Στη συρρίκνωση της μαύρης τρύπας στο τείχος ανοσίας που χτίζεται δόση τη δόση από τον περασμένο Φεβρουάριο στους πολίτες άνω των 60 ετών εστιάζει η ηγεσία του υπουργείου Υγείας, προστατεύοντας με τον τρόπο αυτό τον πλέον ευάλωτο πληθυσμό. Παράλληλα, φαίνεται να «σπάει» το κύμα αμφιβολίας που είχε κάνει μεγάλη μερίδα των υγειονομικών (με έμφαση στο νοσηλευτικό προσωπικό) να γυρίζει την πλάτη στον εμβολιασμό. Σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία που έχει στα χέρια του ο γενικός γραμματέας Πρωτοβάθμιας Φροντίδας Υγείας Μάριος Θεμιστοκλέους, το ποσοστό των πολιτών άνω των 85 ετών που έχουν υποβληθεί σε εμβολιασμό ή έχουν κλείσει ραντεβού για το άμεσο μέλλον ανέρχεται πλέον στο 63%.

Εντούτοις, έως και σήμερα, ένας στους τέσσερις πολίτες της κρίσιμης αυτής ηλικιακής κατηγορίας απέχει από την εμβολιαστική εκστρατεία «Ελευθερία». Αναζητώντας τις αιτίες, η διευθύντρια της 7ης Πνευμονολογικής Κλινική του Νοσοκομείου «Σωτηρία» και πρόεδρος του Κεντρικού Συμβουλίου Υγείας Ασημίνα Γκάγκα σημειώνει στα «ΝΕΑ» ότι πρέπει να συνυπολογίσει κανείς ότι «στις μεγαλύτερες ηλικίες υπάρχουν άνθρωποι κατάκοιτοι που συνεπώς δεν μπορούν να μεταφερθούν στα εμβολιαστικά κέντρα. Επιπλέον, στα χωριά υπάρχει μεγαλύτερη δυσκολία μετακίνησης, ενώ δεν πρέπει να παραβλέπουμε και εκείνες τις περιπτώσεις πολιτών που αρνούνται να εμβολιαστούν».

Ο κανόνας και οι εξαιρέσεις

Η ειδικός, όμως, διαπιστώνει καθημερινά τα οφέλη του εμβολιασμού από το προφίλ των νοσηλευομένων στο νοσοκομείο πρώτης γραμμής όπου υπηρετεί. Πιο συγκεκριμένα, όσο εξελίσσεται το τρίτο κύμα, «οι περισσότεροι ασθενείς είναι 60-70 ετών ή και κάτω των 60 ετών, οι οποίοι δεν έχουν προλάβει να εμβολιαστούν». Σύμφωνα με τα στοιχεία του υπουργείου Υγείας, σήμερα στις ηλικίες 80-84 ετών, μόλις το 65% είτε έχει κάνει μία δόση του εμβολίου είτε έχει κλείσει ραντεβού. Λαμπρή εξαίρεση αποτελεί η ηλικιακή κατηγορία 75-79 ετών, όπου η θερμή ανταπόκριση των πολιτών έχει οδηγήσει σε ποσοστά… ανοσίας της αγέλης (78%). Ομως, στους 70-74 το αντίστοιχο ποσοστό μειώνεται και πάλι στο 60%, όπως και για την ηλικιακή ομάδα 65-69 ετών. Μάλιστα, στους πολίτες 60-64 ετών εκτιμάται ότι έως και σήμερα μόλις ένας στους δύο (53%) έχει νιώσει το… τσίμπημα στο μπράτσο του ή έχει προγραμματίσει ραντεβού στο πλησιέστερο εμβολιαστικό κέντρο.

Η ασάφεια που προέκυψε στις οδηγίες μετά τον εντοπισμό των παρενεργειών του εμβολίου της AstraZenca είναι ακόμη μία αιτία για το χαμηλό εμβολιαστικό ποσοστό που εντοπίζει ο καθηγητής Φαρμακολογίας – Φαρμακογονιδιωματικής και Ιατρικής Ακριβείας στο Δημοκρίτειο Πανεπιστήμιο Θράκης και πρόεδρος της Ελληνικής Εταιρείας Φαρμακολογίας Ευάγγελος Μανωλόπουλος. Και προσθέτει ότι είναι αναγκαία μια ενημερωτική εκστρατεία που θα λειτουργήσει όπως η… υπενθυμιστική δόση σχετικά με τα συντριπτικά θετικά αποτελέσματα έπειτα από τον εμβολιασμό.

Ηλικιακοί περιορισμοί

«Ορισμένες χώρες όπως η Γερμανία και η Γαλλία επέβαλαν ηλικιακούς περιορισμούς για το συγκεκριμένο εμβόλιο, στους πολίτες κάτω των 60 ή των 55 ετών. Στη χώρα μας, όπως και σε άλλες υιοθετήθηκε μία διαφορετική στάση, όμως αυτή ακριβώς η «πολυφωνία» ενέτεινε το αίσθημα του φόβου στους πολίτες» τονίζει ο καθηγητής. Μοιραία, σύμφωνα με τον ίδιο, «υπάρχουν ακόμη αρκετοί που είτε αρνούνται εξαιτίας δεύτερων σκέψεων να εμβολιαστούν είτε το καθυστερούν έως ότου αποκρυσταλλωθεί η εικόνα σχετικά με τυχόν παρενέργειες. Αυτό που οφείλουμε όμως να αναλογιστούμε είναι ότι οι ηλικιωμένοι παραμένουν η ομάδα-στόχος, δεδομένου ότι στις νεότερες ηλικίες αναμένεται ακόμη μικρότερη ζήτηση. Για παράδειγμα στην Αγγλία, όπου εμβολιάστηκε το 80% των ηλικιωμένων, οι εκτιμήσεις είναι σαφώς πιο μετριοπαθείς για τον νεότερο πληθυσμό. Ομως, η πιθανή αυτή «ψαλίδα» θα μειωθεί εξαιτίας της φυσικής ανοσίας στους νέους».

Εν τω μεταξύ, αργά αλλά σταθερά εξελίσσεται το παράλληλο πρόγραμμα του εμβολιασμού στο προσωπικό του ΕΣΥ, καθώς παρότι η εμβολιαστική εκστρατεία «Ελευθερία» ξεκίνησε εντός των νοσοκομείων, όπως διαπιστώθηκε στα τέλη Μαρτίου ένας στους δύο νοσηλευτές παρέμενε ανεμβολίαστος, όπως και τρεις στους δέκα γιατρούς. Η πρόεδρος της Ενωσης Ιατρών Νοσοκομείων Αθήνας και Πειραιά (ΕΙΝΑΠ) και συντονίστρια διευθύντρια της Γ’ Παθολογικής κλινικής του νοσοκομείου «Γ. Γεννηματάς» Ματίνα Παγώνη τονίζει ότι η εικόνα σταδιακά βελτιώνεται: «Μεγάλος αριθμός γιατρών και κυρίως νοσηλευτών – όπου είχε εντοπιστεί χαμηλό ποσοστό εμβολιαστικής κάλυψης – έχουν ενταχθεί στις λίστες αναπλήρωσης. Υπολογίζουμε δε ότι στους νοσηλευτές η αύξηση είναι της τάξεως του 20%».

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ ΝΕΑ