Κάνοντας τη διαφορά
Ως κινηματογραφιστής ο Κακογιάννης δεν προσπάθησε ποτέ να κοροϊδέψει κανέναν και ως story teller είχε το ταλέντο να σε παρασύρει με τις αφηγήσεις του χωρίς σκέρτσα
- Μιας διαγραφής… μύρια έπονται για τη Ν.Δ.- Νέες εσωκομματικές συνθήκες και «εν κρυπτώ» υπουργοί
- Τι βλέπει η ΕΛ.ΑΣ. για τη γιάφκα στο Παγκράτι – Τα εκρηκτικά ήταν έτοιμα προς χρήση
- Την άρση ασυλίας Καλλιάνου εισηγείται η Επιτροπή Δεοντολογίας της Βουλής
- Οι καταναλωτικές συνήθειες των Ελλήνων κατά τη διάρκεια της Black Friday
Το περασμένο τριήμερο Παρασκευής 11, Σαββάτου 12 και Κυριακής 13 Ιουνίου, ο Δήμος Ηλιούπολης σε συνεργασία με το Ιδρυμα Μιχάλης Κακογιάννης διοργάνωσε αφιέρωμα προβολών της κινηματογραφικής τριλογίας αρχαίων τραγωδιών του Κακογιάννη. Οι προβολές έγιναν στον Δημοτικό Κινηματογράφο Μελίνα Μερκούρη και εντάσσονταν σε ένα γενικότερο τιμητικό αφιέρωμα προς τον δημιουργό, καθότι φέτος είναι η χρονιά που συμπληρώνονται τα 100 χρόνια από τη γέννησή του (11 Ιουνίου 1921).
Μαζί με τους συναδέλφους κ.κ. Θοδωρή Κουτσογιαννόπουλο και Ιάσονα Τριανταφυλλίδη, είχα την τύχη και την τιμή να είμαι ένας από τους τρεις κριτικούς κινηματογράφου που κλήθηκαν να προλογίσουν τις τρεις αυτές ταινίες, δηλαδή την «Ηλέκτρα» (1962), τις «Τρωάδες» (1971) και την «Ιφιγένεια» (1977).
Είχα λοιπόν την εμπειρία της επαφής με το σημερινό κοινό των «Τρωάδων», ταινία για την οποία μου ανατέθηκε να μιλήσω και πραγματικά εντυπωσιάστηκα τόσο από την προσέλευση του κοινού στο σινεμά (που είχε πληρότητα μέσα στα μέτρα που αναλογούν πλέον λόγω της Covid-19) όσο και από την ανάγκη του να παρακολουθήσει ένα οπτικοακουστικό θέαμα που στις μέρες μας σπανίζει – πόσω μάλλον σε μεγάλη οθόνη.
Είχα επίσης την ευκαιρία να θυμηθώ προσωπικές στιγμές από την επαφή μου με τον Κακογιάννη, η οποία διήρκεσε περίπου 15 χρόνια μέχρι τον θάνατό του στις 25 Ιουλίου 2011.
Ενα από τα στοιχεία του χαρακτήρα του Μιχάλη Κακογιάννη που πάντα με εντυπωσίαζαν ήταν η ατσαλένια, σε ανατριχιαστικό σημείο, ειλικρίνειά του. Ο Κακογιάννης ήταν ένας τρομερά ευθύς άνθρωπος που μπορούσε να γίνει σκληρός, μπορούσε να γίνει προκλητικός και μπορούσε να γίνει τρυφερός, χωρίς όμως ποτέ να κρύβει κάποιο «άλλο» προσωπείο πίσω από την εικόνα που σου έδινε. Και ήταν εντυπωσιακό διότι με τη μεγαλοαστική καταγωγή του και την κοσμοπολίτικη ζωή που είχε κάνει, θα περίμενες να είναι και διπλωμάτης, κάτι που δεν ήταν.
Νομίζω δε ότι αυτή η ειλικρίνειά του αντανακλάτο στις ταινίες του. Ως κινηματογραφιστής ο Κακογιάννης δεν προσπάθησε ποτέ να κοροϊδέψει κανέναν και ως story teller είχε το ταλέντο να σε παρασύρει με τις αφηγήσεις του χωρίς σκέρτσα παρά χρησιμοποιώντας με την ευχέρεια ταχυδακτυλουργού τα εργαλεία του – από τη φωτογραφία και τους φωτισμούς, ως τα κοστούμια, τα σκηνικά και φυσικά το απόλυτο εργαλείο όλων των σκηνοθετών που είναι οι ηθοποιοί.
Μιλώντας για τις «Τρωάδες» σε μια συνέντευξή του στην εποχή της ταινίας το 1971, ο Κακογιάννης είχε κάνει την εξής ευφυή παρατήρηση: «Θέλοντας να σεβαστούμε υπερβολικά τους κλασικούς καταλήγουμε σχεδόν πάντα να τους προδίδουμε. Ενας συγγραφέας δεν γράφει ένα έργο για να γίνει κλασικό αλλά για να παίζεται πάντα όπως την πρώτη φορά… Η διαφορά ανάμεσα στο θέατρο και τον κινηματογράφο είναι ότι στο θέατρο υπηρετούμε τον συγγραφέα, ενώ στον κινηματογράφο τον χρησιμοποιούμε, τον «εκμεταλλευόμαστε» για να αναδημιουργήσουμε την πραγματικότητα που τον ώθησε να γράψει το έργο».
Πόσο όμορφη, πόσο ουσιαστική και πόσο πλήρης δήλωση.
Χωρίς τίποτα το βαρύγδουπο, χωρίς τίποτα το περιττό και με απόλυτη ειλικρίνεια.
Αλλά και πόσο στενάχωρο που όσο τα χρόνια περνούν, τόσο συνειδητοποιείς ότι η ουσία στη φωνή καλλιτεχνών προερχόμενες από το εσωτερικό της Ελλάδας, όπως του Μιχάλη Κακογιάννη, του Θόδωρου Αγγελόπουλου ή του Νίκου Κούνδουρου, λείπει όλο και περισσότερο.
Δεν είχε σημασία που το σινεμά τους ήταν τόσο διαφορετικό. Σημασία είχε η σκέψη που βοηθούσε στο εκτόπισμά τους, γι’ αυτό και ήταν γνήσιοι πρεσβευτές του ελληνικού κινηματογραφικού πολιτισμού. Οχι δηλαδή μόνο με τις ταινίες που δημιουργούσαν αλλά και με το σκεπτικό που συνόδευε αυτές τις ταινίες.
Ευτυχώς κάποιοι εξακολουθούν να υπάρχουν, εμβληματικές προσωπικότητες μιας άλλης γενιάς (στο μυαλό μου έρχονται ο Κώστας Γαβράς και ο Παντελής Βούλγαρης), άνθρωποι του σκέπτεσθαι και του λέγειν σε μια εποχή, όμως, που σε κάνει ν’ αναρωτιέσαι, αν «σηκώνει» μεγάλες κουβέντες προερχόμενες από βαθιά σκέψη. Και ενώ κάποτε μια ωραία κουβέντα μπορούσε να κάνει τη διαφορά, πόσο μπορεί να την κάνει σήμερα;
Σε κάποιους, σίγουρα την κάνει, όμως πόσοι τελικά είναι αυτοί οι κάποιοι;
Ακολουθήστε το in.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις