλλά και τους εκπροσώπους των υγειονομικών, να την κατηγορούν για ψευδή στοιχεία και αριθμητικές αλχημείες.
Στο ίδιο πνεύμα σχετικά με την επάρκεια του ΕΣΥ να αντιμετωπίσει το τρίτο σφοδρό κύμα του κοροναϊού -που δημιουργεί ουρές ασθενοφόρων έξω από τα μεγάλα νοσοκομεία της χώρας και γεμίζει τις ΜΕΘ, αναγκάζοντας τους γιατρούς να διασωληνώνουν ασθενείς σε απλές κλίνες-, κινήθηκε και ο υπουργός Υγείας, Βασίλης Κικίλιας, λέγοντας ότι «διαψεύσαμε όσους έλεγαν ότι το ΕΣΥ δεν θα αντέξει» και προσθέτοντας πως «ο καλύτερος καιρός που επικρατεί στη χώρα, τα περισσότερα εμβόλια και τεστ, θα βοηθήσουν ώστε σύντομα να επιστρέψουμε στην κανονικότητα».
«Επιμένουν στην εγκληματική πολιτική»
Η Αντιπολίτευση ωστόσο, δεν συμμερίζεται καθόλου τη βεβαιότητα της κυβέρνησης ότι το ΕΣΥ θα αντέξει τελικά, αμφισβητώντας ευθέως την στρατηγικη διαχείρισης της υγειονομικής κρίσης και κατηγορώντας την ανοικτά ότι χάνονται ανθρώπινες ζωές γιατί αρνείται να επιτάξει τον ιδιωτικά νοσοκομεία και κλινικές.
Όσο μάλιστα περνούν οι ημέρες με τον αριθμό των κρουσμάτων και των διασωληνωμένων να επιμένουν σε τρομακτικά υψηλά επίπεδα οι ανακοινώσεις της Αντιπολίτευσης γίνονται πιο σκληρές, μιλώντας για εγκληματικές πολιτικές.
Ενδεικτική η σημερινή ανακοίνωση του ΣΥΡΙΖΑ που αναρωτιέται «στους πόσους νεκρούς θα επιτάξει τις ιδιωτικές κλινικές; Πόσο κοστολογεί το επιτελικό κράτος του κ. Μητσοτάκη την ανθρώπινη ζωή;».
Στο ίδιο πολεμικό κλίμα και η ανακοίνωση του ΜέΡΑ25 που κατηγορεί την κυβέρνηση ότι συνεχίζει να επιμένει «συνειδητά στο έγκλημα τόσο της μη ενίσχυσης της δημόσιας υγείας, όσο και της μη επίταξης των ιδιωτικών δομών».
Βεβαίως στις πιο ψύχραιμες και απαλλαγμένες από το άγχος αποκόμισης (μικρο)πολιτικών οφελών αναλύσεις της ομολογουμένως τραγικής κατάστασης, δεν αποδίδεται σαφώς πρόθεση στην κυβέρνηση. Άλλωστε καμία κυβέρνηση δεν θα ήθελε – πόσο μάλλον θα σκόπευε – να έρθει αντιμέτωπη με τόσο αρνητικές καταστάσεις, με καθημερινή αύξηση διασωληνωμένων ασθενών κοροναϊού, με ΜΕΘ «φρακαρισμένες» και γιατρούς «εξοντωμένους».
Ωστόσο, ακόμη και οι πιο καλόπιστοι της αποδίδουν κακό χειρισμό και την κατηγορούν για προχειρότητα στον σχεδιασμό, με κύριο επιχείρημα ότι διανύουμε το τρίτο κύμα της πανδημίας, το οποίο τόσο οι επιστήμονες όσο και η Πολιτεία γνώριζαν ότι θα έλθει.
Γιατί αυτό που συνέβη στο σύστημα υγείας της χώρας, είναι αυτό ακριβώς που αποφύγαμε – και τρέμαμε – τόσους μήνες, από την έναρξη της πανδημίας: Να ασφυκτιά το ΕΣΥ, να ακούμε γιατρούς και πολιτικούς να μιλούν για αναγκαστική επιλογή ασθενών στις ΜΕΘ και διασωληνωμένους σε απλούς θαλάμους, να καταλήγουμε στην αργοπορημένη επίταξη ιδιωτών γιατρών, να εμφανίζουμε ξαφνικά τα ατομικά τεστ (self testing) ως από μηχανή θεό και, παράλληλα, να βάζουμε «απέναντι» γιατρούς και φαρμακοποιούς.
Συμμερίζονται λοιπόν αρκετοί την άποψη ότι η κυβέρνηση δεν κατόρθωσε να προετοιμάσει και να σχεδιάσει σωστά τις υποδομές, για να αντιμετωπίσει η χώρα αυτή την τεράστια υγειονομική κρίση.
Προς επίρρωση των λεγομένων τους αναφέρουν την αντίδραση των φαρμακοποιών στα self rapid test για τον κοροναϊο, αλλά και των γιατρών του ΕΣΥ σε ότι αφορά την επιστράτευση ιδιωτών γιατρών.
Οι φαρμακοποιοί όχι μόνο επιμένουν μέχρι σήμερα ότι δεν είχαν ιδέα για την επίσημη ανακοίνωση της παροχής ατομικών τεστ κοροναϊού, δωρεάν από τα φαρμακεία, αλλά και αρνούνται να αναλάβουν την υποχρέωση αυτή μέχρι να εξασφαλιστούν όλοι οι όροι που θέτουν.
Την ίδια στιγμή αρκετοί είναι οι γιατροί του ΕΣΥ, που όχι μόνο διαφωνούν με την τακτική της επιστράτευσης ιδιωτών γιατρών, αλλά τονίζουν ότι το μέτρο αυτό δεν θα αποδώσει τα αναμενόμενα για σειρά λόγων. Όπως εξηγεί ο διευθυντής της Πνευμονολογικής Κλινικής του Ευαγγελισμού, Γιώργος Μπουλμπασάκος «κάποιοι συνάδελφοι είναι χρόνια εκτός νοσοκομείων, οπότε δεν μπορούν να αναλάβουν άμεσα καθήκοντα», αλλά δεν έχουν και την επάρκεια για την αντιμετώπιση των περιστατικών και των συνθηκών που επικρατούν σε εφημερία μεγάλου κρατικού νοσοκομείου.
Παράγοντας, που η κυβέρνηση δεν φαίνεται να στάθμισε όπως και όσο θα έπρεπε είναι και η εξάντληση των γιατρών και των νοσηλευτών του ΕΣΥ μετά από ένα χρόνο σκληρής μάχης με την πανδημία. Όλοι και όλα τα στειχεία κατατείνουν στο ότι χρειάζονται άμεσες προσλήψεις γιατρών συγκεκριμένων ειδικοτήτων, που θα μπορούν να ριχτούν στη μάχη με αποτελεσματικότητα.
Ακόμη και όσοι δεν αμφισβητούν τη διαβεβαίωση της κυβέρνησης ότι προχώρησε σε προσλήψεις -και, μάλιστα, παρακάμπτοντας τη γραφειοκρατία για να γίνουν γρήγορα- είναι πεπεισμένοι ότι προφανώς δεν είναι αρκετές.
Με τις ΜΕΘ τι θα γίνει;
Το μείζον ζήτημα αυτή τη στιγμή, ωστόσο, είναι η ασφυκτική πίεση στις ΜΕΘ, την ώρα που ο αριθμός των διασωληνωμένων ασθενών κοροναϊού καθημερινά μεγαλώνει.
Γι’ αυτό και σύσσωμη η αντιπολίτευση επιμένει στην επίταξη ιδιωτικών νοσοκομείων, που θα μπορούσαν να αποσυμφορήσουν το ΕΣΥ, αλλά και για άμεσες προσλήψεις γιατρών, καθώς δεν είναι μυστικό ότι πήρε πολλούς μήνες στην κυβέρνηση μέχρι να προκηρύξει θέση επικουρικών υγειονομικών. Μάλιστα τονίζουν ότι αν η κυβέρνηση επιμείνει στην μη ενίσχυση του ΕΣΥ και στην μη εμπλοκή του ιδιωτικού τομέα, ακόμη και σε αυτήν την κρισιμότερη -ίσως- στιγμή της πανδημίας, αυτό θα αποτελεί την πιο τρανή απόδειξη ότι ο απώτερος στόχος της είναι να ιδιωτικοποιήσει τον τομέα της υγείας, με το που περάσουμε τον σκόπελο της πανδημίας.
Σε κάθε περίπτωση, η χώρα αυτή τη στιγμή, παρουσιάζει δύο αντιφατικές εικόνες. Αυτή της Ελλάδας του 2020, που αποτέλεσε παράδειγμα προς μίμηση γιατί πήρε έγκαιρα αυστηρά περιοριστικά μέτρα και δεν είχαμε μεγάλη διασπορά του ιού, άρα και πίεση στο σύστημα υγείας, αλλά και την σημερινή εικόνα της Ελλάδας του 2021, που ενώ εφάρμοσε ένα από τα σκληρότερα και διαρκέστερα lockdown στην Ευρώπη, κατέληξε με ένα σύστημα υγείας στο μη περαιτέρω.
Ακολουθήστε το in.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις