Ζάκυνθος, 7 Απρίλη 1952. Ο Δημήτρης Λάγιος γεννιέται σε μια οικογένεια βιοπαλαιστών. Γνωρίζει από παιδί τις χαρές της φύσης και της ελληνικής γλώσσας, συγκεκριμένα της επτανησιακής διαλέκτου. Περπάτησε στους δρόμους και στα μέτρα του Σολωμού, του Κάλβου και, όταν μεγάλωσε, τους έκανε δασκάλους, ήρωες και εμπνευστές του έργου του.

Ο πατέρας του τραγουδούσε ψαλμούς στην εκκλησία, άριες και ζακυνθινά τραγούδια, ένα μουσικό συνονθύλευμα που χαράχτηκε στην ψυχή του συνθέτη.

Από την «σπουδή» του βιώματος και των αισθήσεων, οδηγείται στην έρευνα, στη μελέτη, στην καταγραφή και στη διδασκαλία έργων της Επτανησιακής Μουσικής Σχολής.

Αποτέλεσμα αυτής της έρευνας κι αυτής της αγάπης ήταν έξι δισκογραφικές δουλειές και η δημιουργία ενός συνόλου καλλιτεχνών, που το ονόμασε «Μουσικό Ασκηταριό» και με τη βοήθεια του οποίου διοργάνωσε γιορτές «Τέχνης και Λόγου» στη Ζάκυνθο.

Ακολουθούν πολλά χρόνια σπουδών. Πιάνο, ανώτερα θεωρητικά και κιθάρα στο Εθνικό Ωδείο της Αθήνας, δίπλα σε μεγάλους δασκάλους, όπως ο Μιχάλης Βούρτσης και ο Δημήτρης Δραγατάκης. Αργότερα, εντατικά μαθήματα μουσικής ανάλυσης, δίπλα στον άλλο μεγάλο δάσκαλο, τον Ernest Brown, στην Αμερική, όπου έμεινε τέσσερα χρόνια, γνωρίζοντας μάλιστα και την σύντροφο της ζωής τους, την Πέγκυ Φοινινή. Το ζευγάρι απέκτησε μια κόρη, την Υακύνθη που την ονόμασε έτσι για να την αφιερώσει στην Ζάκυνθο.

Το 1979 επιστρέφει στην Ελλάδα, όπου ασχολείται με διάφορες μορφές σύνθεσης. Μελετά, επιμελείται, οργανώνει, διασκευάζει και γράφει πυρετωδώς.

Μουσική για το θέατρο, μουσική δωματίου, μουσική για μπαλέτο, τραγούδια, έργα συμφωνικά, έργα ορχηστικά για διάφορα όργανα, μελοποιεί ποιητές, γράφει στίχους… Δουλεύει πολύ, ακατάπαυστα, με πάθος. Δουλειά που φαίνεται κι από την εργογραφία του.

Σαν να ήξερε ότι δεν προλαβαίνει, παρόλο που το θάνατο δεν τον υποψιαζόταν.

Στις 7 Απριλίου 1985, ημέρα των γενεθλίων του, γεννήθηκε ο «μυστικός του έρωτας», όπως τον αποκαλούσε. Η Κύπρος.

Με αφορμή μια συναυλία που δίνει εκείνη τη μέρα, γνωρίζει την κόρη αυτής της άλλης θάλασσας και την κάνει δική του. Τη λατρεύει και δεν την αφήνει ποτέ. Της αφιερώνει στίχους, μουσικές και τη ζωή του. Για την Κύπρο τραγούδησε, έκλαψε και προσπάθησε. Για την Κύπρο και τους ανθρώπους της, που τον αγκάλιασαν. Κι εκείνος τους έκανε οικογένειά του.

Το σπουδαιότερο όμως έργο του αποτελεί και το κύκνειο άσμα του. Η «Ερωτική πρόβα στο θάνατο», είναι ένα χορόδραμα που περιγράφει την πορεία προς το τέλος με όλες τις συναισθηματικές διακυμάνσεις.

Μετά το χαμό του, δισκογραφήθηκε με προσπάθειες του Νταλάρα και άλλων και αποτελεί μέχρι σήμερα την πιο διάσημη δουλειά του. Φωνές όπως των Κατσιμιχαίων, της Σαββίνας Γιαννάτου και του ίδιου, ακούγονται στα τραγούδια «Να ονειρεύομαι», «Μαρία ακόμα σ’ αγαπώ» (γραμμένο για τη μητέρα του), «Μην την πιστεύεις την αγάπη», «Μωβ» κα.

Όλα τα χρόνια της καλλιτεχνικής του δημιουργίας, ο Δημήτρης αγαπήθηκε πολύ. Ο Παπαδόπουλος και ο Νταλάρας έχουν πει για αυτόν ότι ήταν από τους λίγους που τους πλησίασαν χωρίς συμφέρον και υστεροβουλία, ενώ ο Ελύτης πως από τις δεκαπέντε περίπου εκδοχές που είχε ακούσει για τον «Ηλιάτορα», του Λάγιου ήταν εκείνη που τον εντυπωσίασε περισσότερο.

Ο ίδιος ήταν ένα πλάσμα ταπεινό και διακριτικό. Οι συνθέσεις του χαρακτηρίζονταν από ένα έντονο στοιχείο που ακροβατούσε μεταξύ ονείρου και μελαγχολίας. Οι στίχοι του μιλούσαν για τη θάλασσα, τη νοσταλγία και την αγάπη, με μία ισορροπημένη εξιδανίκευση. Μελοποίησε Κάλβο, Καρυωτάκη και πολλούς Ζακυνθινούς ποιητές.

Έφυγε μία ανοιξιάτικη μέρα του Απριλίου του ’91 χτυπημένος από καρκίνο στον πνεύμονα. Ήταν περίπου 40 ετών. Αν δεν τον προλάβαινε ο θάνατος, γενική εκτίμηση είναι πως με τόσα πράγματα που θα μπορούσε να είχε δώσει ακόμη, τόσες ομορφιές να εξωτερικεύσει, θα περιλαμβανόταν ήδη στο Πάνθεον των σημαντικότερων Ελλήνων καλλιτεχνών. Οι στάχτες του σκορπίστηκαν σε Ζάκυνθο και Κύπρο το Μάιο του 1991

Από εκδοτικής πλευράς, κυκλοφόρησαν δύο εξαντλημένα πλέον βιβλία. Το λεύκωμα «Δημήτρης Λάγιος» (1996) από τις εκδόσεις Καστανιώτη με φωτογραφίες και μαρτυρίες συνεργατών και η ποιητική συλλογή του Διονύση Σέρρα «Τραγουδώντας για την Κύπρο και το Δημήτρη Λάγιο» (2001).

ΕΡΓΟΓΡΑΦΙΑ

«Ρήγας Φεραίος», 1980. Εργασία πάνω στο προεπαναστατικό τραγούδι της Ελλάδας. Κυκλοφόρησε σε δίσκο, σε περιορισμένο αριθμό αντιτύπων.
«Ο Ήλιος ο Ηλιάτορας», 1982-83. Μελοποίηση του ομώνυμου έργου του Οδυσσέα Ελύτη.
«Άη – Λαός», 1984. Στίχοι του Μιχάλη Μπουρμπούλη.
«Εδώ που γεννηθήκαμε», 1984. Στίχοι του Φώντα Λάδη.
«Ζακυνθινές Σερενάδες», 1985 – 1986. Τραγούδια του Τζώρτζη Κωστή.
«Λαϊκά Τραγούδια της Ζάκυνθος», 1985 – 86.
«Του Σολωμού και της Ζάκυνθος», 1985 – 86.
«Ζακυνθινή Εκκλησιαστική Παράδοση», 1985 – 86.
«Του Μαντολίνου», 1985-86. Μουσική Επτανήσιων συνθετών, διασκευασμένη για μαντολίνο.
«Ομιλίες», 1987. Ανέκδοτο.
«Σκιές», 1988. Στίχοι δικοί του, του Τάμποτ Κεφαλληνού και της Κλαίρης Αγγελίδου, με τη χορωδία του Πολιτιστικού Ομίλου «Διάσταση» της Λεμεσού.
«Έργα για Ορχήστρα Νυκτών Εγχόρδων», 1990. Έργα γραμμένα για την Ορχήστρα Νυκτών Εγχόρδων του Δήμου Πάτρας.
«Των Αθανάτων», 1988. Σε ποίηση απαγχονισμένων παλικαριών της Κύπρου. Κυκλοφόρησε σε δίσκο το 1993.
«Ίνα τι», 1988. Μελοποίηση αποσπασμάτων ψαλμών του Δαβίδ. Κυκλοφόρησε σε δίσκο το 1992, σε ενορχήστρωση Μιχάλη Χριστοδουλίδη.
«Ρωγμές» και «Σπουδές σ’ ελληνικά θέματα», 1990. Έργα για νυκτά έγχορδα. Κυκλοφόρησε σε δίσκο το 1992.
«Ιδανικοί Αυτόχειρες», 1989. Μελοποίηση ποιημάτων του Κ. Καρυωτάκη. Δισκογραφικό ανέκδοτο.
«Εγκώμιο Παιχνιδιού», 1989. Ορατόριο για παιδιά. Ανέκδοτο.
«Κάλβειος Ραψωδία», 1986-89. Συμφωνικό έργο πάνω στις Ωδές του Κάλβου. Δισκογραφικό ανέκδοτο.
«Ερωτική Πρόβα στο Θάνατο», 1989-91. Σε στίχους δικούς του, κυκλοφόρησε σε δίσκο το 1991, έπειτα από επίπονες προσπάθειες του Γιώργου Νταλάρα.