Θετικές εκθέσεις και ελληνική οικονομία: Τι έγινε; Μας ξεμάτιασαν;
Οι εκθέσεις καλλιεργούν προσδοκίες για αναβαθμίσεις όμως οι αναλυτές “δείχνουν” μια σειρά από προϋποθέσεις
Μετά από δέκα χρόνια “σφαλιάρας” η ελληνική οικονομία γνωρίζει εν μέσω υγειονομικής κρίσης ένα μπαράζ θετικών εκθέσεων. Το σουρεάλ είναι το timing, καθώς ποιος θα περίμενε ότι παρά την πανδημία θα είχαμε ένα τέτοιο κλίμα. Γεννά έτσι το εύλογο ερώτημα: γιατί; Οι απαντήσεις υπάρχουν. Όμως οι ίδιοι παράγοντες που οδηγούν τους εγχώριους και ξένους αναλυτές να προβαίνουν σε θετικές προβλέψεις είναι και οι ίδιοι λόγοι που μπορεί να τελικά “ρίξουν” στα τάρταρα την ελληνική οικονομία αν δεν ικανοποιήσει τις προσδοκίες.
Τα “στοιχήματα” της Ελλάδας είναι η συνέχιση των μεταρρυθμίσεων, η εφαρμογή του σχεδίου ανάπτυξης – ειδικά τα κρίσιμα έτη 2021-2024- και η αξιοποίηση των πόρων του Ταμείου Ανάκαμψης που αναμένεται το 2021 να ανέλθουν στα 7,8 δισ. Ευρώ και ο 2022 στα 10 δισ. ευρώ. Αντίστροφα, αν η Αθήνα δεν υλοποιήσει τις δράσεις, δεν γίνουν τα έργα του σχεδίου και προχωρήσει στις επενδύσεις και γενικότερα στις αλλαγές που έχει υποσχεθεί τότε οι προσδοκίες γκρεμίζονται και μαζί με αυτές η εικόνα των ξένων επενδυτών για την Ελλάδα.
Οι πηγές αισιοδοξίας των ξένων λοιπόν είναι ότι η ελληνική οικονομία το 2022 θα παρουσιάζει υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης κοντά 6-7%. Οι προβλέψεις είναι ιδιαιτέρως ενθαρρυντικές, κυρίως λόγω του Ταμείου Ανάκαμψης, όπου ο οίκος αξιολόγησης S&P εκτιμά άνοδο του ΑΕΠ μεταξύ 8-18% μέσα στα επόμενα έξι χρόνια, ενώ ο οίκος Fitch εκτιμά ότι το 2022 η ανάπτυξη θα φτάσει το 7%.
Η Ελλάδα παράλληλα έχει σχεδιάσει να μειώσει τα υψηλά ελλείμματα επιστρέφοντας ξανά στα πλεονάσματα (πρωτογενή 2% το 2023 και 2,9% το 2024), ενώ, σύμφωνα με το Πρόγραμμα Σταθερότητας το πρωτογενές έλλειμμα φέτος θα διαμορφωθεί στο 7,2% για να υποχωρήσει σημαντικά το 2022 στο 0,3%.
Το ταμειακό μαξιλάρι είναι σε πολύ ικανοποιητικά επίπεδα που κυμαίνεται γύρω στα 33 δισ. Ευρώ, όπου ο στόχος είναι να παραμείνει πέριξ του εν λόγω ποσού. Σύμφωνα επίσης με τη Moody’s οι ανάγκες αναχρηματοδότησης του χρέους είναι χαμηλές για τα επόμενα χρόνια και το 2023 θα είναι στα 11,5 δισ. Ευρώ ενώ η διαχείριση των ταμειακών διαθεσίμων είναι πολύ ικανοποιητική παρά την πανδημία.
Την ίδια ώρα, η εξυπηρέτηση του χρέους έχει γίνει πιο βιώσιμη λόγω των χαμηλών επιτοκίων και της μακράς διάρκειας. Το μέσο επιτόκιο του χρέους είναι 1,72%, σε σύγκριση με 4,54% το 2011, ενώ το προφίλ ωρίμανσης είναι ισχυρό με μέση ωρίμανση στα 19,4 έτη.
Οι εκθέσεις καλλιεργούν προσδοκίες για αναβαθμίσεις όμως οι αναλυτές “δείχνουν” μια σειρά από προϋποθέσεις. Κοινή συνισταμένη των ξένων οίκων και επενδυτικών τραπεζών αποτελεί η εκτίμηση ότι από το δεύτερο μισό του 2021 η Ελλάδα εισέρχεται σε ένα 12μηνο υψηλών προσδοκιών. Η έξοδος από την κατηγορία “σκουπίδια” δεν αποκλείεται το 2022, όμως το υπουργείο Οικονομικών έχει βάλει το στοίχημα για επίτευξη της επενδυτικής βαθμίδας έως το πρώτο εξάμηνο του 2023. Οι οίκοι περιγράφουν στις αναλύσεις τους ως “κλειδιά” την πολιτική σταθερότητα, την αξιοποίηση των πόρων του Ταμείου Ανάκαμψης, τις μεταρρυθμίσεις και τη σταθερή ανάπτυξη της οικονομίας.
Ακολουθήστε το in.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις