Yπάρχει ο κόσμος του Μπόρις Τζόνσον. Ο βρετανός πρωθυπουργός είναι αδίστακτος: έπαιξε κάποτε κορόνα-γράμματα έναν λόγο κατά του Brexit κι έναν υπέρ, και κέρδισε ο δεύτερος. Αλαζών: η Μέρι Μπιρντ τον έκανε με τα κρεμμυδάκια στο ντιμπέιτ «Ελλάδα εναντίον Ρώμης». Κυνικός: φλέρταρε με την ανοσία της αγέλης, ξόδεψε χιλιάδες ζωές ρισκάροντας δεκάδες χιλιάδες περισσότερες, κόμπαζε ότι προτιμούσε να στοιβάζονται οι νεκροί στους δρόμους από το να επιβάλει νέο λοκντάουν και σήμερα υπερηφανεύεται ότι επί κυβέρνησής του η Βρετανία μηδένισε τους νεκρούς από την Covid-19.

Η σοφότερη κουβέντα του Ντόμινικ Κάμινγκς ήταν πως αποτελούσε σκάνδαλο να βρίσκονται στα ηνία μιας μεγάλης χώρας άνθρωποι σαν εκείνον και τον Τζόνσον. Το σίγουρο είναι πως ο δεύτερος αποδείχθηκε πιο ευέλικτος, πιο ευφυής ή πιο τυχερός. Οχι μόνο εξακολουθεί να βρίσκεται στην εξουσία, αλλά βλέπει και τη δημοτικότητά του να ανεβαίνει. Η περίπτωσή του επιβεβαιώνει ένα άρθρο που είχε δημοσιεύσει το 1993 ο νομπελίστας Οικονομίας Ντάνιελ Κάνεμαν με τίτλο «Οταν προτιμάμε τον περισσότερο πόνο από τον λιγότερο»: μια ομάδα ανθρώπων που κλήθηκαν πρώτα να βάλουν το χέρι τους για κάποια ώρα σε παγωμένο νερό και στη συνέχεια να το βάλουν για περισσότερη ώρα σε παγωμένο νερό που στο τέλος άρχισε σταδιακά να ζεσταίνεται, θα προτιμούσαν να επαναλάβουν το δεύτερο πείραμα, όχι το πρώτο.

Υπάρχει και ο κόσμος του Κεν Λόουτς. Ο βρετανός σκηνοθέτης είναι αθεράπευτα αισιόδοξος. «Δεν θεωρώ τον εαυτό μου ηττημένο» λέει σε συνέντευξή του στη Repubblica. «Πιστεύω ότι μια μέρα θα νικήσουμε. Ο καπιταλισμός, για να επιβιώσει, είναι υποχρεωμένος να αυξάνει όλο και περισσότερο τις δόσεις εκμετάλλευσης, και αυτό θα οδηγήσει στο τέλος του». Θεωρεί πολιτικά σημαντικότερο γεγονός της ζωής του την απεργία των ανθρακωρύχων, τη δεκαετία του ’80: «Χάσαμε από τους δεξιούς και τους σοσιαλδημοκράτες της Δεξιάς. Αν είχαμε κερδίσει, ίσως να είχαμε δώσει τέλος στον νεοφιλελευθερισμό όχι μόνο στη χώρα μας, αλλά ίσως σε όλη την Ευρώπη». Και το πρώτο του ταξίδι μετά την πανδημία θα το κάνει στη Ρώμη για μια ρετροσπεκτίβα των ταινιών του που θα ξεκινήσει με το Sweet Sixteen: «Βρίσκω προσβλητικό ότι για να σπουδάσει ένα παιδί στη χώρα μου πρέπει να φορτωθεί με χρέη, για να βρεθεί στη συνέχεια αντιμέτωπο με λίγες, επισφαλείς και περιστασιακές δουλειές».

Σε δύο εβδομάδες ο Λόουτς κλείνει τα 85 του χρόνια. Αλλά δεν του αρέσουν οι επέτειοι, το πολύ-πολύ να πιει ένα ποτήρι κόκκινο κρασί παραπάνω μαζί με τη γυναίκα του, με την οποία ζει εδώ και 49 χρόνια. Και θα ήθελε τόσο, μα τόσο πολύ, να γυρίσει μια ακόμη ταινία, αλλά δεν ξέρει αν θα προλάβει…

Ξέρω, τον βρίσκετε αφελή. Κι εγώ, ώρες-ώρες. Αλήθεια όμως προτιμάτε τον κόσμο του Τζόνσον;