Ο κατουρλής της πλατείας στην Κυψέλη, οι «Τρεις Ερωτες» και η ηθική του μέλλοντος
Κανένας σεβασμός στη δημόσια περιουσία, πολλώ δε μάλλον όταν αυτή αφορά έργα τέχνης, τοπόσημα, αγάλματα υψηλής καλλιτεχνικής αξίας
- Μιας διαγραφής… μύρια έπονται για τη Ν.Δ.- Νέες εσωκομματικές συνθήκες και «εν κρυπτώ» υπουργοί
- Τι βλέπει η ΕΛ.ΑΣ. για τη γιάφκα στο Παγκράτι – Τα εκρηκτικά ήταν έτοιμα προς χρήση
- Την άρση ασυλίας Καλλιάνου εισηγείται η Επιτροπή Δεοντολογίας της Βουλής
- Οι καταναλωτικές συνήθειες των Ελλήνων κατά τη διάρκεια της Black Friday
Διάβασα την εξής ιστορία για το άγαλμα που κοσμεί την πλατεία Αγίου Γεωργίου στην Κυψέλη. Το ονομαζόμενο και «Τρεις Ερωτες».
«Σήμα κατατεθέν της πλατείας είναι ο ιστορικός ορειχάλκινος φανοστάτης, μια μπαρόκ σύνθεση με τρεις στεφανωμένους έρωτες που περιστρέφονται γύρω από ένα μεταλλικό στύλο. Στα χέρια τους κρατούν διακοσμητικά στοιχεία: ο πρώτος ένα κύπελλο, ο δεύτερος ένα κλαδί και ο τρίτος ένα κέρας. Γύρω τους περιπλέκεται ύφασμα με πτυχώσεις που καλύπτει τα γυμνά σημεία του σώματός τους. Στην κορυφή του γλυπτού υψώνονται τέσσερις φανοί. Αρχικά μάλλον ήταν πέντε, αλλά αργότερα ο πέμπτος απομακρύνθηκε για άγνωστους λόγους (πριν τη δεκαετία του 1930). Τόσο το έτος κατασκευής όσο και το έτος τοποθέτησης του φανοστάτη στην πλατεία είναι άγνωστα. Ωστόσο, στη βάση του υπάρχει η επιγραφή στα γαλλικά “A. Durenne, Fondateur à Paris”, που αφορά στο χυτήριο όπου κατασκευάστηκε.
Το ζευγάρι του φανοστάτη αυτού βρίσκεται στην πλατεία Εξαρχείων, μόνο που είναι λίγο διαφορετικό, αφού οι έρωτες κρατούν ένα αγγείο, ένα έγχορδο μουσικό όργανο και ένα κοχύλι και στην κορυφή του υψώνονται πέντε φανοί. Σε περίπτωση που οι φανοστάτες είναι γνήσιοι δημιουργήθηκαν γύρω στα 1900 και κοσμούσαν την είσοδο του δημοτικού θεάτρου της Αθήνας, που κατασκευάστηκε από τον Ε. Τσίλλερ στην πλατεία Λουδοβίκου (μετέπειτα Κοτζιά). Πρόκειται για έργα τέχνης με μεγάλη καλλιτεχνική αξία που μαρτυρούν την ιστορία της πόλης».
Αυτό το μοναδικό έργο τέχνης, που πραγματικά έχει σπουδαία καλλιτεχνική αξία, κοσμεί την πλατεία που τον τελευταίο καιρό είναι στο επίκεντρο της δημοσιότητας για τα περίφημα «κορονοπάρτι».
Κι έγινε ακόμη πιο γνωστό, ακόμη και σε αυτούς που δεν έχουν πάει ποτέ στην Κυψέλη, διότι κάποιος «διαμαρτυρόμενος» για το lockdown… έκανε την ανάγκη του.
Κάποιος από αυτούς που «μπούχτισαν» από την κλεισούρα και βγήκαν να διασκεδάσουν πέρα από κάθε μέτρο και κάθε λογική, αποφάσισε να κατουρήσει το άγαλμα.
Να ήταν άραγε μια… επείγουσα ανάγκη που δεν χώραγε άλλη καθυστέρηση; Να βιαζόταν ο άνθρωπος να ουρήσει και δεν μπορούσε να βρει ουρητήριο;
Να ήθελε να… φέρει στην Ελλάδα το περίφημο «Manneken pis» από τις Βρυξέλλες;
Φανταζόμαστε πως όχι. Γιατί αν αποφασίζεις να κατουρήσεις μπροστά σε εκατοντάδες άτομα κι επιλέγεις να το κάνεις πάνω σε ένα άγαλμα, αυτό είναι σημάδι επίδειξης.
Ηθελε ο συγκεκριμένος… νομοταγής πολίτης κι… επαναστάτης, να δηλώσει την περιφρόνησή του.
Περιφρόνηση σε ένα έργο τέχνης.
Περιφρόνηση στην ιστορία της πόλης και στην καλλιτεχνική αξία των «Τριών Ερώτων».
Περιφρόνηση στο ίδιο το κράτος, στους θεσμούς, στην κυβέρνηση, τον δήμο της Αθήνας και όποιον άλλον επίσημο που είναι για τον «κατουρλή» ο… ταξικός εχθρός.
Περιφρόνηση γενικά σε ο,τιδήποτε «περιορίζει» την ελευθερία του συγκεκριμένου ανθρώπου. Αλλά κι όλων εκείνων που βρίσκουν ως μοναδικό τρόπο εκτόνωσης τον συνωστισμό χωρίς μάσκες.
Και να δεχθούμε ότι η κυβέρνηση έχει κάνει μεγάλα λάθη στη διαχείριση της πανδημίας.
Να δεχθούμε ότι και οι επιστήμονες ορισμένες φορές δεν ξέρουν τι λένε ή δεν έχουν έρμα και μπερδεύουν τους πολίτες.
Να δεχθούμε όλοι μας ότι δεν πάει άλλο με την καραντίνα. Ότι δεν πάει άλλο με την φτώχεια, τα κλειστά μαγαζιά, την αγωνία για το μέλλον.
Μην ξεχνάμε, επίσης, ότι υπάρχουν βλακώδεις και ανεύθυνες πολιτικές δυνάμεις που… αναλαμβάνουν το ρίσκο και υιοθετούν συμπεριφορές που ενδεχομένως θα οδηγήσουν σε δεκάδες ακόμη νεκρούς.
Πώς να δεχθείς, όμως, την περιύβριση της ιστορίας σου, της πόλης σου, των αγαλμάτων και των τοποσήμων που δείχνουν την ιστορική συνέχεια της Αθήνας;
Πώς να δεχθείς τους τόνους των σκουπιδιών που μαζεύονται κάθε βράδυ από κάποιους που θεωρούν τσιφλίκι τους κάθε δημόσιο χώρο;
Πώς να δεχθείς έναν τύπο να κατουράει ένα άγαλμα, να το βανδαλίζει γράφοντας ανοησίες, να το σπάει, να το κατακρεουργεί;
Επειδή, λοιπόν, η αισθητική είναι η ηθική του μέλλοντος, πρέπει να προφυλαχτούμε από τους ανήθικους.
Κι αν κάποιος πει: «Ε, και τι έγινε μωρέ. Ένα άγαλμα κατούρησε, λίγα σκουπίδια πέταξε», η πλειοψηφία πρέπει να προτάξει την αισθητική.
Κι εν πάση περιπτώσει, όποιος δεν έχει αισθητική, ήτοι όποιος «σκοτώνει» την όποια ηθική, δεν πρόκειται να σεβαστεί ούτε την ανθρώπινη ζωή.
Όταν δε σέβεται τη δημόσια περιουσία, και ειδικά ένα καλλιτεχνικό δημιούργημα, είναι σίγουρο ότι θα ρισκάρει για τη ζωή του πατέρα του, της μάνας ή του παππού του.
Οταν δεν σέβεται καν τον εργαζόμενο, τον «σκουπιδιάρη» που θα του μαζέψει τις βρομιές και θα του καθαρίσει τα ούρα, τότε μην περιμένεις κάτι καλύτερο.
Όταν κατουράει τον πολιτισμό της χώρας του, είτε είναι έργο του Τσίλερ, είτε του Γιαννούλη Χαλεπά, τότε να με συγχωρέσετε, δεν έχει ελπίδα ο τόπος.
Οσοι, λοιπόν, αδιαφορούν για την αισθητική, από τον κατουρλή της φωτογραφίας, μέχρι τον βάνδαλο γκραφιτά. Κι από τον τύπο που σπάει το άγαλμα μέχρι αυτόν που γράφει σε μάρμαρα χιλιάδων ετών «Σούλα σ’ αγαπάω», αυτά μόνο τους αξίζουν: Η αδιαφορία, η αηδία, ο κοινωνικός αποκλεισμός τους.
Ακολουθήστε το in.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις