Το «Πρόστιμο» του Φωκίωνα Μπόγρη και το μεγάλο κινηματογραφικό στοίχημα
Βαγγέλης Ευαγγελινός, Στάθης Σταμουλακάτος και Μαρία Μπαλούτσου πρωταγωνιστούν στην κινηματογραφική έκπληξη του καλοκαιριού «Πρόστιμο» και εξηγούν γιατί δεν θέλουν άλλο ψεύτικο σινεμά
Μετά από μία μεγάλη αναμονή με κλειστές κινηματογραφικές αίθουσες λόγω πανδημίας, η ταινία «Πρόστιμο» του Φωκίωνα Μπόγρη έκανε την μεγάλη της πρεμιέρα στον φυσικό της χώρο την Παρασκευή 21 Μαΐου..
Η υποδοχή του κοινού ήταν κάτι παραπάνω από θερμή, καθώς μόλις τις τρεις πρώτες μέρες προβολής του, το «Πρόστιμο» έκοψε 2.293 εισιτήρια, έχοντας τον υψηλότερο μέσο όρο ανά αίθουσα, σε σχέση με όλες τις ταινίες που κυκλοφόρησαν στους κινηματογράφους την ίδια μέρα.
Στη δεύτερη μεγάλου μήκους ταινία του, ο σκηνοθέτης Φωκίων Μπόγρης υπογράφει ένα αλά ελληνικά νεονουάρ, εμπνευσμένο από αληθινές ιστορίες ανθρώπων της διπλανής πόρτας.
Έχοντας συστηθεί διαδικτυακά στο 61ο Διεθνές Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης και ενώ διεκδικεί δύο βραβεία Ίρις της Ελληνικής Ακαδημίας Κινηματογράφου (καλύτερης ταινίας, β’ αντρικού ρόλου), το «Πρόστιμο» έρχεται να προσθέσει το δικό του λιθαράκι σκοτεινής γοητείας, στο ελληνικό σινεμά του σήμερα.
Το πρωταγωνιστικό καστ της ταινίας με τους Βαγγέλη Ευαγγελινό, Στάθη Σταμουλακάτο και Μαρία Μπαλούτσου, είναι τα «όπλα» που ο Μπόγρης, αξιοποιεί στο έπακρο για να δώσει στους χαρακτήρες του σάρκα και οστά και να μας κάνει να αναλογιστούμε μήπως έχουμε βαρεθεί να βλέπουμε -επί και εκτός οθόνης- πλαστικούς ανθρώπους με πλαστικά αισθήματα και αντιδράσεις.
Όπως οι ίδιοι δηλώνουν, το ελληνικό σινεμά βρίσκεται σε μία δημιουργική περίοδο και σιγά – σιγά απελευθερώνεται από τοξικά πρότυπα, αντιμετωπίζοντας τον θεατή με αμεσότητα, ειλικρίνεια και ρεαλισμό.
Ένα είδος και μια νέα γενιά δημιουργών της «σχολής Οικονομίδη» που συγκινεί ολοένα και περισσότερο κοινό και που ο Μπόγρης αντιπροσωπεύει επάξια.
Πείτε μας δυο λόγια για τον χαρακτήρα σας στην ταινία. Ποια στοιχεία του σας κέρδισαν και ποια ίσως σας δυσκόλεψαν περισσότερο;
Βαγγέλης Ευαγγελινός: Ο Βαγγέλης είναι ένας τριανταπεντάχρονος που βγάζει τα προς το ζην πουλώντας χόρτο και έχει σαν όνειρο να πιάσει μόνιμη δουλειά στο αεροδρόμιο. Βρίσκω συγκινητική την αφέλειά του. Παραμυθιάζει τον εαυτό του και τους άλλους ότι κάποια στιγμή θα σταματήσει τις παράνομες δραστηριότητές και θα γίνει “κυριλέ”. Έχει έναν ρομαντισμό όλο αυτό.
Όταν μπλέκει με τις πολύ πιο βαριές παρανομίες του Πέτρου, του αρραβωνιαστικού της αδερφής του, ο Βαγγέλης έρχεται σχεδόν για πρώτη φορά στη ζωή του αντιμέτωπος με την ευθύνη των πράξεών του. Εκεί ήταν για μένα το πιο απαιτητικό στοιχείο του χαρακτήρα.
Να βρεθεί η ισορροπία μέσα σε έναν χαρακτήρα που ζει μες στην παραβατικότητα αλλά στην πραγματικότητα δεν είναι τσογλάνι. Ο χαρακτήρας μου στην αρχή δείχνει bad guy αλλά στην πορεία αναγκάζεται εκ των πραγμάτων να διαχωρίσει τη θέση του.
Σιγά σιγά μες στην ταινία βλέπουμε ότι η τοξικότητα που έβγαζε στην αρχή ήταν η μεταμφίεση που χρησιμοποιούσε για να μπορέσει να επιβιώσει στον κόσμο που κινούνταν, έναν κόσμο γεμάτο με τοξικά αρσενικά.
Στάθης Σταμουλακάτος: Ο χαρακτήρας μου είναι ο Πέτρος, ένας άνθρωπος της νύχτας, αρκετά σκοτεινός. Δεν με κέρδισε τίποτα σε αυτόν το χαρακτήρα! (γέλια). ‘Ισα-ίσα, δεν θέλω να έχω καμία σχέση με αυτόν τον τύπο, τον Νεάντερταλ… Απλώς έπαιξα το ρόλο.
Ούτε με δυσκόλεψε κάτι, νομίζω ότι το παρουσιαστικό μου λύνει πολλά προβλήματα στην περίπτωση ενός τέτοιου ρόλου (ξανά, γέλια)! Από την άλλη, για να λέμε και τα πράγματα με το όνομά τους, βοήθησε ότι κάναμε πολλές πρόβες και με τον Μπόγρη, που μου είπε πάνω κάτω τι ήθελε από μένα και πως είναι ο αληθινός Πέτρος και το δουλέψαμε αρκετά.
Όταν ξέρει ο σκηνοθέτης τι θέλει και έχει και τον τρόπο να το περάσει και σε σένα, τα πράγματα γίνονται πολύ πιο εύκολα, αν έχεις κι εσύ μια στοιχειώδη εξυπνάδα για να το πετύχεις.
Μαρία Μπαλούτσου: Στο Πρόστιμο υποδύομαι την Κατερίνα. Μια κοπέλα που έχει μεγαλώσει μέσα στη νύχτα, που δούλευε σε σκυλάδικα, που είναι «σκληρό καρύδι». Ο χαρακτήρας αυτός είναι τελείως διαφορετικός από εμένα, τόσο στην εμφάνιση, όσο στον τρόπο που μιλάει, και που αντιμετωπίζει τη ζωή.
Η Κατερίνα ανήκει σε έναν κόσμο άγνωστο σε εμένα και αυτό με δυσκόλεψε πολύ να την προσεγγίσω. Όμως, δουλεύοντας πάνω στο ρόλο, άρχισα να την καταλαβαίνω και να βλέπω πιο βαθιά από αυτό που φαίνεται.
Η Κατερίνα παλεύει στα ίσια μέσα σε μια κοινωνία πολύ σκληρών και βίαιων αντρών, να βρει τη θέση της, να επιβιώσει, να κερδίσει την αξιοπρέπειά της.
Και πέφτει μέσα στη μάχη με όλο της το είναι, ρισκάρει, ξέρει πότε να κάνει πίσω, αλλά και πότε να φτάνει στα άκρα, και στο τέλος καταφέρνει να κερδίσει αυτό που θεωρεί σωστό για τον εαυτό της. Γι’ αυτό και έχει κερδίσει το σεβασμό και το θαυμασμό μου.
Η ταινία έρχεται για πρώτη φορά στους θερινούς κινηματογράφους, μετά από την περιπέτεια των lockdown κι αφού συστήθηκε στο κοινό κατά τη διάρκεια του 61ου Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης, διαδικτυακά. Πώς λειτούργησε για εσάς αυτό το διάστημα αναμονής και η έλλειψη φυσικής παρουσίας στις κινηματογραφικές αίθουσες;
Βαγγέλης Ευαγγελινός: Είναι πολύ απογοητευτικό να έχει περάσει η ταινία στην οποία συμμετέχεις σε τόσα φεστιβάλ, της Ελλάδας και του εξωτερικού, και να μην μπορείς να παραστείς και να μοιραστείς την εμπειρία και τις αντιδράσεις του κοινού.
Πιστεύω ότι όλη αυτή η αναμονή ήταν ψυχοφθόρα όχι μόνο για μας αλλά και για όλο τον κόσμο. Το νιώθω και σε προσωπικό επίπεδο, ως θεατής, το πόσο μου έχει λείψει η κινηματογραφική αίθουσα.
Στάθης Σταμουλακάτος: Κι εμείς περάσαμε όλη αυτή την περίοδο όπως και όλος ο υπόλοιπος κόσμος, νομίζω, ήμασταν σε μια διαρκή αναμονή για όλα.
Ευτυχώς προσωπικά εγώ έκανα πολλά πράγματα κατά τη διάρκεια της πρώτης καραντίνας, παραδείγματος χάριν έφτιαξα την αυλή του σπιτιού μου, οπότε είχα τουλάχιστον μια ασχολία!
Πέρα από την πλάκα, όμως, η αναμονή ήταν δύσκολη. Το καλό είναι ότι στη 2η καραντίνα, είχα την ευκαιρία να κάνω άλλη μια ταινία, ήμουν από τους τυχερούς στο χώρο, οπότε ξέφυγα κάπως από όλο αυτό…
Μαρία Μπαλούτσου: Κατά τη γνώμη μου, ο Φωκίωνας και η παραγωγός, η Μαρία Καραγιαννάκη, πήρανε μια πολύ σωστή απόφαση. Να περιμένουν να βγάλουν την ταινία στους κινηματογράφους και όχι σε online προβολές.
Βέβαια, αυτό έκανε όλους τους συντελεστές να ανυπομονούμε περισσότερο, να στενοχωριόμαστε που ακόμα δεν έχει προβληθεί, αλλά πραγματικά η αναμονή αξίζει τον κόπο. Γιατί μια ταινία είναι φτιαγμένη για την οθόνη του κινηματογράφου και όχι για την τηλεόραση, ή ακόμα χειρότερα για την οθόνη του υπολογιστή.
Εκεί όπου βλέπεις τις αντιδράσεις του κοινού, εκεί που καταλαβαίνεις την επίδραση που έχει, εκεί που νιώθεις που γελάει κανείς και που συγκινείται.
Ο κινηματογράφος είναι θέαμα, κατά τη γνώμη μου, ομαδικό. Σε παρασύρει σε μια συλλογική εμπειρία, αισθάνεσαι τον κόσμο δίπλα σου, γίνεσαι μια κοινωνία που βιώνει την ίδια κατάσταση, ο καθένας με τον προσωπικό του τρόπο και όλοι μαζί.
Τι σημαίνει για εσάς σύγχρονο ελληνικό σινεμά;
Βαγγέλης Ευαγγελινός: Σημαίνει άνθρωποι που παλεύουν με όποιον τρόπο μπορούν, σε πολύ δύσκολες συνθήκες, για να κάνουν αυτό που αγαπάνε.
Στάθης Σταμουλακάτος: Για μένα σημαίνει: Γιάννης Οικονομίδης, Φωκίων Μπόγρης, Τζώρτζης Γρηγοράκης, Ασημίνα Προέδρου, Σόνια Κέντερμαν, γενικά όλοι αυτοί οι δημιουργοί που έχουν έρθει σιγά σιγά στην επιφάνεια και τα επόμενα χρόνια θα δώσουν, πιστεύω, μια νέα ελπίδα.
Καινούριοι κινηματογραφιστές, καινούργιες ελπίδες. Γεννιέται νομίζω ένας νέος ελληνικός κινηματογράφος, τελείως διαφορετικός από τον παλιό.
Μαρία Μπαλούτσου: Αν με ρωτούσε κανείς πριν από λίγα χρόνια, θα έλεγα, τίποτα.
Η αλήθεια είναι ότι πέρα από τον Οικονομίδη, δεν είχα πολλές επαφές με το σύγχρονο ελληνικό σινεμά, ήμουν δύσπιστη σε ό,τι αφορούσε αυτές τις παραγωγές.
Από τότε όμως, που μπήκα στον κόσμο του Φωκίωνα και των αντίστοιχων νέων κινηματογραφιστών, άλλαξα γνώμη.
Αυτή η γενιά, ή αυτή η σχολή (δεν ξέρω καν αν είναι σωστός ο όρος), κάνουν ένα σινεμά που δεν υπάρχει και που πραγματικά λείπει.
Έναν ρεαλισμό, χωρίς περιγραφικότητες, με απόλυτη ειλικρίνεια και καθαρή εικόνα.
Έχουμε πολλές ταινίες μικρού μήκους που είναι αριστουργήματα και αν αυτοί οι σκηνοθέτες παίρνανε χρηματοδότηση, θα έκαναν σπουδαία πράγματα.
Ταινίες όπως το «Πρόστιμο» απευθύνονται συνήθως στο δικό τους πιστό κινηματογραφικό κοινό ή είναι ένα είδος που ολοένα αναπτύσσεται;
Βαγγέλης Ευαγγελινός: Έχουν ως βάση ένα πιστό κοινό που εκτίμησή μου είναι ότι όλο και αυξάνεται. Ήδη η ανταπόκριση που είχαμε πριν την πρεμιέρα στα social media, ειδικά από πιτσιρικάδες, ήταν πολύ ενθαρρυντική.
Γενικά πιστεύω ότι το ελληνικό σινεμά θα στραφεί στο genre. Θα βγαίνουν όλο και περισσότερα crime, thriller, horror κλ.π στο μέλλον, γιατί υπάρχει κενό που πρέπει να καλυφθεί.
Η επιτυχία που έκανε πρόσφατα η «Μπαλάντα της Τρύπιας Καρδιάς» είναι ένα παράδειγμα που δείχνει ότι υπάρχει κόσμος που έχει ανάγκη να δει και ελληνικές ταινίες του είδους.
Στάθης Σταμουλακάτος: Το «Πρόστιμο» έχει από μόνο του ένα target group συγκεκριμένο, από εφήβους μέχρι 45-50 ετών.
Δεν τη λες μια «εύκολη» ταινία αλλά οι θεατές που έχουν ανοικτό μυαλό και είναι προοδευτικοί στη σκέψη, και δεν είναι «κολλημένοι» συντηρητικοί, μπορούν να τη δουν και να την εκτιμήσουν.
Μαρία Μπαλούτσου: Όχι, καθόλου δεν απευθύνονται σε δικό τους πιστό κοινό. Είναι είδος που θα αναπτυχθεί αργά ή γρήγορα, γιατί λείπει.
Το κοινό έχει βαρεθεί να βλέπει χαζές κωμωδίες, δράματα με υπερβολικές ερμηνείες και σουρεάλ τέχνη.
Το κοινό θέλει να δει αληθινούς κόσμους, αληθινούς ανθρώπους και μη επιτηδευμένο σινεμά. Νομίζω ότι αυτά τα έχουμε χορτάσει και με το παραπάνω.
Τελικά οι Έλληνες είναι σινεφίλ, του θεάτρου, ή της τηλεόρασης;
Βαγγέλης Ευαγγελινός: Τον τελευταίο χρόνο όλος ο κόσμος έγινε της τηλεόρασης και του netflix. Πάνε και θέατρο και σινεμά οι Έλληνες, το θέμα είναι τι βλέπουν. Είναι δουλειά και των δημιουργών, ανεξάρτητων και mainstream να φέρνουν τον κόσμο πιο συχνά στην αίθουσα για να δει ελληνικό έργο. Εδώ κολλάει και η προηγούμενή μου απάντηση.
Στάθης Σταμουλακάτος: Νομίζω ότι ο ‘Ελληνας φεύγει, σιγά σιγά, από την τηλεόραση, γιατί δεν έχει να του προσφέρει και πολλά.
Την έχει βαρεθεί και έχει περισσότερη ανάγκη πια να φύγει και να πάει προς το σινεμά ή το θέατρο, παρουσιάζουν και τα δύο μεγάλη άνοδο αυτή τη στιγμή. Τα επόμενα χρόνια θα δείξουν…
Μαρία Μπαλούτσου: Νομίζω ότι είμαστε σε μια μεταβατική εποχή. Η τηλεόραση είναι ακόμα το πιο δημοφιλές από τα τρία, αλλά έχει αρχίσει να κουράζει η προχειρότητά της και η μετριότητα.
Δεν λέω ότι δεν γίνονται και ωραίες δουλειές, αλλά η πλειοψηφία των σήριαλ και των εκπομπών είναι απλώς μια επανάληψη παλιών συνταγών, που μάλιστα όσο πάει γίνεται όλο και πιο φτηνή, λογικό ,αφού πλέον δεν υπάρχουν λεφτά.
Το θέατρο έχει αρχίσει και παίρνει λίγο τα πάνω του, αλλά παραμένει χαμηλά στη λίστα του μέσου Έλληνα. Νομίζω ότι το σινεμά κερδίζει όλο και περισσότερο έδαφος, γεγονός που με χαροποιεί.
Πείτε μας ένα σκηνικό που θυμάστε πιο έντονα από τα γυρίσματα της ταινίας.
Βαγγέλης Ευαγγελινός: Δεν είναι μόνο ένα. Σχεδόν κάθε μέρα γυρίσματος ήταν και μια μικρή περιπέτεια. Πίεση χρόνου να πάρουμε τη λήψη που πρέπει με δυο τρεις φορές.
“Άκυρα” και εκβιασμοί τελευταίας στιγμής που μας οδηγούσαν να ψάχνουμε location την ημέρα που έπρεπε να γυριστεί η σκηνή σ’ αυτό.
Γυρίσματα χωρίς άδεια σε υπαίθριους χώρους όπου μας κυνηγούσαν και σε εισόδους πολυκατοικιών όπου αναγκαζόμασταν να πούμε κάποια “παπάντζα” στους διαχειριστές για να κερδίσουμε λίγο χρόνο, όσο να προλάβουμε τη λήψη. Είναι κρίμα που στο ολιγομελές και ευέλικτο crew που είχαμε δεν περίσσευε κάποιος για να κάνει ένα making of, θα ήταν, αν μη τι άλλο, ενδιαφέρον.
Στάθης Σταμουλακάτος: Μια μέρα, που βρισκόμουν ταυτόχρονα σε 3 παραστάσεις, και είχαμε γύρισμα, έκλεισε ο λαιμός μου και δεν είχα φωνή. Κάποια στιγμή λοιπόν, γύρω στις 6 τα ξημερώματα παίρνω τον Μπόγρη τηλέφωνο και με το που βλέπει την κλήση, καταλαβαίνει αμέσως ότι δεν θα’ ναι για καλό!
Ο άνθρωπος κόντεψε απλά να πάθει καρδιακή προσβολή…
Πιο πολύ σκεφτόμουν εκείνη τη στιγμή τον Μπόγρη, μην πάθει τίποτα, παρά εμένα που δεν είχα φωνή να παίξω! Το γύρισμα φυσικά δεν έγινε εκείνη τη μέρα, αλλά έγινε 2 μέρες μετά, οπότε και γυρίζαμε ακατάπαυστα, και το σώσαμε…
Μαρία Μπαλούτσου: Σε γενικές γραμμές, δεν υπήρχαν έντονα περιστατικά, γιατί ο Φωκίωνας μας είχε όλους περιορισμένους και συγκεντρωμένους στη δουλειά μας. Νομίζω πως οι φορές που βγήκαμε εκτός χρονοδιαγράμματος ήταν ελάχιστες.
Όταν κάνες μια low budget ταινία, χωρίς χρηματοδότηση από φορείς, ξέρεις ότι το κάθε λεπτό έχει σημασία και όλοι ήμασταν εκεί, γιατί πιστέψαμε στο όραμα του Φωκίωνα και θέλαμε να γίνει μια πραγματικά καλή ταινία.
Αυτό που θα μου μείνει ήταν το γύρισμα που κάναμε εγώ και ο Βαγγέλης στο αυτοκίνητο, με μια κάμερα προσαρμοσμένη στο καπώ. Έπρεπε να γυρίσουμε τη σκηνή, χωρίς ο σκηνοθέτης να έχει μόνιτορ, χωρίς να ακούει ήχο και μάλιστα μέσα σε ελάχιστο χρόνο, γιατί θα χάναμε το φως.
Αφού τελειώσαμε, ρώτησα τον Φωκίωνα αν είδε τη σκηνή και αν είναι εντάξει, ή αν θέλει να την πάμε ξανά μια άλλη μέρα. Μου είπε πως δεν έχει σημασία, γιατί την συγκεκριμένη κάμερα μπορούσαμε να την έχουμε μόνο αυτή τη μέρα και μόνο για αυτήν την ώρα.
Εννοείται ότι πάγωσα, γιατί είναι μια σημαντική στιγμή στην ταινία που δεν γίνεται να λείπει και αν δεν την είχαμε πετύχει, θα έπρεπε ο σκηνοθέτης να συμβιβαστεί με κάτι μέτριο.
Ευτυχώς είχαμε κάνει πολλές πρόβες πριν τα γυρίσματα και μάλλον την πετύχαμε. Αλλιώς θα την είχε κόψει!
Πώς προέκυψε η συνεργασία σας με τον σκηνοθέτη;
Βαγγέλης Ευαγγελινός: Με τον Μπόγρη γνωριστήκαμε το 2012 σε ένα σεμινάριο υποκριτικής του Γιάννη Οικονομίδη όπου έκανε την κινηματογράφηση και το μοντάζ μιας αυτοσχεδιαστικής σκηνής που είχαμε δημιουργήσει.
Αρχίσαμε να βλέπουμε ταινίες, ανακαλύψαμε κοινά κινηματογραφικά ενδιαφέροντα και θέλαμε να κάνουμε μια ταινία μαζί. Ξεκινήσαμε εξετάζοντας ιδέες για μικρού μήκους, όταν ο Μπόγρης γνώρισε τον άνθρωπο στον οποίο βασίζεται ο χαρακτήρας που υποδύομαι στην ταινία, αποφάσισε ότι ήθελε να κάνει ταινία μεγάλου μήκους την ιστορία του και μοιραία προέκυψε η συνεργασία μας στο Πρόστιμο.
Στάθης Σταμουλακάτος: Τον ξέρω πολλά χρόνια και κάποια στιγμή το ’16 ή το ’17, μου έδωσε το σενάριο και μου πρότεινε το ρόλο του Πέτρου.
Αρχικά είπα ναι, μετά περνούσε ο καιρός, ο Φωκίωνας δεν έβρισκε εύκολα χρηματοδότηση, υπήρξαν κάποια σκαμπανεβάσματα εκεί, οπότε όταν ήρθε η στιγμή που ήταν έτοιμος και ήθελε να κάνει τα γυρίσματα, του είπα «ρε συ, μήπως να βρεις κάποιον άλλο γιατί εγώ δεν προλαβαίνω;».
Ήμουν πολύ πιεσμένος εκείνη την εποχή με τη δουλειά.
Αλλά εκείνος απάντησε «όχι, εσένα μόνο θέλω για το ρόλο, εσένα έχω σκεφτεί» κι έτσι προχωρήσαμε.
Μαρία Μπαλούτσου: Με τον Φωκίωνα γνωριστήκαμε πριν από 9 χρόνια περίπου, σε ένα σεμινάριο του Γιάννη Οικονομίδη. Σε εκείνο το σεμινάριο ήταν και ο Βαγγέλης.
Ο Φωκίωνας τράβαγε το υλικό του σεμιναρίου κι εμείς παλεύαμε να μάθουμε να παίζουμε μπροστά στην κάμερα, αποβάλλοντας ό,τι έχουμε μάθει στο θέατρο.
Μετά από αυτό, έπαιξα σε μια μικρού μήκους που έκανε, (Δεύτερος άντρας) και τότε του ζήτησα με όλο το θράσος που είχα, να με πάρει να παίξω στην επόμενη μεγάλου μήκους ταινία που θα κάνει.
Και για να μην το ξεχάσει, κατά καιρούς τον έπαιρνα τηλέφωνο δήθεν για να δω τι κάνει, ή του έστελνα μηνύματα, μέχρι που κατέληξα να επικοινωνώ μαζί του για να δω όντως τι κάνει. Θεωρώ τον εαυτό μου τυχερό που τον γνώρισα, γιατί τρέφω μεγάλο σεβασμό για τη δουλειά του και τον ευχαριστώ πολύ που τελικά με πήρε να παίξω στην ταινία του.
Πώς ήταν η εμπειρία σας από την διαδικασία των γυρισμάτων σε μια ταινία μεγάλου μήκους και μάλιστα έχοντας έναν πρωταγωνιστικό ρόλο;
Βαγγέλης Ευαγγελινός: Υπήρχαν στιγμές που ήταν πολύ απαιτητική εμπειρία. Εκεί βλέπεις και πόσο το θέλεις. Τη σημασία που έχει για σένα όλο αυτό.
Αν ο ηθοποιός όμως έχει την κατάλληλη σκηνοθετική καθοδήγηση, απλά αφήνεται στη στιγμή και το πράγμα ρολάρει μόνο του.
Εκτός από την υποκριτική έχετε ασχοληθεί και με την συγγραφή. Ο κεντρικός ήρωας στο πρώτο σας μυθιστόρημα «Το Αίμα Πίσω», έχει αρκετά κοινά στοιχεία με τον Βαγγέλη στο «Πρόστιμο» . Ήταν κάτι που λειτούργησε ως έμπνευση για το ρόλο σας στην ταινία;
Βαγγέλης Ευαγγελινός: Ο ήρωας στο Αίμα Πίσω σπρώχνει κι αυτός χόρτο, αλλά οι ιστορίες δεν έχουν καμία σχέση. Θα’ λεγα ότι λειτούργησε περισσότερο ως αναφορά, όχι τόσο ως έμπνευση.
Στο βιβλίο μου τα προβλήματα που αντιμετωπίζει ο ήρωας είναι κυρίως υπαρξιακά. Στο Πρόστιμο, ο Βαγγέλης έχει να αντιμετωπίσει προβλήματα που έχουν να κάνουν με εξωτερικές, πολύ σοβαρές καταστάσεις.
Η πλοκή της ταινίας εξελίσσεται με φόντο γειτονιές στα νότια προάστια της Αθήνας. Τι είναι αυτό που αγαπάτε και τι σας ενοχλεί περισσότερο στη ζωή και στην κουλτούρα της πόλης;
Βαγγέλης Ευαγγελινός: Είμαι γέννημα θρέμμα παιδί της πόλης. Το σκηνικό της ζωής μου είναι οι πολυσύχναστοι δρόμοι, οι πεζόδρομοι και τα πάρκα.
Λατρεύω την Αθήνα και ειδικά σε κάποιον που ασχολείται με την τέχνη, είτε ως δημιουργός, είτε ως αποδέκτης, η πόλη δίνει τις περισσότερες επιλογές.
Στην επαρχία μπορεί να έχεις πιο χαλαρούς ρυθμούς και περισσότερο ελεύθερο χρόνο, αλλά αν δεν έχεις κάτι να τον κάνεις μπορεί να γίνει πνιγηρός.
Για την ερμηνεία σας στην ταινία «Πρόστιμο» είστε υποψήφιος για το βραβείο Β΄ Ανδρικού Ρόλου στα βραβεία Ίρις της Ελληνικής Ακαδημίας Κινηματογράφου. Ήταν κάτι που περιμένατε και τι σημαίνει για εσάς μια τέτοια διάκριση;
Στάθης Σταμουλακάτος: Δεν περίμενα τίποτα και από την άλλη δεν σημαίνει και τίποτα.
Όχι ότι είμαι αρνητικός, αν το πάρω, προφανώς και θα χαρώ πολύ, αλλά πέραν αυτού δεν σημαίνει κάτι σημαντικότερο για μένα.
Κάνεις αυτό που σου αρέσει και αν έρθει κάτι, ήρθε!
Το κεντρικό σύνθημα των φετινών βραβείων Ίρις είναι «Κάθε ταινία μια εξέγερση». Πώς ερμηνεύετε εσείς κάθε ταινία ;
Στάθης Σταμουλακάτος: Για μένα κάθε ταινία είναι μια ελπίδα, δηλαδή μια ελπίδα για το σινεμά. Ότι δεν πεθαίνει, αλλά μεγαλώνει με κάθε καινούργια ταινία που γίνεται.
Οπότε ναι, μπορείς να το πεις κι έτσι, ότι κάθε ταινία είναι μια εξέγερση, ακριβώς γιατί αποτελεί ελπίδα…
Το κοινό σας έχει ταυτίσει με ερμηνείες σε ρόλους «κακών», οι οποίοι για πολλούς είναι και οι αγαπημένοι τους χαρακτήρες. Είναι πιο γοητευτικοί και για έναν ηθοποιό; Σας έχει γίνει πρόταση για έναν εντελώς «κόντρα» ρόλο;
Στάθης Σταμουλακάτος: Ο κακός σε μια ταινία ήταν ανέκαθεν γοητευτικός. Εγώ, ας πούμε, στον «Πόλεμο Των ‘Αστρων» ήμουν με τον Darth Vader!
Πρόσφατα πάντως έκανα έναν εντελώς κόντρα ρόλο στην ταινία της Ασημίνας Προέδρου, έναν καθημερινό άνθρωπο, θα έλεγα ότι είναι ένας τραγικός άνθρωπος…
Η ταινία «Πρόστιμο» προβάλλεται από την Παρασκευή 21 Μαΐου στις αίθουσες Cine Αμαρυλλίς, Cine Ανεσις, Cine Παναθήναια, Ριβιέρα, Μίμης Φωτόπουλος, Cine Αλόμα, Cine Αττικόν (Αλσος Γαλατσίου), Cine Νίκαια και Ρία Digital Cinema.
- Μελισσοκομία: Αλλαγές στο πρόγραμμα για τα Μικρά Νησιά του Αιγαίου Πελάγους
- Ρόδος: Νέα τραγωδία σε ναυάγιο με μετανάστες – Οκτώ νεκροί, οκτώ τραυματίες στο νοσοκομείο
- Ανησυχία για την κατάσταση δέντρων στο Άλσος της Νέας Σμύρνης.
- Athens Photo World: Το ετήσιο φεστιβάλ φωτορεπορτάζ της Αθήνας, επιστρέφει στην Τεχνόπολη
- Ρωσία: Η δολοφονία Κιρίλοφ, το διπλό μήνυμα του Κιέβου και το «πληγωμένο» προφίλ του Βλαντίμιρ Πούτιν
- Καλαμάτα: Στον εισαγγελέα ο 35χρονος που δολοφόνησε τον εργοδότη του – Στο «κάδρο» οικονομικές διαφορές