«Η κόρη κι η προβατίνα σε πάνε στου οχτρού την πόρτα»
Δροπολίτικη παροιμία

Ο εχθρός.  Τι να ‘ ναι ο εχθρός; Μην είναι κάποιος που σε μισεί; Μην ειν’ αυτός που δεν σε θέλει; Μην ειν’ εκείνος που μισείς εσύ; Τι είναι ο εχθρός;  Εχθρός είναι όποιος δεν είναι φίλος; Είναι όποιος δεν είναι δικός; Είναι ο ξένος; Και ξένος; Τι είναι ο ξένος; Ξένος είναι ο άγνωστος; Ο άλλος; Ο απαλλού;

Ξένος κι εχθρός μαζί. Ο ξένος μπορεί να γίνει δικός; Κι ο εχθρός μπορεί να γίνει φίλος; Ξένος κι εχθρός.

Όπως και να ‘ ναι, και τα δυο πρέπει να υπάρχουν. Μαζί ή και χώρια. Γιατί αλλιώς μπορεί να μην υπάρχουμε εμείς. Εμείς ως άλλοι. Όπως δεν υπάρχει το λευκό δίχως το μαύρο. Το καλό δίχως το κακό. Η αρετή δίχως την κακία. Ο κόσμος έτσι κι αλλιώς υπάρχει μέσα κι έξω μας με αυτά τα αντίθετα. Ο κόσμος με τον μη-κόσμο. Η ζωή με το θάνατο. Ο πάνω με τον κάτω.

Ναι, χρειάζεται ο άλλος. Για να φτιάξουμε τον εαυτό. Δεν υπάρχουμε δίχως αυτόν. Κι όσο πιο εχθρός είναι τόσο πιο φίλος ο εαυτός. Ο ένας

Πώς, όμως, αυτός ο άλλος, σκέτος ή κι εχθρός, μπορεί να γίνει εαυτός; Μπορεί να γίνει δικός; Μπορεί να γίνει φίλος; Μπορεί μόνο ως ικέτης; Μπορεί ως φιλο- ξενούμενος; Για λίγο; Όσο διαρκεί η φιλοξενία; Σε έναν ιερό τόπο και χρόνο; Σε μια συνθήκη οριακότητας, κρίσης και επικινδυνότητας. Ως homo sacer;

Μπορεί η κόρη κι η προβατίνα να είναι αφορμή ή αιτία για κάτι άλλο; Για μια μόνιμη ιερή συμμαχία; Όπως σε αυτούς που αποκαλούμε «πρωτόγονους»; Να σε πάει στην πόρτα εκείνου που έμαθες να θεωρείς εχθρό; Κι εκεί, σ’ αυτήν την πόρτα να διαβείς το σύνορο και το όριο; Ανάμεσα στην έχθρα και τη φιλία; Ανάμεσα στο «καλό» και το «κακό»; Ανάμεσα στο απάνθρωπο και το ανθρώπινο; Ανάμεσα στον πόλεμο και την ειρήνη;  Ανάμεσα στα «εμείς» και «οι άλλοι»;

Κι εκεί, στο κατώφλι, να αλλάξουν όλα. Να πέσουν τα τείχη του νου και της καρδιάς. Να ρθει ο κόσμος τούμπα. Ο ξένος να γίνει φίλος κι ύστερα δικός. Να βρει ξανά η φιλοξενία τόπο. Όχι μόνο για τους ικέτες. Για κάθε » άλλον, ξένο κι εχθρό». Και μην αναρωτηθούμε » και τώρα τί θα γίνουμε χωρίς βαρβάρους…» Ακόμα κι αν είναι «μια κάποια λύσις», να μην επινοήσουμε άλλους Άλλους. Ή κι αν τους επινοήσουμε, να μην είναι εχθροί ….

Ο ένας και οι πολλοί. Το εγώ και το εμείς. Ναι, τον χρειαζόμαστε τον άλλο.