Χημική ανακύκλωση: Μπορεί το πλαστικό να ανακυκλώνεται επ’ άπειρον;
Μέσα από τη χημική ανακύκλωση το πλαστικό μπορεί να μετατραπεί εκ νέου σε πετρέλαιο
Ποιο υλικό μπορούμε να βρούμε κυριολεκτικά όπου και αν το ψάξουμε, από τις πιο ψηλές κορυφές των βουνών μέχρι τα βάθη των ωκεανών και από την ατμόσφαιρα μέχρι τα όργανα του σώματός μας; Μα, φυσικά, το πλαστικό.
Η ανθεκτικότητα του υλικού που απειλεί τον πλανήτη είναι εξάλλου και ένας από τους κυριότερους λόγους που το καθιστούν τόσο χρήσιμο.
Αντιθέτως, η ανακύκλωσή του αποτελεί το μεγαλύτερο αγκάθι, αφού είναι διαβόητη για τη δυσκολία της, ενώ υπολογίζεται ότι μόλις το 9% της συνολικής ποσότητας πλαστικού που παράχθηκε ποτέ έχει ανακυκλωθεί σε νέα πλαστικά αντικείμενα.
Όμως τι θα συνέβαινε αν μπορούσαμε να μετατρέψουμε το πλαστικό και πάλι στην πρώτη ύλη από την οποία δημιουργήθηκε; Η επόμενη μεγάλη πρόκληση της χημείας πολυμερών, του επιστημονικού πεδίου που ασχολείται με τη δημιουργία των πλαστικών, είναι να μάθει να ανατρέπει τη διαδικασία παραγωγής τους, μετατρέποντάς τα και πάλι σε πετρέλαιο.
Η διαδικασία αυτή, που είναι γνωστή ως χημική ανακύκλωση, διερευνάται ως μια βιώσιμη εναλλακτική έναντι της συμβατικής ανακύκλωσης. Μέχρι στιγμής, το μεγαλύτερο πρόβλημα σε αυτή την προσπάθεια ήταν οι τεράστιες ποσότητες ενέργειας που απαιτεί η διαδικασία. Το γεγονός αυτό, σε συνδυασμό με τις τεράστιες διακυμάνσεις της τιμής του αργού, ορισμένες φορές συνεπάγεται ότι η παραγωγή νέων πλαστικών είναι φθηνότερη σε σχέση με την ανακύκλωση εκείνων που ήδη κυκλοφορούν.
Κάθε χρόνο, σε όλο τον κόσμο παράγονται περισσότεροι από 380 εκατ. τόνοι πλαστικού. Πρόκειται για ένα βάρος που ισούται περίπου με εκείνο 2.700.000 μπλε φαλαινών – και ξεπερνά πάνω από 100 φορές το πραγματικό βάρος του υπαρκτού πληθυσμού του τεράστιου κήτους. Μόλις το 16% των πλαστικών απορριμμάτων ανακυκλώνονται για τη δημιουργία νέων πλαστικών, ενώ το 40% καταλήγει σε χωματερές, το 25% αποτεφρώνεται και το 19% απλώς πετιέται.
Μεγάλο μέρος των πλαστικών που θα μπορούσαν να ανακυκλωθούν, όπως των PET που χρησιμοποιούνται για μπουκάλια και άλλα είδη συσκευασίας, καταλήγει σε χωματερές. Αιτία για αυτό είναι συχνά η σύγχυση των πολιτών γύρω από το τι είναι ανακυκλώσιμο και τι όχι, αλλά και για το κατά πόσον τα ίχνη φαγητού επάνω στο πλαστικό συνεπάγεται ότι αυτό δεν μπορεί πλέον να ανακυκλωθεί.
Άλλα πλαστικά καταλήγουν στις χωματερές επειδή αποτελούνται από πολλαπλά είδη πλαστικών που δεν μπορούν να διαχωριστούν με ευκολία σε ένα εργοστάσιο ανακύκλωσης. Τα απορρίμματα που πετιούνται στους δρόμους και τα ελαφριά πλαστικά που αφήνονται στις χωματερές ή απορρίπτονται παράνομα μπορούν να παρασυρθούν από τον άνεμο ή από τη βροχή και να καταλήξουν στα ποτάμια και από εκεί στον ωκεανό.
Η χημική ανακύκλωση είναι μια απόπειρα επίλυσης αυτού του προβλήματος. Αντί για ένα σύστημα που απορρίπτει μια σειρά από πλαστικά επειδή έχουν το λάθος χρώμα ή τη λάθος σύσταση, η χημική ανακύκλωση θα μπορούσε να φέρει όλα τα πλαστικά του πλανήτη σε ένα «άπειρο» σύστημα ανακύκλωσης, μέσω του οποίου θα μπορούν να μετατρέπονται σε πετρέλαιο και από αυτό ξανά σε πλαστικό.
Αυτό θα σήμαινε ότι σε αντίθεση με τις σημερινές μεθόδους, η ανακύκλωση δεν θα κατέληγε σε πλαστικό όλο και χειρότερης ποιότητας και θα μπορούσε να συνεχίζεται επ’ άπειρον.
Η χημική ανακύκλωση μοιάζει, χονδρικά, κάπως έτσι: Τα πλαστικά αντικείμενα πρώτα ξεπλένονται, κόβονται σε λωρίδες και πακετάρονται σε στοίβες, όπως συμβαίνει και στη συμβατική ανακύκλωση. Στη συνέχεια, όμως, μεταφέρονται σε ένα κέντρο πυρόλυσης, όπου περνούν από διαδικασία τήξης. Έπειτα τοποθετούνται σε έναν αντιδραστήρα πυρόλυσης, όπου θερμαίνονται σε ακραίες θερμοκρασίες. Μετατρέπονται σε ένα αέριο, το οποίο στη συνέχεια συμπυκνώνεται σε ένα υγρό που θυμίζει – αλλά δεν είναι ακόμη – πετρέλαιο, το οποίο εντέλει περνά από διαδικασία απόσταξης.
Σε όλο τον κόσμο, γίνονται προσπάθειες βελτίωσης της διαδικασίας πυρόλυσης, μέσα από τη δοκιμή νέων τεχνολογιών και τη δημιουργία σχετικών εργοστασίων – ορισμένα εκ των οποίων είναι ή θα είναι σε θέση να ανακυκλώνουν κάθε μορφή πλαστικού.
Όμως παρά τις υποσχόμενες προσπάθειες, η χημική ανακύκλωση έχει αποδειχθεί σε πολλές περιπτώσεις ότι γνωρίζει και σημαντικούς περιορισμούς. Πρώτα από όλα, πρόκειται για μια ενεργοβόρα διαδικασία, η οποία ενέχει και τεχνικές δυσκολίες που δυσχεραίνουν την εφαρμογή της σε βιομηχανική κλίμακα.
Το 2020, μια έκθεση της Παγκόσμιας Συμμαχίας για τις Εναλλακτικές στην Αποτέφρωση (Gaia), μια ομάδα οργανώσεων και ατόμων που υποστηρίζουν τα κοινωνικά κινήματα για τη μείωση των απορριμμάτων και της μόλυνσης, κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η χημική ανακύκλωση ρυπαίνει το περιβάλλον, απαιτεί υπερβολικά μεγάλες ποσότητες ενέργειας και είναι επιρρεπής σε τεχνικές αστοχίες. Η έκθεση κατέληξε ότι η χημική ανακύκλωση δεν είναι βιώσιμη λύση στο πρόβλημα του πλαστικού, ιδίως αν ληφθεί υπόψη ο ρυθμός και η κλίμακα στην οποία θα έπρεπε να πραγματοποιηθεί.
Επιπλέον, αν το τελικό προϊόν της χημικής ανακύκλωσης είναι ένα πετρέλαιο που χρησιμοποιείται ως καύσιμο, τότε δεν πρόκειται να μειώσει την ανάγκη για καινούργιο πλαστικό, ενώ η καύση αυτών των καυσίμων θα οδηγεί στην έκλυση αερίων του θερμοκηπίου, ακριβώς όπως συμβαίνει και με τα ορυκτά καύσιμα.
«Οι περιβαλλοντικές ΜΚΟ δίνουν μεγάλη προσοχή στις νεοεμφανιζόμενες μεθόδους ανακύκλωσης», επεσήμανε στο BBC η Πόλα Τσιν, ειδικός βιώσιμων υλικών της WWF. «Αυτές οι τεχνολογίες βρίσκονται σε εμβρυακό στάδιο και από καμία άποψη δεν αποτελούν μαγική λύση στο πρόβλημα των πλαστικών απορριμμάτων. Θα έπρεπε να εστιάζουμε στην πιο αποδοτική χρήση των πόρων και να ελαχιστοποιήσουμε τα απορρίμματα μέσα από την επανειλημμένη χρήση των συσκευασιών και τα συστήματα επιδιόρθωσης του πλαστικού. Δεν πρέπει να στηρίζουμε όλες τις ελπίδες σωτηρίας μας στην ανακύκλωση».
Ένας από τους κυριότερους λόγους που η χημική ανακύκλωση δεν έχει καταφέρει να διαδοθεί είναι η οικονομική κατάρρευση, αφού πολλές εταιρείες που ασχολήθηκαν με τη συγκεκριμένη μέθοδο οδηγήθηκαν σε χρεοκοπία.
Το ίδιο πρόβλημα, φυσικά, μαστίζει ολόκληρη τη βιομηχανία της ανακύκλωσης πλαστικού. «Τα οικονομικά απλώς δεν βγαίνουν. Η συλλογή, η διαλογή και η ανακύκλωση των συσκευασιών είναι πιο ακριβή από την παραγωγή καινούργιων», εξηγεί η Σάρα Γουίνγκστραντ, του Ιδρύματος Έλεν Μακάρθουρ, μιλώντας στο BBC.
Η Γουίνγκστραντ τονίζει ότι ο μόνος δρόμος προς την «συνεχιζόμενη και επαρκή χρηματοδότηση της ανακύκλωσης» είναι μέσω υποχρεωτικών προγραμμάτων που θα ανάγκαζαν τις εταιρείες που παράγουν πλαστικό να συμμετέχουν στη χρηματοδότηση της συλλογής και της επεξεργασίας των συσκευασιών τους μετά το τέλος της χρήσης τους. «Αν δεν γίνει αυτό, είναι σχεδόν απίθανο η ανακύκλωση συσκευασιών να φτάσει ποτέ στην αναγκαία κλίμακα», τονίζει.
Δεν συμφωνούν, όμως, και οι επιχειρηματίες με αυτή την άποψη. Για έναν εκπρόσωπο εταιρείας χημικής ανακύκλωσης που μίλησε στο BBC, για παράδειγμα, η βιώσιμη λύση στο πρόβλημα είναι η μεταπώληση του καυσίμου που παράγεται από τη διαδικασία με σκοπό το κέρδος των εταιρειών ανακύκλωσης.
Φυσικά, αυτό συνεπάγεται τη συμβολή της βιομηχανίας στην ατμοσφαιρική ρύπανση. Και σε κάθε περίπτωση, προκειμένου να υπάρξει θετικός αντίκτυπος από τη χημική ανακύκλωση, θα πρέπει το πλαστικό να πάψει να καταλήγει στις χωματερές σε τόσο μεγάλες ποσότητες όσο σήμερα.
Ακολουθήστε το in.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις