Τα γρήγορα τεστ αντιγόνου (rapid tests), που δίνουν άμεσα αποτελέσματα στη διάγνωση της μόλυνσης από κοροναϊό, είναι γενικά αξιόπιστα, ιδίως όταν χρησιμοποιούνται σωστά.

Η αξιοπιστία τους είναι μεγαλύτερη -τουλάχιστον 90%- όταν το ιικό φορτίο του ασθενούς είναι υψηλό, σύμφωνα με νέα μελέτη αξιολόγησης αυτών των τεστ.

Τι έδειξε η μελέτη

Οι βρετανοί ερευνητές, οι οποίοι έκαναν τη σχετική δημοσίευση στο περιοδικό μικροβιολογίας «The Lancet Microbe», σύμφωνα με το πρακτορείο Reuters, αξιολόγησαν έξι γρήγορα τεστ με ευρεία κυκλοφορία στην αγορά και τα συνέκριναν με τα μοριακά τεστ τύπου PCR.

Διαπιστώθηκε ότι τα γρήγορα τεστ έχουν «καλή» ευαισθησία (ικανότητα να εντοπίζουν όσους έχουν μολυνθεί από τον κοροναϊό) και «εξαιρετική» ειδικότητα (ικανότητα να διακρίνουν σωστά όσους δεν έχουν μολυνθεί).

Αντίθετα με τα μοριακά τεστ, που απαιτούν πολύπλοκο εργαστηριακό εξοπλισμό και εξειδικευμένο προσωπικό, τα τεστ αντιγόνου μπορούν να γίνουν εύκολα επί τόπου, αν και δεν έχουν την ίδια ακρίβεια με τα μοριακά. Η μελέτη κατέληξε στο συμπέρασμα ότι αυτά τα γρήγορα τεστ έχουν ακρίβεια διάγνωσης της λοίμωξης Covid-19 από 65% έως 89%, η οποία αυξάνεται σε πάνω από 90%, όταν το ιικό φορτίο του ασθενούς είναι υψηλό.

Οι ερευνητές επεσήμαναν ότι είναι ουσιώδης η σωστή χρήση αυτών των τεστ, όσον αφορά το βαθμό αξιοπιστίας τους, η οποία αυξάνει όταν αυτά τα τεστ γίνονται από ειδικούς.

Πάντως, τόνισαν, ότι παρόλο που τα μοριακά τεστ είναι πιο ακριβή, τα rapid τεστ, χάρη στην ευκολία χρήσης τους και στο χαμηλό κόστος τους, είναι πολύ χρήσιμα στο να μειώνουν την μετάδοση του κοροναϊού, ιδίως από ασυμπτωματικούς φορείς, οι οποίοι αλλιώς δεν θα γνώριζαν ότι έχουν μολυνθεί και έτσι εν αγνοία τους θα μόλυναν άλλους. Εν κατακλείδι, σύμφωνα με τους ερευνητές, αυτό το όφελος «μπορεί να αντισταθμίσει τον κίνδυνο να χαθούν θετικά κρούσματα».

Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ