Πώς ένας άθεος πρόσφυγας κατάφερε να πάρει άσυλο στην Ελλάδα και να γλυτώσει από τη θανατική καταδίκη
Με μια σημαντική του απόφαση το Διοικητικό Πρωτοδικείο Θεσσαλονίκης εξέδωσε αμετάκλητη απόφαση με την οποία αναγνωρίστηκε η αθεΐα ως λόγος ευλωτότητας που επιβάλλει την παροχή ασύλου σε πρόσφυγα εξαιτίας της επικίνδυνης κατάστασης που αντιμετωπίζουν οι άθεοι πολίτες στη χώρα του
- «Ειρωνικός, σαρκαστικός, λες και έχει κάνει κατόρθωμα» - Σοκάρουν οι περιγραφές για τον αστυνομικό της Βουλής
- «Πνιγμός στα 30.000 πόδια» - Αεροπλάνο άρχισε να πλημμυρίζει εν ώρα πτήσης [Βίντεο]
- Δημήτρης Ήμελλος: Το τελευταίο αντίο στον αγαπημένο ηθοποιό -Τραγική φιγούρα η μητέρα του
- «Πρέπει να κάνουν δήλωση ότι σέβονται το πολίτευμα» - Οι όροι για να πάρουν την ιθαγένεια οι Γλύξμπουργκ
Σε ορισμένες χώρες του κόσμου η αθεΐα θεωρείται ένα πολύ σοβαρό ποινικό αδίκημα. Και αυτό γιατί αντιμετωπίζεται ως βλασφημία και αυτό που μπορεί να επιφέρει μεγάλες ποινές. Μία από αυτές τις χώρες είναι και το Πακιστάν: εκεί η αθεΐα ως βλασφημία μπορεί να τιμωρηθεί ακόμη και με τη θανατική ποινή. Η αντιμετώπιση της αθεΐας ως βλασφημίας έρχεται να συμπληρώσει διάφορες μορφές διακρίσεων που υφίστανται οι θρησκευτικές μειονότητες στη χώρα.
Ένας πολίτης του Πακιστάν, προερχόμενος από μια σουνιτική μουσουλμανική οικογένεια και πιστός μουσουλμάνος ο ίδιος μέχρι το 2015, αισθανόμενος τρόμο και αποστροφή από τη βαναυσότητα των Ταλιμπάν εναντίον αθώων αποφάσισε να εγκαταλείψει το Ισλάμ και να αυτοπροσδιοριστεί ως άθεος,
Το 2017 η Ομοσπονδιακή Ερευνητική Υπηρεσία (FIA) έκανε έφοδο στο σπίτι του για να τον συλλάβει. Αν και το Πακιστάν δεν έχει κάποιο νόμο ενάντια στη θρησκευτική αποστασία, όντως προβλέπει τη θανατική ποινή για τη βλασφημία και συχνά οι αποστασία και βλασφημία συγχέονται στα μάτια των θρησκόληπτων μελών του δικαστικού σώματος.
Ευτυχώς δεν ήταν στο σπίτι του και έτσι οι πράκτορες του FIA απλώς πήραν τον υπολογιστή, το διαβατήριο και τη μοτοσυκλέτα του. Γνωρίζοντας ο ίδιος την τύχη ανθρώπων που είχαν κατηγορηθεί για βλασφημία στο Πακιστάν αποφάσισε να διαφύγει στην Ευρώπη και να βρεθεί στη χώρα μας για να διεκδικήσει καθεστώς πρόσφυγα.
Προσφεύγοντας στις αρμόδιες ελληνικές αρχές για να αποδείξει την αθεΐα του επικαλέστηκε βεβαίωση συμμετοχής του στην Ένωση Αθέων και Αγνωστικιστών του Πακιστάν, δημοσιεύματα σχετικά με αποκλεισμό των λογαριασμών του στο FACEBOOK λόγω «βλάσφημου περιεχομένου» και επικαλέστηκε απόφαση πακιστανικού δικαστηρίου που είχε διατάξει την σύλληψή του. Επικαλέστηκε ακόμη την επέμβαση πακιστανικών αρχών σε οικίες φίλων του αθέων που τον ειδοποίησαν συνωμοτικά να διαφύγει, ενώ ήδη είχε ξεκινήσει επιχείρηση για την σύλληψή του. Άλλωστε, ήταν μετά από τις συλλήψεις φίλων του που αποφάσισε να εγκαταλείψει την χώρα για να διαφύγει την δίωξη.
Όταν οι ελληνικές αρχές δεν κατανοούν γιατί μπορεί να κινδυνεύει ένας άθεος
Όμως, το Περιφερειακό Γραφείο Ασύλου Θεσσαλονίκης απέρριψε ως αβάσιμο το αίτημά του με το σκεπτικό ότι αφενός οι καταδικασμένοι σε θάνατο άθεοι δεν εκτελούνται από τις αρχές κι αφετέρου ότι η αθεΐα του συγκεκριμένου πρόσφυγα «δεν είναι ουσιαστική και δεν αποτελεί αναπόσπαστο μέρος της προσωπικότητας και της ταυτότητάς του», ενώ «το προφίλ του, ως ατόμου που ασχολείται ερασιτεχνικά με το διαδίκτυο, δεν τον κατατάσσει σε προφίλ υψηλού κινδύνου για να ελκύσει το ενδιαφέρον των πακιστανικών αρχών, καθώς και ότι ο ισχυρισμός του περί δίωξης του από τις αρχές της χώρας του, λόγω της αποστασίας του από το Ισλάμ και των πεποιθήσεων του περί αθεϊσμού, στηριζόταν αποκλειστικά σε εικασίες του ίδιου και, άρα, ότι ο αιτών δεν διέτρεχε βάσιμο και δικαιολογημένο φόβο δίωξης λόγω των θρησκευτικών πεποιθήσεων και δεν μπορούσε να υπαχθεί στο καθεστώς του πρόσφυγα.»
Ο αιτών άσκησε προσφυγή στην Αρχή Προσφυγών του Υπουργείου Προστασίας του Πολίτη κατά της αρχικής απόρριψης. Η Αρχή Προσφυγών έκρινε μη αξιόπιστους τους ισχυρισμούς του αιτούντος σχετικά με τον λόγο για τον οποίο είχε εγκαταλείψει τη χώρα καταγωγής του και δεν επιθυμούσε να επιστρέψει σε αυτή και συγκεκριμένα τους ισχυρισμοί του ότι είχε εγκαταλείψει τη χώρα καταγωγής του, διότι εκεί είχε στοχοποιηθεί και καταζητείτο από τις αρχές εξαιτίας των αθεϊστικών του πεποιθήσεων, λόγω «ασαφειών, αοριστιών και αντιφάσεων», οι οποίες έπλητταν την εσωτερική συνοχή τους. Αντιφατικές θεωρήθηκαν οι απαντήσεις του όσον αφορά τον λογαριασμό του στο FACEBOOK και μη ικανοποιητική η απάντηση του στην ερώτηση πώς τον εντόπισαν οι τοπικές αρχές και μη ευλογοφανής η κατάθεσή του για τον τρόπο ειδοποίησης και διαφυγής του από την δίωξη.
Όμως, ο πρόσφυγας, που είναι προφανές ότι και απειλούμενος και διωκόμενος ήταν στη χώρα του, δεν το έβαλε κάτω και προσέφυγε στο Διοικητικό Πρωτοδικείο Θεσσαλονίκης
Το δικαστήριο συνειδητοποίησε ποιο ήταν το πραγματικό επίδικο
Είναι προφανές ότι οι απορρίψεις των αιτήσεων ασύλου από τις αρμόδιες αρχές αποτύπωναν την αδυναμία (ή απροθυμία) να κατανοήσουν πώς μπορούσε η αθεΐα να είναι πραγματικός λόγος κινδύνου για κάποιον, ενώ προσπερνούσαν τα πραγματικά στοιχεία που μπορούσε ο ίδιος ο καταθέσει.
Όμως, το Διοικητικό Πρωτοδικείο Θεσσαλονίκης αποφάσισε να διαλέξει έναν διαφορετικό δρόμο. Δηλαδή, να αποδεχτεί ότι τα όσα βίωνε αυτός ο άνθρωπος και ο φόβος του συνιστούσαν επαρκείς λόγους για πάρει το καθεστώς πρόσφυγα, όπως και ότι αυτά που κατέθεσε προς επίρρωση των ισχυρισμών του ήταν επαρκή.
Ειδικότερα, το Δικαστήριο εφάρμοσε την Σύμβαση της Γενεύης του 1951, όπως τροποποιήθηκε από το Πρωτόκολλο της Ν.Υόρκης του 1968 και κατά την οποία η έννοια του πρόσφυγα αφορά κάθε πρόσωπο «όπερ συνεπεία δικαιολογημένου φόβου διώξεως λόγω φυλής, θρησκείας, εθνικότητος, κοινωνικής τάξεως ή πολιτικών πεποιθήσεων ευρίσκεται εκτός της χώρας της οποίας έχει την υπηκοότητα και δεν δύναται ή, λόγω του φόβου τούτου, δεν επιθυμεί να απολαύη της προστασίας της χώρας ταύτης ή εάν μη έχον υπηκοότητά τινα και ευρισκόμενον εκτός της χώρας της προηγουμένης συνήθους αυτού διαμονής δεν δύναται ή, λόγω του φόβου τούτου, δεν επιθυμεί να επιστρέψη εις ταύτην». Το Δικαστήριο συμπεραίνει ότι από την Σύμβαση της Γενεύης « συνάγεται ότι ο αλλοδαπός, ο οποίος επιθυμεί την υπαγωγή του στο ειδικό προστατευτικό καθεστώς της εν λόγω Σύμβασης, οφείλει να εκθέσει στην Διοίκηση, με στοιχειώδη σαφήνεια, τα συγκεκριμένα πραγματικά περιστατικά, που του προκαλούν, κατά τρόπο αντικειμενικώς δικαιολογημένο, φόβο δίωξης, λόγω φυλής, θρησκείας, εθνικότητας, κοινωνικής τάξης ή πολιτικών πεποιθήσεων (βλ. ΣτΕ 633/2013, 4750/2012, 4565-6/2012, 4544/2012, 2904/2012, 2763/2012, 1303/2012 κ.ά.). Εξάλλου, στο άρθρο 4 παρ.5 του π.δ.141/2013 προβλέπεται ότι τα στοιχεία των δηλώσεων του αιτούντος διεθνή προστασία, ακόμη και όταν δεν τεκμηριώνονται με έγγραφα ή άλλες αποδείξεις, δεν χρειάζονται επιβεβαίωση, εφόσον αυτός έχει καταβάλει πραγματική προσπάθεια να τεκμηριώσει την αίτηση του, έχει υποβάλει όλα τα συναφή στοιχεία, τα οποία διαθέτει, και έχει δώσει ικανοποιητική εξήγηση για την τυχόν έλλειψη άλλων λυσιτελών στοιχείων, οι δηλώσεις του παρίστανται συνεπείς και ευλογοφανείς και δεν έρχονται σε αντίθεση με διαθέσιμα ειδικά και γενικά στοιχεία που αφορούν την περίπτωση του, αιτήθηκε την παροχή διεθνούς προστασίας το ταχύτερο δυνατό (εκτός εάν προέβαλε βάσιμο λόγο που τον εμπόδισε να το πράξει) και η γενική αξιοπιστία του είναι θεμελιωμένη, ενώ σε κάθε περίπτωση ισχύει το ευεργέτημα της αμφιβολίας. Πάντως, η ως άνω διάταξη δεν αίρει την υποχρέωση του ενδιαφερομένου να επικαλεσθεί ορισμένα συγκεκριμένα πραγματικά περιστατικά ικανά να στοιχειοθετήσουν τη συνδρομή των προϋποθέσεων υπαγωγής του στο προαναφερθέν προστατευτικό καθεστώς (πρβλ. ΣτΕ 1303/2012, 1078/2012, 3463-5/2011, 3459/2011, 2911-3/2011, 2640/2011, 2591-2/2011 κ.ά.). Ενόψει δε της φύσης και της σημασίας των διακυβευομένων αγαθών, σε περίπτωση αναγκαστικής επιστροφής του αιτήσαντος διεθνή προστασία αλλοδαπού στη χώρα καταγωγής του, επιβάλλεται, στο πλαίσιο της αξιολόγησης της αίτησής του σε εξατομικευμένη βάση, η ενδελεχής εξέταση των προβαλλομένων, υπό την κατά τα ανωτέρω εκτιθέμενη έννοια, ουσιωδών ισχυρισμών του και η ειδική και πλήρης αιτιολογία της τυχόν απορριπτικής του αιτήματός του απόφασης (πρβλ. ΣτΕ 1303/2012, 1078/2012, 2512/2011, 1379/2011, 4154/2009, 3726/2009, 2534/2009, 817/2009, 1628/2007).»
Το βασικό στοιχείο της απόφασης του Διοικητικού Πρωτοδικείου Θεσσαλονίκης είναι ότι αμφισβητήθηκε από τις αρχές χωρίς νόμιμη αιτιολογία η αθεΐα του προσφεύγοντος πρόσφυγα. Το Δικαστήριο έκρινε ότι «ο ως άνω λόγος περί μη νόμιμης αιτιολογίας της προσβαλλόμενης απόφασης, κατά το μέρος με το οποίο δεν έγιναν δεκτοί οι ισχυρισμοί του αιτούντος περί των αθεϊστικών του πεποιθήσεων, τυγχάνει βάσιμος, διότι με την προσβαλλόμενη απόφαση με μη νόμιμη αιτιολογία απορρίφθηκαν, ως γενικόλογοι, αόριστοι και μη ερειδόμενοι σε προσωπικά βιώματα, οι εν λόγω ισχυρισμοί. Συγκεκριμένα: α) η αιτιολογία της προσβαλλόμενης απόφασης ότι ο αιτών παρέθεσε μόνον έναν γενικό ορισμό για την έννοια της αθεΐας, χωρίς να παραθέσει βιωματικά στοιχεία της καθημερινότητάς του αναφορικά με την αποδοχή από τον ίδιο της προσωπικής θέσης του να μην πιστεύει σε καμία θρησκεία, δεν είναι νόμιμη, διότι η Επιτροπή δεν έλαβε υπόψη της ότι ο αιτών, κατά την προσωπική του συνέντευξη, ανέφερε αφενός συγκεκριμένες καταστάσεις και συγκεκριμένα βιώματα που τον οδήγησαν στη σχετική επιλογή, αφετέρου συγκεκριμένες προσωπικές συνθήκες της καθημερινότητάς του, σχετιζόμενες με τις αθεϊστικές του πεποιθήσεις. Ειδικότερα, ο αιτών ανέφερε ότι ένας από τους βασικούς λόγους της επιλογής του να γίνει αθεϊστής ήταν τα φαινόμενα θρησκευτικής βίας στη χώρα καταγωγής του (συγκεκριμένα ανέφερε ότι στο Πακιστάν υπάρχουν «πολλοί τρομοκράτες, που καταστρέφουν την ανθρωπότητα μέσω της θρησκείας»), ενώ επικαλέστηκε συγκεκριμένο περιστατικό που έλαβε χώρα το έτος 2014 στην πόλη Pesawhar, κατά το οποίο εξτρεμιστές μουσουλμάνοι (ταλιμπάν) είχαν εισβάλει σε σχολείο και είχαν δολοφονήσει περίπου 135 παιδιά (περιστατικό το οποίο ελέγχθηκε ως αληθές κατά τη διενεργηθείσα εκ μέρους της Υπηρεσίας Ασύλου έρευνα), εκθέτοντας ταυτόχρονα ότι το εν λόγω περιστατικό τον έκανε να αναρωτηθεί «πως μια θρησκεία μπορεί να επιτρέψει να σκοτώνονται αθώες ψυχές, χωρίς να έχουν φταίξει σε κάτι». Περαιτέρω, ο αιτών αναφέρθηκε σε συγκεκριμένες προσωπικές συνθήκες της καθημερινότητάς του, σχετιζόμενες με τις αθεϊστικές του πεποιθήσεις, όπως η μη συμμετοχή του στη μουσουλμανική λατρεία και ειδικότερα στην προσευχή της Παρασκευής, οι συναντήσεις και συζητήσεις με ομοϊδεάτες του σε πάρκα και ξενοδοχεία της πόλης Καράτσι και οι αναρτήσεις του σε μέσα κοινωνικής δικτύωσης κατά της μουσουλμανικής θρησκείας (συγκεκριμένα δήλωσε ότι είχε προβεί σε αναρτήσεις κατά του τζιχαντισμού, τον οποίο, κατά την άποψή του, επιτρέπει ο μουσουλμανισμός, και σε αναρτήσεις σχετικά με το ότι δεν είναι ανεκτό, κατά τη γνώμη του, να ακολουθεί κάποιος «τα βήματα ενός Προφήτη, ο οποίος έχει κάνει 11 γάμους και το χειρότερο έναν γάμο με μια εξάχρονη»), και β) η αιτιολογία της προσβαλλόμενης απόφασης ότι ο αιτών υποστήριξε μεν ότι έγινε αθεϊστής, αφού μελέτησε το Κοράνι και άλλες θρησκείες, χωρίς όμως να παραθέσει οποιοδήποτε παράδειγμα ή έστω αναφορά στη συγκριτική μελέτη λοιπών θρησκειών που τον οδήγησε στην αποδοχή του αθεϊσμού, και ότι στις αναρτήσεις του στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης είχε περιοριστεί σε κριτική κατά του μουσουλμανισμού, δεν είναι νόμιμη, διότι η Επιτροπή δεν έλαβε υπόψη της ότι ο αιτών, κατά την προσωπική του συνέντευξη, επεξήγησε τον λόγο που τον οδήγησε στην απόρριψη όλων των θρησκειών και συγκεκριμένα δήλωσε πως, κατά τη γνώμη του, όλες οι θρησκείες είναι δημιουργήματα του ανθρώπου (ειδικότερα δήλωσε ότι «όλα αυτά τα βιβλία είναι γραμμένα από ανθρώπους»), ενώ μόνον το γεγονός ότι δεν ανέφερε κάποια άλλη, πέραν του μουσουλμανισμού, θρησκεία που μελέτησε και απέρριψε δεν αρκεί ώστε να καταστήσει νομίμως αιτιολογημένη την κρίση της Επιτροπής περί αοριστίας του σχετικού ισχυρισμού του, δεδομένου μάλιστα ότι δεν του είχε τεθεί σχετικώς κάποια διευκρινιστική ερώτηση. Περαιτέρω, το Δικαστήριο κρίνει ότι η δήλωση του αιτούντος πως στις αναρτήσεις του στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης είχε προβεί σε κριτική του μουσουλμανισμού δεν δύναται να καταστήσει νομίμως αιτιολογημένη την κρίση της Επιτροπής περί αοριστίας του ισχυρισμού του περί των αθεϊστικών του πεποιθήσεων, δεδομένου ότι παρίσταται εύλογο αυτός να προβαίνει, κατά κύριο λόγο, σε κριτική της επικρατούσας στη χώρα του θρησκείας και όχι άλλων θρησκειών. Τέλος, το Δικαστήριο υπογραμμίζει ότι, κατά την αξιολόγηση για το βάσιμο του φόβου του αιτούντος διεθνή προστασία ότι θα υποστεί δίωξη, δεν ασκεί επιρροή εάν αυτός χαρακτηρίζεται πράγματι ή χαρακτηρίζεται σε συγκεκριμένο βαθμό έντασης από το θρησκευτικό στοιχείο, το οποίο προκαλεί ή ενδέχεται να προκαλέσει τη δίωξη (εν προκειμένω από την αθεΐα), υπό την προϋπόθεση ότι το χαρακτηριστικό αυτό του αποδίδεται από τον φορέα της δίωξης, κατά τα ρητώς οριζόμενα στο άρθρο 10 παρ.2 του π.δ.141/2013.»
Βασίλης Σωτηρόπουλος: «η δικαστική απόφαση ανοίγει νέους δρόμους ελευθερίας»
Από την Ελλάδα την υπόθεση την υπόθεση ανέλαβε το γραφείο του δικηγόρου Βασίλη Σωτηρόπουλου στο οποίο απευθύνθηκε η Ένωση Αθέων που είχε στηρίξει τον πρόσφυγα στην προσπάθειά του. Όπως αναφέρει ο κ. Σωτηρόπουλος με ανάρτηση του σε μέσο κοινωνικής δικτύωσης στη νομική δουλειά συνέβαλε και ο δικηγόρος κ. Παναγιώτης Μπενέας όπως και η δικηγόρος Θεσσαλονίκης κ. Χρύσα Κόφτη.
Το in.gr επικοινώνησε με τον κ. Σωτηρόπουλο, ο οποίος έκανε την ακόλουθη δήλωση: «Ζούμε ακόμη σε έναν κόσμο που επιβάλλεται η θανατική ποινή για τις συνειδησιακές επιλογές, όπως είναι η αθεΐα. Η υπόθεση δείχνει ότι το διεθνές δίκαιο κάποτε μπορεί πράγματι να σώσει ζωές. Υποδεχόμαστε την εξαιρετικά σπάνια αυτή περίπτωση πρόσφυγα από το Πακιστάν στην ελληνική κοινωνία. Ο αγώνας που έκανε είναι μεγάλος και η δικαστική απόφαση αποτελεί επισφράγιση και νέο δρόμο ελευθερίας».
Την απόφαση χαιρέτησε από την ιστοσελίδα της και η Διεθνής Αθεϊστική Συμμαχία, με άρθρο του κ. Φώτη Φραγκόπουλου, πρώην προέδρου της Ένωσης Αθέων. Εκεί επισημαίνεται ο πρωτοποριακός χαρακτήρας της απόφασης καθώς είναι μία από τις πρώτες διεθνώς που αναγνωρίσουν ότι η αθεΐα μπορεί να είναι λόγος ευαλωτότητας ενός ατόμου σε μια χώρα όπου επικρατεί ο θρησκευτικός φονταμενταλισμός.
Ακολουθήστε το in.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις