Ιωάννης Κουλάνης: Από το κάμπριο και το Καματερό, στο άσραμ και τον Κόσμο
Αυτή είναι η συναρπαστική ιστορία ενός ανθρώπου που έχει ζήσει δυο ζωές στην ίδια ενσάρκωση
- Γιατί η Βραζιλία έχει μεγάλη οικονομία αλλά απαίσιες αγορές
- «Είναι άρρωστος και διεστραμμένος, όσα μου έκανε δεν τα είχα διανοηθεί» - Σοκάρει η 35χρονη για τον αστυνομικό
- «Πιο κοντά από ποτέ» βρίσκεται μια συμφωνία για κατάπαυση του πυρός στη Γάζα, σύμφωνα με την Χαμάς
- Διαρρήκτες «άδειαζαν» το εργαστήριο του γλύπτη Γεώργιου Λάππα στη Νέα Ιωνία
Ένας ωραίος άντρας με χαρακτηριστικό βλέμμα περπατά νωρίς το πρωί κάτω από τα χνάρια της Ακρόπολης.
Σε λίγες ώρες, την πόρτα του σπιτιού του θα χτυπήσει κάποιος ή κάποια που περιμένει την συνάντησή τους πώς και πώς. Ο Ιωάννης Κουλάνης είναι ένας άνθρωπος οξυγονούχος, ψυχή της παρέας, βαθιά τραυματισμένος, γεμάτος αγάπη για τα τραύματα των ανθρώπων γύρω του, γεμάτος γνώση για τους δύσκολους δρόμους του ανθρώπινου ψυχισμού και τις συνδέσεις του με το σώμα.
Ζει στο Κουκάκι, πρώτον γιατί λατρεύει τους αρχαιολογικούς χώρους κι έπειτα επειδή το σπίτι του βρίσκεται κοντά σε θέατρα, κινηματογράφους και χώρους τέχνης. “Η θεά Ακρόπολη, όπως την λέω, με κάνει να νιώθω ευλογημένος που την έχω τόσο κοντά μου.”
Περπατά στου Φιλοπάππου, έχει μερικά στέκια κοντά στο σπίτι του, ανασαίνει την αρχαία μαγεία και καθαρότητα της περιοχής.
“Η Ελλάδα ως τόπος μου έδωσε όλα τα εφόδια και την ελευθερία να εξερευνήσω και άλλους τόπους”, σημειώνει.
Ο Ιωάννης, για τα δεδομένα της πόλης, ξυπνάει πολύ πρωί, με το πρώτο φως, γύρω στις 6. Βγαίνει για έναν περίπατο, επιστρέφει σπίτι, κάνει ένα ντους και ύστερα διαλογίζεται για 45 λεπτά, μπορεί και μία ώρα. Κάποια στιγμή, ξεκινούν τα ραντεβού τα επαγγελματικά του. Πριν ή στο ενδιάμεσό τους, μαγειρεύει κάτι. Η μέρα κλείνει με μουσική ή κάποια ταινία, συχνά διάβασμα ή παρακολούθηση θεατρικής παράστασης.
Τα τελευταία χρόνια γράφει και εκδίδει τα γραπτά του (και άλλων). Έχω να τον ρωτήσω τόσα πολλά. Η ζωή του εγκιβωτίζει άλλες δέκα ζωές με έναν τρόπο που, αβίαστα και αναπόδραστα, κανείς θαυμάζει και καμαρώνει-αν ξεφύγει από την δαγκάνα της ζήλιας.
«Η βασικότερη και μεγαλύτερη επιθυμία μου είναι, μέσα από τα γραπτά μου, να μοιραστώ με τον κόσμο το εξής:η γνώση που δεν συνοδεύεται από βιωματική απόλαυση μένει πληροφορία. Με αυτοπειθαρχία, σεβασμό και θέληση κάνω την γνώση πρακτική ζωής και το απόσταγμα του συνδυασμού αυτού θεωρώ ότι είναι η σοφία.
Χωρίς να πατήσεις πάνω στο σκοινί δεν είσαι ακροβάτης, δεν είσαι σοφός, για μένα,όσο καλά κι αν ξέρεις περί τεχνικών ισορροπίας.
Η γνώση είναι ένα σεβαστό και καταπληκτικό εφόδιο, αλλά τουλάχιστον για μένα, από μόνη της, δεν λειτούργησε.», λέει ο Ιωάννης.
Ταξιδεύοντας σχεδόν σε όλον τον κόσμο, ο άντρας αυτός διαπίστωσε ότι τους ανθρώπους ανά τον πλανήτη τους συνδέει, μεταξύ άλλων, ένα μεγάλο κοινό: η εσωτερική δίψα για αυτοπραγμάτωση.
“Αυτοπραγμάτωση είναι να γίνεις αυτό που πργματικά είσαι και όχι αυτό που σε μάθανε στο σχολείο, στην οικογένεια και τον περίγυρο. Αυτό για το οποίο διψά η ψυχή, όχι ο νους.”
Ποια η άποψή σου για την σημασία και την έννοια της κοινότητας, Ιωάννη;
Θεωρώ υψηλού ενδιαφέροντος τις δομές που έχουν μια μαζικότητα και εκπαιδεύουν ή συγκεντρώνουν ομάδες και κοινότητες. Στην πορεία μου, όμως, οι κοινότητες λειτουργούσαν ως ασπίδες της ατομικότητας και κάπως ένιωθα ότι την έκρυβαν. Εκεί, λοιπόν, ο καθένας κάνει, μεν, πράγματα με την δύναμη που του δίνει η ομάδα, δεν τα κάνει ποτέ κτήμα του, όμως, τα πράγματα αυτά.
Αν το να είσαι καθηγητής πανεπιστημίου, δημοσιογράφος, ηθοποιός είναι προϊόν όχι μόνο εσωτερικής έμπνευσης, αλλά και εσωτερικής ολοκλήρωσης, τότε θεωρώ ότι επιτελείται από μέρους του ανθρώπου ένα θεϊκό έργο-αυτό για το οποίο γεννήθηκες και υπάρχεις.
Πώς αντιδράς απέναντι σε κάποιον που κλαίει;
Όταν βλέπω έναν άνθρωπο να κλαίει, συνήθως κλαίω κι εγώ-όχι κατ’ ανάγκην απ’ έξω μου. Κι αν συμβαίνει να μην έχω την δυνατότητα να βοηθήσω κάποιον άνθρωπο που το χειάζεται πρακτικά, προσπαθώ να τον βοηθώ ψυχικά, μέσω της ενσυναίσθησης.
Σε ποιους ανθρώπους αισθάνεσαι ευγνώμων;
Την μεγαλύτερη βοήθεια και υποστήριξη στην πορεία μου μου την έδωσαν οι άθρωποι που, κατά κόσμον, με έβλαψαν και μου στέρησαν πράγματα.Μέσα από αυτήν την διαδικασία κατάφερα να εξελιχθώ, να βρω το κέντρο μου και να βγω στην ζωή ατόφιος. Αυτούς τους ευγνωμωνώ.
Εκείνη τη μεγάλη σχέση μου που με χώρισε με ένα sms, μου χάρισε τον δρόμο για να γνωρίσω την αυτογνωσία. Την κοπέλα που διέγνωσε την δυσλεξία μου-όχι, αυτή δεν με έβλαψε, αλλά με πήγε στο επώδυνο κομμάτι που δεν κατόρθωσα να πάω μόνος. Πάνω από όλα, ευγνωμονώ όλα τα παιδιά που έχω συναντήσει στην ζωή μου: ό, τι θα σου πουν, είναι δίχως φίλτρα, είναι καθαρό και ολόκληρο από το μέσα τους.
Ποιο είναι το πρώτο πράγμα που θυμάσαι να θυμάσαι;
Θάλασσα και διακοπές με σκηνή με την μητέρα μου και τον αδερφό μου. Ο πατέρας μου δούλευε, αλλά ερχόταν να μας βλέπει. Ήμασταν στο νομό Αττικής, σε μια παραλία έξω από την Αθήνα.
Ως παιδί, ήμουν ένα άτακτο, υπερκινητικό αγόρι που το μάλωναν συχνά. Για τη μάνα μου, ιδίως. Δεν ήμονυ ιδιαίτερα εύκολο παιδί. Μεγάλωσα στους Αγίους Αναργύρους, τότε Καματερό. Σε ένα σπίτι πολύ λίγα μέτρα από το πάρκο Τρίτση το σημερινό, μέσα στo πράσινo και την φύση.
Έχω έναν αδερφό μεγαλύτερο κατά δύο χρόνια. Η σχέση μας είχε όλα υτά που χαρακτηρίζουν μια σχέση δύο αγοριών. Για μένα, υποσυνείδητα ήταν πάντατο πρότυπο, εκείνος που θαύμαζα και λίγο ίσως μιμούμουν. Ο μεγάλος αδερφός, ξέρεις! Δεν μπορούσα να καταλάβω τότε ότι αυτό είχε και ανταγωνισμό μέσα του.
Η οικογένειά μου ήταν μια κλασική οικογένεια κι εγώ μεγάλωσα πάνω κάτω όπως τα περισσότερα παιδιά της δεκαετίας του 70 και του 80.
Τι έλεγες πως θες να γίνεις όταν μεγαλώσεις όταν ήσουν παιδί;
Η αλήθεια είναι πως, επαγγελματικού περιεχομένου όνειρα, δεν είχα. Αυτό που ονειρευόμουν ήταν να ταξιδέψω σε όλα τα νησιά της Ελλάδας, και να μείνω κιόλας. Ήθελα πολλή εξερεύνηση, αναζήτηση, νέους τόπους, ανθρώπους, κουλτούρες…
Η πρώτη σου δουλειά;
Καθώς είχα δυσλεξία από παιδί, για τους γονείς μου αυτό είχε μεταφραστεί στο ότι δεν θα τα κατάφερνα στην ζωή μου και,άρα, από 9 ετών δούλευα τα καλοκαίρια σε ένα ηλεκτρολογείο αυτοκινήτων. Ήταν του συζύγου της αδερφής της μητέρας μου, οπότε με έπιαρνε η θεία μου τα καλοκαίρια και δούλευα με ον θείο. Ύστερα από αυτό, που κράτησε δυο τρία χρόνια, πήγα σε υφαντουργείο, σε φούρνο.
Πάντα χειρωνακτικές εργασίες.
Πριν τα 15, έμπλεξα με την οικοδομή, διαπιστώνοντας ότι ήταν ένας γρήγορος τρόπος να βγάλω χρήματα. Το οικονομικό στάτους της οικογένειάς μου ήταν χαμηλό, ήμασταν μια φτωχή οικογένεια κι αυτό σήμαινε στερήσεις για ένα παδί που μεγαλώνει μες στην δεκαετία του 80 με τους δίσκους, τις μάρκες, τις συναυλίες, το έξω, τα ερεθίσματα που υπήρχαν τότε μέσω της τηλεόρασης.
Η δουλειά λειτούργησε ως κίνητρο για να καταφέρω να πάρω, να αγοράσω πράγματα, αλλά και για να αποδείξω ότι δεν είμαι λίγος. Ήμουν καλός σε οτιδήποτε πρακτικό-από την θεωρία απείχα, δεν τα κατάφερνα μαζί της.
Ο πατέρας μου κυνηγούσε και τον ακολουθούσα στο κυνήγι, αλλά και στο ψάρεμα όπου πήγαινε συχνά. Με το που ενηλικιώθηκα, έβγαλα άδεια κυνηγού και κυνηγούσα για έναν χρόνο δυστυχώς. Το λέω με ντροπή. Σκότωνα πάρα πολλά θηράματα.
Μέχρι που μια μέρα, σκότωσα μια αγριόπαπια και την είδα να σπαρταράει. Αμέσως μετά, γύρισα σπίτι, κρέμασα το τουφέκι και είπα πως μέχρι εδώ ήταν για μένα.
Τι αγόρασες με τα πρώτα δικά σου λεφτά, θυμάσαι;
Με το πρώτο μου καλό μεροκάματο από την οικοδομή, αγόρασα μία πολύ επώνυμη μπλούζα που κόστιζε όσα χρήματα κέρδιζε ο πατέρας μου σε μία ή δύο εβδομάδες.Η μητέρα μου όταν είδε το ταμπελάκι κόντεψε να πάθει εγκεφαλικό και ήθελε να με στείλει πίσω να πάω να πάρω τα λεφτά.
Από πείσμα και μόνο, την επόμενη εβδομάδα πήγα και αγόρασα άλλη μάρκα, άλλη μπλούζα, λίγο πιο ακριβή μάλιστα, για να δείξω ότι είμαι πια αυτόνομος και αυτάρκης.
Σχετικά αργά, παγιώθηκε εντός μου η ιδέα της αποχώρηση από το πατρικό: λίγο πριν τα 28. Από τα 20 θα μπορούσα να έχω φύγει, που πατούσα οικονομικά. Λόγω της ιδιαίτερης σχέσης με την μητέρα μου, το καθυστερούσα.
Σπούδασα ναυπηγός, ύστερα πήγα στρατό και απολύθηκα εκεί, γύρω στα 24 μου-αυτή θα ήταν μια άριστη ευκαιρία να φύγω από το πατρικό, αλλά δεν το έπαιρνα απόφαση ακόμα.
Ο αδερφός μου σπούδαζε Χαλκίδα, εν τω μεταξύ, ΤΕΙ Λογιστικής και είδα που του νοίκιαζαν σπίτι και είχε μια ιδιωτικότητα, μια ελευθερία και ζήλεψα πάρα πολύ. Άρα, στην πρώτη Λυκείου αποφάσισα να σπουδάσω κι εγώ, κι ας μην ήμουν ο πρώτος μαθητής.
Τι θυμάσαι από τα φοιτητικά χρόνιαμ τις εμπειρίες, τους έρωτες;
Ωραία ήταν τα φοιτητικά χρόνια: πήρα πάρα πολλά ερεθίσματα, μακράν υψηλότερου επιπέδου ανταγωνιμός και συναγωνισμός με τους συμφοιτητές, παιδιά από όλη την Ελλάδα, από επαρχία, με δικά τους σπίτια στην Αθήνα, όπου μαζευόμασταν και κάναμε πάρτυ, περνάγαμε πολύ ωραία, πηγαίναμε εκδρομές στα νησιά όλοι μαζί…
Όμως, δεν ερωτεύτηκα ως φοιτητής για πρώτη φορά. Ως παιδί είχα ερωτευτεί στ’ αλήθεια την θάλασσα-κάποια στιγμή, κάναμε διακοπές και μας άφησαν εμένα και τον αδερφό μου στην θάλασσα, στην οποία θάλσσα έκατσα 8μιση ώρες. Εννοώ μες στο νερό. Είχα πάθει υποθερμία, ήμουν όλος μπλε και πήγα στο Παίδων όπου κάθισα 3 μέρες. Το μόνο που μου έλειπε όσο ήμουν στο νοσοκομείο ήταν η θάλασσα.
Εξακολουθώ να την αγαπώ πολύ.
Στα 16 μου ερωτεύτηκα και…άνθρωπο. Τελείωσα μια σχολή ομαδαρχών και διορίστηκα ομαδάρχης σε μια παιδική κατασκήνωση στο Καβούρι. Εκεί υπήρε μια ειδική συνεργάτιδα, για την οποία ένιωσα το πρώτο σκίρτημα. Κατέληξε σε σχέση και μάλιστα χρόνων.
Στα 27 του, ο Ιωάννης φεύγει από το σπίτι και νοικιάζει ένα δικό του, σχετικά κοντά από το πατρικό του. Γίνεται εργολάβος οικοδομών, έχει πολλή δουλειά και παρά πολυ γρήγορα καταφέρνει λόγω σπουδών και background να αναδυθεί σχετικά γρήγορα.
“Ο μονόφθαλμος βασιλεύει στους τυφλούς”, λέει ο ίδιος σήμερα και γελά.
Πώς ένιωθες ως εργολάβος, Ιωάννη; Τι άλλαξε στην ζωή σου;
Το έβλεπα σαν καλλιτεχνία, με έναν τρόπο, αυτό που έκανα, αυτό που κάναμε. Κέρδιζα αναγνώριση, εκτίμηση και εμπιστοσύνη από συνεργάτες και πελάτες. Στα 27 μου, λοιπόν, βρέθηκα να έχω 30 άτομα προσωπικό και να έχω οικονομική επιφάνεια που φαινόταν: πάντα καινούργιο αυτοκίνητο, μαρκάτα ρούχα, ταξίδια στο εξωτερικό 3-4 φορές το χρόνο…
Συνεταιρίζομαι με τον αδερφό μου και τα επόμενα δύο με τρία χρόνια, μέχρι τα 29 μου, απογειώνουμε την δουλειά, με 40 άτομα προσωπικό, με αντιπαροχές πολυκατοικιών, με δικές μας κατασκευές από το μηδέν. Στήνουμε και μαι εταιρεία εισαγωγών, φέρνουμε χάρτινες συσκευασίες από το εξωτερικό, ασχολούμαστε με την ύλη και τα χρήματα.
Έπινα και κάπνιζα πάρα πολύ τότε. Γιατί, εκτός από την σχέση μου με την ελευρία και την εξερεύνηση, πάλευα και με μια άλλη δυναμική μέσα μου: αυτήν της εξάρτησης και της προσκόλλησης. Δούλευα πάρα πολλές ώρες, ταλαιπωρούσα το σώμα μου αρκετά, ήμουν αμετροεπής.
Στα 29 μου χρόνια ήρθε μια από τις πολύ μεγάλες αλλαγές της ζωής μου. Έκανα σχέση με μια εργοθεραπεύτρια και, πηγαίνοντας στο γραφείο της, τυχαίνει και βλέπω ένα τεστ για δυσλεκτικούς επάνω στο γραφείο της.
Κατάλαβα πως είμαι λοιπόν δυσλεκτικός και αποποινικοποίησα το ότι δεν μου άρεσε το διάβασμα, το ότι δεν ήμουν καλός μαθητής και τα λοιπά… Δεν ήμουν ζαβός, δεν ήμουν χαλασμένος!
Ένα μήνα μετά την διάγνωση, διάβασα το πρώτο μου βιβλίο, τον Αλχημιστή του Πάολο Κοέλιο. Την μεγάλη διαφορά, όμως, την έκανε το δεύτερο βιβλίο, ο “Προφήτης” του Χαλίλ Γκιμπράν. Εκεί είπα, εντάξει, υπάρχει και κάτι άλλο από αυτό που βλέπει όλος ο κόσμος, ένιωσα λιγότερο τρελός. Αυτό το βιβλίο παρέμεινε ευαγγέλιο για μένα και ακόμα επανέρχομαι σε αυτό.
Τι άλλο, δηλαδή, σκέφτηκες και ένιωσες πως υπάρχει; Πώς το εννοείς αυτό;
Μέσα από την σχεση μου με την πρακτικότητα και την ύλη, όλη η αυτοπεποίθηση και ο αυτοσεβασμός μου περνούσε μέσα από την κατάκτηση της ύλης και των χρημάτων. Ένα πράγμα που μου έβαζε τρικλοποδία σε όλη αυτήν την πολύ καλή σχέση, ήταν ότι δεν είχα ταυτότητα και αυτοσεβασμό. Έπρεπε να τα κατακτώ συνεχώς.
Από τα παιδικά μου χρόνια, είχα φορτωθεί με μια συγκεκριμένη κοινωνική δομή. Τα δεσμά δεν ήταν στην ύλη, κατάλαβα από τον Γκιμπράν, υπάρχει κάτι που οσμίζομαι παραπέρα και είπα στον εαυτό μου πως ήταν θέμα χρόνου να το βρω.
Μεταξύ 28 και 30, έζησα μεγάλους έρωτες και είχα και μια ερωτική απογόητευση που με οδήγησε στην ψυχοθεραπεία.
Όλο αυτό είχε φέρει ως αποτέλεσμα τον ανάλογο εγωισμό και ήθελα, μέσω της ψυχοθεραπείας να αποδείξω πως είμαι καλά, πως δεν φταίω εγώ για ό, τι συνέβη. Μέσα σε μία εβδομάδα έκλεισα τρία ραντεβού με τρεις διαφορετικούς ψυχοθεραπευτές. Με την τρίτη ψυχολόγο βρήκα χημεία και δούλεψα μαζί της για αρκετά χρόνια.
Ονομάζω αυτήν την τετραετία, την τετραετία των μεγαλων αλλαγών, εκεί μετά τα 30. Άφησα ό, τι είχε να κάνει με τη σχέση μου με την ύλη, όχι αποκομμένος παντελώς από αυτή, αλλά αποσυνδέοντας την κατάκτησή της με την αυτοπραγμάτωση.
Στην αρχή δεν ζορίστηκα τόσο, όσο ξεγελάστηκα. Ήμουν 33, με πολλά λεφτά στην τράπεζα, σπίτια και αμάξια. Μετά από 4 χρόνια που δεν εργαζόμουν, έκανα πολλά σεμινάρια, ταξίδια, θεραπεία…και τα χρήματα τελείωσαν.
Ήρθε μια μεγάλη κρίση. Το πεδίο για το ξεκίνημα της υπόλοιπης ζωής μου.
Τι έκανες, λοιπόν; Ξεκίνησες τα ταξίδια;
Το πρώτο ταξίδι ήταν στις Φιλιππίνες-εκεί έκανα ένα εκπαιδευτικό σεμινάριο σε μασάζ. Το μεγάλο ταξίδι ήταν το ψυχοθεραπευτικό ταξίδι επί 4μιση χρόνια και παράλληλα οι στενές επαφές με την Ινδία για την εκπαίδευσή μου.
Όπως πουλάνε σουβλάκια στην Ελλάδα, πουλάνε γιόγκα στην Ινδία-κι όπως έχει καλά σουβλατζίδικα εδώ, έτσι κι εκεί έχει καλή και κακή και μέτρια ποιότητα στις παρεχόμενες υπηρεσίες. Όπου και να πας, λοιπόν, στην Ινδία έχει είτε γιόγκα centers, είτε άσραμς, είτε μικρές σχολές, είτε μεγάλες.
Η γιόγκα για αυτούς είναι ό, τι για εμάς το πλύσιμο των δοντιών. Και είναι ένας ολόκληρος τρόπος ζωής, όχι απλώς άσανες, όπως σε εμάς, στην Δύση.
Το άσραμ, που μεταφράζουμε λανθασμένα στα ελληνικά ως μοναστήρι, είναι ένα κτίσμα το οποίο εμπεριέχει υποχρεωτικά και ναό στον οποίο γίνονται τελετές και εξυπηρετεί είτε πρακτικές ανάγκες (πρακτικές γιόγκα, νηστείες, καθαρισμούς), είτε λειτουργεί ως κλινική, με αγιουρβεδικά (ομοιοπαθητικά) φάρμακα. Περνάει κόσμος και τους βλέπει γιατρός.
Μετά από 5-6 μήνες αναζήτησης στην Ινδία, βρήκα τον εκπαιδευτή που εγώ εμπιστεύτηκα. Όταν ξεκίνησα, αφενός μαγεύτηκα, αφετέρου, υπήρχε μέσα μου πολύ μεγάλη ντροπή, καθώς είχα ένα πολύ σκληρό, κακοποιημένο, άκαμπτο σώμα μετά από 15 χρόνια δουλειά στις οικοδομές. Είχα ήδη όμως εμπλακεί με το κομμάτι του παιδιού, Χαμόγελο του Παιδιού και τα λοιπά.
Είχα βάλει στόχο να γίνω δάσκαλος γιόγκα για να δίνω γιόγκα στα παιδιά, στο Χαμόγελο. Δεν υπήρχε τρόπος να αποτύχω. Πήρα το πτυχίο μου, τις πρώτες 200 ώρες, μετά πήρα κι άλλες 300. Τώρα, έχω 800 ώρες συνολικά.
Έμενα μεγάλες περιόδους μέσα στο άσραμ, άλλες ταξιδεύοντας γύρω γύρω την Ινδία, μικρότερες περιόδους σε μια παράγκα πάνω στην θάλασσα. Ήταν τόσο μεγάλη η κλωτσιά της παλιάς ζωής μέσα μου, που δεν βίωσα την αίσθηση της αποστέρησης με πράγματα. Αμιγώς υλιστικά, για να είμαι ειλικρινής, μου έλειπε το καμπριολέ μου αυτοκίνητο, το τάισμα της ωραιοπάθειάς μου που με θαύμαζαν οι γυναίκες και τέτοια…
Όμως, όλα τα καινούργια που ξεκινούσα να κατακτώ, η αυτοαγάπη, η γαλήνη, ήταν πολύ σημαντικά για εμένα. Ήμουν ήδη έναν χρόνο vegan, έχοντας ξεκινήσει ως vegetarian. Δεν βρήκα πρόβλημα με το ινδικό φαγητό. Γενικώς, αφέθηκα να το ζήσω, γιατί το είχα επιλέξει και η ψυχή μου, το σώμα μου το χρειάζονταν.
Τι συμβαίνει με τους γιόγκι; Απέχουν από το σεξ, την κοινωνία;
Το πώς θα χρησιμοποιήσει κανείς το σώμα του είναι καθαρά προσωπική επιλογή, αναλόγως και με τον δρόμο που θέλει να ακολουθήσει. Αν θες, τώρα, να γίνεις γιόγκι, πάλι υπάρχουν τρεις δρόμοι: οικογενειάρχης γιόγκι που επιβάλλεται να δουλεύεις, αλλά και να κάνεις τις πρακτικές της γιόγκα (λευκή ενδυμασία), μετά υπάρχει ο γιόγκι που δεν έχει αποφασίσει αν θα κάνει οικογένεια ή όχι, δεν έχει σεξουαλικές επαφές(κίτρινη ενδυμασία) και, τρίτον, είσαι γιόγκι αφιερωμένος ολοκληρωτικά σε αυτήν την διαδικασσία, χωρίς παρεμβολές (πορτοκαλί ενδυμασία).
Για ένα δύο χρόνια, είχα δουλέψει σε δημοτικά σχολεία, έκανα γιόγκα σε παιδιά στην Ελλάδα. Τα χρήματα κόντευαν να τελειώσουν, ο μισθός ήταν πενιχρός, δεν γινόταν να συνεχίσω να ζω με αυτό. Τέλη του 2009 είχαν ξεκινήσει όλα αυτά.
Νομίζω, σε κάποια φάση, πως δεν θα τα καταφέρω και ζητώ από τον εκπαιδευτή μου να φορέσω το πορτοκαλί, δεν είχα και σεξουαλικές επαφές ούτως ή άλλως, είχα αφήσει πίσω ένα μεγάλο μέρος της παλιάς μου ζωής. Δεν έγινε, βέβαια, αυτό.
Ο εκπαιδευτής με συμβούλευσε να μείνω δύο χρόνια στον τόπο που με έστειλε και να μοιραστώ με αυτόν την γνώση που είχα πάρει.Εκείνη την περίοδο, συμβαίνει κάτι τραγικό: εξαφανίζεται η μητέρα μου. Όλα γίνονται άνω κάτω: οικογένεια, συναισθήματα, καθημερινότητα.
Το έχω ξαναπεί: η μητέρα μου είχε, ασυνείδητα, την σοφία να περιμένει να αναπτύξω όλα τα εφόδια που θα μου χρειάζονταν για να αντιμετωπίσω την φυγή της, την εξαφάνισή της. Είμαι πολύ περήφανος για τον τρόπο με τον οποίο διαχειρίστηκα την απώλεια αυτή.
Κι από εκεί και ύστερα, άρχισα να θέλω να συνεργάζομαι θεραπευτικά με κόσμο. Κέρδισα, από αυτήν την εμπειρία, τεράστια συναισθηματική αυτονομία, ήταν ένα σχολείο για μένα.
Άλλωστε, εκτός από τις πρακτικές “ανατολίτικου τύπου” (αγιουρβέδα, μασάζ, ρεφλεξολογία κ.ά), είχα στο μεταξύ ήδη ανοιχτεί στον δυτικό κόσμο (αχίμσα, όπως το λένε στην Ανατολή). Μέσω της διδασκαλίας του Μάρσαλ Ρόζενμπεργκ, Αμερικανού ψυχολόγου, ο οποίος δεν είναι πια εν ζωή εδώ και 3 χρόνια, γνωρίζω την “μη βίαιη επικοινωνία” και εισάγομαι επίσης στο σύστημα Μοντεσόρι.
Εκεί, ανοίγουν μεγάλοι ορίζοντες θεραπευτικού τύπου, σε διάφορους τομείς, όπως ας πούμε ο Αποπρογραμματισμός Τραυμάτων παιδικής ηλικίας. Μπλέκει μέσα μου το δυτικοθεωρητικό κομμάτι με τις ανατολίτικες πρακτικές και δημιουργείται μια περίφημη ολιστική εκπαίδευση, που συντηρείται με επιπλέον σεμινάρια, διατροφές…
Και πώς ξεκινάς να δουλεύεις ουσιαστικά σε αυτό το κομμάτι;
Στην αρχή, εργάζομαι αμισθί, κάνω θεραπείες δωρέαν, λόγω του κάρμα της γιόγκα. Κάθε ένας όταν ξεκινάει να το διδάσκει αυτό, το κάνει δωρεάν. Ξεκινώ με μια πελάτισσα που είχε όνειρο να πάει στην Μύκονο και να κάνει ένα μαγαζί με κοσμήματα. Το πέτυχε αυτό το πράγμα και με φωνάζει στην Μύκονο να δω τι έχει κάνει, τι έχει καταφέρει-έχουμε εμείς σταματήσει την θεραπευτική μας συνεργασία.
Στο μεταξύ, μου έχει κανονίσει κάποιες συνεδρίες με άλλους πελάτες και πελάτισσες και βλέπω ότι, με τις αμοιβές της Μυκόνου, μπορώ να ζήσω άνετα. Την επόμενη χρονιά,νοικιάζω σπίτι στη Μύκονο και φεύγω για σεζόν, αποφασισμένος ότι δεν θα δουλέψω θεραπευτικά, θα κάνω μόνο γιόγκα στους τουρίστες, άντε και μερικές ρεφλεξολογίας και κανένα ρέικι.
Όλα αυτά, μέχρι εκεί που αντέχει η Μύκονος ως αγορά και μέχρι εκεί που αντέχω κι εγώ. Αρχίζω έτσι να κάνω χρήματα, ώστε τον χειμώνα να μπορώ να πηγαίνω στην Ινδία, άντε και σε κανένα ακόμα ταξίδι…
Η μεγαλύτερη εμπειρία που αποκόμισα από την Μύκονο είναι ότι μου αποδείχθηκε πως, ό, τι και να είναι ένας άνθρωπος, η ψυχή έχει ακριβώς το ίδιο βάρος με κάθε άλλου ανθρώπου. Όσο επώνυμος, πλούσιος, διάσημος…
Ναόμι Κάμπελ, Ροναλντίνιο, Αλεσσάντρα Αμπρόσιο, Τζο Μπάιντεν και άλλοι με τους οποίους συνεργάστηκα μου το δίδαξαν αυτό. Είδα ανθρώπους που ήταν και θεωρούνταν φοβεροί και τρομεροί, να κλαίνε, να μου λένε ευχαριστώ που τους κατάλαβα και τους αισθάνθηκα. Αυτό μου έδωσε δύναμη!
Τι έκανες με όλους αυτούς; Θεραπείες ή απλώς σωματικές πρακτικές;
Μαζί, κάναμε ρεφλεξολογία και γιόγκα, αλλά η στάση ζωής μου ήταν που κυρίως τους ενέπνεε. Με καλούσαν σε πάρτυ και δεν πήγαινα, ας πούμε! Θυμάμαι τον ιδιοκτήτη του αγγλικού MTV που με καλούσε σε μια βίλα με καμιά εικοσαριά άτομα, φίλες και φίλους του, τραγουδιστές, ηθοποιούς, μοντέλα και μου έλεγε ότι θα μου έδινε όσα ήθελα για να τους κάνω κάποιες θεραπείες ή μασάζ.
Απαντούσα ότι στον χώρο του βρισκόμουν για εκείνον τον ίδιο και όποιος ήθελε κάτι από μένα θα μπορούσε να το συνεννοηθεί απευθείας μαζί μου. “Όχι”, μου έλεγε, “είναι καλεσμένοι μου και θέλω να τους περιποιηθώ”. Εγώ απαντούσα ότι δεν επιτρέπω σε κανέναν να μου μιλάει σαν να είμαι ο πιο τελευταίος που υπάρχει, καθώς αυτό ακριβώς θα συνέβαινε, αν οι καλεσμένοι του έβρισκαν έτοιμη και πληρωμένη από τον οικοδεσπότη τους την όποια θεραπεία τους παρείχα.
Μου απάντησε ότι με βρίσκει πολύ περίεργο, αλλά πως… με λατρεύει! Γελούσα.
Φανταστικά σκηνικά όλα αυτά…
Μια φορά, με κάλεσε να κάνουμε γιόγκα σε ένα γιοτ και μου είχε φτιάξει κάτι σαν θρόνο για να καθίσω. Πάγωσα. “Δεν είμαι αυτό εγώ”, του είπα και φυσικά δεν κάθισα εκεί πέρα. Είχα φτιάξει, θυμάμαι, ένα μπολάκι με κινόα και λαχανικά και ήθελαν όλοι να δοκιμάσουν. Δεκατέσσερα άτομα από το μπολάκι μου αν έτρωγαν από μια μπουκιά, θα έμενα νηστικός! Εκείνοι είχαν καραβίδες, αστακούς και ήθελαν να φάνε την κινόα μου.
Τους εντυπωσίαζε, μάλλον, όχι η απλότητα ή η όποια τεχνική και γνώση διέθετα, αλλά η αυθεντικότητά μου. Στην Μύκονο, εν τω μεταξύ, γνώρισα έναν γάτο, που με έσωσε και τον έσωσα. Μαζί, ταξιδέψαμε σε 13 χώρες!
Τελικά, σε πόσες χώρες έχεις πάει, Ιωάννη;
Στα 32 μου έλεγα ότι θέλω να ταξιδέψω σε 100 χώρες, αυτή τη στιγμή έχω ταξιδέψει σε 98. Πριν ένα μήνα, έκανα πτήση με αλεξίπτωτο…Κι η εξερεύνηση συνεχίζεται.
Κάποια στιγμή, και μετά από οκτώ σεζόν στη Μύκονο, παίρνω την απόφαση να επιστρέψω Αθήνα και να ανοίξω έναν χώρο, όπου θα δουλεύω θεραπευτικά. Με τους πελάτες από Μύκονο, όχι με όλους, κρατώ κάποιες επαφές: κάνω κάποια σεμινάρια σε Ιταλία και Πολωνία, επισκέπτομαι κάποιους πολύ συγκεκριμένους στα σπίτια τους, με καλούν στον γάμο τους και τέτοια…
Όμως, έχει φτάσει η ώρα να φτιάξω την φωλιά μου, το σπίτι μου, στην Αθήνα. Με τρεις πέντε Αθηναίους που γνώριζα από Μύκονο, ξεκίνησα να στήνω την δουλειά. Κι από εκεί που έλεγα να βάλω το πορτοκαλί, μου δημιουργείται η επιθυμία να κάνω οικογένεια, να ακολουθήσω αυτήν την πορεία.
Πάντα στα ταξίδια μου, με συνόδευαν βιβλία και σημειωματάρια για να καταγράφω σκέψεις. Το 2016, που παίρνω την απόφαση να φύγω από Μύκονο, κάτι που έγινε τελικώς το 2017, περνάω άλλους 4 μήνες στην Ινδία, ενώ πηγαινοέρχομαι και στις Φιλιππίνες.
Βγαίνοντας από ένα δεκαήμερο σιωπής στη Σρι Λάνκα, μου έρχεται η ιδέα να γράψω ένα βιβλίο, να μιλήσω για την μητέρα μου, κάτι που δεν είχα κάνει μέχρι στιγμής. Παίρνω ένα χαρτί και γράφω έναν σκελετό, από 16 ποιότητες-κεφάλαια, τα οποία κουμπώνουν και με ταξίδια σε 16 χώρες.
Το βιβλίο, ο “Αναζητητής Θαυμάτων” γράφεται μεταξύ Μυκόνου, Αθήνας και Ιταλίας. Και νιώθω απελευθέρωση, καθώς εκφράζομαι για τα περί της μητέρας μου επιτέλους! Έδωσα το γραπτό μου σε 5 επώνυμους εκδοτικούς οίκους και πήρα απάντηση από 3 με συμφωνητικά συνεργασίας αδύνατο για μένα να εκπληρώσω-δεν θα μπορούσα, ας πούμε, να εκχωρήσω την ιστορία της μητέρας μου για να γίνει τηλεοπτικό σήριαλ ποτέ!
Με αυτά και με εκείνα, και χάρη στην βοήθεια ενός φίλου, κατόρθωσα να στήσω τις εκδόσεις Καμηλοπάρδαλη, οι οποίες σφράγισαν και τον Αναζητητή. Τώρα, μετράει άλλα 10-11 βιβλία, δικά μου και φίλων.
Σε λίγους μήνες, θα έχουμε και την συνέχεια του Αναζητητή, δουλεύω αυτήν την περίοδο πάνω σε αυτό το project, αυτό το δεύτερο βιβλίο.
Γιατί Καμηλοπάρδαλη;
Ο Ρόζενμπεργκ που λέγαμε και πρηγουμένως χρησιμοποιεί στην διδασκαλία του το τσακάλι και την καμηλοπάρδαλη που συμβολίζουν μια επιθετική και μια ειρηνική προσέγγιση στην επικοινωνία. Άρχισα να δένομαι με την καμηλοπάρδαλη, όμως, όταν άρχισα να την μελετώ ως ζώο. Λόγω του πολύ ψηλού λαιμού της, χρειάζεται μια δυνατή αντλία για να αιματώσει τον εγκέφαλο, οπόε έχει την μεγαλύτερη καρδιά σε όλο το ζωικό βασίλειο. Εκεί με κέρδισε σαν ζώο. Είναι ψηλή, είναι παρατηρητής και διαλογιστής.
Έγινε η μασκότ μου σε κάποια σεμινάρια που είχα διδάξει για την επιστροφή στο κέντρο μας. Έχω καμιά δεκαπενταριά λούτρινες, ξύλινες, χάρτινες στο σπίτι μου!
Δεν χρειάστηκε, όπως καταλαβαίνεις, να σκεφτώ τι όνομα θα έδινα στον εκδοτικό μου.
(Πράγματι, Ιωάννη, δεν χρειάστηκε…Αναμένουμε το δεύτερο βιβλίο με ανυπομνησία. Μέχρι τότε, να πούμε namaste ή θα το έβρισκες γραφικό;)
Ακολουθήστε το in.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις