Κωνσταντίνος Θεοτόκης: Ο εισηγητής του κοινωνικού μυθιστορήματος στην Ελλάδα
Ο πεζογράφος Κωνσταντίνος Θεοτόκης γεννήθηκε στην Κέρκυρα στις 13 Μαΐου 1872
Κερκυραίος βγαλμένος από το κλίμα του Πολυλά και του Μαβίλη ο Θεοτόκης, αφού δέχτηκε λογής άλλες επιδράσεις από τα πολλά του διαβάσματα, τελικά πέρασε στον σοσιαλισμό: ύστερα από παραμονή δυο χρόνων στη Γερμανία γυρίζει στην Ελλάδα, το 1909, αποφασισμένος να αφιερωθεί στην πολιτική του τόπου του. Από τότε αρχίζει να δημοσιεύει τα πιο σπουδαία έργα του. Η τιμή και το χρήμα (1912, στον Νουμά), Κατάδικος (1919), Η ζωή και ο θάνατος του Καραβέλα (1920), Οι σκλάβοι στα δεσμά τους (1922), του οποίου η συγγραφή, με το χαρακτηριστικό ιδεολογικό του περιεχόμενο, φαίνεται να τον απασχόλησε επί μακρά σειρά ετών. Τα περισσότερα έργα του Θεοτόκη έχουν κοινωνική κατεύθυνση, κλείνουν δηλαδή ένα κήρυγμα· τούτο όμως δεν ελαττώνει την λογοτεχνική τους αξία, που είναι σημαντική: δεν πρόκειται για μια κατασκευή που πάει να αποδείξει κάτι, όπως στην περίπτωση του Αρχαιολόγου του Καρκαβίτσα, αλλά είναι λογοτεχνικές επιτεύξεις ενός συγγραφέα, που έχει πεποιθήσεις κοινωνικές και τις εκφράζει μέσα από τον μύθο του. Στα τελευταία του έργα, το ταλέντο του έχει καλλιεργηθεί στην πληρότητά του· διάλογος, περιγραφή, ψυχολογία, γλωσσικό όργανο, όλα συντελούν στη διαμόρφωση δυνατών και συναρπαστικών πεζογραφημάτων.
Κ.Θ. Δημαράς, Ιστορία της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας. Από τις πρώτες ρίζες ως την εποχή μας, εκδόσεις «Γνώση», Αθήνα 2000 (9η έκδ.), 556-557.
[…] Από αριστοκρατική οικογένεια της Κέρκυρας ευτύχησε να ανατραφεί μέσα στο ιδεολογικό περιβάλλον του νησιού του (έχει στενό φιλικό δεσμό με τον Λ. Μαβίλη), ν’ αποκτήσει μια γερή μόρφωση και να πλουτίσει την εμπειρία του με διαβάσματα και ταξίδια. Γύρω στα 1900, όπως πολλούς από τους συγχρόνους του, τον δυναστεύει η ισχυρή επίδραση του Νίτσε (κυρίως στο διήγημά του «Το πάθος»), αλλά αργότερα, στη Γερμανία (όπου θα συναντηθεί με τον Χατζόπουλο), θα προσχωρήσει κι αυτός στις σοσιαλιστικές ιδέες και θα δώσει στην πεζογραφία του έντονο χρώμα κοινωνιστικό.
[…] Πριν από τους Βαλκανικούς πολέμους γράφει ένα εκτενέστερο διήγημα, Η Τιμή και το χρήμα (δημοσ. 1914), με φανερό κοινωνικό ενδιαφέρον, και λίγο πιο ύστερα αρχίζει να συνθέτει ένα μεγάλο μυθιστόρημα, που θα το επεξεργάζεται ως το τέλος της ζωής του, τους Σκλάβους στα δεσμά τους (1922). […]
Λογοτεχνικά πιο αρτιωμένα είναι τα δυο μεγάλα αφηγήματα του Θεοτόκη, Ο Κατάδικος (1919) και Η Ζωή και ο θάνατος του Καραβέλα (1920). […]
Λίνος Πολίτης, Ιστορία της νεοελληνικής λογοτεχνίας, Μορφωτικό Ίδρυμα Εθνικής Τραπέζης, Αθήνα 1998 (9η έκδ.), 257-258.
Αρχές του 20ού αιώνα. Βρισκόμαστε στην πρώτη του δεκαετία, κατά την οποία ξεκινά και ευοδώνεται η έκδοση του περιοδικού Ο Νουμάς: ενός περιοδικού μαχητικού, που υπήρξε όχι απλώς μια γλωσσική καταβολή για την εκπαίδευση, αλλά διαρκέστερα και μια κοινωνική, μέσα από τη σκέψη και από τη λογοτεχνία, έπαλξη του δημοτικισμού.
Από την έπαλξη αυτή θα δώσει και ο Κωνσταντίνος Θεοτόκης το παρών ως πεζογράφος όχι πλέον της φανταστικής μυθοπλασίας, την οποία καλλιέργησε κυρίως απ’ το «Πάθος» (1899) ως τον «Απελλή» (1904), αλλά αντίθετα της ρεαλιστικής πεζογραφίας. Γιατί εκεί δημοσιεύονται, η μία μετά την άλλη, εκτός από την πρώτη και την τελευταία, οι Κορφιάτικες ιστορίες. Με αυτές ο συγγραφέας τους παύει να είναι μόνον ένας διανοητής με ευρωπαϊκή παιδεία και με εκτεταμένη γλωσσομάθεια (και νεκρών γλωσσών ακόμη), γνώριμος σε μια κλειστή ελίτ αναγνωστών και οπαδών του εκ Βορρά συμβολισμού (των περιοδικών Η Τέχνη και Διόνυσος, στα οποία και ο ίδιος συνεργάστηκε)· αλλά συνοδοιπορώντας με τους άλλους ομοτέχνους του τώρα στρέφεται και αυτός προς την εντοπιότητα και έτσι αρχίζει να αποσπά την προσοχή βαθμηδόν ενός ευρύτερου κοινού […].
[…]
Πρόκειται λοιπόν για ηθογραφία; Ναι, αλλά με υπερκέραση της λαογραφικής κατεύθυνσής της που υπαγόρευε το κίνημα του δημοτικισμού (της «ηρωικής» δεκαετίας του ’80). Καμιά σχέση δηλαδή ούτε με την περιγραφική και εντέλει γραφική της εκδοχή, ούτε και με την εθιμική ηθογραφία εκείνης της γενιάς. Και ο Θεοτόκης και ο Χατζόπουλος μάς έρχονται εξάλλου από την Ευρώπη, προσαρμόζοντας την ξένη καλλιέργεια και προβληματική τους στην ελληνική εντοπιότητα, μέσα από τους χωριστούς τους χώρους εμπειρίας ο καθένας. Είναι και οι δύο γνώστες του ευρωπαϊκού ρεαλισμού και του νατουραλισμού που ακολούθησε. Και αυτού του τελευταίου ρεύματος καρπός μοιάζει να είναι η πεζογραφική αυτή καταβολή του Θεοτόκη.
Η ηθογραφία των Κορφιάτικων ιστοριών, από την άποψη αυτή, δεν αποτελεί, με άλλα λόγια, οπισθοδρόμηση, ούτε φυσικά και στασιμότητα. Είναι απεναντίας επανίδρυση του είδους και μαζί προέκτασή του: είναι και υποβολή της ανοιχτής προοπτικής του και ανάδειξη του βάθους του. […]
Στα εκτεταμένα διηγήματα εξάλλου ούτε η περιγραφή του περιβάλλοντος μένει σκέτη διακόσμηση, ούτε η αφήγηση ωραιοποιείται. Όλα συντελούνται σε μια φύση και μια κοινωνία στοιχειώδη και πρωτόγονη, της οποίας και τα φυσικά τοπία με τους ελαιώνες, τις «γκρεμίλες» και τα «ρόβολα» είναι αδρά πεδία και όχι κάδρα και τα οικολογικά και άλλα τοπία («κατοικιές» και «λιοτρίβια» και «αργαστήρια») είναι βάθρα κινητήρια για τη δράση. […] Και η χρήση των εθίμων που ευδοκιμούσε στην παλαιά ηθογραφία, εδώ απουσιάζει. Ή όταν απαραίτητα υπάρχει, είναι σαν να ανακαλείται από την παράδοση επί τούτου, για να γίνει άξονας οργανικός της δράσης. […]
Γιάννης Δάλλας, «Η πεζογραφία της εντοπιότητας». Κωνσταντίνος Θεοτόκης, Κορφιάτικες ιστορίες, εκδόσεις Γαβριηλίδης, Αθήνα 2005, 224-225 & 231-234.
Ποιος ήταν ο Κωνσταντίνος Θεοτόκης
Ο πεζογράφος Κωνσταντίνος Θεοτόκης, γόνος αρχοντικής οικογένειας (πατέρας του ήταν ο κόμης Μάρκος Θεοτόκης και μητέρα του η Αγγελική Πολυλά, ανιψιά του Ιάκωβου Πολυλά), γεννήθηκε στην Κέρκυρα στις 13 Μαΐου 1872.
Η αριστοκρατική καταγωγή και η καλή οικονομική κατάσταση της οικογένειάς του, σε συνδυασμό με το ιδεολογικό περιβάλλον της Κέρκυρας, πρόσφεραν στον Θεοτόκη γερά μορφωτικά θεμέλια και ευνόησαν ιδιαίτερα τη μετέπειτα πνευματική πορεία του.
Έτσι, αφού ολοκλήρωσε τις γυμνασιακές σπουδές του, ο Θεοτόκης αναχώρησε το 1889 για το Παρίσι.
Εκεί συνδύασε τις σπουδές (ενεγράφη στη Φυσικομαθηματική Σχολή της Σορβόννης) με τις διασκεδάσεις, καθώς ανέπτυξε σχέσεις με αριστοκρατικούς κύκλους και δεν εφείσθη χρημάτων για κοσμικές εμφανίσεις και ταξίδια.
Σύντομα μάλιστα εγκατέλειψε το Παρίσι και τις εκεί σπουδές και μετέβη στη Βενετία, όπου γνωρίστηκε με την (κατά δεκαεπτά έτη μεγαλύτερή του) αυστριακή βαρόνη Ερνεστίνα φον Μάλοβιτς και συνδέθηκε ερωτικά μαζί της.
Το 1893 ο Θεοτόκης νυμφεύτηκε την Ερνεστίνα στην Πράγα και το 1894 το παντρεμένο ζευγάρι εγκαταστάθηκε στους Καρουσάδες της Κέρκυρας, στον οικογενειακό πύργο.
Το 1895 γεννήθηκε η κόρη του ζεύγους, η Τίνα, η οποία όμως απεβίωσε σε ηλικία πέντε ετών λόγω μηνιγγίτιδας.
Την ίδια χρονιά ο Θεοτόκης γνωρίστηκε με τον Λορέντζο Μαβίλη, με τον οποίον ανέπτυξε μια στενότατη φιλική σχέση, καθώς οι δύο άνδρες είχαν πολλά κοινά σημεία (συνεχιστές της παράδοσης της Επτανησιακής Σχολής, υπέρμαχοι της δημοτικής, θαυμαστές του Σολωμού και του Πολυλά κ.ά.).
Η γνωριμία με τον Μαβίλη έμελλε να σηματοδοτήσει την έλευση μιας νέας ιδεολογικής περιόδου στη ζωή του Θεοτόκη, καθώς ο τελευταίος αποστασιοποιήθηκε από το αριστοκρατικό πρότυπο και την κοσμοπολίτικη ζωή της νεαρής ηλικίας του, διαμόρφωσε ξεκάθαρη εθνική συνείδηση και ενστερνίστηκε το πατριωτικό ιδανικό, όπως αποδεικνύει και η συμμετοχή του τόσο στην κρητική επανάσταση του 1896 όσο και στον ατυχή Ελληνοτουρκικό Πόλεμο του 1897.
Το 1907 ο Θεοτόκης μετέβη στη Γερμανία για σπουδές στο Πανεπιστήμιο του Μονάχου.
Εκεί συνδέθηκε με τον αγρινιώτη λογοτέχνη και πρωτοπόρο του δημοτικισμού Κώστα Χατζόπουλο (1868-1920), ο οποίος τον επηρέασε καθοριστικά σε πνευματικό και ιδεολογικό επίπεδο, και ασπάστηκε τη σοσιαλιστική ιδεολογία (υπήρξε ιδρυτικό μέλος του Σοσιαλιστικού Ομίλου της Κέρκυρας).
Πεπεισμένος ότι η κοινωνία έχει ανάγκη από περισσότερη δικαιοσύνη και πραγματική ισότητα, ο Θεοτόκης παρουσιάστηκε σε αυτήν την τρίτη ιδεολογική φάση της ζωής του ως κοινωνικός κριτικός, που αντιμετώπιζε τη λογοτεχνία ως ιδεολογική δραστηριότητα (αυτό αποτυπώνεται στα σοσιαλίζοντα ή σοσιαλιστικής χροιάς αφηγήματά του).
Το 1909 ο Θεοτόκης επέστρεψε στην Κέρκυρα, όπου κλήθηκε να βιώσει, το 1912, την τραυματική εμπειρία του θανάτου τόσο του πατέρα του όσο και του καλού του φίλου Λορέντζου Μαβίλη.
Κατά τον επακολουθήσαντα Εθνικό Διχασμό ο Θεοτόκης τάχθηκε στο πλευρό του Βενιζέλου, όπως άλλωστε και οι περισσότεροι σοσιαλιστές, του Χατζόπουλου συμπεριλαμβανομένου.
Ο Κωνσταντίνος Θεοτόκης πέθανε την 1η Ιουλίου 1923 στην Κέρκυρα από επιπλοκές της επάρατης νόσου, που τον ταλαιπωρούσε από το 1919.
Το λογοτεχνικό έργο του
Η καλή γνώση αρχαίων ελληνικών, λατινικών και διαφόρων ξένων γλωσσών (αγγλικών, γαλλικών, ιταλικών, γερμανικών και σανσκριτικών) επέτρεπε στον Θεοτόκη να μελετά από το πρωτότυπο τα λογοτεχνικά κείμενα που τον ενδιέφεραν.
Τα διηγήματά του, που άρχισε να δημοσιεύει από νωρίς στα περιοδικά της εποχής του, εκδόθηκαν με τον τίτλο «Κορφιάτικες ιστορίες».
Στο συγγραφικό έργο του περιλαμβάνονται, μεταξύ άλλων, τα εκτεταμένα αφηγήματα «Η τιμή και το χρήμα» (1912), «Κατάδικος» (1919), «Η ζωή και ο θάνατος του Καραβέλα» (1920), καθώς και το μυθιστόρημα «Οι σκλάβοι στα δεσμά τους» (1922).
Πέραν τούτων, ο Θεοτόκης μετέφρασε Σαίξπηρ, Γκαίτε, Σίλερ, Χάινε, τα «Γεωργικά» του Βιργιλίου, το «Περί φύσεως» του Λουκρητίου, τον «Φαίδωνα» του Πλάτωνα, τη «Λυσιστράτη» του Αριστοφάνη κ.ά.
Ο Θεοτόκης θεωρείται ένας από τους πλέον αξιόλογους έλληνες πεζογράφους, καθώς το έργο του ανανεώνει την ηθογραφική πεζογραφία και διακρίνεται για τους κοινωνικούς προβληματισμούς και τη ρεαλιστική γραφή.
*Η κεντρική φωτογραφία του παρόντος άρθρου προέρχεται από το Εθνικό Κέντρο Βιβλίου.
- Νέα Αριστερά: Ο Γαβριήλ Σακελλαρίδης γραμματέας της ΚΕ του κόμματος
- Λίαμ Πέιν: Σε τραγική κατάσταση βρίσκεται η σύντροφός του μετά τις νέες αποκαλύψεις για τον θάνατό του
- Μισθοί: Η πορεία τους και οι προοπτικές για το 2025 – Τροχοπέδη η χαμηλή παραγωγικότητα
- Meteo: Κάτω από -8 βαθμούς η θερμοκρασία το πρωί της Κυριακής
- Τα δεδομένα για το νέο συμβόλαιο του Νίκολα Μιλουτίνοφ (pic)
- Σεισμός: 3,6 Ρίχτερ ανοιχτά της Λίνδου