Μπελίζ: Περιβαλλοντικές οργανώσεις αγόρασαν τροπικό δάσος για να το προστατεύσουν από την υλοτομία
Το τροπικό δάσος έχει έκταση 950 τ.χλμ. και χαρακτηρίζεται από τεράστια βιοποικιλότητα
«Αυτά τα κούτσουρα είναι ιστορικά», λέει η Έλμα Κέι μιλώντας στον Guardian, από το τροπικό δάσος του Μπελίζ, όπου βρέθηκε για να καταμετρήσει τα κομμένα δέντρα. «Αυτά είναι τα τελευταία κούτσουρα που κόπηκαν εδώ, για να παραχθεί ξυλεία από μαόνι, και τα οποία άφησε πίσω της η εταιρεία που εκμεταλλευόταν το άσος».
Πλέον κανένα δέντρο δεν θα κοπεί σε αυτή την περιοχή των 950 τ.χλμ, καθώς αγοράστηκε από μια ένωση περιβαλλοντικών οργανώσεων, που επιχειρούν να διασώσουν ένα από τα τελευταία παρθένα δάση του πλανήτη από την αποψίλωση. «Τώρα το δάσος θα είναι ασφαλές για πάντα», τονίζει η Κέι.
Η είδηση ανακοινώθηκε σήμερα, για να συμπέσει με την Ημέρα της Γης, που καθιερώθηκε το 1970 για να κινητοποιήσει τον πλανήτη σε δράση για την προστασία του περιβάλλοντος.
Το τροπικό δάσος, που πλέον ονομάζεται Μπελίζ Μάγια, είναι τμήμα ενός τροπικού δάσους μεγέθους 150.000 τ.χμλ., το οποίο διατρέχει το Μεξικό, το Μπελίζ και τη Γουατεμάλα και είναι γνωστό ως Σέλβα Μάγια. Η περιοχή χαρακτηρίζεται από τεράστια βιοποικιλότητα ενώ φιλοξενεί πέντε είδη άγριων αιλουροειδών, δύο είδη μαϊμούδων και εκατοντάδες είδη πτηνών.
«Από την πρώτη στιγμή που μπαίνεις στο δάσος, βλέπεις ότι βρίθει βιοποικιλότητας», λέει η Κέι, μία από τους διευθυντές του τοπικού Καταπιστεύματος για το Δάσος Μπελίζ Μάγια. «Δεν μπορώ να σου πω πόσους διάνους οφθαλμιοφόρους είδαμε από το αυτοκίνητό μας – πάνω από 50. Για τους κατοίκους του Μπελίζ, αυτό το δάσος σημαίνει ότι έχουμε τη δυνατότητα να προστατεύσουμε τη βιοποικιλότητά μας – από τους εμβληματικούς ιαγουάρους μέχρι τις εξαιρετικά απειλούμενες με εξαφάνιση χελώνες των ποταμών της Κεντρικής Αμερικής, μέχρι τους απειλούμενους τάπιρους – που είναι κρίσιμη τόσο για την οικονομία μας, όσο και για την πολιτιστική μας κληρονομιά».
Σε συνδυασμό με το καταφύγιο του Ρίο Μπράβο που βρίσκεται δίπλα του, το Τροπικό Δάσος Μπελίζ Μάγια δημιουργεί μια προστατευόμενη περιοχή που καλύπτει το 9% της έκτασης του Μπελίζ και συνεισφέρει στη διασφάλιση ενός ζωτικού διαδρόμου της άγριας ζωής, προς τη βόρεια Γουατεμάλα, το νότιο Μεξικό και το Μπελίζ.
Η προστασία μεγάλων εκτάσεων παρθένων τροπικών δασών μπορεί να βοηθήσει στην άμβλυνση των επιπτώσεων της κλιματικής κρίσης. «Δάση όπως αυτά συγκρατούν τεράστιες ποσότητες άνθρακα», εξηγεί στον Guardian η Τζούλι Ρόμπινσον, διευθύντρια προγράμματος για το Μπελίζ του Nature Conservancy, ενός από τους εταίρους πίσω από την αγορά της έκτασης. «Βρισκόμαστε σε ένα σημείο καμπής, επομένως είναι πολύ σημαντικό να προσπαθήσουμε να αντιστρέψουμε αυτή την τάση».
Η περιοχή ανήκε στο Forestland Group, μια αμερικανική εταιρεία που διέθετε άδεια για βιώσιμη υλοτομία. Όταν διατέθηκε προς πώληση, το Nature Conservancy και άλλες οργανώσεις, όπως το World Land Trust, το Ερευνητικό Ινστιτούτο του Πανεπιστημίου του Μπελίζ και η Εταιρεία Διατήρησης της Άγριας Ζωής, άδραξαν την ευκαιρία να αγοράσουν την έκταση.
«Αν δεν αγοραζόταν με στόχο τη διατήρηση της άγριας ζωής, το πιθανότερο είναι ότι οι αγοραστές θα ενδιαφέρονταν να την μετατρέψουν σε έκταση για μεγάλης κλίμακας, βιομηχανοποιημένη, μηχανοποιημένη, μονοκαλλιέργεια. Σώσαμε αυτή την έκταση από πλήρη αποψίλωση».
Από το 2011, το Δάσος Μάγια, που λειτουργεί ως διάδρομος συνδέοντας τα δάση που απλώνονται στο Μπελίζ, το Μεξικό και τη Γουατεμάλα, έχει βιώσει υψηλά ποσοστά αποψίλωση με στόχο την βιομηχανοποιημένη καλλιέργεια. «Επί δεκαετίες, η κυβέρνηση του Μπελίζ, οι κάτοικοι και οι περιβαλλοντικές οργανώσεις ήθελαν να δουν αυτή τη γη να διασώζεται», υποστηρίζει η Ρόμπινσον.
Παρά το όνομα της περιοχής, οι Μάγιας, ο πολιτισμός των οποίων κάποτε απλωνόταν σε όλη την έκταση του Μπελίζ και της Γουατεμάλας και σε ορισμένες περιοχές του Μεξικό, δεν έχουν ζήσει στη συγκεκριμένη περιοχή επί πολλά χρόνια. Οι σημερινοί τους απόγονοι ζουν κυρίως στα νότια της χώρας. Σύμφωνα με την Ρόμπινσον, οι αυτόχθονες δεν εκτοπίστηκαν για να ανοίξει ο δρόμος για τις βιομηχανίες, όπως συνέβη σε άλλες περιοχές της Λατινικής Αμερικής, αλλά οι ιδιωτικές εκτάσεις ήταν αποκλεισμένες από το κοινό. «Όταν η Forestland Group αγόρασε την περιοχή, κανείς δεν ζούσε εκεί», λέει η Ρόμπινσον. «Ωστόσο, γύρω από την ιδιοκτησία της υπήρχαν τοπικές κοινότητες. Και δεν είχαν πρόσβαση σε αυτή τη γη».
«Εντός της ιδιοκτησίας υπάρχουν αρχαιολογικοί χώροι που χρονολογούνται στο 800 μ.Χ.», προσθέτει. «Επιπλέον, υπάρχουν περισσότερες από 25 ιερές λίμνες του Κάρα Μπλάνκα, όπου κρύβονται απίστευτοι θησαυροί των Μάγιας. Πολλοί λίγοι κάτοικοι έχουν βρεθεί ποτέ σε αυτές τις περιοχές. Και αυτοί οι αρχαιολογικοί χώροι απειλούνται επίσης από τη γεωργία. Πολιτισμικά, είναι σημαντικό να διατηρήσουμε αυτά τα στοιχεία, για να ξαναφέρουμε σε επαφή τις κοινότητες των Μάγιας με τους ιερούς τους τόπους, αλλά και να βρούμε τρόπους δημιουργίας εισοδήματος για τις κοινότητες και τη χώρα».
Τώρα που η γη έχει πια αγοραστεί, γίνονται προσπάθειες για τη διάθεσή της για οικοτουρισμό. Επιπλέον, ίσως υπάρχει η δυνατότητα βιώσιμων καλλιεργειών, αλλά και επιστημονικών ερευνών. Το μόνο πράγμα που είναι εκτός συζήτησης είναι το ενδεχόμενο εκμετάλλευσης των φυσικών πόρων, όπως η ξυλεία.
«Γύρω από το τροπικό δάσος υπάρχει μια πολπολιτισμική κοινωνία, που αποτελείται από άτομα σαν κι εμένα, που έλκουν την καταγωγή τους από τους Μάγιας και τους Ευρωπαίους, αλλά και άτομα από γειτονικές χώρες της Κεντρικής Αμερικής και Γερμανούς Μεννονίτες», εξηγεί η Κέι στον Guardian. «Προσπαθούμε να εμπλέξουμε όλες τις διαφορετικές κοινότητες στο σχέδιο διάσωσης της άγριας ζωής. Οι περισσότεροι βγάζουν τα προς το ζην από τη γεωργία. Ένας στόχος είναι να κάνουμε πιο βιώσιμη τη γεωργία».
«Αναγνωρίζουμε ότι οι άνθρωποι πρέπει να ζήσουν, όμως αυτό πρέπει να γίνει βάσει αξιών που θα προστατεύσουν το δάσος, κρατώντας το ασφαλές για όλους τους κατοίκους του Μπελίζ».
Η Ρόμπινσον υποστηρίζει ότι καθώς η κλιματική αλλαγή επιδεινώνεται, οι φιλανθρωπικές αγορές γαιών με στόχο την προστασία τους, θα γίνονται σταδιακά όλο και πιο συχνό φαινόμενο. «Όμως είναι σημαντικό αυτό να γίνεται σε συνεργασία με τις κοινότητες», επισημαίνει στον Guardian. «Δεν μπορούμε απλώς να αγοράζουμε μια ιδιοκτησία, να την κλειδώνουμε και να λέμε ότι την προστατεύσαμε. Αυτό δεν μπορεί να λειτουργήσει».
Το Μπελίζ έχει προχωρήσει σε πολλές πρωτοβουλίες στη διάρκεια των τελευταίων ετών, προκειμένου να διασώσει τους φυσικούς πόρους του. Το 2018 απαγόρευσε τις γεωτρήσεις στις ακτές του προκειμένου να προστατεύσει τα υδάτινα περιβάλλοντα, αλλά και την επωφελή βιομηχανία των καταδύσεων. Σχεδόν το 40% της έκτασης της χώρας προστατεύεται σε κάποιο βαθμό. «Οι κάτοικοι του Μπελίζ έχουν μια απίστευτη σύνδεση με τη φύση», υποστηρίζει η Ρόμπινσον. «Αναφερόμαστε στη χώρα μας ως “το κόσμημα”».