Το Πάσχα μοσχοβολά παραδοσιακά μέσα από το ζαχαροπλαστείο Πετέκ
Ένα από τα εναπομείναντα καμάρια της Τρίτης Σεπτεμβρίου και της Βικτώριας μας συνδέει γευστικά με τις πιο ρετρό μας αναμνήσεις
Αν έχω λατρέψει κάτι τα τελευταία χρόνια στην Αθήνα, είναι τα γαστρονομικά της άλματα, που μοιάζουν γκουρμέ και ίσως εξεζητημένα στα μάτια των «βιαστικούληδων», αλλά στην ουσία είναι «επιστροφή στις βασικές αξίες»: στην ποιοτική, φρέσκια πρώτη ύλη, στην απλότητα, στο μεράκι, στην μικρότερη παραγωγή που οδηγεί σε εξάντληση αποθεμάτων μετά το μεσημέρι σε σουβλατζίδικα, φούρνους και γλυκοπωλεία.
Καμιά φορά, όμως, σκέφτομαι πως μπορεί να εκλείψουν σε λίγα χρόνια οι γευστικές εκείνες γωνιές στην Αθήνα, όπου το παραδοσιακό και το λίγο παλιακό έχει ριζώσει και έχει θρέψει γενιές και γενιές. Μιλώ για στέκια που δεν άνοιξαν τα 00s και καμώνονται τα παραδοσιακά, μιλώ για στέκια που έχουν ζήσει από χούντες και πολυτεχνεία, από δόξες μέχρι κρίσεις.
Με γλυκά και φαγιά τα οποία μπορεί να μην παίρνουν από τους ειδικούς το απόλυτο 10ρι, γιατί κάτι στην αναλογία τους μπορεί να είναι υπερβολικό ή κάτι άλλο να λείπει ή η κοψιά τους να μην είναι σύγχρονη… Γλυκά και φαγιά, όμως, που στις συνειδήσεις μας είναι σε πολύ υψηλές κλίμακες, γιατί μας θυμίζουν την γιαγιά μας, τα γενέθλια της αδερφής μας, τα Χριστούγεννα στο σπίτι εκείνης της θείας από την Κυψέλη και άλλα τόσα και ακόμα πιο πολλά.
Το φαγητό είναι μνήμη και ακόμα δεν ανδρώθηκαν οι γενιές που θα νοσταλγούν Κυριακές με σεβίτσε και cinnamon roll στο μπαλκόνι. Στις αναμνήσεις μας τις περί φαγητού, πρωταγωνιστούν ακόμα σιροπιαστά, τσουρέκια, μουσακάδες, πίτες και κατσαρολάτα από άλλον πλανήτη. Τα λέω καλά;
Η ασθμαίνουσα Τρίτης Σεπτεμβρίου και το ζαχαροπλαστείο της
Περπατώντας στην ετοιμόρροπη, σχεδόν, λεωφόρο που στέκει ξεπεσμένη πριγκιποπούλα στο κέντρο της Αθήνας σκέφτομαι πόσο καθόλου δεν έχω μετανιώσει που άφησα το πατρικό μου στο ήρεμο Μοσχάτο για αυτή την εκτυφλωτικά όμορφη ασχήμια. Από την Λεωφόρο Αλεξάνδρας, έζησα Εξάρχεια και από εκεί Άγιο Παντελεήμονα και Κυψέλη. Κι έχω φάει σε αρχαίες ταβέρνες, έχω πέσει πάνω σε εγκαίνια hip μαγαζιών κατά τύχη, έχω δοκιμάσει κουζίνες εξωτικές και γεύσεις ανείπωτες σε αυτήν την πόλη.
Μέσα στα κλασικά μου στέκια που πιστοποιούν πόσο ρετρολάγνα είμαι (Πειναλέων, Au Revoir, Galaxy, Φίλιον, Λελούδας, Άγραφα, σουβλάκι ο Κώστας κ.ά) προστέθηκε το ζαχαροπλαστείο Πετέκ (Γ’ Σεπτεμβρίου 81) που δεν το συστήνω σε όσες και όσους έχουν την απαίτηση ενός εξαιρετικού, κάπως απoνευρωμένου γλυκού, που είναι γλυκό, είναι και άγλυκο, δεν σου κάθεται βαρύ, έχει φίνο άρωμα, όχι πολλές θερμίδες και, γενικώς, φέρνει σε εστιατορικό, άξιο να το αντιγράψουν επίδοξοι τηλεοπτικοί σεφ και να κερδίσουν πόντους.
Δεν το συστήνω ούτε σε όσες και όσους παθαίνουν αμερικανίστικο παροξυσμό με λουτρά μερέντας και τρεις ορόφους παντεσπάνι με φρούτα, κακάο, βανίλια και γλάσο ενδιάμεσα σε όλα τα χρώματα του ουράνιου τόξου ή, επίσης, με μπισκότα σοκολάτας με σοκολάτα και κομματάκια σοκολάτας.
Το συστήνω σε εσάς τους μερακλήδες περαστικούς, περιπατητές, πλάνητες της Αθήνας με τα μάτια, τα αυτά και τη μύτη σας πάντα έτοιμα να δεχθούν την επόμενη πρόκληση. Σε εσάς που αγοράζετε λουλούδια για τα βάζα του σπιτιού σας, σε εσάς που μπορεί να αρκείστε σε ψωμοτύρι, αλλά το κρασί σας το θέλετε φίνο και διαλεχτό, σε εσάς που έχετε φάει σε καλά εστιατόρια κι είστε κοσμοπολίτες, αλλά τον αποδομημένο μπακλαβά ως λογική δεν τον καταλάβατε ποτέ σας.
Να πάτε λοιπόν στο Πετέκ, να νιώσετε σαν στο σπίτι σας μες στον κουκλίστικο χώρο του και να τα σηκώσετε όλα: σιροπιαστά, μπισκότα, πάστες, τσουρέκια, σοκολατάκια και δεν συμμαζεύεται.
Άριστους βρίσκω τους εργολάβους του, τόσο όσο αρωματικούς (αμύγδαλο πραγματικό!), όσο και και ανάλαφρους στην υφή της ζύμης τους. Φημίζονται και για τα τσουρέκια τους-εγώ θα πρότεινα να κάνετε skip για μια φορά το τιμιότατο παραδοσιακό που μοσχοβολά μαστίχα και μαχλέπι (όπως ακριβώς το φτιάχνει η Πολίτισσα γιαγιά μου!), και να πέσετε με τα μούτρα σε μια θαρραλέα βουτιά σιροπιού σοκολάτας και μαύρων κερασιών. Αυτό το παλιακό τσουρέκι τυλιγμένο σε διάφανο σελοφάν φιγουράρει σταθερά στα ράφια του Πετέκ και τρώγεται στην διαδρομή από το ζαχαροπλαστείο στο σπίτι με τα χέρια να κολλούν και τον ουρανίσκο επίσης.
Αξίζει κάθε θερμίδα.
Σημειωτέον, Πετέκ στα τούρκικα σημαίνει κηρήθρα. Σκέτη γλύκα, σκέτο μέλι!
Το Πετέκ εδρεύει σε αυτό το σημείο από το 1965 μέχρι και σήμερα και φυσικά αποτελεί σημείο αναφοράς της περιοχής. Παππούδες έρχονται για γλυκό με τα εγγόνια τους και ήταν εικοσάρηδες όταν πρωτομπήκαν στο μαγαζί για να κεράσουν κάτι την συνοδό τους ή να πάνε ένα κουτί στο σπίτι τους, παραγγελιά της οικογένειας.
Ο ιδρυτής του ιστορικού ζαχαροπλαστείου, Ιωάννης Μαγκλάρας, άνοιξε το πρώτο κατάστημα στην Κωνσταντινούπολη, από όπου και καταγόταν. Το 1964 ήρθε στην Αθήνα και ,με κεντρικούς του άξονες το κορυφαίο πολίτικο τσουρέκι και το παγωτό καϊμάκι, αυθεντικό και χειροποίητο φτιαγμένο με ολόφρεσκο γάλα, άρχισε να κατακτά τους Αθηναίους.
Οι πιστοί πελάτες του Πετέκ αγαπούν ιδιαίτερα και τα σιροπιαστά του, αλλά και τα βουτήματα (μην παραλείψετε ένα μικρό κουτί από σμυρνέικα κουλουράκια), τις ευφάνταστες πάστες του και, φυσικά, τα κέικ του που μοσχοβολούν «πρωινό στο σπίτι» και αποτελούν άριστη ιδέα για κέρασμα επίσκεψης: κέικ με κρέμα και σοκολάτα, με λεμόνι, με κρέμα σαμπάνιας, με πορτοκάλι- η λίστα δεν τελειώνει!
Δοκίμασα, που λέτε, αυτήν την πάστα στο ποτήρι με μπαχαρικά: κανέλα, τζίντζερ και κόλιανδρος. Ολόδροση επίγευση και απολαυστική σοκολάτα σε κάθε μπουκιά.
Με κίνδυνο να γίνω κουραστική, θα επαναλάβω τα περί γλυκών ταψιού. Αν έχετε φάει μπακλαβά και κανταϊφι στην Πόλη, κάτι θα ξέρετε. Πριν από κάθε μπουκιά, το βούτυρο στο φύλλο σπάει τη μύτη και αυτό ακριβώς συμβαίνει με τα σιροπιαστά του Πετέκ. Ήρθε μια φίλη στο σπίτι, της έβγαλα να την τρατάρω και μου ζήτησε όλο το κουτί για το σπίτι της. Χαλάλι της, αυτή μένει Περιστέρι, εγώ Κυψέλη. Σε δέκα βήματα, που λέει ο λόγος, είμαι και πάλι στο Πετέκ και χαζεύω από την βιτρίνα τι θα πάρω.
Μιλώ με τη νύφη του Ιωάννη Μαγκλάρα, την κυρία Δήμητρα, που, μαζί με τον σύζυγό της και γιο του ιδρυτή, είναι οι στυλοβάτες του μαγαζιού και οι εκπαιδευτές της επόμενης γενιάς που ήδη κι αυτή συμμετέχει στα ηνία της επιχείρησης, ανοίγοντάς την περισσότερο στο σήμερα.
Το ζευγάρι λοιπόν πήγε στην Κωνσταντινούπολη να βρουν το πρώτο Πετέκ που είχε ανοίξει ο Ιωάννης Μαγκλάρας και το είδαν να έχει γίνει επιπλοποιείο, δεν υπήρχε κάτι που να θυμίζει την αρχική του μορφή ως ζαχαροπλαστείου.
Η επιχείρηση απασχολεί μόνο δύο υπαλλήλους που δεν είναι μέλος της οικογένειας. Συμπάθειά μου προσωπική είναι η αδερφή της κυρίας Δήμητρας με την οποία μιλώ κυρίως, που θεωρώ ιδανική για απασχολούμενη εντός ζαχαροπλαστείου: γλυκύτατη και εξυπηρετικότατη κάθε φορά που την πετυχαίνω.
Η κρίση από το 2008 και μετά μεταμόρφωσε τις γειτονιές του κέντρου, αρκετός κόσμος έφυγε και μόλις τώρα ένα δυο χρόνια, ίσως τρία, ξαναγυρίζει.
«Τότε, ερχόντουσαν σε εμάς που είμαστε χρόνια στη γειτονιά και γύρευαν να βρουν αγοραστές για τα σπίτια τους. Πουλούσαν διαμερισματάρες των 100 τετραγωνικών για 20.000 ευρώ! Τώρα, όμως, η περιοχή έχει ανέβει τόσο πολύ που είναι απλησίαστη. Ενοίκια 400 και 500 ευρώ, χωρίς να το αξίζουν κατ’ ανάγκη τα σπίτια για τα οποία τα ζητάνε αυτά τα λεφτά.»
Πίσω στα γλυκά, η κυρία Δήμητρα μου λέει, χαριτολογώντας, ότι από μικρή δήλωνε πως θα παντρευτεί ζαχαροπλάστη. «Ήθελα πάντα δεύτερο γλυκό κι η μάνα μου δεν μου έδινε και θύμωνα, στενοχωριόμουν. Μου έδινε ξύλο μετά η μαμά…Εδώ και χρόνια, λοιπόν, από το Πετέκ τρώμε ποιοτικά, φρέσκα, καθαρά γλυκά οικογενειακώς. Δίνουμε στον κόσμο αυτό που τρώμε κι εμείς σπίτι μας. Ο άντρας μου βρίσκεται στο εργαστήρι και φτιάχνει τα γλυκά με μια μικρή ομάδα ζαχαροπλαστών. Κι εγώ μιλώ με τους προμηθευτές, επικοινωνώ με τον κόσμο. Είμαστε υπέρ του χαμόγελου, της θερμής υποδοχής, της ζεστασιάς.»
Οι άνθρωποι του Πετέκ έχουν δει ανθρώπους να παντρεύονται, κάνοντάς τους τα γλυκά. Ύστερα, να βαπτίζουν το παιδί τους. Ύστερα, το παιδί να μεγαλώνει και να περνάει από το ζαχαροπλαστείο με τους δικούς τους φίλους, φίλες, αγαπημένα πρόσωπα. Η θέση του γλυκού στην καθημερινότητα είναι ειδική και ξεχωριστή: το γλυκό δεν είναι ψωμί, είναι για ειδικές περιστάσεις, άρα συνδέεται με πολύ τρυφερές και όμορφες αναμνήσεις.
Το γλυκό που αγαπάς, επίσης, δεν το αλλάζεις εύκολα. Έτσι έμαθες να τρως την πάστα σου, έτσι το μελομακάρονό σου τα Χριστούγεννα, έτσι το γαλακτομπούρεκό σου. Από το Πετέκ ψώνιζαν τα γλυκά τους η Ρένα Βλαχοπούλου, η Σπεράντζα Βρανά, ο Σπύρος ο Καλογήρου…Ένα μικρό δέος με πιάνει: τι έχει ζήσει κι αυτό το μαγαζάκι;
Στο μικρό πατάρι, συνήθιζε να παίζει τάβλι ο παππούς Ιωάννης Μαγκλάρας με τον Δομάζο και έπαιζαν με πραγματικό πάθος. «Έφευγαν τα πούλια από πάνω, είχε τύχει να έρθει κι η αστυνομία καμιά φορά, από τις φωνές, σου λέει τι γίνεται;», λέει η κυρία Δήμητρα και γελάμε.
Της λείπει ο κύριος Πετέκ πολύ. Ήταν οικογένειά της.
«Με το που με πρωτογνώρισε ο πεθερός μου, με είπε κουζούμ, παιδί του. Έτσι με έβλεπε, σαν κόρη του. Κι εγώ το ίδιο, σαν πατέρα μου. Αν τον είχαμε ακόμα μαζί μας, το Πετέκ θα ήταν ακόμα πιο δυνατό, γιατί ήταν ένας άνθρωπος πολύ δημιουργικός και πρωτοποριακός. Μπορούσε να κατεβάσει τρομερές ιδέες, πράγματα που εμείς ούτε να διανοηθούμε. Γεύσεις παγωτών, συνδυασμούς που για την εποχή ήταν πολύ μπροστά!»
Το Πετέκ δεν έγινε franchise αν και αυτό είναι κάτι που είχε συζητηθεί ανάμεσα στους νέους ιδιοκτήτες. Ένα τροχαίο ατύχημα πριν κάποια χρόνια τους ανέκοψε διάφορα, μες στα οποία και τούτο. Για καλό, ίσως, όμως.
Όποιος θέλει Πετέκ, να πάρει τον ηλεκτρικό, να έρθει στην θρυλική Βικτώρια. Να διαβεί, να κινηθεί. Να μπει μέσα στο μαγαζάκι, να παραγγείλει τα γλυκά του σαν άνθρωπος. Κι όχι μόνο τώρα, που είναι Πάσχα και γίνεται χαμός από νονούς που αναζητούν το ανεπανάληπτο σοκολατένιο, χειροποίητο αυγό και το πολίτικο τσουρέκι του Πετέκ, αλλά παντός καιρού. Και σε γνωστή πλατφόρμα για delivery, βέβαια, θα τα βρείτε τα καλούδια του Πετέκ-αλλά η βόλτα από εκεί αξίζει διπλά και θα σας χαρίσει και το κάψιμο των θερμίδων που θα πάρετε…
Η ανάγκη για λίγη γλύκα αυθεντική, αρετουσάριστη δεν έχει εποχή. Σίγουρα, όμως έχει διεύθυνση. Το μόνο που μπορώ να σας υποσχεθώ είναι ότι το Πετέκ σύντομα θα έχει υπηρεσία catering και θα μπορέσει να γλυκάνει γιορτές, βαφτίσια και γάμους με τον δικό του μοναδικό τρόπο. Μείνετε συντονισμένες και συντονισμένοι, γενικώς και ειδικώς.
- «Δεν με κατηγορούν οι Αρχές, με κατηγορούν όλοι οι άλλοι» – Τι απαντά η Ειρήνη Μουρτζούκου στη μητέρα της
- Η πιο βαριά ήττα της ΑΕΚ επί Αλμέιδα – «Ο Ολυμπιακός ήταν ανώτερος»
- Μεντιλίμπαρ: «Κάναμε ένα σχεδόν τέλειο παιχνίδι» – Τα δεδομένα για τους τραυματίες
- Ανεργία: Μειώθηκε στην ΕΕ – Παραμένει «πρωταθλήτρια» η Ελλάδα
- Ολυμπιακός: «Είσαι στο μυαλό κάτι μαγικό» στο Καραϊσκάκη μετά τον θρίαμβο επί της ΑΕΚ (vid)
- Ένας Ολυμπιακός από τα καλύτερα των 100 χρόνων