Η Little Greece του Σίδνεϊ
Τον επόμενο μήνα θα γίνει το ελληνικό «βάπτισμα» της περιοχής Marrickville, της γειτονιάς όπου μεσουράνησαν οι έλληνες μετανάστες, προς τιμήν της καθοριστικής συνεισφοράς τους στην ανάπτυξη της τοπικής οικονομίας
Τις Πέμπτες τα απογεύματα ή τα πρωινά του Σαββάτου ομογενείς από τις γύρω περιοχές κατέφθαναν με τα παιδιά τους για να ψωνίσουν στα εμπορικά του Marrickville. Περπατώντας στους δρόμους άκουγαν ελληνικά ή μουσική από την πατρίδα, οι πωλητές καταλάβαιναν τι εννοούσαν όταν ζητούσαν ένα… αρνί για σούβλα, ενώ για τη διασκέδασή τους επέλεγαν ένα από τα 12 ελληνικά καφενεία που λειτουργούσαν στην περιοχή. Στο Marrickville του Σίδνεϊ υπήρχαν ήδη το μακροβιότερο ελληνικό θέατρο και η ομογενειακή ποδοσφαιρική ομάδα Canterbury Marrickville, ενώ «ακόμη και τα γραφεία του ΠΑΣΟΚ και της Νέας Δημοκρατίας, στο Marrickville βρίσκονταν! Επί δεκαετίες το ένα απέναντι από το άλλο», εξηγούν οι ντόπιοι.
Πλέον η πόλη ετοιμάζεται για ένα μεγάλο γεγονός που θα λάβει χώρα τον επόμενο μήνα: ένα τμήμα του Marrickville, της γειτονιάς όπου μεσουράνησαν οι έλληνες μετανάστες, θα μετονομαστεί σε Little Greece με απόφαση του Δημοτικού Συμβουλίου του Σίδνεϊ, προς τιμήν της καθοριστικής συνεισφοράς των Ελλήνων στην ανάπτυξη της τοπικής οικονομίας.
Τη ζωή της Little Greece κατάφερε να καταγράψει μέσα από δεκάδες συνεντεύξεις ελλήνων μεταναστών και φωτογραφίες παλιών ελληνικών καταστημάτων ένας ομογενής δάσκαλος και ιστορικός, ο Βασίλης Βασιλάς. Το σπουδαίο υλικό που συγκέντρωσε έπειτα από πολυετή έρευνα εκδόθηκε σε ένα βιβλίο 400 σελίδων που κυκλοφόρησε πρόσφατα στην Αυστραλία με τίτλο «Little Athens: Marrickville». Ποια η ιστορία του Γιάννη Μπενέτου που έφερε για πρώτη φορά το σουβλάκι γύρο στο Σίδνεϊ, πώς αντέδρασαν οι Αυστραλοί στο παράξενο προϊόν που πουλούσε το γιαουρτάδικο Attiki και πώς τα ελληνικά ψυγεία Olympian Refrigeration κατέκτησαν το Marrickville;
Εργάτες
«Οι Ελληνες βρέθηκαν στο Σίδνεϊ στα μέσα της δεκαετίας του ’50 αρχικά ως εργάτες, καθώς ήταν μια βιομηχανική περιοχή που πρόσφερε πολλές θέσεις εργασίας. Στη συνέχεια, κάποια σπινθηροβόλα μυαλά είδαν την ευκαιρία να δημιουργήσουν καταστήματα. Ετσι άνοιξαν τα πρώτα ελληνικά παντοπωλεία, όπου οι μετανάστες πήγαιναν για να αγοράσουν τυρί, λάδι, βαφή για τα αβγά τους το Πάσχα. Τα κύματα νεοφερμένων συνεχίστηκαν και στο αποκορύφωμα της μετανάστευσης, την περίοδο 1969-1971, το ένα τρίτο του ελληνικού πληθυσμού του Σίδνεϊ ζούσε στο Marrickville. Το προάστιο είχε μεταμορφωθεί σε ένα αυθεντικό ελληνικό χωριό», λέει στα «ΝΕΑ» ο Βασίλης Βασιλάς.
Το Marrickville, εξηγεί, καταρρίπτει όλα τα στερεότυπα για τους έλληνες μετανάστες. «Γιατί οι Ελληνες δεν διέπρεψαν μόνο στα εστιατόρια, όπως νομίζουμε, αλλά υπήρχε ένα ολόκληρο δίκτυο άλλων επιχειρήσεων από πίσω τους. Ανοιγαν ό,τι επιχείρηση μπορείς να φανταστείς. Στο Marrickville, για παράδειγμα, υπήρχαν περισσότερα ελληνικά συνεργεία αυτοκινήτων παρά φαγάδικα, όμως είναι λογικό να μένουν αυτά στη μνήμη μας γιατί κανείς δεν νοσταλγεί την ημέρα που πήγε να αλλάξει λάδια στο αυτοκίνητο», συνεχίζει χαριτολογώντας.
Ο ίδιος ξεκίνησε συγκεντρώνοντας υλικό για το βιβλίο του «Πίσω από τις βιτρίνες και τα ταμεία», ώστε να καταδείξει την ποικιλία των ελληνικών καταστημάτων και εργοστασίων στην Αυστραλία. Γρήγορα όμως συνειδητοποίησε ότι ένα ξεχωριστό έργο αναδυόταν, καθώς το Marrickville εμφάνιζε ιδιαίτερο ενδιαφέρον.
Ακριβό προάστιο
Πλέον στην παλιά εργατογειτονιά, που μεταμορφώνεται σε ένα ακριβό προάστιο, έχουν απομείνει περίπου 3.000 Ελληνες. Μεγάλοι επιχειρηματίες επενδύουν συμπιέζοντας τα μικρά καταστήματα, ενώ πολυκατοικίες ξεφύτρωσαν στο προάστιο με τα χαμηλά σπιτάκια. Παρ’ όλα αυτά, οι Ελληνες συνεχίζουν αυτό που ξεκίνησαν πριν από 70 χρόνια. Και όσα κατέθεσαν στην αυστραλιανή κοινωνία έχουν γίνει πλέον κτήμα της.
Οπως περιγράφει, «οι ομογενείς εξακολουθούν να κάνουν κράτηση στην ψησταριά Corinthian Rotisserie, να ράβονται στον Αντρέα Σταθόπουλο, που στα 80 του δουλεύει ακόμη το Andrew’s Βoutique, να αγοράζουν τα αλλαντικά τους από το Danas Deli Cafe και το Lamia Super Deli και τα γλυκά τους από το Athena Cake Shop, όμως πλέον οι Αυστραλοί δεν μπαίνουν μέσα ρωτώντας «Μήπως έχετε κάποιο αυστραλέζικο γλυκό;», όπως έκαναν το 1973, αλλά στήνονται στην ουρά για γαλακτομπούρεκο και σπανακόπιτα. Το Souvlaki Boys του Marrickville πέρυσι κέρδισε το Βραβείο Καλύτερης Επιχείρησης του Δήμου Inner West, το εστιατόριο Barzaari διοργάνωσε πριν από λίγους μήνες την πρώτη Παγκόσμια Ημέρα Μπακλαβά, ενώ τα κοτόπουλα M&J που εξάγονται ξεκίνησαν από ένα οικογενειακό μιλκ μπαρ». Κάπως έτσι ένα ελληνικό γκέτο απέκτησε τη δική του θέση στην καρδιά των Αυστραλών.
- Ρωσία: Πλοίο στα στενά του Κερτς στέλνει σήμα κινδύνου – Τι καταγγέλλει συνδικάτο ναυτικών
- Μαζώ και τα μυαλά στα κάγκελα: Οι Ρώσοι ακούνε με τρέλα το «Νικοτίνη» του Γιώργου Μαζωνάκη
- Νέο δάνειο από την Ουγγαρία για τη Βόρεια Μακεδονία – Έφτασε το 1 δισ. ο δανεισμός
- Μεντιλίμπαρ: «Δεν υπάρχουν εύκολα παιχνίδια στο πρωτάθλημα»
- Ψήφισμα ΟΗΕ για ανθρωπιστική βοήθεια σε Παλαιστίνη: Πυρ ομαδόν της αντιπολίτευσης για την αποχή της κυβέρνησης
- Συρία: Με τον αλ Τζουλάνι συναντήθηκε αμερικανική αντιπροσωπεία – «Σε θετικό κλίμα»