Οι ζωονόσοι αποτελούν τη μεγαλύτερη απειλή για την ασφάλεια της υγείας σε ανθρώπους και ζώα, στον ίδιο βαθμό.

Η παρακολούθηση των ζωονόσων πρέπει να ενσωματωθεί στα συστήματα υγείας, προκειμένου να αντιμετωπιστούν αποτελεσματικά οι μελλοντικές πανδημίες.

Τα παραπάνω επισημαίνουν σε άρθρο τους στο επιστημονικό περιοδικό της Βασιλικής Εταιρείας Ιατρικής, επαγγελματίες υγείας από το King’s College του Λονδίνου

Οι ζωονόσοι είναι λοιμώξεις ζώων που μπορούν να μεταπηδήσουν από τα ζώα στους ανθρώπους, όπως συνέβη με τον κοροναϊό.

Μέχρι τώρα, υπάρχουν λίγα συστήματα ικανά να παρέχουν δείκτες και προειδοποιήσεις για ζωονόσους πέρα ​​από τη διαχείριση των ζώων. Η επικεφαλής συγγραφέας, Δρ Gemma Bowsher, δήλωσε: «Τα ζώα συντροφιάς, αλλά και αυτά σε ζωολογικούς κήπους ή  καταφύγια ζώων, ζουν κοντά στους ανθρώπους και με περιορισμένη παρακολούθηση, και δημιουργούν δυνητικά μια δεξαμενή υψηλού κινδύνου για ζωονόσους». Και πρόσθεσε: «Τα εξημερωμένα κατοικίδια στις χώρες υψηλού εισοδήματος αποτελούν ισότιμη απειλή με τα θηράματα άγριας ​​πανίδας σε ανοικτές αγορές ή τροπικά δάση του ισημερινού».

Ιδιαίτερα τα καταφύγια ζώων είναι πληθυσμοί υψηλού κινδύνου, δεδομένου του υψηλού επιπέδου στρες και της ευαισθησίας τους σε μολυσματικούς παράγοντες. Οι ερευνητές παρέπεμψαν στην πανδημία της γρίπης των πτηνών H7N2, το 2017, με τα καταφύγια γάτας της Νέας Υόρκης ως παράδειγμα νέας οδού μετάδοσης σε πληθυσμό άνω των 300 ζώων και σε ανθρώπους. Πριν το γεγονός αυτό, ο ιός εντοπιζόταν στις αγορές πουλερικών της πόλης και δεν ήταν γνωστό ότι είχε περάσει στις γάτες.

Στο Ηνωμένο Βασίλειο και τις ΗΠΑ δεν υπάρχει επιτήρηση πληθυσμού για τα ζώα συντροφιάς, με τις κτηνιατρικές πρακτικές να έχουν περιορισμένη πρόσβαση σε συστήματα προειδοποίησης. Στο Ηνωμένο Βασίλειο, τα ζώα που πεθαίνουν σε ζωολογικούς κήπους, σε αντίθεση με τις ΗΠΑ, δεν υποβάλλονται σε υποχρεωτική νεκροψία, χάνοντας μια κρίσιμη ευκαιρία για να εντοπιστούν πιθανές ή και επιβεβαιωμένες ασθένειες  που διαπιστώνεται ότι υπάρχουν στους πληθυσμούς των ζώων.

Οι ερευνητές σημειώνουν ότι η πρόβλεψη και η έγκαιρη ανίχνευση πιθανών ζωονόσων θα πρέπει να είναι στόχος πρώτης τάξης για οποιαδήποτε αναπτυσσόμενη ατζέντα ασφάλειας υγείας, τόσο σε παγκόσμιο, όσο και σε τοπικό επίπεδο. Προσθέτουν ότι οι κτηνιατρικές και ιατρικές κοινότητες που εργάζονται «με παρωπίδες» εμποδίζουν την ανάπτυξη μιας αποτελεσματικής ατζέντας έρευνας για την ασφάλεια της υγείας.

Η Δρ Bowsher κατέληξε λέγοντας: «Αγνοώντας την πιθανότητα μόλυνσης των ανθρώπων από τα ζώα, οδηγούμαστε σε αποτυχία της ασφάλειας της δημόσιας υγείας. Η αποτελεσματική μελλοντική ετοιμότητα για επιδημία-πανδημία απαιτεί βελτιωμένα συστήματα νοημοσύνης ασφάλειας υγείας «ουδέτερα» ως προς τα είδη».