Οι εκλογές στο Ιράν και πώς θα επηρεάσουν εσωτερικές και διεθνείς εξελίξεις
Οι εκλογές στο Ιράν στις 18 Ιουνίου θα επηρεάσουν τόσο τη διεθνή συμπεριφορά της χώρας όσο και την εσωτερική της κατάσταση
Σε πείσμα μιας διάχυτης μυθολογίας στη Δύση, το Ιράν δεν μπορεί να περιγραφεί απλώς ως μια «απολυταρχία». Μπορεί να μην προσομοιάζει ακριβώς σε μια κλασική φιλελεύθερη κοινοβουλευτική δημοκρατία, όμως η «Ισλαμική Δημοκρατία» εμπεριέχει δημοκρατικές διαδικασίες.
Αυτό μεταφράζεται σε εκλογές, που δεν είναι «προδιαγεγραμμένες», στην ύπαρξη πολιτικών κομμάτων, σε αντιπαραθέσεις στα μέσα ενημέρωσης και σε μια σχετικά ζωντανή πολιτική κουλτούρα,
Προφανώς και γύρω από όλα αυτά υπάρχουν διάφορες ασφαλιστικές δικλείδες και περιορισμοί που κατοχυρώνουν τον ιδιαίτερο χαρακτήρα του κράτους που έφερε η επανάσταση του 1979, όμως σίγουρα είναι μια συνθήκη αρκετά πιο δημοκρατική από αυτή π.χ. που επικρατεί στις Μοναρχίες του Κόλπου.
Άλλωστε, είναι αυτή η ύπαρξη δημοκρατικών πρακτικών (όπως και ενός ισχυρού πατριωτισμού) που μπορεί να εξηγήσει και την αντοχή του Ιράν και απέναντι σε παρατεταμένες και με μεγάλο ανθρωπιστικό κόστος κυρώσεις και απέναντι σε διάφορες απόπειρες «αλλαγής καθεστώτος».
Τα βασικά πολιτικά ρεύματα
Συνήθως όταν μιλάμε για το Ιράν κάνουμε μια διάκριση ανάμεσα στους «μετριοπαθείς» και τους συντηρητικούς». Όμως, θα ήταν λάθος να αντιμετωπίσουμε αυτούς τους χαρακτηρισμούς με τη σημασία που έχουν στη Δύση. Στο Ιράν τα πράγματα είναι πιο σύνθετα.
Έτσι οι «μετριοπαθείς» είναι όντως πιο «προοδευτικοί» σε πολιτιστικά ζητήματα, όπως την ίδια στιγμή είναι πιο «δεξιοί» στην οικονομική και κοινωνική πολιτική, καθώς υποστηρίζουν περισσότερο την οικονομία της αγοράς και τις επιχειρήσεις, ενώ είναι περισσότερο φιλοδυτικοί.
Αντίθετα, οι «συντηρητικοί» ή «σκληροπυρηνικοί» είναι πιο συντηρητικοί σε πολιτιστικά ζητήματα, όμως είναι πιο «αριστεροί» στην οικονομική πολιτική, υποστηρίζοντας μεγαλύτερη παρέμβαση του κράτους στην οικονομία και μέτρα κοινωνικής δικαιοσύνης. Παράλληλα, είναι υποστηρικτές μιας πιο σκληρής γραμμής απέναντι στη Δύση στα γεωπολιτικά.
Ο απολογισμός της κυβέρνησης Ρουχανί
Ο απερχόμενος πρόεδρος Χασάν Ρουχανί είχε κατορθώσει να επανεκλεγεί το 2017, παρά τη ισχυρή αντίπαλη υποψηφιότητα του Εμπραχίμ Ραϊσί (που σήμερα θεωρείται το φαβορί για εκλογή).
Στο πρόσωπό του είχαν συγκεντρωθεί οι ελπίδες για περισσότερες ελευθερίες αλλά και καλύτερη οικονομική κατάσταση.
Ωστόσο, η δεύτερη θητεία του συνέπεσε με την μονομερή αποχώρηση των ΗΠΑ από τη συμφωνία για το πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν (που ήταν ένα από τα επιτεύγματα της πρώτης θητείας του Ρουχανί), την επιστροφή ξανά σε ένα καθεστώς βαριών κυρώσεων, αλλά και τα σοβαρά προβλήματα από την πανδημία.
Αυτό διαμόρφωσε αφενός μια έντονη δυσαρέσκεια, ιδίως για την οικονομική πολιτική, αφετέρου ένα ιδιότυπο κλίμα απάθειας σε σχέση με τα πολιτικά πράγματα, την οποία βλέπουμε και σήμερα στις δημοσκοπήσεις που σημειώνουν ενδεχόμενο μεγάλης αποχής στις εκλογές της 18ης Μαΐου.
Ούτως ή άλλως, στη Ιρανική Βουλή, οι «συντηρητικοί» έχουν την πλειοψηφία. Αυτό φάνηκε και το περασμένο διάστημα όταν διάφορες αποφάσεις για το πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν και τη σταδιακή αύξηση του ποσοστού εμπλουτισμού ξεκίνησαν από σχετικά ψηφίσματα της Βουλή.
Βεβαίως, δεν θα πρέπει να ξεχνάμε ότι πλάι στην κυβέρνηση του Ιράν και τη Βουλή, υπάρχει και ο παράλληλος θεσμός του ανώτατου (πνευματικού) ηγέτη, θέση που κατέχει από το 1989 ο Αλί Χαμενεΐ, και ο οποίος στην πραγματικότητα έχει μεγαλύτερη εξουσία από τον πρόεδρο και είναι η πραγματική κορυφή του κράτους. Ας μην ξεχνάμε ότι οι ένοπλες δυνάμεις (συμπεριλαμβανομένων των Φρουρών της Επανάστασης), το δικαστικό σώμα, η κρατική τηλεόραση υπάγονται σε αυτόν, όπως και κρίσιμοι θεσμοί όπως το Συμβούλιο των Θεματοφυλάκων. Αρκετές επιλογές του Ιράν έχουν στην πραγματικότητα το στίγμα του Χαμενεΐ παρά του Ρουχανί.
Η επιλογή των υποψηφίων
Σύμφωνα με το εκλογικό σύστημα, οι υποψήφιοι για τη θέση του πρόεδρου θα πρέπει πρώτα να εγκριθούν από το Συμβούλιο των Θεματοφυλάκων. Για τις φετινές εκλογές υπήρξαν 585 υποψηφιότητες από τις οποίες πήραν έγκριση τελικά μόνο 7: ο επικεφαλής του δικαστικού συστήματος Εμπραχίμ Ραϊσί, ο γραμματέας του Συμβουλίου Σκοπιμότητας Μοχσέν Ρεζαεΐ, ο πρώην διαπραγματευτής για το πυρηνικό πρόγραμμα Σαέεντ Τζαλιλί, ο αναπληρωτής πρόεδρος του κοινοβουλίου Γκαζιζαντέχ Χασεμί, ο πρώην αντιπρόεδρος Μοχσέν Μεχραλιζαντέχ, ο διοικητής της Κεντρικής Τράπεζας Αμπντολνασέρ Χεματί και ο βουλευτής Αλιρεζά Ζακανί.
Οι επιλογές αυτές προκάλεσαν μεγάλες αντιδράσεις, γιατί απορρίφθηκαν δύο υποψήφιοι που θα μπορούσαν να εκπροσωπήσουν τους μεταρρυθμιστές ο σύμβουλος του ανώτατου ηγέτη Αλί Λαριτζανί, που προέρχεται από τον συντηρητικό χώρο αλλά είχε μετατοπιστεί προς το «κέντρο» και ο προερχόμενος από τη μεταρρυθμιστική πτέρυγα πρώτος αντιπρόεδρος Εσχάκ Τζαχανγκίρι. Θεωρήθηκε μάλιστα ότι όλα αυτά παρέπεμπαν σε μια προσπάθεια να ενισχυθεί ακόμη περισσότερο η υποψηφιότητα του Ραϊσί που θεωρείται ότι έχει την υποστήριξη του ίδιου του Χαμενεΐ. Η απόρριψη αυτών των υποψηφιοτήτων σήμαινε ότι την ψήφο των «μετριοπαθών» μπορούσαν να διεκδικήσουν μόνο ο Μεχραλιζαντέχ και ο Χεματί.
Όμως, στις 16 Ιουνίου είχαμε άλλες τρεις παραιτήσεις υποψηφίων. Πρώτος αποσύρθηκε ο Μεχραλιζαντέχ, χωρίς να δώσει εξηγήσεις και χωρίς να δώσει υποστήριξη στον Χεματί. Έπειτα παραιτήθηκε της υποψηφιότητας δηλώνοντας πλήρη υποστήριξη στον Ραϊσί ο Ζακανί. Ανάλογη απόσυρση και υποστήριξη στον Ραϊσί έκανε και ο Τζαλιλί. Είχε υπάρξει επίσης και επιστολή 210 μελών της Βουλής προς τους άλλους συντηρητικούς υποψηφίους που τους ζητούσαν να παραιτηθούν υπέρ του Ραϊσί.
Από την άλλη μεριά, μέχρι τώρα οι «μετριοπαθείς» δεν έχουν μπορέσει σε μια κατευθυνόμενη στήριξη κάποιου υποψηφίου, καθώς υπήρξαν και φωνές που κυρίως έθεταν ως προτεραιότητα την προβολή της αποχής από τις εκλογές ώστε να καταγραφεί η αποδοκιμασία των «συντηρητικών». Πάντως, λογικά ένα μέρος της ψήφου τους θα πάει προς τον Χεματί, αν και το κρίσιμο ερώτημα είναι πόσο θα μετρήσει η δυσαρέσκεια για την κυβέρνηση Ρουχανί.
Οι υποψήφιοι
Στις δημοσκοπήσεις προηγείται ο Εμπραχίμ Ραϊσί. Επικεφαλής του δικαστικού συστήματος και υποψήφιος στις προηγούμενες εκλογές, θεωρείται ο βασικός υποψήφιος των «συντηρητικών», ενώ θεωρείται και βασικός υποψήφιος για να διαδεχτεί όταν χρειαστεί τον Χαμενεΐ στο αξίωμα του ανώτατου ηγέτη. Στήριξε την προεκλογική εκστρατεία του στον αγώνα ενάντια στη διαφθορά και τη αναποτελεσματικότητα.
Ο Αμπντολνασέρ Χεματί κατεβαίνει με το ύφος του μετριοπαθούς τεχνοκράτη και θα προσπαθήσει να διεκδικήσει την ψήφο των μετριοπαθών. Ωστόσο ως διοικητής μέχρι πρόσφατα της κεντρικής τράπεζας του Ιράν χρεώνεται και αυτός τα οικονομικά προβλήματα και τη δυσαρέσκεια που προσκαλούν.
Ο Μοχσέν Ρεζαεΐ, για χρόνια επικεφαλής των Φρουρών της Επανάστασης που έχει υπάρξει και άλλες φορές υποψήφιος πρόεδρος, θεωρείται ότι εκπροσωπεί την πιο «σκληρή» γραμμή και ταυτόχρονα διεκδικεί πολύ μεγάλη αύξηση των κοινωνικών δαπανών. Όμως, στις δημοσκοπήσεις δεν πάει ιδιαίτερα καλά.
Τέλος, ο Αμίρ Χοσεΐν Γκαζιζαντέχ Χασεμί, επίσης εκπρόσωπος των «συντηρητικών» και πρώην αντιπρόεδρος της Βουλής, προσπαθεί να παρουσιαστεί ως ο εκπρόσωπος της «νέας γενιάς».
Το ερώτημα της αποχής
Τα μάτια όλων θα είναι στραμμένα στο ποσοστό αποχής. Οι προηγούμενες εκλογές, που είχαν σημαδευτεί από την μεγάλη αντιπαράθεση ανάμεσα στον Ραϊσί και τον Ρουχανί είχαν υψηλή συμμετοχή και γενικά οι προεδρικές εκλογές στο Ιράν έχουν συμμετοχή από 72-85%.
Τώρα, εκτιμάται ότι η συμμετοχή θα πέσει σημαντικά. Διάφοροι λόγοι θα συντελέσουν σε αυτό. Καταρχάς, υπάρχει ένα συνολικότερο ζήτημα απάθειας των ψηφοφόρων ως αποτέλεσμα της συσσωρευμένης δυσαρέσκειας για την κοινωνική κατάσταση. Έπειτα, η απουσία ισχυρής υποψηφιότητας από τη μεριά των «μετριοπαθών» θα ενισχύσει την τάση αποχής. Και βέβαια υπάρχει το ερώτημα σε ποιο βαθμό θα βρουν απήχηση και οι εκκλήσεις για αποχή.
Αυτό μπορεί να εξηγήσει και τη μεγάλη προσπάθεια και τις διαρκείς εκκλήσεις ώστε να αυξηθεί η συμμετοχή και να αποφευχθεί ο κίνδυνος μιας «απονομιμοποιημένης» εκλογής.
Η επόμενη μέρα
Εάν δικαιωθούν οι δημοσκοπήσεις η επόμενη μέρα θα έχει μια «συντηρητική» κυβέρνηση που θα κληθεί να αναμετρηθεί με την προοπτική της συμφωνίας για το πυρηνικό πρόγραμμα, αλλά και την οικονομική κατάσταση.
Ως προς τη συμφωνία οι βασικοί υποψήφιοι έχουν δηλώσει ότι θέλουν να ολοκληρωθούν οι διαπραγματεύσεις και να υπάρξει ξανά η πλήρης συμφωνία για το πυρηνικό πρόγραμμα, χωρίς μεγάλες παραχωρήσεις. Αυτό θα επέτρεπε και μεγαλύτερα έσοδα από το πετρέλαιο.
Όμως, η διαπραγμάτευση δεν θα σημαίνει κάποια «υποχωρητικότητα». Ας μην ξεχνάμε ότι το Ιράν αισθάνεται ότι κατάφερε να αντέξει τις κυρώσεις όπως και αισθάνεται δικαιωμένο για τις επιλογές του, συμπεριλαμβανομένης της οικοδόμησης του «άξονα της αντίστασης».
Ούτως ή άλλως, εκτιμάται ότι η επόμενη κυβέρνηση θα χαρακτηριστεί από δύο βασικές μετατοπίσεις. Μια πιο «κοινωνική» στροφή στην οικονομία για να αντιμετωπιστούν τα σημαντικά οικονομικά προβλήματα αλλά και οι ανισότητες στην ιρανική κοινωνία. Και μια μεγαλύτερη συνεργασία τόσο με την Κίνα όσο και με τη Ρωσία αλλά και ευρύτερα άλλες χώρες του Νότου, παρά τη Δύση.
Ακολουθήστε το in.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις