Θα μπορέσει ο Μπάιντεν να βάλει φραγμό στη δολοφονική αγάπη της Αμερικής για τα όπλα;
Με τις αγορές όπλων να εκτινάσσονται στην Αμερική και νέες αιματηρές επιθέσεις, ο Τζο Μπάιντεν προσπαθεί να βάλει φραγμούς στην οπλοκατοχή, όμως ο συσχετισμός στο Κογκρέσο δεν τον βοηθά
- «Στην Τριχωνίδα τέτοιοι σεισμοί έχουν συνέχεια - Χρειάζεται επιτήρηση» - Λέκκας για δόνηση στο Αγρίνιο
- Οι πρώτες συναντήσεις της συζύγου του αστυνομικού της Βουλής με τις τρεις κόρες της - Τι της είπαν
- Αρκάς: Η καλημέρα της Κυριακής έχει γεύση από κουραμπιέδες
- Αμερικανικό μαχητικό καταρρίφθηκε κατά λάθος από αμερικανικό καταδρομικό
Εάν για οποιαδήποτε άλλη χώρα διαβάζαμε την πληροφορία ότι αγοράστηκαν μέσα σε ένα έτος 40 εκατομμύρια όπλα, θα πιστεύαμε ότι αυτή η χώρα βρίσκεται στα πρόθυρα εμφυλίου πολέμου. Ιδίως όταν σε αυτή τη χώρα υπάρχουν συνολικά σχεδόν 400 εκατομμύρια όπλα στα χέρια των πολιτών της, δηλαδή υπάρχουν 120 όπλα ανά 100 κατοίκους.
Όμως, όταν μιλάμε για τις ΗΠΑ όλα αυτά θεωρούνται απλώς άσκηση του δικαιώματος στη οπλοκατοχή που κατοχυρώνεται από το αμερικανικό Σύνταγμα. Παρ’ όλους τους περιορισμούς που έχουν μπει, κυρίως μέσω ελέγχων ως προς το ποινικό μητρώο που πρέπει να γίνει πριν την αγορά ενός όπλου, η διαδικασία αγοράς του παραμένει εξαιρετικά απλή, σε αντίθεση με την πλειοψηφία των αναπτυγμένων χωρών όπου η οπλοκατοχή παραμένει δικαίωμα που παραχωρείται μόνο κατ’ εξαίρεση και για συγκεκριμένους λόγους.
Το βαρύ τίμημα της κατοχής ιδιωτικών οπλοστασίων
Την ίδια στιγμή, πολλές δεκαετίες τώρα στην Αμερική γίνεται μια μεγάλη συζήτηση ως προς το εάν η ευκολία πρόσβασης στα όπλα συνεισφέρει στο να διατηρούνται υψηλά επίπεδα βίας και δη θανατηφόρας βίας. Οι υποστηριχτές της οπλοκατοχής, συσπειρωμένοι γύρω από την National Rifle Association (NRA), ένα από τα ισχυρότερα λόμπι, επιμένουν ότι δεν ευθύνονται για τους θανάτους τα όπλα, αλλά οι χρήστες τους και επιμένουν ότι αυτοί που θέλουν να παρανομήσουν ούτως ή άλλως θα βρουν όπλα από τη «μαύρη αγορά». Οι πολέμιοι της οπλοκατοχής απλώς παραπέμπουν στους χιλιάδες νεκρούς κάθε χρόνο που συνδέονται με χρήση όπλων (μόνο για το 2020 σχεδόν είκοσι χιλιάδες θάνατοι από όπλα, συμπεριλαμβανομένων των ατυχημάτων και πάνω από 24 χιλιάδες αυτοκτονίες). Οι θάνατοι από πυροβόλα όπλα παραμένουν η πρώτη αιτία θανάτου για τους μαύρους άνδρες 15-34 ετών.
Οι πολέμιοι της οπλοκατοχής, που συμπεριλαμβάνουν και τις αστυνομικές υπηρεσίες και τις διωκτικές αρχές επιμένουν ότι χωρίς περιορισμό της οπλοκατοχής δεν μπορεί να μπει φραγμός στη βία και επικεντρώνουν ιδιαίτερα στα περιστατικά μαζικών πυροβολισμών σε σχολεία, εργασιακούς χώρους ή χώρους αναψυχής από ανθρώπους που μπορούν να αποκτήσουν νόμιμα από απλά πιστόλια μέχρι τυφέκια εφόδου, που μπορούν με μια απλή τεχνική μετατροπή να ξεπεράσουν την απαγόρευση στη δυνατότητα να ρίχνουν «κατά ριπές», ή να προμηθευτούν πλήθος εξαρτημάτων που κάνουν ακόμη πιο επιθετικά και φονικά τα όπλα τους.
Να το πούμε απλά: σε αρκετές Πολιτείες των ΗΠΑ μπορεί κανείς να προμηθευτεί και να κατέχει νόμιμα όπλα που σε άλλες χώρες θα χρησιμοποιούσαν μόνο στελέχη των Ειδικών Δυνάμεων, την ώρα που γύρω από την οπλοκατοχή συντηρείται μια ολόκληρη υποκουλτούρα αλλά και βέβαια μια ανθούσα βιομηχανία.
Πώς διαιρούνται τα κόμματα ως προς το θέμα αυτό
Ως προς αυτό το θέμα το αμερικανικό πολιτικό σύστημα είναι βαθιά διαιρεμένο. Οι Δημοκρατικοί παραδοσιακά είναι υπέρ των περιορισμών και των ελέγχων στην οπλοκατοχή (αυτό που στην Αμερική περιγράφεται ως Gun Control), σε αντίθεση με τους Ρεπουμπλικάνους που παραδοσιακά στηρίζουν την οπλοκατοχή και είναι αντίθετοι στις μεγάλες παρεμβάσεις ως προς αυτή. Άλλωστε, η οπλοκατοχή και η αντίθεση στο ομοσπονδιακό κράτος που θέλει να περιορίσει τα δικαιώματα των ανθρώπων να φέρουν όπλα, είναι από τα βασικά θέματα που διαρκώς επικαλείται η αμερικανική ακροδεξιά.
Σε αυτή τη φάση οι Ρεπουμπλικάνοι δεν επιθυμούν να εξυπηρετήσουν οποιαδήποτε προσπάθεια των Δημοκρατικών να περάσουν μεγάλες νομοθετικές αλλαγές. Γι’ αυτόν τον λόγο και θα αξιοποιήσουν τον συσχετισμό που έχουν στη Γερουσία όπου υπάρχει μια «ισορροπία» 50-50. Και μπορεί σε κρίσιμα θέματα η ψήφος που διαθέτει η Αντιπρόεδρος στη Γερουσία να διαμορφώνει συσχετισμό υπέρ των Δημοκρατιών, όμως όταν μιλάμε για τη νομοθετική διαδικασία για να ξεπεραστεί ο σκόπελος του Filibuster, πρέπει τουλάχιστον δέκα Ρεπουμπλικάνοι να συνταχθούν με τους Δημοκρατικούς. Όμως, με τις mid-term εκλογές να έρχονται το 2022 (τις εκλογές που γίνονται στο μέσο της προεδρικής θητείας και στις οποίες ανανεώνονται οι θητείες όλων των μελών της Βουλής των Αντιπροσώπων και το ένα τρίτο της Γερουσίας), δύσκολα οι Ρεπουμπλικάνοι θα βοηθήσουν σε νομοθετήματα που θα είναι αντιδημοφιλή με την εκλογική τους βάση.
Η προσπάθεια του Μπάιντεν να φέρει περιορισμούς
Σε αυτό το φόντο ο νέος αμερικανός πρόεδρος, που ως γερουσιαστής έπαιξε σημαντικό ρόλο στην προώθηση νομοθετημάτων για τον έλεγχο της οπλοκατοχής, προσπαθεί να φέρει κάποιους περιορισμούς που να μπορεί να τους περάσει μέσω δικών του διαταγμάτων χωρίς να χρειάζεται να πρέπει να αναμένει την έγκριση του Κογκρέσου.
Η επιτάχυνση της προσπάθειας έχει να κάνει με δύο πρόσφατα περιστατικά μαζικών δολοφονικών πυροβολισμών. Τον Μάρτιο προηγήθηκε η δολοφονία οκτώ ανθρώπων (οι έξι εκ των οποίων γυναίκες ασιατικής αγωγής σε μια επίθεση που είχε και ρατσιστικά κίνητρα) στην Ατλάντα και ακολούθησε η επίθεση στο Μπούλντερ του Κολοράντο που στοίχισε τη ζωή σε 10 ανθρώπους.
Οι επιθέσεις αυτές ήταν οι πρώτες τέτοιου είδους ύστερα από διάστημα ενός έτους περίπου. Ωστόσο, συνολικά τα περιστατικά μαζικών πυροβολισμών στις ΗΠΑ (δηλαδή των περιπτώσεων όπου ένας δράστης πυροβόλησε τουλάχιστον τέσσερα άτομα) αυξήθηκαν στις ΗΠΑ το 2020 σε περισσότερα από 600 σε σύγκριση με 417 το 2019.
Ως προς τα μέτρα που ανακοίνωσε ο Τζο Μπάιντεν αυτά θεωρήθηκαν αρκετά μετρημένα, αλλά είναι προφανές ότι η αδυναμία να περάσει σχετική νομοθεσία από τη Γερουσία παίζει το ρόλο της. Η πρώτη αλλαγή αφορά τους περιορισμούς στα «όπλα φαντάσματα». Εδώ έχουμε να κάνουμε με κιτ προς συναρμολόγηση, συνήθως από πολυμερές, και τα οποία μπορεί κανείς να παραγγείλει από το διαδίκτυο και τα συναρμολογήσει. Επειδή χρειάζονται ορισμένες μετατροπές (που μπορεί να κάνει κάποιος στο σπίτι του) δεν κατατάσσονται στα όπλα, δεν έχουν αριθμό σειράς για να εντοπιστούν και δεν απαιτείται κανένας έλεγχος για την αγορά τους. Από τη στιγμή που συναρμολογηθούν όμως είναι όπλα που λειτουργούν κανονικά. Πλέον, το υπουργείο Δικαιοσύνης θα απαιτεί τα κιτ αυτά να περιλαμβάνουν και σειριακούς αριθμούς ώστε να μπορούν να εντοπιστούν και θα αντιμετωπίζονται εξαρχής ως όπλα.
Η δεύτερη αλλαγή αφορά πρόσθετα κοντάκια που μπορούν να κάνουν ένα πιστόλι να χρησιμοποιηθεί ως κοντόκαννο τυφέκιο και άρα να είναι πιο θανατηφόρο. Πλέον και αυτά θα αντιμετωπίζονται με βάση τη National Firearms Act, που περιλαμβάνει συγκεκριμένη διαδικασία αδειοδότησης και καταχώρησης όπλων που υπερβαίνουν την έννοια του απλού πιστολιού.
Τέλος, θα διαμορφωθεί πρότυπο νομοθέτησης για τη δυνατότητα να εκδίδονται προσωρινές διαταγές που να απαγορεύουν σε κάποιο τη χρήση των όπλων, εάν αποτελούν κίνδυνο για τον εαυτό τους και τους άλλους. Σημειώνουμε ότι επειδή πρόκειται για ζήτημα που αφορά το συνταγματικό δικαίωμα της οπλοκατοχής η θέσπιση της δυνατότητας προϋποθέτει ομοσπονδιακή νομοθεσία (που δεν θα πέρναγε από το Κογκρέσο) και άρα η προσπάθεια θα είναι όσο το δυνατόν περισσότερες Πολιτείες να περάσουν σχετική πολιτειακή νομοθεσία.
Παράλληλα, αναμένεται ο Τζο Μπάιντεν ανακοίνωσε ότι προτείνει τον Ντέιβιντ Τσίπμαν, για τη θέση του επικεφαλής του Γραφείου Αλκοόλ, Καπνού, Όπλων και Εκρηκτικών, δηλαδή της ομοσπονδιακής διωκτικής αρχής που έχει την αρμοδιότητα για την καταπολέμηση, ανάμεσα στα άλλα, της παράνομης εμπορίας όπλων και οπλοκατοχής. Ο Τσίπμαν, που υπηρέτησε στη συγκεκριμένη υπηρεσία για 25 χρόνια και δη σε ομάδα ειδικών αποστολών, θεωρείται κατεξοχήν υποστηρικτής της επιβολής αυστηρότερων ελέγχων στην προμήθεια και κατοχή όπλων και στο παρελθόν είχε υποστηρίξει την επιβολή απαγορεύσεων στην κατοχή επιθετικών όπλων (όπως π.χ. είναι τα τυφέκια εφόδου) και είναι σύμβουλος σε μια από τις βασικές οργανώσεις υπέρ του ελέγχου στην οπλοκατοχή.
Ωστόσο, αυτό ακριβώς μπορεί και να είναι το πρόβλημα με την επικύρωσή του από τη Γερουσία, καθώς αναμένεται ότι οι Ρεπουμπλικάνοι θα προσπαθήσουν να κάνουν πολύ δύσκολη τη διαδικασία. Σημειώνουμε ότι η απαίτηση να εγκρίνεται ο διορισμός του επικεφαλής του ATF από τη Γερουσία, που θεσπίστηκε το 2006, ήταν αποτέλεσμα πιέσεων από την NRA, για να μπορεί να μπλοκάρεται ο διορισμός υποστηρικτών των περιορισμών στα όπλα. Ως αποτέλεσμα μόνο ένας διευθυντής έχει μπορέσει να επικυρωθεί τα τελευταία 15 χρόνια.
Ακολουθήστε το in.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις