Η Υδρα είναι ένα νησί του Αργοσαρωνικού. Εξαιρετικά ιδιαίτερο μάλιστα, αφού δεν επιτρέπεται (ευτυχώς) να κυκλοφορούν αυτοκίνητα. Μοναδική εξαίρεση (σωστά) είναι η ύπαρξη ενός οχήματος για αποκομιδή απορριμμάτων και ενός της πυροσβεστικής υπηρεσίας. Η Υδρα είναι ένα δημοφιλές νησί. Σε υψηλή θέση προτίμησης για τον διεθνή και τον εγχώριο τουριστικό κόσμο που απολαμβάνει τα μπάνια του στις μικρές αλλά ειδυλλιακές παραλίες, τις οποίες προσεγγίζει με τα πλωτά μέσα συγκοινωνίας.

Η Υδρα είναι ένα άτυχο νησί. Γιατί δεν έχει ακόμη βρει λύση στα περιβαλλοντικά της καθημερινά προβλήματα. Δηλαδή στη διαχείριση των απορριμμάτων της. Γι’ αυτό και μια φωτιά που εκδηλώθηκε στη χωματερή (!) του νησιού και η οποία ελάχιστα απέχει από τον οικισμό με τα διατηρητέα αρχοντικά καπετανόσπιτα δεν έχει ακόμη σταματήσει να σιγοκαίει (παρά τις εναέριες ρίψεις νερού). Και στη διάρκεια αυτής της πολυπόθητης αργίας του Αγίου Πνεύματος, την πρώτη χωρίς τους αυστηρούς περιορισμούς καραντίνας, το λιμάνι της Υδρας, ελκυστικό σημείο κοινωνικής συνεύρεσης όλων των ταξιδιωτών, καλύφθηκε από το νοσηρό σύννεφο που προκάλεσε η τοξικότητα των σκουπιδιών.

Η Υδρα δεν μπορεί να είναι θέρετρο παραθερισμού υψηλών προδιαγραφών, όσο και αν όλοι οι ιθύνοντες του νησιού προσπαθούν να το επιτύχουν. Οχι γιατί δεν της αξίζει. Αλλά πολύ απλά, είναι ένα παράδειγμα της ελληνικής πραγματικότητας του 21ου αιώνα.

Επομένως αν είναι να υπογραμμίζουμε εμφατικά τη συμβολή της Υδρας και των κατοίκων της στην ιστορία των 200 χρόνων από την ίδρυση και ανεξαρτησία του ελληνικού κράτους, θα έπρεπε να της προσφέραμε όχι αιγίδες επίσημων φορέων και επιτροπών που επιμελούνται επετειακά προγράμματα πολιτιστικών εκδηλώσεων.

Θα έπρεπε να αρχίζαμε από τα μικρά και ρυπαρά. Από την παραδοχή ότι το περιβάλλον ζητεί επειγόντως και άμεσα προστασία από τη συνηθισμένη επιπολαιότητα της τοπικής αυτοδιοίκησης που ακόμη δεν ξέρει τι να κάνει τα σκουπίδια. Το θάψιμο-κάψιμο σε μια απόμερη κοιλάδα δεν είναι λύση για την Υδρα του απαιτητικού τουρισμού. Δεν είναι λύση για καμία περιοχή. Είτε είναι «γκλάμορ προορισμός» είτε «σύγχρονο τοπόσημο».