Το απόγευμα της Τρίτης, ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ πραγματοποίησε μια εκδήλωση τύπου «Μπεν Χουρ» (υπερπαραγωγή δηλαδή…) με θέμα την πρόταση οικονομικής πολιτικής του ΣΥΡΙΖΑ για την επανεκκίνηση της χώρας και της οικονομίας, μετά την πανδημία του κορωνοϊού. Η εκδήλωση δεν σημαδεύτηκε τόσο από τους παρόντες σε αυτή, καθηγητές, συνδικαλιστές του εμπορίου και της εστίασης, και μία πολιτικό, την Εφη Αχτσιόγλου, αλλά από μια απουσία: του Ευκλείδη Τσακαλώτου. Ο άνθρωπος που χειρίστηκε, τόσο τη διαπραγμάτευση για την παραμονή της χώρας στην ευρωζώνη, αλλά και ουσιαστικά και στην Ευρωπαϊκή Ενωση, και «έφαγε» τέσσερα χρόνια από τη ζωή του στην ηλεκτρική καρέκλα του υπουργού των Οικονομικών, όχι μόνο δεν κλήθηκε να παραστεί σε ένα πράγμα που θεωρητικά κατέχει καλύτερα από τον καθένα που μετείχε στην παρουσίαση, αλλά ούτε καν ρωτήθηκε!!

Ούτε καν ρωτήθηκε αν θέλει να παραστεί, αν θέλει να κάνει έναν χαιρετισμό ή τέλος πάντων ένα σχόλιο στις κάμερες.

Την επομένη στην ιστοσελίδα commonality.gr που απηχεί τις απόψεις του, πρώτο θέμα ήταν «Το ημερολόγιο του Ευκλείδη Τσακαλώτου». Το διάβασα μέχρις κεραίας. Είχε ένα θέμα για την αναγκαιότητα μιας κρατικής παρέμβασης στα social media (θέση που θα συζητηθεί, ασφαλώς), ένα μεγάλο χαι(ρετι)στήριο άρθρο για τον Πολ Τόμσεν, μια επίθεση στη Μενδώνη για τη δήθεν πλάκα που θα αναρτούσε στην Ακρόπολη και τα υπόλοιπα, κάτι ευφυολογήματα, με τα οποία προφανώς μόνο εκείνος μπορεί να γελάσει. Τσίπρας πουθενά, ΣΥΡΙΖΑ πουθενά, σχόλιο θετικό για το οικονομικό πρόγραμμα πουθενά. Λέξη. Σαν να μην υπήρξε ποτέ όλο αυτό που έγινε την Τρίτη το βράδυ. Τόσο βαθύ είναι το χάσμα…

«Χάνεις; Φεύγεις»

Τι κρύβεται όμως πίσω από όλο αυτό; Πρόκειται όντως για κόντρα του «Λεγάμενου» με τον άλλοτε υπουργό του των Οικονομικών; Ή πρόκειται για κάτι άλλο, πιο βαθύ και πιο περίπλοκο; Διχάζονται επ’ αυτού οι πληροφορίες και οι εκτιμήσεις. Κατά πολλούς όλο αυτό, να μη θέλει ο ένας να βλέπει τον άλλο, έχει να κάνει με τη δεδηλωμένη άποψη Τσακαλώτου για τον «Λεγάμενο», η οποία συμπυκνωμένα, μπορεί να περιγράφει από τη φράση «χάνεις; φεύγεις», πράγμα το οποίο ο «Λεγάμενος» δεν μπορεί να ανεχθεί ούτε ως αστείο, καθότι πιστεύει ότι «έχει όλο τον χρόνο μπροστά του» και πως «χωρίς αυτόν, δεν υπάρχει ΣΥΡΙΖΑ». Εξού έχει και την εδραία αντίληψη ότι ο Τσακαλώτος, ο Σκουρλέτης, ο Φίλης και τα άλλα παιδιά, θέλουν να τον κοντύνουν πολιτικά, ώστε να είναι πλέον σίγουρο ότι αν χάσει στις εκλογές, θα πρέπει και να φύγει. Υπάρχουν επίσης και ορισμένοι οι οποίοι πιστεύουν ότι μπορεί να συμβαίνουν όλα αυτά, να έχουν παίξει δηλαδή έναν αρνητικό ρόλο στην άποψη του «Λεγάμενου» για τον Τσακαλώτο, αλλά υπάρχει και κάτι ακόμη: η θετική στάση του Τσακαλώτου απέναντι στον Γιάννη Στουρνάρα, τον διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος. Υποστηρίζουν δηλαδή ότι την περίοδο που δήθεν ο Στουρνάρας έβαζε εμπόδια στην κυβέρνηση, και ο «Λεγάμενος» ήταν κατά το κοινώς λεγόμενο «στα κάγκελα» μαζί του, ο Τσακαλώτος δεν είπε ποτέ μια κουβέντα σε βάρος του Στουρνάρα, αλλά αντιθέτως στις συσκέψεις τον στήριζε!

Και αν μεν όλα αυτά έχουν δημιουργήσει αυτή την ένταση στις σχέσεις των δύο ανδρών, κανείς δεν παραγνωρίζει ότι υπάρχουν και πολιτικοί λόγοι μεταξύ τους, που τους έχουν φέρει αντιμέτωπους: για παράδειγμα, οι επιφυλάξεις Τσακαλώτου για τον άκριτο εισοδισμό πρώην πασόκων ή πασοκογενών, και επίσης η διαφορετική του αντίληψη στην προσέγγιση που κάνει το κόμμα στην οικονομία. Ο Τσακαλώτος φαίνεται να πιστεύει ότι τα νέα δεδομένα που έχουν διαμορφωθεί εξαιτίας της πανδημίας, αλλά και της κυβερνητικής αλλαγής, θέλουν καινούργιες συνταγές, και όχι μοντέλα που έχουν εκ των πραγμάτων απαξιωθεί…

Ντρίμπλα

Κυκλοφορεί από στόμα σε στόμα, που λέει ο λόγος, και από κινητό σε κινητό προσθέτω εγώ, και το μεταφέρω ως έχει. Αφορά την τρικυμία στον ΣΥΡΙΖΑ μετά τις δηλώσεις της Θεοδώρας Τζάκρη για την ψήφο των Ελλήνων του εξωτερικού, και τη θεαματική ντρίμπλα Μάκη Βορίδη, που ενθουσίασε τις εξέδρες. Η αντίδραση (υποτίθεται) του εκπροσώπου του ΣΥΡΙΖΑ (θα μπορούσε να) είναι η ακόλουθη: «Στην αρχή αυτοί ήθελαν να μην έχουν περιορισμούς αλλά εμείς θέλαμε να έχουν, μετά εμείς δεν θέλαμε και μας λένε εκείνοι εντάξει να μην έχουν και μετά εμείς είπαμε να έχουν, αυτό τίποτ’ άλλο»!!

Αντιπρόεδρος του Εδεσσαϊκού, κανονικά…

Διόρθωση

Εχω από ημέρες να κάνω μια διόρθωση, και όλο το πάω προς τα πίσω, λόγω… επίκαιρης ύλης, που έλεγαν παλιά οι δημοσιογράφοι. Αφορά δημοσίευμά μου προ 15ημέρου, σύμφωνα με το οποίο, η αρεοπαγίτης που διενεργεί την ανάκριση για τη σκευωρία αναφορικά με το σκάνδαλο της Novartis, κυρία Κωνσταντίνα Αλεβιζοπούλου, συνταξιοδοτείται στο τέλος του Ιουνίου ε.ε. (ενεστώτος έτους, όπως επίσης έγραφαν οι δημοσιογράφοι, παλιά). Αναληθές. Η κυρία Αλεβιζοπούλου συνταξιοδοτείται τον επόμενο χρόνο, στις 30 Ιουνίου 2022.

Τούτου δοθέντος, συνάγω ότι έχει όλο τον χρόνο, όλη την άνεση χρόνου δηλαδή, να περατώσει την ανάκριση, και να αποστείλει το πόρισμα της στο δικαστικό συμβούλιο το οποίο και θα κρίνει αν ο Παπαγγελόπουλος και οι συμμέτοχοι της σκευωρίας θα πρέπει να παραπεμφθούν στο Ειδικό Δικαστήριο…

Ως προς δε τη δίμηνη σχεδόν καθυστέρηση, οφείλω να επισημάνω ότι η ευθύνη οφείλεται αποκλειστικά στον κορωνοϊό. Η κυρία Αλεβιζοπούλου έπεσε «θύμα» του καθήκοντος: κόλλησε τον ιό από τον πρώην υπουργό Δικαιοσύνης Μιχ. Καλογήρου, ο οποίος ειρήσθω εν παρόδω, νοσηλεύθηκε ως ασθενής στο Σωτηρία και βγήκε νικητής. Ο κ. Καλογήρου είχε προσέλθει να εξεταστεί ενώπιόν της, για το σκάνδαλο, και εκεί έγινε το «κακό».

Νέο βιβλίο

Η Μαρίλη Μαργωμένου, συνάδελφός μου, επί πολλά χρόνια, έχει ένα θείο χάρισμα: να γράφει εξαιρετικά. Με οξυδέρκεια, άπειρο ταλέντο, διεισδυτική ματιά και πάντοτε με σωστή εκτίμηση των γεγονότων και των καταστάσεων. Το γραπτό της, μικρό διαμάντι κάθε φορά στις σελίδες της «Καθημερινής» (κυρίως), ήρθε η ώρα να πάρει μια πιο ολοκληρωμένη μορφή, πιο λογοτεχνική, αλλά το ίδιο ενδιαφέρουσα: «Το θηρίο βγήκε βόλτα» είναι ο τίτλος του πρώτου της βιβλίου, και δεν είναι τίποτε λιγότερο από ένα τεράστιο ρεπορτάζ για το τι συμβαίνει στις φυλακές, και στον κόσμο που ζει και κινείται κάτω από το ραντάρ τής καθωσπρέπει κοινωνίας.

Διαβάζεται εύκολα, και σε αυτό, δεν βοηθάει μόνο η καλαίσθητη όσο και πεντακάθαρη εκτύπωση των εκδόσεων Καστανιώτη, αλλά κυρίως, η γρήγορη αφήγηση, οι καλοστημένοι διάλογοι των πρωταγωνιστών, και η ροή της υπόθεσης, που πετυχαίνει το ακατόρθωτο. Από τη μια να σε κάνει να πιστεύεις ότι τίποτε από όλα αυτά δεν μπορεί να συμβαίνουν πραγματικά, και από την άλλη, ότι ναι, αυτός ο κόσμος υπάρχει, δρα και ζει ανάμεσά μας.

Καλοτάξιδο να ευχηθώ στο «θηρίο (που) βγήκε βόλτα», και στη Μαρίλη τη φίλη μου αναμένουμε το επόμενο…