Δύο χρόνια μετά το πολυσυζητημένο Η τέχνη που αυτοκτονεί. Για το αδιέξοδο της ποίησης του καιρού μας (Μικρή Άρκτος, α’ έκδοση 2019, επανειλημμένες ανατυπώσεις έκτοτε), ο Κώστας Κουτσουρέλης επανέρχεται στο ποιητικό πρόβλημα της εποχής μας. Τα δώδεκα κείμενα που συναπαρτίζουν τον τόμο «Τι είναι και τι δεν είναι η ποίηση» υπακούουν σε μια συγγραφική πρόθεση συνθετική. Όλα τους δορυφορούν γύρω από το ίδιο νοερό σημείο, την κατάσταση της ποίησης σήμερα. Εξού και ο χαρακτηρισμός τους: ομόκεντρα δοκίμια.

Τι είναι η ποίηση και ποιον σκοπό επιτελεί; Παραμένει ο μοντερνισμός πηγή έμπνευσης για τους σημερινούς ποιητές ή, αντίθετα, ως νέος ακαδημαϊσμός, τους είναι πλέον βαρίδι; Ποιος ο δημόσιος ρόλος του ποιητή και ποια η σχέση του με την Αγορά; Είναι πράγματι αυτή μια σχέση ανταγωνιστική όπως πολλοί επιμένουν; Είναι η νεωτερική ποίηση εξ ορισμού αντιλυρική;

Πώς διαδόθηκε η αντίληψη εκείνη που θέλει τον ποιητή αναξιοπαθή και παρία; Ποια είναι τα γνωρίσματα που πρέπει να έχει ένα παλαιότερο ποιητικό έργο για να θεωρείται ακόμη επίκαιρο; Ποια η σημασία της αρχιτεκτονικής δομής, της εκφραστικής οικονομίας, της σαφήνειας ή ασάφειας σε ένα ποίημα;  Σε ποια ατμόσφαιρα κινείται η νεώτατη ποίησή μας; Γιατί τις τελευταίες δεκαετίες σημειώθηκε διεθνώς μια εντυπωσιακή στροφή προς τις παραδοσιακές ποιητικές φόρμες; Ποια είναι η θέση του τραγουδιού στην ποιητική μας παράδοση;

Ο Κώστας Κουτσουρέλης μίλησε στο in.gr για το νέο του βιβλίο και κατέθεσε την δική του άποψη στο πάγιο ερώτημα «Τι είναι ποίηση»

1. Μιλήστε μας για το νέο σας βιβλίο «Τι είναι και τι δεν είναι ποίηση»

Είναι μια συλλογή, μια συναρμογή θα έλεγα πιο καλά, δώδεκα δοκιμίων γύρω από μείζονα ζητήματα της ποιητικής τέχνης. Τα ονομάζω «ομόκεντρα» επειδή, με τον τρόπο τους το καθένα, δορυφορούν γύρω από το ίδιο θέμα: την κατάσταση της ποίησης σήμερα. Όπως σημειώνω, η πρόθεση είναι συνθετική. Από τις επιμέρους ψηφίδες, να αναδυθεί μια εικόνα πληρέστερη, ει δυνατόν πανοραμική.

2. Ποιο ήταν το κίνητρο για αυτήν την έκδοση;

Κείμενα περί ποιήσεως γράφονται άφθονα κάθε χρόνο, όπως ξέρετε. Στο μεγαλύτερο μέρος τους είναι είτε στεγνή, αλίμονο, φιλολογία, απ’ αυτήν που παράγουν μαζικά τα πανεπιστήμιά μας για εσωτερική κατανάλωση. Είτε μεγαλόστομες διακηρύξεις που συγκινούν μεν τους ποιητές, αλλά κάνουν όλους τους άλλους να κουνούν το κεφάλι τους. Σκεφτείτε τώρα έναν αρχιτέκτονα ή έναν γλύπτη που θα έβγαινε να πει ότι η τέχνη του είναι «η κρυφή νομοθεσία της ανθρωπότητας», έναν φιλόσοφο που θα προσπαθούσε να μας πείσει ότι «οικούμε τον κόσμο»… ζωγραφικώς ή φωτογραφικώς. Όσο βαθύτερα μπαίνουμε στον 21ό αιώνα, τόσο περισσότερο έχω την εντύπωση ότι σπανίζει ο δοκιμιακός αναστοχασμός πάνω στην ποίηση. Το βιβλίο μου προσπαθεί να πορευτεί πάνω σ’ αυτό το στενό διάσελο του δοκιμίου, το πέρασμα που συνδέει τη σκέψη με την έκφραση, την κριτική με τη λογοτεχνία.

3. Πώς συνδέεται με το προηγούμενό σας βιβλίο «Η τέχνη που αυτοκτονεί»;

Όπως γράφω στον πρόλογο, το Τι είναι και τι δεν είναι η ποίηση σκύβει με περισσότερη λεπτομέρεια πάνω σε ζητήματα που ήδη είχα θίξει στην Τέχνη που αυτοκτονεί. Με την έννοια αυτή, την διευρύνει και την εμβαθύνει. Όμως στο βιβλίο τίθενται και πολλά ερωτήματα ακόμη. Σε ποια ατμόσφαιρα κινείται η νεώτατη ποίησή μας; Γιατί τις τελευταίες δεκαετίες σημειώνεται διεθνώς στροφή προς τις παραδοσιακές ποιητικές φόρμες; Παραμένει ο μοντερνισμός δύναμη προωθητική ή έχει αποστεωθεί σε Ακαδημία; ‒ Για να αναφέρω μόνο μερικά.

4. Τελικά τι είναι και τι δεν είναι για σας ποίηση;

Ό,τι ήταν και για τον Πλάτωνα, ό,τι ήταν πάντα. Ούτε όραμα, ούτε μεταφυσική πίστη, ούτε υπαρξιακό πιστεύω, αλλά τέχνη. Έρρυθμος λόγος δηλαδή, διακριτός από την πρόζα, ικανός να εκφράσει όλα τα παραπάνω, ασφαλώς, αλλά και πολλά περισσότερα. Να τέρψει ή να διδάξει, να ξεσηκώσει ή να παρηγορήσει, να διακωμωδήσει ή να στηλιτεύσει, να στοχαστεί ή απλώς να παίξει.

5. Τι σας εμπνέει;

Η έμπνευση είναι παρεξηγημένη υπόθεση. Κανείς την φαντάζεται ως αόρατη υπόσταση που σε αρπάζει από τον λαιμό και δεν σ’ αφήνει αν δεν σου αποστραγγίξει μια μυστική ουσία. Στην πραγματικότητα, η έμπνευση είναι δουλειά. Καθημερινή εργασία, αναμέτρηση, δοκιμή, ένα διαρκές γράψε σβήσε. «Γράφοντας έρχεται η έμπνευση», έλεγε ο Παλαμάς. Στο βιβλίο φέρνω το παράδειγμα του σπουδαίου αθλητή που κάνει απίθανα πράγματα στο γήπεδο. Ο θεατής τα βλέπει και νομίζει ότι εδώ το χάρισμα, το ταλέντο είναι που μιλάει. Και δεν μπορεί να διανοηθεί ότι αυτό που βλέπει είναι αποτέλεσμα αμέτρητων ωρών προπόνησης, ιδρώτα, αδιάλειπτης προσπάθειας. Αυτό που χωρίζει τους μεγάλους δημιουργούς από τους λιγότερο μεγάλους συχνά δεν είναι η διαφορά στο ταλέντο. Εκπληκτικό ταλέντο είχαν και άνθρωποι που ουδέποτε έφτιαξαν κάτι επιβλητικό. Είναι η βούλησή τους να αναλωθούν ολόκληροι ώστε να αξιοποιήσουν το χάρισμα που τους δόθηκε. Και σας διαβεβαιώ, σε αντίθεση με το ταλέντο που αφθονεί, αυτή η βούληση είναι πολύ σπάνια υπόθεση.

6. Ποιοι είναι οι αγαπημένοι σας ποιητές;

Θα σας απαντούσα ο Όμηρος, η Ιλιάδα του συγκεκριμένα, αν η φράση «αγαπώ» τον Όμηρο δεν είχε κάτι το αθέλητα κωμικό. Αγαπά κανείς τους ελάσσονες, τον Μαρκορά ή τον Άγρα ή τον Γιάννη Βαρβέρη στην περίπτωσή μου ας πούμε. Εμπρός στους Μεγάλους αισθάνεται κάτι άλλο, από το οποίο η λέξη αγάπη περνάει ξώφαλτσα: δέος. Απέναντι σε ποιητές όπως ο Σολωμός ή ο Παλαμάς, ο Γκαίτε ή ο Γέητς αισθανόμαστε δέος. Πάει να πει ρίγος, τρόμο ανάμεικτο με θαυμασμό, εκείνο τον κλονισμό που μας θυμίζει τι σημαίνει να βρίσκεσαι εμπρός σε μια πραγματική δύναμη της φύσης. Αν σκαμπάζεις γρι από ζωγραφική δεν μπορείς να ισχυριστείς στα σοβαρά ότι «αγαπάς» τον Θεοτοκόπουλο γιατί θα πέσει η κορνίζα και θα σε πλακώσει.

7. Οι Έλληνες διαβάζουν ποίηση σήμερα; Αν όχι, τι θα μπορούσε να γίνει για να αυξηθεί η ανάγνωση ποίησης στην Ελλάδα;

Πιο πολύ ακούει. Και καλά κάνει. Υπάρχει πολλή και σπουδαία ποίηση στα τραγούδια μας και ένα δοκίμιο, το εκτενέστερο μάλιστα του βιβλίου, είναι αφιερωμένο ακριβώς σ’ αυτό το διαχρονικό θαύμα του ελληνικού τραγουδιού. Η ποίηση είναι άλλωστε λόγος πρωτίστως προφορικός. Μια από τις αιτίες που ο σημερινός άνθρωπος, όχι μόνο οι Έλληνες, δεν «διαβάζουν» ποίηση είναι ότι η πραγματικά καλή ποίηση δεν προορίζεται για την τυπωμένη σελίδα, ζητάει να ειπωθεί, να ακουστεί, να ηχήσει. Αν οι ποιητές μας εισακούσουν και πάλι αυτό το παμπάλαιο δίδαγμα, και η κυκλοφορία των βιβλίων τους θα αυξηθεί. Στο μεταξύ, η πραγματική ποίηση θα βρίσκεται αλλού, στους στίχους του Θανάση Παπακωνσταντίνου ας πούμε, ή του Θοδωρή Γκόνη, για να αναφέρω δυο λαμπρά ονόματα.

8. Ποια είναι η θέση της ποίησης στην εποχή της καραντίνας και της πανδημίας;

Ένας εγκλεισμός μπορεί να έχει και θετικές επιπτώσεις, να ευνοήσει τον εσωτερικό διάλογο λ.χ., τον αναλογισμό, τη μελέτη. Ίσως κάποιοι άνθρωποι βρήκαν έτσι την ευκαιρία να γνωριστούν καλύτερα με το έργο ενός ποιητή, ευκαιρία που ειδάλλως, μέσα στον πυρετικό ρυθμό της σύγχρονης ζωής, δεν θα είχαν. Από την άλλη, όπως κάθε πράγμα που παρατραβάει, και η αστόχαστη αυτή καραντίνα ασφαλώς παρατράβηξε, ο εγκλεισμός μπορεί να σκορπίσει, να γονατίσει εντελώς έναν άνθρωπο. Αλλά και τότε, απέναντι στο σκόρπισμα, η ποίηση μπορεί να αποδειχθεί στήριγμα, να σου προσφέρει ένα κράτημα, μια λαβή να πιαστείς.