«Ο Ερντογάν μπορεί να χάσει στις επόμενες τουρκικές εκλογές»
Μιλάει στα «ΝΕΑ» ο Σολί Οζέλ, τούρκος καθηγητής Διεθνών Σχέσεων που έλαβε μέρος αυτή την εβδομάδα στο Οικονομικό Φόρουμ των Δελφών
Λέκτορας στο Πανεπιστήμιο Kadir Has της Κωνσταντινούπολης και αρθρογράφος στην εφημερίδα «Haberturk», ο Σολί Οζέλ διαβλέπει μεγάλες αλλαγές στο πολιτικό μέλλον της Τουρκίας, θεωρώντας ότι στις επόμενες εκλογές κάποιος αξιόπιστος υποψήφιος της αντιπολίτευσης μπορεί να στερήσει την προεδρία από τον Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν. Ο καθηγητής Διεθνών Σχέσεων που έχει διδάξει σε αρκετά αμερικανικά πανεπιστήμια και έλαβε μέρος αυτή την εβδομάδα στο Οικονομικό Φόρουμ των Δελφών θεωρεί ότι η κόντρα αυταρχικών καθεστώτων και δημοκρατικών κυβερνήσεων θα ενταθεί και το αποτέλεσμά της θα κριθεί από πολλούς παράγοντες.
Πώς είναι σήμερα η κατάσταση στην Τουρκία; Η οικονομία φαίνεται να ασκεί τεράστια πίεση στους πολίτες αλλά και στην κυβέρνηση.
Οπως και στα περισσότερα μέρη του κόσμου, η πανδημία ανέδειξε τις ανισότητες και έπληξε τις πιο ευάλωτες ομάδες του πληθυσμού και την άτυπη αγορά εργασίας πολύ σκληρά. Οικονομικά η Τουρκία έχει σοβαρά προβλήματα, αλλά ο ΟΟΣΑ προέβλεψε ετήσιο ρυθμό ανάπτυξης κοντά στο 6%. Η ανεργία είναι υψηλή, τα αποθέματα έχουν αναλωθεί, ξένα κεφάλαια έχουν φύγει από την τουρκική αγορά, ο πληθωρισμός είναι από τους υψηλότερους στον κόσμο και σημαντικοί θεσμοί στερούνται αξιοπιστίας. Η πανδημία είχε επίσης σοβαρό αρνητικό αντίκτυπο στην οικονομική δραστηριότητα. Ομως με καλύτερη διακυβέρνηση, μείωση της έντασης με τους γείτονες και βελτίωση των σχέσεων τόσο με τις ΗΠΑ όσο και με την ΕΕ τα πράγματα μπορεί να πάνε καλύτερα.
Η Τουρκία έχει ταραχώδη σχέση με την ΕΕ. Πιστεύετε ότι υπάρχει περιθώριο βελτίωσης ή ότι ο ευρωπαϊκός δρόμος έχει κλείσει για την Αγκυρα;
Υπάρχει άπλετος χώρος για βελτίωση στις σχέσεις και ίσως και να επιτυγχανόταν εάν και οι δύο πλευρές το επιθυμούσαν πραγματικά και ήταν πρόθυμες να προσπαθήσουν προς αυτή την κατεύθυνση. Το πρόβλημα είναι ότι η έλλειψη εμπιστοσύνης μεταξύ των κομμάτων είναι πολύ βαθιά. Προς το παρόν υπάρχει η ανεπίσημη – επίσημη θέση της ΕΕ πως η υποψηφιότητα της Τουρκίας δεν ισχύει πια. Μπορούμε να περιμένουμε ότι οι εξελίξεις στην παγκόσμια σκηνή ίσως οδηγήσουν στην επανεξέταση της θέσης αυτής ή, όπως λέει η διάσημη φράση του Γιόγκι Μπέρα (παλαιός προπονητής του αμερικανικού μπέιζμπολ), «it ain’t over till it’s over» (δεν τελειώνει εάν δεν έχει τελειώσει). Ομως προς το παρόν είναι πιο ασφαλές να στοιχηματίσουμε στην απαισιοδοξία.
Τελευταία βλέπουμε μια ακόμη πιο τεταμένη σχέση με τις ΗΠΑ. Πού οδηγεί αυτό;
Το μέλλον των σχέσεων με τις ΗΠΑ ίσως ξεκαθαρίσει μετά τη σύνοδο κορυφής του ΝΑΤΟ τον Ιούνιο. Η χρήση από τον πρόεδρο Μπάιντεν του όρου «γενοκτονία» για να περιγράψει τα γεγονότα του 1915 περιείχε πολλαπλά μηνύματα. Η κίνηση αυτή υπονοεί ότι για τις ΗΠΑ η Τουρκία δεν είναι τόσο απαραίτητη όσο ήταν, αλλά η διάθεση για συνεργασία υπάρχει ακόμα. Το γεγονός ότι οι δύο πρόεδροι συμφώνησαν να συναντηθούν στο περιθώριο της συνόδου κορυφής του ΝΑΤΟ δείχνει ότι ίσως υπάρχει χώρος για βελτίωση. Ομως είναι εξαιρετικά απίθανο η κυβέρνηση Μπάιντεν να υποχωρήσει στο ιδιαίτερα κρίσιμο ζήτημα των S-400. Σε αυτό το θέμα η μπάλα είναι στο γήπεδο της Τουρκίας.
Κατά τη διάρκεια των τελευταίων εκλογών, η αντιπολίτευση, όπως αναφέρατε, αποδείχθηκε πιο ευφάνταστη, αποφασισμένη και ενωμένη από ό,τι περίμενε κανείς. Ο πρόεδρος Ερντογάν φαίνεται να γίνεται πιο αυταρχικός, εν μέρει επειδή αισθάνεται ότι απειλείται περισσότερο από τα κόμματα της αντιπολίτευσης και ιδιαίτερα από τα νέα;
Οι περισσότερες δημοσκοπήσεις δείχνουν πως ο κυβερνητικός συνασπισμός υπολείπεται σε ποσοστά από τον συνασπισμό της αντιπολίτευσης συν το HPD, το φιλοκουρδικό κόμμα. Βάσει μιας δημοσκόπησης, το κυβερνών κόμμα ΑΚΡ συγκεντρώνει περίπου 27% εάν υπολογίσουμε και το ποσοστό μεταξύ των αναποφάσιστων που θα το στηρίξουν. Τα κόμματα που δημιουργήθηκαν από πρώην υπουργούς κυβερνήσεων του Ερντογάν, από τον Μπαμπατζάν και τον Νταβούτογλου, δεν δείχνουν να συγκεντρώνουν μεγάλη δύναμη. Εάν διεξάγονταν προεδρικές εκλογές σήμερα, οι πιο ισχυροί αντίπαλοι του Ερντογάν θα ήταν οι δήμαρχοι της Αγκυρας και της Κωνσταντινούπολης που καταφέρνουν να διοικήσουν καλά τις πόλεις τους, παρότι η κυβέρνηση έχει κόψει τη χρηματοδότησή τους και το ΑΚΡ στα δημοτικά συμβούλια τους βάζει διαρκώς εμπόδια. Τελευταία η αντιπολίτευση βρήκε ένα ισχυρό σύνθημα: «Πού πήγαν τα 128 δισεκατομμύρια;». Αναφέρεται στα αποθέματα που διοχετεύθηκαν προκειμένου να κρατηθεί η λίρα χαμηλά όσο βρισκόταν στο τιμόνι του υπουργού Οικονομικών ο Μπεράτ Αλμπαϊράκ (γαμπρός του Ερντογάν). Ομως οι δημοσκοπήσεις δείχνουν πως η αντιπολίτευση δεν καταφέρνει να προσελκύσει ψηφοφόρους ούτε να πείσει το κοινό ότι μπορεί να κυβερνήσει τη χώρα καλύτερα. Για τους επικριτές της, συνεχίζει να προσπαθεί να κατευνάσει τους συντηρητικούς ψηφοφόρους και δεν υπερασπίζεται τις αρχές της, αποτυγχάνοντας έτσι να διαφοροποιηθεί με ουσιαστικό τρόπο από την κυβέρνηση.
Οι επόμενες γενικές εκλογές στην Τουρκία έχουν προγραμματιστεί για το 2023, αλλά πολλοί πιστεύουν ότι μπορεί να διεξαχθούν νωρίτερα. Πιστεύετε ότι το πολιτικό τοπίο θα είναι πολύ διαφορετικό από αυτό που είδαμε την τελευταία φορά;
Την τελευταία φορά είδαμε ένα πολιτικό τοπίο διαφορετικό από εκείνο των τελευταίων 20 ετών. Με δεδομένα το βάθος της οικονομικής κρίσης, την κακή διαχείριση της πανδημίας, την αύξηση του πληθωρισμού, τη διάβρωση της εμπιστοσύνης στους θεσμούς, τη δυσλειτουργία του προεδρικού συστήματος και τα τεράστια ποσοστά ανεργίας, εάν η κατάσταση δεν βελτιωθεί γρήγορα, ένας υποψήφιος της αντιπολίτευσης που θα διαθέτει κάποια αξιοπιστία έχει μεγάλες πιθανότητες να κερδίσει την προεδρία στον δεύτερο γύρο. Αυτό σε συνδυασμό με το να εξασφαλίσει η αντιπολίτευση την πλειοψηφία θα οδηγήσουν σε μια νέα εποχή. Μια περίοδο αποκατάστασης που ίσως οδηγήσει και στην ανανέωση των διεθνών σχέσεων της Τουρκίας.
Πολλοί διεθνείς θεσμοί μιλούν δημόσια για τη ζοφερή κατάσταση στο ζήτημα των δημοκρατικών δικαιωμάτων αυτή τη στιγμή στην Τουρκία. Ποιες θα ήταν οι συνθήκες που θα οδηγούσαν στην αλλαγή στο θέμα αυτό;
Μια αλλαγή στην προσέγγιση της σημερινής κυβέρνησης. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η ΕΕ δεν διαθέτει πλέον οποιαδήποτε επιρροή στην Τουρκία. Οι Ηνωμένες Πολιτείες υπό τον Μπάιντεν φαίνονται προσηλωμένες στις δημοκρατικές αξίες και αρχές, κάτι που ίσως έχει κάποιες επιπτώσεις στην Τουρκία εάν οι σχέσεις με την Ουάσιγκτον αποκατασταθούν, έστω και εν μέρει.
Πιστεύετε ότι το μέλλον για τον κόσμο έχει περισσότερα αυταρχικά καθεστώτα ή περισσότερες δημοκρατικές κυβερνήσεις;
Η απάντηση σε αυτό το ερώτημα έχει πολλές διαστάσεις. Εάν μπορεί να υπάρξει έλεγχος και περιορισμοί στις τεχνολογικές εταιρείες. Εάν η λειτουργία του κράτους αποκατασταθεί στις δημοκρατικές χώρες και εάν οι χώρες αυτές τα καταφέρουν καλύτερα στον οικονομικό τομέα από την Κίνα και άλλα αυταρχικά καθεστώτα. Εάν τα αυταρχικά λαϊκιστικά κινήματα στις προηγμένες δημοκρατίες υποχωρήσουν και εξασφαλιστεί η ανανέωση του δημοκρατικού χώρου και μια πιο ίση κατανομή του εισοδήματος. Εάν το Ρεπουμπλικανικό Κόμμα στις ΗΠΑ δεν κερδίσει την πλειοψηφία στο Κογκρέσο στις ενδιάμεσες εκλογές του 2022 και έτσι δεχθεί πλήγμα ο τραμπισμός. Και εάν οι δημοκρατίες μπορούν να διατηρήσουν μια εξωτερική πολιτική με συνοχή και δεν αφήσουν στρατηγικές ανάγκες να θυσιαστούν στον βωμό των οικονομικών συμφερόντων. Εάν οι κοινωνίες διεκδικήσουν τα δικαιώματα και τις ελευθερίες τους και δεν υποκύψουν στις σειρήνες της μισαλλοδοξίας. Και, τέλος, εάν η τεχνητή νοημοσύνη χρησιμοποιηθεί για να υπηρετήσει και όχι για να δυναστεύσει, τότε οι δημοκρατίες θα υπερισχύσουν.
Ακολουθήστε το in.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις