Προσφυγικό: Η ιστορία του μικρού Αρτίν, του προσφυγόπουλου που ξεβράστηκε νεκρό στη Νορβηγία
Στο ίδιο ναυάγιο σκοτώθηκαν και οι γονείς και τα δύο αδέρφια του
- Μιας διαγραφής… μύρια έπονται για τη Ν.Δ.- Νέες εσωκομματικές συνθήκες και «εν κρυπτώ» υπουργοί
- Τι βλέπει η ΕΛ.ΑΣ. για τη γιάφκα στο Παγκράτι – Τα εκρηκτικά ήταν έτοιμα προς χρήση
- Την άρση ασυλίας Καλλιάνου εισηγείται η Επιτροπή Δεοντολογίας της Βουλής
- Οι καταναλωτικές συνήθειες των Ελλήνων κατά τη διάρκεια της Black Friday
Οι αρχές της Νορβηγίας δεν είχαν πολλά στοιχεία στη διάθεσή τους για το νεκρό αγόρι που ξεβράστηκε στις ακτές τους την Πρωτοχρονιά. Το μόνο που είχαν στα χέρια τους, ήταν η ζακέτα τού βρέφους: Ναυτικό μπλε με λευκές ραφές.
Χάρη σε αυτή κατάφεραν να λύσουν το μυστήριο του θανάτου του Αρτίν Ιράν Νεζχάντ, ενός αγοριού 15 μηνών, τα ίχνη του οποίου είχαν χαθεί εβδομάδες νωρίτερα – και εκατοντάδες μίλια μακριά.
Το αγόρι είχε καταγραφεί από τον φωτογραφικό φακό ενώ φορούσε το ίδιο ζακετάκι στο προσφυγικό camp του Καλαί, όχι πολύ καιρό πριν επιβιβαστεί μαζί με την οικογένειά του σε μια βάρκα ασφυκτικά γεμάτη από απελπισμένους ανθρώπους για να διασχίσει το Κανάλι της Μάγχης – όπου και βυθίστηκε.
Κανένας από τα πέντε μέλη της οικογένειας του Αρτίν, που ανήκε στους Κούρδους του Ιράν, δεν επιβίωσε από το δυστύχημα της 27ης Οκτωβρίου του 2020. Η μητέρα του, Σίβα Μοχάμαντ Παναχί, ο πατέρας του, Ρασούλ Ιράν Νεζχάντ, η 9χρονη αδερφή του, Ανίτα και ο 6χρονος αδερφός του, Αρμίν, βρήκαν όλοι φρικτό θάνατο στα νερά του Καναλιού.
Οι σοροί των υπολοίπων βρέθηκαν σύντομα, όμως ο Αρτίν παρέμεινε εξαφανισμένος. Καταγράφηκε ως αγνοούμενος, μέχρι την επίσημη αναγνώριση του πτώματός του, την περασμένη Δευτέρα.
Η ανακοίνωση της νορβηγικής αστυνομίας ήταν το τελευταίο κεφάλαιο σε μια πολύ σύντομη ζωή, που σημαδεύτηκε από πολλά, μεγάλα και επικίνδυνα ταξίδια. Ταξίδια που έκανε χωρίς να μπορεί να αντιληφθεί τους περιορισμούς που είχαν θέσει στα σύνορα οι επιμέρους κυβερνήσεις και την εχθρότητα της Ευρώπης απέναντι στους πρόσφυγες.
Αφού διέσχισε τα σύνορα του Ιράν στις 7 Αυγούστου του 2020, εγκαταλείποντας το σπίτι τους στο Σαρντάστ, η οικογένεια κινήθηκε μέσω της Τουρκίας, πριν περάσει με βάρκα στην Ιταλία, για να καταλήξει στον προσφυγικό καταυλισμό του Καλαί.
Δεκάδες χιλιάδες άλλοι πρόσφυγες αναγκάζονται να κάνουν αντίστοιχα, επικίνδυνα ταξίδια κάθε χρόνο. Οι κίνδυνοι από τους οποίους δραπετεύουν είναι ακόμη μεγαλύτεροι.
Ένας αιτών άσυλο που διέσχισε το Κανάλι της Μάγχης μόλις πριν λίγες εβδομάδες, και πλέον διαμένει σε ξενοδοχείο στο Λονδίνο που έχει μισθώσει το βρετανικό Υπουργείο Εσωτερικών, δήλωσε στον Guardian ότι γνώριζε καλά την οικογένεια. Όπως είπε είχε ζήσει μαζί τους στο Καλαί, τις μέρες που προηγήθηκαν του μοιραίου ταξιδιού τους. Και εξήγησε στη βρετανική εφημερίδα πώς η οικογένεια δεχόταν τεράστιες πιέσεις από διακινητές για να τολμήσει να διασχίσει το Κανάλι.
Αν είχαν τα χρήματα για έναν πιο ακριβό διακινητή, ο ίδιος πιστεύει ότι θα μπορούσαν να έχουν επιβιώσει. «Αν δεν έχεις αρκετά χρήματα, δεν μπορείς να σώσεις τη ζωή σου. Πρέπει να πεθάνεις», υποστηρίζει.
Ο αιτών άσυλο εξηγεί ότι είχε δεθεί με τον Αρτίν και είχε περάσει πολύ χρόνο μαζί του στον καταυλισμό. «Έπαιζα μαζί του κάθε μέρα. Ήταν τόσο γλυκός, και αξιαγάπητος και παιχνιδιάρης. Του άρεσε πολύ να παίζει με ένα σιντριβάνι με πόσιμο νερό που υπήρχε στον καταυλισμό και ήθελε διαρκώς να πηγαίνει εκεί για να παίξει με το νερό».
Αναφέρει ότι η οικογένεια ζούσε σε συνθήκες ένδειας στο Ιράν, όπου οι Κούρδοι είναι μια μειονότητα που υφίσταται σοβαρές διώξεις. Ο Ρασούλ Ιράν Νεζχάντ εργαζόταν ορισμένες φορές ως αχθοφόρος, κουβαλώντας αντικείμενα όπως οικιακές συσκευές στην πλάτη του, στην ορεινή περιοχή πλάι στα σύνορα, όπου ζουν πολλοί από τους Κούρδους του Ιράν.
Η δουλειά του ήταν δύσκολη και επικίνδυνη. Όσοι συλλαμβάνονται να την κάνουν, κινδυνεύουν να αντιμετωπίσουν βαριές ποινές.
Η οικογένεια αποφάσισε να φύγει με την ελπίδα να ζήσει με ασφάλεια, μαζί με τα παιδιά. «Ήλπιζαν να δημιουργήσουν μια καινούργια ζωή στη Βρετανία. Η Σίβα είχε πολλά όμορφα όνειρα για τα παιδιά της», αφηγείται στον Guardian. «Ήθελε να λάβουν καλή εκπαίδευση στα βρετανικά σχολεία και μετά να πάνε στο πανεπιστήμιο. Η Ανίτα ήθελε να γίνει ηθοποιός και είχε κάνει μάλιστα κάποια casting. Φυσικά, ο Αρτίν δεν καταλάβαινε τι θα πει να διασχίσει το Κανάλι και να φτάσει στη Βρετανία, όμως τα δυο μεγαλύτερα παιδιά το κατανοούσαν».
Ο φίλος της οικογένειας προσθέτει: «Καταλάβαιναν ότι από τη στιγμή που εγκατέλειψαν την πόλη καταγωγής τους, το Σαρντάστ, και ταξίδεψαν μέσα από την Τουρκία, την Ιταλία και τη Γαλλία, είχαν μείνει άστεγοι. Πίστευαν ότι αν έφταναν στη Βρετανία δεν θα ήταν πια σε αυτή την κατάσταση».
Περιγράφει τα διαφορετικά συστήματα που χρησιμοποιούν οι διακινητές στη βόρεια Γαλλία. Όπως λέει, στο Καλαί οι περισσότεροι διακινητές είναι Κούρδοι του Ιράν, ενώ στην κοντινή Δουνκέρκη, Κούρδοι του Ιράκ.
Οι αιτούντες άσυλο που είναι σε καλύτερη οικονομική κατάσταση, μπορούν να καταθέσουν τα χρήματα που απαιτούνται σε ένα ανεπίσημο «ανταλλακτήριο» χρημάτων, που πολλές φορές βρίσκεται μέσα σε κάποιο σουπερμάρκετ ή μικρό κατάστημα. Λειτουργεί περίπου ως υπόγειο διεθνές σύστημα μεταφοράς χρημάτων.
Εκείνοι που δεν διαθέτουν χρήματα, είναι αναγκασμένοι να δουλεύουν για τους διακινητές, βοηθώντας τους περίπου σε τρία έως δέκα περάσματα πριν «κερδίσουν» τη δωρεάν επιβίβαση σε κάποια ετοιμόρροπη βάρκα.
Εκείνοι που έχουν κάποια χρήματα, όχι όμως όσα απαιτούνται για τα «ανταλλακτήρια», καταβάλλουν ένα λίγο μικρότερο ποσό από αυτό που απαιτείται για μια βάρκα που είναι σε σχετικά καλή κατάσταση και διαθέτει καινούργια μηχανή – και, κυρίως, δεν είναι τόσο ασφυκτικά γεμάτη.
Σύμφωνα με τον αιτούντα άσυλο, η οικογένεια του Αρτίν είχε προσεγγίσει αρχικά έναν διακινητή που πρόσφερε σχετικά ασφαλή μεταφορά, όμως το άτομο αυτό τους απέρριψε γιατί το ποσό που του έδιναν δεν ήταν επαρκές.
«Είχαν ελάχιστα χρήματα», θυμάται μιλώντας στον Guardian. «Παρακάλεσαν την οικογένεια και τους φίλους τους να πουλήσουν τον χρυσό τους, προκειμένου να πληρώσουν τον διακινητή και κατάφεραν να συγκεντρώσουν €5.000, με τα οποία θα πλήρωναν για περάσει τη Μάγχη όλη η οικογένεια. Όμως ο διακινητής τους είπε ότι δεν ήταν αρκετά».
Αναφέρει ότι έχει κρατήσει ένα ηχητικό μήνυμα, στο οποίο η Σίβα του λέει ότι ο διακινητής τους απέρριψε για οικονομικούς λόγους. «Οι διακινητές είναι πολύ ανειλικρινείς. Δεν μας πήραν… Πήραν κάποιους φίλους μας που είχαν περισσότερα χρήματα», λέει η Σίβα σε απελπισμένο τόνο στο μήνυμα που βρίσκεται στον τηλεφωνητή του.
«Η Σίβα ήταν απεγνωσμένη και απογοητευμένη και έδωσε τα χρήματα σε έναν άλλο διακινητή που χρέωνε λιγότερα», συνεχίζει. «Όμως εκείνος τους ανάγκασε να περάσουν με κακοκαιρία, σε μια ασφυκτικά γεμάτη βάρκα. Είπε ότι η οικογένεια έπρεπε να περάσει για να τον βοηθήσει, γιατί κι εκείνος χρωστούσε σε έναν άλλο διακινητή και έπρεπε να τον ξεπληρώσει».
Σημειώνει ότι οι αιτούντες άσυλο είχαν έναν κανόνα: Να μην προσπαθούν να διασχίσουν το Κανάλι όταν τα κύματα ξεπερνούσαν τα 10 έως 20 εκατοστά. «Εκείνο το βράδυ τα κύματα έφταναν τα 70 εκατοστά. Πολλοί διακινητές δεν έκαναν ταξίδια γιατί οι συνθήκες ήταν πολύ κακές».
Θυμάται πως η οικογένεια αντιμετώπισε ένα πολύ δύσκολο δίλημμα: «Ο διακινητής τους είπε ότι αν δεν περνούσαν εκείνο το βράδυ θα έπρεπε απλώς να φύγουν από μπροστά του κι εκείνος δεν θα τους έδινε τα χρήματά τους πίσω».
Το BBC έγραψε ότι η Σίβα είχε στείλει ένα γραπτό μήνυμα πριν το μοιραίο ταξίδι, στο οποίο έγραφε: «Για να μπούμε σε καλύτερη βάρκα ίσως χρειαστούμε περισσότερα χρήματα, που δεν τα έχουμε».
Ο αιτών άσυλο επισημαίνει ότι η έκκληση της υπουργού εσωτερικών της Βρετανίας, Πρίτι Πατέλ, προς τις εταιρείες κοινωνικών δικτύων να αποσύρουν τις αναρτήσεις των διακινητών, όπου διαφημίζουν τις υπηρεσίες τους δεν έχει κανένα νόημα. Ακόμη κι αν αυτό σταματούσε, οι απελπισμένοι πρόσφυγες θα έβρισκαν τρόπο να τους εντοπίσουν για να διασχίσουν το Κανάλι.
«Αν εμείς, ως αιτούντες άσυλο, δεν έχουμε νόμιμο τρόπο να φτάσουμε στην ασφάλεια, δεν έχουμε άλλη επιλογή από το να χρησιμοποιήσουμε παράνομα μέσα. Αυτό αναγκάστηκε να κάνει και η οικογένεια που πνίγηκε. Εύχομαι να αναπαυθούν εν ειρήνη στον άλλο κόσμο».
Αν και το άψυχο σώμα του Αρτίν εντοπίστηκε την Πρωτοχρονιά στη νοτιοδυτική Νορβηγία, οι νορβηγικές αρχές χρειάστηκαν περισσότερους από πέντε μήνες για να ταυτοποιήσουν το πτώμα του. Η αναγνώριση έγινε μέσω DNA, με τη βοήθεια ειδικών από το Πανεπιστημιακό Νοσοκομείο του Όσλο.
«Δεν είχαμε καμιά δήλωση εξαφάνισης βρέφους στη Νορβηγία και καμιά οικογένεια δεν είχε προσεγγίσει την αστυνομία», εξηγεί η Καμίλα Τγιέλε Βαάγκε, επικεφαλής αστυνομικών ερευνών. «Το μπλε ρούχο δεν ανήκε σε κάποια νορβηγική μάρκα και όλα αυτά μας έδειξαν ότι το μωρό δεν ήταν από τη Νορβηγία».
Οι εναπομείναντες συγγενείς του Αρτίν έχουν ενημερωθεί και η σορός του πρόκειται να μεταφερθεί αεροπορικώς στο Ιράν για να ενταφιαστεί.
Ακολουθήστε το in.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις