Απ’ το ημερολόγιο του κυρίου Τρύφωνα Ιωαννίδη, αντιπροσώπου της εταιρείας των ραπτομηχανών «Σίγγερ»

25 Μαρτίου 1921

Γιορτάσαμε σήμερα την πρώτη επέτειο της επαναστάσεως του ’21 με ελληνική κατοχή. Εκατό χρόνια αιματόβρεχτης ιστορίας. Ελλάδα μου – από τότε που μια χούφτα ραγιάδες ξεσηκώθηκαν εναντίον μιας αυτοκρατορίας, ως σήμερα όπου η αυτοκρατορία αυτή κάνει απελπισμένον αγώνα για να υπάρξει ως κράτος κάτω απ’ την απειλή των άλλοτε σκλάβων της. Κατανυκτική η λειτουργία στην εκκλησία. Όλοι κλαίγαμε. Μεγάλη η στιγμή. Σε ευχαριστώ, Θεέ μου, που με αξίωσες να ζω σε τέτοιες ανεπανάληπτες μέρες. Παρέλαση. Η στρατιωτική μπάντα να παίζει εμβατήρια. Τελετή στα γραφεία της Δημογεροντίας με λόγους, απαγγελίες ποιημάτων απ’ τον μαθητόκοσμο και παράσταση του θεατρικού έργου του Αριστομένη Προβελέγγιου «Η κόρη της Λήμνου». Δεξίωση του στρατηγού στη στρατιωτική λέσχη, όπου ο γυναικόκοσμος βρήκε ευκαιρία να χαριεντιστεί. Το Σαλιχλί κατάφωτο πανηγυρίζει. Η μεγάλη νίκη του στρατού μας στο Τουμπλού Μπουνάρ έδωσε πρόσθετη αίγλη στη μεγάλη μέρα.

27 Μαρτίου 1921

Κάθε εχθρό των Τούρκων τον θεωρούμε σύμμαχό μας. Η εξέγερση των Κούρδων στα υψώματα της Σεβάστειας είναι μεγάλος αντιπερισπασμός για τους Κεμαλικούς μέσα στη φωλιά τους…

Ο συμπολίτης μας Ιωσήφ Καμπουράκης, τελικά, εγκατέλειψε τα εγκόσμια και πήγε να κλειστεί σε μοναστήρι. Ο ανεκτίμητος δάσκαλος έχει θρέψει με τη σοφία του γενεές σαλιχλιώτες. Παράξενη φύση: Ενώ εμείς πανηγυρίζαμε την εθνική γιορτή και τη νίκη του στρατού μας στο Τουμπλού Μπουνάρ, εκείνος είπε στο Χατζή Λεόντη πως πενθούσε γιατί κηδεύεται το Σαλιχλί! Το είχε δει σε ένα εφιαλτικό του όνειρο. Του απάγγειλε χωρίο με τρομακτικές σκηνές απ’ την Αποκάλυψη. Ο γιατρός Σούνιος είπε τη γνώμη του: «Θρησκευτικόν παραλήρημα». Τι απλοϊκή γνωμάτευση για έναν χώρο, την ψυχή, όπου μονάχα το βλέμμα του Θεού μπορεί να εισχωρήσει…

16 Απριλίου 1921

Ο πρωθυπουργός Δημήτριος Γούναρης έφτασε στη Σμύρνη για ολιγοήμερη επίσκεψη. Διαδίδεται ότι ο βασιλιάς πρόκειται να επισκεφτεί το μικρασιατικό μέτωπο.

20 Απριλίου 1921

Έγινε αυτό που φοβόμαστε: Η δυστυχισμένη Παντελιώ έμεινε έγκυος απ’ τους τούρκους βιαστές της. Το κουσέλι οργιάζει. Πονοκέφαλος για τη Δημογεροντία: Να την αφήσουμε να γεννήσει Τουρκάκι; Τρομερό. Εκείνη ούτε ν’ ακούσει για έκτρωση. Απειλεί πως θα πάει να πέσει στα σίδερα του τραίνου. Σκεφτόμαστε να συμβουλευτούμε το δεσπότη…

10 Μαΐου 1921

Το πρώτο ελληνικό Πάσχα μας. Ο εορτασμός στον στρατώνα θέαμα μοναδικό: Επίσκεψη του κόσμου. Σουβλιστά αρνιά. Χοροί. Η μπάντα να παίζει αδιάκοπα. Τσουγκρίσματα αυγών. Χορεύτηκε καλαματιανός με επικεφαλής το γέρο στρατηγό. Ο αντιπρόσωπος του ύπατου απών… Κυρίες και δεσποινίδες χορτάσανε χαϊδολόγημα. Μιλούν για νέα αρραβωνιάσματα με αξιωματικούς…

20 Μαΐου 1921

Απρόβλεπτο γεγονός μάς απάλλαξε απ’ την έννοια για την εγκυμοσύνη της Παντελιώς. Στο σπίτι της θείας της, όπου μένει η δυστυχισμένη, απ’ την αναμμένη φουφού πήρε φωτιά ο τσιλτές της. Οι γείτονες που τρέξανε στις φωνές τους, είδαν και πάθανε να τη σβήσουν καθώς άρχιζε να απλώνεται. Η χαζούλα απ’ τον τρόμο της έκανε αποβολή! Το Σαλιχλί χαχανίζει…

Ο βασιλιάς Κωνσταντίνος και ο Δημήτριος Γούναρης λίγο πριν αποβιβαστούν στη Σμύρνη (πηγή: Φωτογραφική συλλογή Ν. Ε. Τόλη)

28 Μαΐου 1921

Οι Σμυρναίοι ετοιμάζονται να υποδεχτούν το βασιλιά. Έρχεται στην Ιωνία, για να επιθεωρήσει το μικρασιατικό μέτωπο. Φεύγω αύριο στη Σμύρνη, για να μη χάσω την ιστορική μέρα. Αυτή τη φορά παίρνω μαζί μου και τη γυναίκα μου∙ έτσι θα βεβαιωθεί πως τα ταξίδια μου εκεί είναι πάντα επαγγελματικά και δεν πηγαίνω να διασκεδάσω –όπως μερικοί πουριτανοί συμπολίτες– στα «Πολιτάκια»…

30 Μαΐου 1921 (Σμύρνη, μεσάνυχτα, στο ξενοδοχείο «Πατρίς»)

Σήμερα το απόγευμα, ανάμεσα στον κόσμο της προκυμαίας, ενώ με τα φυσικά μάτια μου παρακολουθούσα τον αρχιστράτηγο Αναστάσιο Παπούλα να προτείνει το χέρι στο βασιλιά για να αποβιβαστεί απ’ την ατμάκατο στην αποβάθρα, με τα νοητά μάτια μου έβλεπα ενσαρκωμένο στη μορφή του τον τελευταίο των αυτοκρατόρων μας, τον εθνομάρτυρα Κωνσταντίνο Παλαιολόγο, να πατεί «πάλι με χρόνια με καιρούς» στο έδαφος της αυτοκρατορίας του…

Από νωρίς το απόγευμα η προκυμαία ήταν πατείς με πατώ σε απ’ τον κόσμο. Στο χώρο μπρος απ’ το φρουραρχείο είχαν πάρει θέση ο ανώτερος κλήρος με επικεφαλής το μητροπολίτη Σμύρνης Χρυσόστομο, οι προξενικές αρχές, οι θρησκευτικοί αρχηγοί των Τούρκων, καθολικών, Αρμενίων, Ισραηλιτών. Ανώτεροι αξιωματικοί και ανώτεροι υπάλληλοι. Η Δημογεροντία. Οι διευθυντές των εφημερίδων. Οι πρόεδροι όλων των σωματείων. Μια ομάδα Ελληνίδες κρατούσε σημαίες και περιστέρια. Τα βλέμματά μας ήταν στυλωμένα στο βάθος του ορίζοντα. Επιτέλους, κατά τις τρεις φάνηκε στο βάθος του σμυρναϊκού κόλπου στολίσκος από πολεμικά. Στην είσοδο του λιμανιού, τα αντιτορπιλικά ανέκοψαν ταχύτητα, για να προηγηθεί το θωρηκτό «Λήμνος», που μετέφερε το βασιλιά, τους πρίγκηπες, τον πρωθυπουργό και μερικούς υπουργούς. Θα ήταν πια περασμένες τέσσερις, όταν ο βασιλιάς, με στολή εκστρατείας, αποβιβάστηκε απ’ τη βασιλική ατμάκατο στην αποβάθρα, ενώ το πλήθος παραληρούσε από ενθουσιασμό. Άλλοι έσειαν σημαίες, άλλοι κουνούσαν μαντήλια βρεμένα απ’ τα δάκρυά τους. τα περιστέρια φτερούγιζαν θεαματικά. Ο αρχηγός της στρατιάς Παπούλας πρότεινε το χέρι στο βασιλιά για να αποβιβαστεί στο έδαφος της Ιωνίας, ενώ η μπάντα έπαιζε τον εθνικό ύμνο και συνόδευαν κανονιοβολισμοί τιμητικοί. Λυγμοί πνίγανε τους γύρω μου. μερικοί λιποθύμησαν. Ομολογώ ότι έχει παράστημα επιβλητικό. Συγκράτησα ένα σκίρτημα. Κάποιος γεροντάκος, που είχε εισχωρήσει ανάμεσα σε μένα και στη γυναίκα μου, ψιθύρισε: «Γερμανόμουτρο, δεν έχεις ούτε μια στάλα αίμα ελληνικό στις φλέβες σου…» Του χαμογέλασα, βάζοντας το δάχτυλο στα χείλη να μη συνεχίσει. Η ψευδαίσθησή μου είχε μεμιάς διαλυθεί: Είδα, τότε, εσένα, μεγάλε Βενιζέλε, θύμα της διχόνοιας, να νοσταλγείς, αυτοεξόριστος στη Νίκαια της Γαλλίας, την Ιωνία – κατάκτησή σου αγαπημένη, που οι αντίπαλοί σου την οικειοποιούνται τώρα θριαμβολογώντας «εν χορδαίς και τυμπάνοις». Ο βασιλιάς κατευθύνθηκε στο γενικό στρατηγείο. Λίγο αργότερα, απ’ τη βασιλική ατμάκατο επιβιβάστηκε σε ένα αντιτορπιλικό, που έκανε το γύρο σε όλο το μήκος της προκυμαίας μέσα στις ζητωκραυγές του κόσμου, ενώ η μπάντα έπαιζε «του Αετού ο γιος…» Όταν το αντιτορπιλικό έφτασε ως τα θερινά λουτρά της Πούντας, άλλαξε πορεία παίρνοντας κατεύθυνση προς την αποβάθρα του Κορδελιού. Λίγο αργότερα –στην έπαυλη Κ. Κοτζιά όπου κατέλυσε– δέχτηκε μαζί με τους πρίγκηπες τον ύπατο αρμοστή και τους ανωτέρους αξιωματικούς. Αύριο, απ’ το κους-κους στη «Μικρασιατική Λέσχη», θα μάθω λεπτομέρειες για το επίσημο δείπνο που δόθηκε απόψε…

Η προκυμαία της Σμύρνης την ημέρα της άφιξης του Κωνσταντίνου (πηγή: Εθνικό Ιστορικό Μουσείο)

 

Ο Κωνσταντίνος στη Σμύρνη τον Ιούνιο του 1921 (πηγή: Εθνικό Ιστορικό Μουσείο)

31 Μαΐου 1921

Υστερόγραφο από έναν πανηγυρισμό: Στη «Μικρασιατική Λέσχη» σαρκαστικά σχόλια για τη δουλοπρεπή συμπεριφορά του υπάτου αρμοστή στα νέα αφεντικά του: Ανάστημα του Βενιζέλου, ο αποκρουστικός φιλότουρκος, κάλεσε το ανώτερο προσωπικό της αρμοστείας και έπλεξε το εγκώμιο του βασιλιά και της πολιτικής του…

Το διάγγελμα που απηύθυνε σήμερα ο βασιλιάς στο στράτευμα, κείμενο ρουτίνας: «Είμαι υπερήφανος διά σας…»

(Αφού τους χώρισε σε βενιζελικούς υπό δυσμένεια και βασιλικούς προνομιούχους). «…Μάχεσθε υπέρ της ιδέας της ελληνικής, η οποία εδώ εγέννησε τον απαράμιλλον εκείνον πολιτισμόν, ο οποίος ουδέποτε θα παύση να προκαλεί του κόσμου τον θαυμασμόν…» (Εμείς τι κάνομε;). «Αι αρεταί σας εγγυώνται ότι εκ των θυσιών και της νίκης θα αναθάλλει ο εφάμιλλος εκείνων πολιτισμός…» (Τα ελαττώματά μας, όμως, τι εγγυώνται;). «Στρατιώται, επί το έργον. Όλοι ηνωμένοι…» (Πού χάθηκε η «ένωση», για να τη βρούμε στη «χώρα που ανθεί φαιδρά πορτοκαλέα;»). Κλπ. κλπ.

*Τάσος Αθανασιάδης, Τα παιδιά της Νιόβης, Βιβλιοπωλείον της Εστίας, Αθήνα 1999, τ. B΄, σ. 220-224 (πηγή: greek-language.gr)


Για την ίδια χρονική περίοδο, αποσπάσματα από το Προσωπικό Ημερολόγιο (1921-1932) του Ιωάννη Μεταξά (επιμέλεια Παν. Μ. Σιφναίος, εκδόσεις Ίκαρος, 1964):

Συνομιλία μεταξύ Γούναρη, Πρωτοπαπαδάκη και εμού. Την 25 Μαρτίου 1921.

Το απόγευμα της 25 Μαρτίου 1921 (Πέμπτην), ο κ. Αθαν. Εξαδάκτυλος ήλθεν εις την εν Ν. Φαλήρω κατοικίαν μου και μοι μετέφερε την παράκλησιν του κ. Γούναρη να συναντηθώ μετ’ αυτού το εσπέρας της αυτής εις την οικίαν του κ. Πρωτοπαπαδάκη. Μοι είπεν ότι επρόκειτο να ομιλήσωμεν επί της εν Μ. Ασία καταστάσεως από γενικής απόψεως.

Το εσπέρας, ώραν 10 μ.μ., συνηντήθην μετά του κ. Γούναρη εις του κ. Πρωτοπαπαδάκη. Εις την συνέντευξίν μας ταύτην έλαβον μέρος οι κ.κ. Πρωτοπαπαδάκης και Εξαδάκτυλος. Ουδείς έτερος ήτο παρών.

Με ηρώτησαν πώς βλέπω την κατάστασιν. Απήντησα ότι αγνοώ τας λεπτομερείας της τακτικής καταστάσεως, έχω όμως την εντύπωσιν ότι αι δυνάμεις είναι ανεπαρκείς διά την επιχείρησιν: ήρκει να αναλογισθή τις μόνον το μέτωπον μήκους υπέρ τα 300 χιλιόμ. και το βάθος ακόμη περισσότερον, το μήκος των συγκοινωνιών, το δυσχερέστατον του εδάφους, την εχθρότητα των κατοίκων. Εξέφρασα την απορίαν μου πώς απεφασίσθη τόσον σπουδαία επιχείρησις –δηλ. η της καταλήψεως της Αγκύρας– με τόσον ασθενείς δυνάμεις. Μοι εξήγησαν τότε διά μακρών ότι εβασίσθησαν επί των βεβαιώσεων των διευθυνόντων τον εκεί στρατόν, οίτινες και ούτοι εβασίσθησαν επί των αποτελεσμάτων των μέχρι Ιανουαρίου επιχειρήσεων και ιδία επί της τότε γενομένης μεγάλης προς Εσκή Σεχήρ αναγνωρίσεως. Απήντησα ότι έδει ευθύς εξ αρχής να εννοηθή ότι επρόκειτο περί πολέμου προς την Τουρκίαν, προς ολόκληρον δηλ. το Τουρκικόν Έθνος.

Με ηρώτησαν τι έδει να γίνη, προϋποτιθεμένου ότι δεν ήταν ήτο δυνατόν να επέλθη ειρηνικός διακανονισμός. Απήντησα ότι έπρεπε να γίνη γενική επιστράτευσις, να συγκροτηθή ο στρατός προς πόλεμον και να κτυπηθή ο Κεμάλ δι’ ολοκλήρου της δυνάμεως του ελληνικού στρατού. Μοι απήντησαν ότι αι ολίγαι ηλικίαι, αίτινες απέμεναν, δεν θα προσέθεταν μεγάλην δύναμιν εις τον όλον στρατόν, αλλά, το κυριώτερον, δεν ηδύνατο να επεκταθή η επιστράτευσις και επί άλλων ηλικιών, διότι έλειπαν όπλα πεζικού. Ο κ. Πρωτοπαπαδάκης μοι έδειξε τότε κατάστασιν, εκ της οποίας κατεδεικνύετο ότι υπήρχον μόνον 72 χιλ. μάνλιχερ, 27 χιλ. Lebel και και μερικαί χιλ. γκρα. Τα δύο πρώτα ποσά μόλις εξήρκουν διά την ήδη επιστρατευθείσαν δύναμιν.

[…]

Εζήτησα τότε να εννοήσω ποίαι ήσαν αι πολεμικαί προθέσεις της Κυβερνήσεως. Μοι απήντησαν ότι ενόμιζον ότι διά της καταλήψεως του σιδηροδρομικού τμήματος Αφιόν Καρά Χισάρ – Εσκή Σεχήρ και της μετέπειτα καταλήψεως της Αγκύρας και του Ικονίου θα κατελύετο η αντίστασις του Κεμάλ και θα επείθετο ούτος να υπογράψη την ειρήνην. Απήντησα ότι, ασχέτως με το ανεπαρκές τής εν Μ. Ασία δυνάμεώς μας προς τοιαύτην ενέργειαν, αυτή αύτη η τοιαύτη ενέργεια δεν θα ήγε προς το επιδιωκόμενον αποτέλεσμα· διότι η τουρκική αντίστασις θα μετετίθετο περαιτέρω εις το εσωτερικόν, θα έδει να καταλάβωμεν ολόκληρον την Μ. Ασίαν και να εξασφαλίσωμεν την κατοχήν αυτής όπως πεισθώσιν οι Τούρκοι εις ειρήνην ήτις πράγματι θα ήτο η αρχή καταλύσεως του κράτους των. Προς τοιούτον πόλεμον θα ήσαν ανεπαρκείς αι δυνάμεις της Ελλάδος. Είπον ότι εγώ πάντοτε, από της εποχής του Βενιζέλου, είχον την ιδέαν ταύτην, της σημερινής ανεπαρκείας της Ελλάδος προς κατάλυσιν του Τουρκικού Κράτους και διά τούτο πάντοτε κατεδίκασα τας εν Μ. Ασία στρατιωτικάς επιχειρήσεις. Συνεπώς δεν έβλεπα το τέρμα τού νυν διεξαγομένου πολέμου.

[…]

Τέλος, κατόπιν πολλών ελιγμών και των τριών, ο κ. Πρωτοπαπαδάκης μοι προέτεινε να μεταβώ όπως ενισχύσω το Επιτελείον του Παπούλα. Απήντησα ότι δεν είναι δυνατόν ν’ αναλάβω να διοικήσω τον κ. Παπούλαν. […] Ο κ. Πρωτοπαπαδάκης έσπευσε τότε να διορθώση το γενόμενον και μοι είπε: Λοιπόν δέξου να γίνης εσύ αρχιστράτηγος. Ο κ. Γούναρης εσιώπα, αναμένων την απάντησίν μου.

Απήντησα ότι δεν δύναμαι να αποδεχθώ την αρχιστρατηγίαν διότι δεν συμφωνώ προς τα μέχρι της στιγμής εκείνης γενόμενα προς τε την παρασκευήν του στρατού και τας επιχειρήσεις. Δεν μου ήτο δε πλέον δυνατόν ούτε τα κατά την γνώμην μου κακώς γενόμενα να επανορθώσω, ούτε να αναλάβω να εφαρμόσω ξένα σχέδια και να συνεχίσω επιχειρήσεις αίτινες θα ήγον εις αποτυχίαν.

[…]

Ο κ. Πρωτοπαπαδάκης και ο κ. Εξαδάκτυλος προσεπάθησαν να με μεταπείσουν, αλλά εις μάτην. Τοις είπα: Αποδεχόμενος την αρχιστρατηγίαν, χωρίς φυσικά να εκθέσω δημοσία την απιθανότητα της επιτυχίας, δίδω εις το Έθνος ελπίδας, τας οποίας δεν συμμερίζομαι. Δηλ. εξαπατώ το Έθνος· δεν δύναμαι να το πράξω, είναι παρά την συνείδησίν μου. Ο κ. Πρωτοπαπαδάκης τότε με ηρώτησε: Μα δεν υπάρχουν τουλάχιστον 60% ελπίδες επιτυχίας; Απήντησα: Μα νομίζεις, Πρωτοπαπαδάκη, ότι εάν ενόμιζα ότι έχω 60% ελπίδας, δεν θα εδεχόμην; Ασχέτως προς τον πατριωτισμόν δεν θα ήθελα να δοξασθώ; Τότε μοι λέγει: Δέξου να σώσης ό,τι δύναται, να σώσης 30, 20, 5 τοις εκατόν, έστω ελάχιστον. Τότε εν σφοδρά συγκινήσει τού απαντώ: Μα αυτό που μου ζητείς δεν είναι πλέον η επιτυχία, είναι η θυσία της υπολήψεώς μου, η θυσία όχι χάριν της Πατρίδος, αλλά όπως καλύψω ευθύνας άλλων. Δεν το κάμνω. Όχι, την υπόληψίν μου δεν σας την δίδω. Αυτήν δεν θα σας την δώσω ποτέ. Δεν θυσιάζω προς χάριν σας το μόνον που μου απέμεινε κατόπιν 35 ετών στρατιωτικής υπηρεσίας. Επενέβησαν οι άλλοι δύο. Ο κ. Γούναρης προσεπάθησε να επαναφέρη τα πράγματα εις την προτέραν θέσιν των. Τότε, αποτεινόμενος προς αυτόν, του είπα: Εγώ είμαι πλέον απόστρατος και δεν εννοώ να αναλάβω ουδεμίαν στρατιωτικήν θέσιν, ούτε άλλην δημοσίαν θέσιν.

Μάιος 1921, Σμύρνη: Εξ αριστερών, Αναστάσιος Παπούλας, Δημήτριος Γούναρης, υποστράτηγος Βίκτωρ Δούσμανης, Νικόλαος Θεοτόκης (υπουργός επί των Στρατιωτικών), υποστράτηγος Ξενοφών Στρατηγός

Χρήσιμες διευκρινίσεις:

α. Το Μάιο του 1921 η κυβέρνηση Γούναρη απέρριψε νέα συμβιβαστική πρόταση από πλευράς των ξένων δυνάμεων.

β. Ο Δημήτριος Γούναρης ήταν κατά την υπό εξέταση περίοδο πρωθυπουργός, ο Ιωάννης Μεταξάς απόστρατος (με βαθμό υποστρατήγου), ο Πέτρος Πρωτοπαπαδάκης υπουργός επί των Οικονομικών και, εκ παραλλήλου, υπουργός επί του Επισιτισμού και Αυταρκείας, ο Αθανάσιος Εξαδάκτυλος αξιωματικός ε.α., σύμβουλος του Γούναρη, και ο Αναστάσιος Παπούλας διοικητής της Στρατιάς Μικράς Ασίας (αρχιστράτηγος των ελληνικών στρατευμάτων στη Μικρά Ασία).

*Στην κεντρική φωτογραφία του παρόντος άρθρου εικονίζεται η επίσκεψη του βασιλιά των Ελλήνων Κωνσταντίνου Α’ (1868-1923) στο Μικρασιατικό Μέτωπο και η παρασημοφόρηση στρατιώτη με μετάλλιο ανδρείας (πηγή: Εθνικό Ίδρυμα Ερευνών και Μελετών «Ελευθέριος Κ. Βενιζέλος» – venizelosarchives.gr).