Η Παγκόσμια Ημέρα Υγείας από την άλλη πλευρά της ζωής
Πρακτικά, η φετινή Παγκόσμια Ημέρα Υγείας είναι μεν ημέρα πένθους, διεκδίκησης, ενημέρωσης κλπ, αλλά αν το δούμε μακροπόθεσμα, δηλαδή πέρα από την βραχυπρόθεσμη οικονομική κρίση που έχουν επιφέρει οι καραντίνες, πρόκειται για μία μεγάλη νίκη της Οικονομίας
- Βενσάλ Κασέλ, ετών 58: Η Μπελούτσι, ο Άντριου Τέιτ & άλλες ιστορίες για αυτόν που έφερε το Μίσος στην οθόνη
- Γιατί η Γερμανία δεν θα συνελάμβανε τον Νετανιάχου
- Χιλιάδες πολίτες διαδήλωσαν στη Βαρκελώνη, ζητώντας να μειωθούν τα ενοίκια
- Η Tesla η πιο θανατηφόρα μάρκα αυτοκινήτου σε περίπτωση ατυχήματος
Φέτος δεν έχουμε να γιορτάσουμε κάτι. Να ευχηθούμε, ναι. Να πενθήσουμε, πολύ. Να διεκδικήσουμε, αδιαμφισβήτητα. Να φοβόμαστε, αναπόφευκτα. Αλλά Γιορτή δεν υπάρχει. Στην πραγματικότητα, δεν ξέρω τι ακριβώς πασχίζουν να πετύχουν οι Παγκόσμιες Ημέρες. Υπενθύμιση κάποια αναγκαιότητας, λογικά. Πως όλοι οι άνθρωποι πρέπει να μπορούν να θεραπευτούν -ή αν παλεύουν με κάτι που δεν έχει θεραπεία, τουλάχιστον ας ζούνε καλά. Κάπως καλά.
Κάθε τέτοιες μέρες ακούμε μεγάλα λόγια. Και σήμερα θα ακούσουμε, που γύρισε ο κόσμος πίσω από τον ήλιο και γεμίσαμε θάνατο, φόβο κι εγκλεισμούς. Παλιότερα ακούγαμε επίσης μεγάλα λόγια, για τη σημασία της έρευνας, αλλά κυρίως για τον Τρίτο Κόσμο, που δεν έχει πρόσβαση σε πολύ βασικές θεραπείες ή εξολοθρεύεται από μολυσμένο νερό, πείνα, ξεχασμένες από τον Δυτικό Κόσμο ασθένειες, την πανούκλα, την χολέρα. Βέβαια, και τώρα πεθαίνουν άνθρωποι, κυρίως παιδιά, από ηττημένες νόσους, την ιλαρά, την ανεμοβλογιά, τον κοκκύτη. Αλλά το κίνημα του αντιεμβολιασμού και της “εναλλακτικής ιατρικής” είναι μια άλλη ιστορία.
Σήμερα μιλάμε κυρίως για τον θάνατο, που πρόκειται, στο κάτω-κάτω, για την άλλη πλευρά της ζωής. Την τελευταία της, για να είμαστε ακριβείς. Φέτος κυρίως νοσούμε και συχνότατα πεθαίνουμε. Τόσο συχνά, που στην Ιταλία δεν προλάβαιναν να θάβουν τους νεκρούς. Σε όλο τον κόσμο, υπάρχουν ασθενείς που δεν πληρούν τα κριτήρια της προτεραιότητας: Οι ανάπηροι, οι χρόνια πάσχοντες, οι πιο ηλικιωμένοι. Πεθαίνουμε τόσο πολύ, για την ακρίβεια, που αυτό το συλλογικό πνεύμα του θανάτου, αλλάζει τον τρόπο που μπορούμε να επιβιώνουμε μέσα στο ίδιο μας το δέρμα: Είναι η στιγμή που η ψυχή σου νιώθεις ότι θα γίνει κομματάκια-κομματάκια, όπως κομματάκια έγινε μέσα σε μόλις ένα χρόνο ολόκληρη η ζωή μας, όπως την ξέραμε.
Για τους οπαδούς της τραγικής ειρωνείας, ωστόσο, υπάρχει κι ένα λεπτό σημείο, που δύσκολα μπορεί να μεταβολιστεί: Τα εξελιγμένα, δυτικά συστήματα Υγείας έχουν καταρρεύσει τόσο, που “επιτέλους” καταφέραμε να πλησιάσουμε την διαρκή δίνη του Τρίτου Κόσμου. Έτσι, στις μελλοντικές Παγκόσμιες Ημέρες Υγείας, οπότε και θα έχει αποκατασταθεί η φυσική ισορροπία (sic του κόσμου τούτου, θα στεναχωριόμαστε περισσότερο για την ελονοσία στην Αφρική και την Ασία. Εξάλλου, οι ασθένειες δεν κάνουν διακρίσεις. Θα πεθάνεις εξίσου οδυνηρά στην Γκάνα, όσο και στην Αθήνα. Το ανθρώπινο σώμα έχει μόνο έναν τρόπο να πονάει, όπως έχει και μόνο έναν τρόπο να πεθαίνει: Οριστικά.
Στην πραγματικότητα, η σημερινή Παγκόσμια Ημέρα Υγείας είναι ένα τεράστιο, περήφανα υψωμένο μεσαίο δάχτυλο προς τα προηγμένα κράτη. Ένας αφανής εχθρός εξοντώνει τον πληθυσμό, την οικονομία και ολόκληρο το σύστημα Υγείας, κάνοντας σαφές ότι ποτέ, ποτέ δεν υπήρξε πραγματικά ως προτεραιότητα ο άνθρωπος πάνω από τα κέρδη. Στα ιδιωτικοποιημένα συστήματα Υγείας οι άνθρωποι πεθαίνουν στα πεζοδρόμια, ή στα κρεβάτια τους, ή οπουδήποτε μπορεί, τέλος πάντων, να πεθάνει κάποιος. Στην ιδιωτικοποιημένη Υγεία πέθαιναν ούτως ή άλλως οι άνθρωποι οπουδήποτε μπορεί, τέλος πάντων, να πεθάνει κάποιος.
Σε αυτό το σημείο, ας κάνουμε μία παύση για να μιλήσουμε με αριθμούς: Μία χημειοθεραπεία μπορεί να κοστίζει περίπου 70.000 ευρώ.
Μία θεραπεία αιμοκάθαρσης, όπως είναι η πλασμαφαίρεση, μπορεί να κοστίζει συνολικά έως και 50.000 ευρώ.
Η μαγνητική εγκεφάλου κοστίζει 550 ευρώ.
Μηνιαία φάρμακα σοβαρών νόσων κοστίζουν 2.000 -και παραπάνω- ευρώ. Ενίοτε, τόσο κοστίζουν και οι καθημερινές θεραπείες.
Σε μία τυπική περίπτωση ρευματοειδούς αρθρίτιδας (με παλιότερη φαρμακευτική αγωγή) το κόστος των ενέσεων φτάνει μηνιαίως τα 900 ευρώ, που ωστόσο δεν θα το συναντήσουμε συχνά. Συχνά θα συναντήσουμε τιμές χιλιάδων. Αυτά είναι μερικά ενδεικτικά παραδείγματα ζωής και θανάτου.
Ας δούμε τώρα τι συμβαίνει με την ιδιωτική ασφάλιση και τα ιδιωτικά θεραπευτήρια. Αρχικά, οι χρόνια πάσχοντες δεν μπορούν να έχουν ιδιωτική ασφάλιση. Αν, πάλι, έχουν από πριν νοσήσουν, οι ασφαλιστικές εταιρίες δεν θα καλύψουν το συνολικό κόστος των θεραπειών. Αν ο ασθενής επιλέξει να νοσηλευτεί (ή να καταλήξει μέσα από μία σειρά ατυχών γεγονότων) σε ένα ιδιωτικό θεραπευτήριο στην Ελλάδα, για παράδειγμα, το κόστος εισαγωγής είναι 500 ευρώ και μία διαμονή με μία αιματολογική εξέταση θα φτάσουν γύρω στα 800 ευρώ. Στο ίδιο δωμάτιο μπορεί να τύχει να βρεθείτε με κάποια κυρία που είναι παράλυτη από νευρολογικά αίτια, κάποια άλλη που μόλις έχει βγει από χειρουργείο και σπαράζει όλη νύχτα από τους πόνους και κάποια τρίτη, που ήρθε να βάλει στήθος.
Για του λόγου το αληθές, από τις τρεις κυρίες εγώ ήμουν η παράλυτη.
Γιατί καταρρέει;
Ας επιστρέψουμε, ωστόσο, στους οπαδούς της τραγικής ειρωνείας: Πώς γίνεται ξαφνικά να καταρρέει παγκοσμίως η Υγεία; Οι φίλοι οπαδοί της ακραίας ελεύθερης αγοράς ίσως ισχυριστούν ότι οι δυνατότητες ήταν περιορισμένες, παρά τις αγνές προθέσεις. Ωστόσο, μία μεγάλη βόλτα, μία μετακόμιση θα έλεγε κανείς, σε ένα νοσοκομείο, θα σας πείσει για το αντίθετο: Η Υγεία αξίζει λιγότερο από τον πόλεμο. Ή τη βιομηχανία. Ή τον τουρισμό (τώρα που ανοίγει ο καιρός). Για την ακρίβεια, όλες αυτές οι οικονομικές πηγές δεν προορίζονται για την ενίσχυση της Υγείας, προορίζονται για πράγματα που έχουν αναλυθεί πριν από ενάμιση αιώνα και θα ήταν ανόητο να επαναλάβω το πιο γνωστό Μανιφέστο του κόσμου.
Γιατί, λοιπόν, πεθαίνουμε; Γιατί δεν είμαστε προτεραιότητα. Αν το δούμε κυνικά, ο θάνατός μας είναι εξαιρετικά επικερδής. Μειώνονται οι καταβολές μισθών και συντάξεων. Επίσης, ειδικά για τους ανάπηρους που δεν παράγουν τίποτε, αλλά καταναλώνουν από τα έτοιμα του κοινωνικού κράτους, ο θάνατός τους, ο κατά προτεραιότητα θάνατός τους, δεν είναι παρά μία τεράστια οικονομική ανακούφιση για τη οικονομία οποιασδήποτε χώρας του ταλαίπωρου τούτου κόσμου.
Πρακτικά, δηλαδή, η φετινή Παγκόσμια Ημέρα Υγείας είναι μεν ημέρα πένθους, διεκδίκησης, ενημέρωσης κλπ, αλλά αν το δούμε μακροπόθεσμα, δηλαδή πέρα από την βραχυπρόθεσμη οικονομική κρίση που έχουν επιφέρει οι καραντίνες, πρόκειται για μία μεγάλη νίκη της Οικονομίας. Γιατί μακροπρόθεσμα, αν το σκεφτούμε πολύ καλά, αυτό που θα μας μείνει είναι πλεόνασμα από τα περιττά έξοδα που αφορούν το κοινωνικό κράτος.
Εξάλλου, όσοι επιζήσουν θα είναι σίγουρα υγιείς, νέοι κυρίως, σε καμία περίπτωση ευπαθείς και επομένως, συμπερασματικά δηλαδή, απολύτως πιο παραγωγικοί σε σχέση με τον τρέχοντα (συνολικά) πληθυσμό του πλανήτη. Όσο για τον Τρίτο Κόσμο, είναι μία υπόθεση που δε μας αφορά, γιατί εκεί ούτως ή άλλως πεθαίνουν. Το πλάνο είναι να παραμείνουν Τρίτος Κόσμος για να μπορούμε εμείς να είμαστε Ανεπτυγμένος Κόσμος.
Τουτέστιν, όλο αυτό το βαρύ θανατικό στην πραγματικότητα ξεκαθαρίζει τις προθέσεις: Προθέσεις και ευγονικές, όπου επιζεί ο πιο ρωμαλέος οργανισμός και, φυσικά, ανθρωπιστικές. Θα θέλαμε να μην πεθάνει τόσος κόσμος; Μα, βεβαίως, δεν είμαστε υπανάπτυκτοι. Ωστόσο, κάνουμε κάτι για αυτό;
Θα σας πω ότι δεν κάνουμε. Αφήνουμε τους υγειονομικούς να παλεύουν μέχρι εξαντλήσεως, δεν έχουμε επαρκές προσωπικό, σίγουρα δεν έχουμε ΜΕΘ, δεν έχουμε καν αρκετές στολές και μάσκες. Επίσης, δεν έχουμε σοβαρό πρόγραμμα εμβολιασμού και παρόλο που είμαστε έγκλειστοι, οι θάνατοι αυξάνονται. Ίσως επειδή τα ωράρια κυκλοφορίας μας συνοστίζουν σε καταστήματα αγαθών πρώτης ανάγκης; Ίσως επειδή η ιατρική περίθαλψη έχει ξεπεράσει τα όριά της; Ίσως επειδή το μέλλον, όπως και το παρελθόν, κατά κανόνα έχουν μεγάλη διάρκεια;
Γιατί διαλύοντας τη δημόσια Υγεία, ο κόσμος πεθαίνει κανονικά, όπως πέθαινε και πριν τον κορονοϊό: Πεθαίνει επειδή έχει καρκίνο, ή κάποιο πολύ σοβαρό αυτοάνοσο, ή χρειάζεται κάποιο πολύ σοβαρό χειρουργείο και τα νοσοκομεία μας έχουν μετατραπεί σε μονάδες κόβιντ. Και σε υγειονομικές βόμβες, στις οποίες οι γιατροί ημών των λιγότερο ευγονικών μας αποτρέπουν να πάμε για εξετάσεις, διότι σε περίπτωση που κολλήσουμε, είμαστε και του θανατά και χωρίς προτεραιότητα.
Το μέλλον εκπορευόμενο από το παρελθόν με κάνει να γνωρίζω πως αν η Υγεία δεν ήταν δημόσια και δωρεάν, τώρα δεν θα έγραφα γιατί θα ήμουν νεκρή. Τα παραπάνω κόστη τα έχω καταναλώσει σχεδόν όλα: Χημειοθεραπείες, πλασμαφαιρέσεις, πάρα πολλές μαγνητικές, χιλιάδες εξετάσεις, λιβάδια από φάρμακα. Και γνωρίζω ότι όσο διαλύεται η δημόσια Υγεία, τόσο κινδυνεύουμε να πεθάνουμε στο μέλλον, επειδή μερικές φορές, αρκετά συχνά, τα κόστη είναι μεγάλα και τα εισοδήματα αναντίστοιχα. Από την άλλη, κάποτε όλοι θα πεθάνουμε, ούτως ή άλλως. Ωστόσο, από την εμπειρία μου στο γνωστό πεδίο των Μαρμαρένιων Αλωνιών, θα ήθελα να σας προειδοποιήσω ότι πρόκειται για μία εξαιρετικά δυσάρεστη κατάσταση.
Σήμερα, λοιπόν, είναι η Παγκόσμια Ημέρα Υγείας. Απλώς, δεν είναι ούτε όπως αξίζει στην ανθρωπότητα, ούτε όπως την θέλουμε για το παρόν, το μέλλον μας και το (εξαιρετικά πρόσφατο) παρελθόν, που χάσαμε ανθρώπους. Είτε λόγω της πανδημίας, είτε -λίγο παλιότερα, πολύ λίγο παλιότερα- επειδή τα ασφαλιστικά τους ταμεία δεν κάλυπταν τα πανάκριβα φάρμακα. Θα μπορούσα να περιγράψω σε δεκάδες σελίδες τους φρικώδεις πόνους και την απόγνωση ενός ανθρώπου που ξέρει ότι πεθαίνει μέρα με τη μέρα. Αλλά δεν έχει σημασία. Σημασία έχει να μπορέσουμε να κρατήσουμε τα νοσοκομεία μας, όπως πρέπει να είναι: Για όλους και χωρίς υποερωτήματα. Κυρίως, χωρίς δικαιολογίες. Αν μη τι άλλο, “την υγειά μας να’χουμε”. Έτσι δεν είναι;
Ακολουθήστε το in.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις