Το μαχαίρι


Όπως αργεί τ’ ατσάλι να γίνει κοφτερό και χρήσιμο μαχαίρι

έτσι αργούν κ’ οι λέξεις ν’ ακονιστούν σε λόγο.

Στο μεταξύ

όσο δουλεύεις στον τροχό

πρόσεχε μην παρασυρθείς

μην ξιππαστείς

απ’ τη λαμπρή αλληλουχία των σπινθήρων.

Σκοπός σου εσένα το μαχαίρι.


*Από τη συλλογή του Άρη Αλεξάνδρου Ευθύτης οδών, 1959 (πηγή: Άρης Αλεξάνδρου, Ποιήματα 1941-1974, εκδόσεις Καστανιώτη, Αθήνα 1981, σ. 99)


Ο Άρης Αλεξάνδρου (λογοτεχνικό ψευδώνυμο του Αριστοτέλη Βασιλειάδη) γεννήθηκε το 1922 στο Λένινγκραντ (νυν Αγία Πετρούπολη).

Ήταν γιος του τραπεζούντιου Βασίλη Βασιλειάδη και της ρωσίδας (με εσθονική καταγωγή) Πολίνα Άντοβνα Βίλγκεμσον.

Η οικογένεια του Αλεξάνδρου εγκαταστάθηκε στη Θεσσαλονίκη το 1928, ενώ το 1930 μετακόμισε στις προσφυγικές εστίες της Αθήνας.

Ο Αλεξάνδρου, για τον οποίον μητρική γλώσσα ήταν τα ρωσικά, φοίτησε σε δημοτικό σχολείο της Αθήνας, όπου διδάχτηκε την ελληνική.

Το 1933 ενεγράφη στο Βαρβάκειο Γυμνάσιο, όπου συνδέθηκε φιλικά με τον Αντρέα Φραγκιά.

Κατά τη διάρκεια της δικτατορίας του Μεταξά οι δύο φίλοι, μαζί με τον Γεράσιμο Σταύρου, τον Χρήστο Θεοδωρόπουλο και τον Λεωνίδα Τζεφρώνη, συγκρότησαν μια ομάδα μαρξιστικού προσανατολισμού, η οποία συνέχισε τη δράση της και κατά τη διάρκεια της Γερμανικής Κατοχής.

Το 1940 ο Αλεξάνδρου έδωσε ανεπιτυχώς εξετάσεις στο Πολυτεχνείο και στην Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών.

Το 1941 ενεγράφη στην ΑΣΟΕΕ, αλλά εγκατέλειψε τις σπουδές του ύστερα από λίγους μήνες.

Συγχρόνως προσχώρησε μαζί με τους συντρόφους του σε οργάνωση που σχετιζόταν με την ΟΚΝΕ (Ομοσπονδία Κομμουνιστικών Νεολαιών Ελλάδας), από την οποία όμως αποχώρησε σύντομα.

Επί Δεκεμβριανών, το 1944, ο Αλεξάνδρου συνελήφθη από τους Άγγλους και στάλθηκε σε στρατόπεδο της Βόρειας Αφρικής, απ’ όπου κατάφερε να αποδράσει το 1945.

Στα κατοπινά χρόνια εκτοπίστηκε διαδοχικά στο Μούδρο της Λήμνου (1948-1949), στη Μακρόνησο (1949) και στον Άγιο Ευστράτιο (1950-1951).

Ο Αλεξάνδρου καταδικάστηκε για ανυποταξία από το Στρατοδικείο Αθηνών και παρέμεινε στις φυλακές Αβέρωφ, Αίγινας και Γυάρου έως το 1958.

Το 1959 νυμφεύτηκε τη δημοσιογράφο και συγγραφέα Καίτη Δρόσου (1924-2016).

Στις αρχές της δεκαετίας του ’60 ο Αλεξάνδρου και η Δρόσου ίδρυσαν εκδοτικό οίκο, που δεν έμελλε όμως να ευημερήσει.

Το 1962 ο Αλεξάνδρου τιμήθηκε με το Βραβείο Επιτροπής Ειρήνης στο Φεστιβάλ της Μόσχας.

Αμέσως μετά την επιβολή της απριλιανής δικτατορίας ο Αλεξάνδρου αυτοεξορίστηκε στο Παρίσι, όπου προσπάθησε να εξασφαλίσει τα προς το ζην ασκώντας διάφορα χειρωνακτικά επαγγέλματα, ενώ εργάστηκε επίσης ως συντάκτης του λεξικού Robert και μεταφραστής.

Προδομένος από την καρδιά του, ο Άρης Αλεξάνδρου πέθανε στο Παρίσι στις 2 Ιουλίου 1978, σε ηλικία μόλις 56 ετών.

Ο λογοτέχνης, ο μεταφραστής

Ο Αλεξάνδρου, ένας πνευματικός άνθρωπος με πολυσχιδή δράση, υπήρξε πολυγραφότατος.

Στην κορυφή των πνευματικών δημιουργημάτων του τοποθετείται αναμφίβολα το μυθιστόρημα Το κιβώτιο, ένα αριστούργημα του ελληνικού λογοτεχνικού μοντερνισμού, που εκδόθηκε το 1974 και μεταφράστηκε σε αρκετές γλώσσες.

Ο Αλεξάνδρου περιγράφει στο Κιβώτιο το σύγχρονο Ατρειδικό κύκλο της Αριστεράς, όπως ανέφερε πολύ εύστοχα σε σχετικό άρθρο του ο τεχνοκριτικός Κώστας Σταυρόπουλος.

Με το ποιητικό έργο του (Ακόμα τούτη η άνοιξη, 1946, Άγονος γραμμή, 1952, Ευθύτης οδών, 1959) ο Αλεξάνδρου διέγραψε την πορεία από τον στρατευμένο υπέρ του κομμουνισμού λόγο στην έκφραση της απογοήτευσης για το μάταιο των αγώνων και στην ειρωνεία.

Ως πρωτοκλασάτος μεταφραστής ο Αλεξάνδρου συνεργάστηκε επί σειράν ετών με τις εκδόσεις Γκοβόστη.

Στο πλαίσιο της συνεργασίας αυτής, καθοριστική υπήρξε η συμβολή του στη διάδοση του έργου των μεγάλων της ρωσικής λογοτεχνίας στην Ελλάδα.

Ο Αλεξάνδρου μετέφρασε έργα των Ο’Νηλ, Ντοστογιέβσκι, Ουάιλντ, Τουργκένιεφ, Αραγκόν, Τσέχωφ, Γκόρκι, Μωπασάν, Φώκνερ, Γκόγκολ, Μαγιακόφσκι και πολλών άλλων.

Ο ιδεολόγος, ο αγωνιστής

Ο Αλεξάνδρου, που βίωσε μεταξύ πολλών άλλων την εξορία αλλά και την πλήρη ρήξη με τη διαβόητη «επίσημη κομματική γραμμή», παρέμεινε έως το τέλος του βίου του ένας αγνός ιδεολόγος, ένας άδολος αγωνιστής της Αριστεράς.

Το πολιτικό του στίγμα φρόντισε να το δώσει ο ίδιος με συνέντευξή του στο περιοδικό «Ηριδανός» το 1975:

«Ανήκω στο ανύπαρκτο κόμμα των ποιητών. Σαν ανύπαρκτο που είναι, δεν χορηγεί ούτε κομματικές ούτε λογοτεχνικές ταυτότητες. […] Δεν ανήκω σε κανένα κόμμα και σε καμιά πολιτική οργάνωση. Δεν είμαι μέλος καμιάς εκκλησίας. Δεν είμαι οπαδός καμιάς θρησκείας. Όπως το ’χω ξαναπεί, δεσμώτης τήδε ίσταμαι τοις ένδον ρήμασι πειθόμενος. Έχοντας περάσει από τα ξερονήσια και τις φυλακές, νιώθω πως είμαι συγκρατούμενος όχι μόνο με όσους υποφέρουν στα φασιστικά στρατόπεδα, μα και σε όσους βασανίζονται στο Αρχιπέλαγος Γκουλάγκ. Νιώθω αλληλέγγυος και συνυπεύθυνος με όσους αγωνίστηκαν, αγωνίζονται και θα αγωνιστούν εναντίον όλων των τυράννων, εστεμμένων και τραγιασκοφόρων, εναντίον όλων των δεσποτών, γαλονάδων και ρασοφόρων».

Στην ίδια συνέντευξη ο Αλεξάνδρου συμπύκνωνε ως εξής την κοσμοαντίληψή του:

«Αν κατόρθωνα να ρίξω και τον ελάχιστο κόκκο τσιμέντου για να στρωθεί ο δρόμος από τον homo sapiens στον homo humanus, θα έλεγα πως η ζωή μου δεν πήγε του κάκου».

*Η ανωτέρω φωτογραφία του Άρη Αλεξάνδρου προέρχεται από το διαδικτυακό τόπο www.elia.org.gr