Η δύσκολη επόμενη μέρα για το Αφγανιστάν και οι κινήσεις των Ταλιμπάν και της διεθνούς κοινότητας
Στο Αφγανιστάν συνεχίζονται οι διαπραγματεύσεις για τη διαμόρφωση κυβέρνησης, την ώρα που η Δύση προσπαθεί να διαχειριστεί την αποχώρησή της αλλά και την επόμενη μέρα
Κάποιες φορές δεν μετρούν τόσο αυτά που λέγονται, όσο αυτά που δεν λέγονται. Και το γεγονός ότι ο πρόεδρος Μπάιντεν μιλώντας την Παρασκευή 20 Αυγούστου για την κατάσταση στην Καμπούλ απέφυγε να κάνει ιδιαίτερα επικριτικές αναφορές στους Ταλιμπάν σε συνδυασμό με τη δήλωση των ίδιων των Ταλιμπάν ότι γύρω από το αεροδρόμιο της Καμπούλ υπάρχει συνεννόηση με τις αμερικανικές δυνάμεις για τη διαχείριση της κατάστασης, αποτυπώνει ότι όλες οι πλευρές προσανατολίζονται στην παραδοχή ότι η επόμενη μέρα στο Αφγανιστάν θα περιλαμβάνει του Ταλιμπάν σε κυρίαρχο ρόλο και άρα θα πρέπει να αναζητηθεί μια διευθέτηση των πραγμάτων στη βάση αυτής της παραδοχής.
Η διαπραγμάτευση για την επόμενη κυβέρνηση
Αυτή τη στιγμή το Αφγανιστάν δεν διαθέτει μια συγκροτημένη κυβερνητική δομή, μετά την κατάρρευση της κυβέρνησης Γάνι και την είσοδο των Ταλιμπάν στην Καμπούλ. Η διαμόρφωση μιας συγκροτημένης κυβερνητικής δομής είναι αναγκαία και για να αποφευχθεί το χάος αλλά και για να υπάρξει διεθνής αναγνώριση της κυβέρνησης, που θα επιτρέψει και την αποδέσμευση της όποιας οικονομικής βοήθειας υπάρχει για τη χώρα, αλλά και την ένταξή της σε ένα πλαίσιο διεθνών σχέσεων και συναλλαγών.
Ως προς τη μορφή της κυβέρνησης ήδη Ρωσία και Κίνα έχουν κάνει σαφές ότι τη θέλουν «συμπεριληπτική», φράση που χρησιμοποιούν και οι Ταλιμπάν, στοιχείο που δείχνει ότι υπάρχουν διάφορες συνεννοήσεις σε διάφορα επίπεδα. Η έννοια της «συμπεριληπτικής κυβέρνησης» παραπέμπει περισσότερο σε εκπροσώπηση περισσότερων παρατάξεων, αλλά με παραδοχή του «ισλαμικού χαρακτήρα» που επιδιώκουν οι Ταλιμπάν και όχι απαραίτητα σε «δημοκρατική διαδικασία. Με έναν τρόπο τόσο οι ΗΠΑ όσο και οι υπόλοιπες δυτικές χώρες δείχνουν να αποδέχονται ότι αυτό τον μόνο εφικτό ορίζοντα σε συνδυασμό με κάποιες εγγυήσεις δικαίου και δικαιωμάτων.
Φυσικά, η βασική εγγύηση που όλες οι δυνάμεις ζητούν από τους Ταλιμπάν είναι ότι δεν θα αποτελέσει το Αφγανιστάν το έδαφος για τη δράση ένοπλων οργανώσεων που θα στρέφονται εναντίον ξένων χωρών, εγγύηση που σε αυτή τη φάση τουλάχιστον οι Ταλιμπάν είναι διατεθειμένοι να δώσουν.
Οι ίδιες τώρα οι διαπραγματεύσεις συνεχίζονται στην Καμπούλ, όπου έχουν μεταβεί και ανώτατα στελέχη των Ταλιμπάν, ενώ στην προσπάθεια να αποκατασταθεί η λειτουργία κάποιων θεσμών ανακοινώθηκε ότι χρέη επικεφαλής της κεντρικής τράπεζας του Αφγανιστάν θα εκτελεί ο Χατζί Μοχαμάντ Ιντρίς.
Τα όρια των αντιστάσεων στους Ταλιμπάν
Ως προς τις αντιστάσεις στους Ταλιμπάν, η κατάσταση δείχνει ότι προς το παρόν δεν κινδυνεύουν από κάποια δύναμη που θα μπορούσε να τους αμφισβητήσει πραγματικά. Η πορεία τους προς την Καμπούλ και ο τρόπος που μπόρεσαν σταδιακά να καταλάβουν όλη τη χώρα, δείχνει ότι δεν υπάρχει κάποιος αποτελεσματικός αντίπαλος. Αυτό δεν αναιρεί την επιφύλαξη (έως και εχθρότητα) με την οποία μπορούν να αντιμετωπίζονται από τμήματα της αφγανικής κοινωνία, αλλά δείχνει τα όρια των όποιων αντιστάσεων και κυρίως το γεγονός ότι αυτή τη στιγμή δεν υπάρχει ένα συνασπισμός δυνάμεων ανάλογος π.χ. της «Βόρειας Συμμαχίας» που θα μπορούσε να τους αμφισβητήσει.
Αυτό σημαίνει ότι για παράδειγμα τα όσα συμβαίνουν στην κοιλάδα Παντσίρ όπου ένοπλες ομάδες διεκδικούν το ρόλο της «Αντίστασης», δύσκολα μπορούν να ανατρέψουν το συνολικό συσχετισμό, ιδίως χωρίς ξένη υποστήριξη. Και μπορεί ο Αμρουλά Σάλεχ να είναι παλαιός γνώριμος των αμερικανών και της CIA (άλλωστε υπήρξε βασικός συνεργάτης τους), όμως χωρίς την υποστήριξη των ΗΠΑ δεν μπορεί να αποτελέσει κάποιον πόλο εξουσίας. Επιπλέον, δεν είναι δεδομένο πόσο θα αντέξει αυτός ο θύλακας αντίστασης.
Η δύσκολη διαχείριση της εκκένωσης
Σε αυτή τη φάση οι δυτικές χώρες προσπαθούν να διαχειριστούν τη διαδικασία της εκκένωσης. Αυτό αφορά και το ζήτημα της κατάστασης στο αεροδρόμιο της Καμπούλ και της προσπάθειας να απομακρυνθούν και οι ξένοι πολίτες που ακόμη βρίσκονται και οι Αφγανοί πολίτες που συνδέονται με τις ξένες αποστολές ή το μηχανισμό των διεθνών οργανισμών, την ώρα που το αεροδρόμιο της Καμπούλ φαίνεται να είναι η μόνη διέξοδος διαφυγής για αρκετούς Αφγανούς πολίτες.
Η ολοκλήρωση αυτής της αποχώρησης είναι αυτή τη στιγμή ασαφές πότε θα γίνει, κάτι που εξηγεί γιατί οι ΗΠΑ έχουν υποστηρίξει ότι μπορεί να διατηρήσουν στρατεύματα στο αεροδρόμιο και μετά το χρονικό όριο της 31ης Αυγούστου, παρότι οι Ταλιμπάν προφανώς θα ήθελαν την ταχύτερη δυνατή ολοκλήρωση της αποχώρησης των ξένων στρατιωτικών δυνάμεων. Για την ακρίβεια, οι Ταλιμπάν θα προτιμούσαν η αποχώρηση των ξένων στρατευμάτων να γίνει ακόμη και πριν τη συγκρότηση της νέας κυβέρνησης, για τον προφανή λόγο ότι εξακολουθούν να βλέπουν τα ξένα στρατεύματα ως δυνητική απειλή.
Παράλληλα, υπάρχουν όλα τα πιο συνολικά ερωτήματα για το νέο τοπίο, τις ανατροπές σε γεωπολιτικές ισορροπίες, τη συμπεριφορά και τις ενδεχόμενες συμμαχίες των Ταλιμπάν και τι συνεπάγονται όλα αυτά.
Οι G7 στρέφονται σε Ρωσία και Κίνα
Αυτά θα συζητηθούν και στην έκτακτη συζήτηση των G7 στις 23 Αυγούστου, όμως αναγκαστικά θα περάσουν και μέσα από τη συνεννόηση με τη Ρωσία και την Κίνα. Η συνεννόηση αυτή έχει και πρακτικές πλευρές, καθώς διαφορετικά δεν μπορεί να υπάρξει απόφαση του Συμβουλίου Ασφαλείας, αλλά και ουσιαστικές γιατί αυτή τη στιγμή η Ρωσία και η Κίνα, που διατηρούν διπλωματικές αποστολές στην Καμπούλ, είναι οι δύο βασικές δυνάμεις (μαζί με το Πακιστάν) που συνομιλούν με τους Ταλιμπάν και μπορούν να ασκήσουν και ως έναν βαθμό πίεση. Πάντως τόσο η Ρωσία όσο και η Κίνα έχουν κάνει σαφές ότι αυτό που περιμένουν από τους Ταλιμπάν είναι μια κυβέρνηση που να περιλαμβάνει και άλλους πολιτικούς χώρου, τις αναγκαίες εγγυήσεις για την τρομοκρατία και μια εύρυθμη κρατική λειτουργία και υπάρχουν αρκετές ενδείξεις ότι σε σημαντικό βαθμό ο τρόπος που κινούνται οι Ταλιμπάν παραπέμπει στη διάθεσή τους να καλύψουν σε σημαντικό βαθμό αυτές τις απαιτήσεις.
Τόσο η Ρωσία όσο και η Κίνα έχουν επίσης κάνει σαφές ότι θεωρούν ότι απέτυχε η «δυτική» λογική της «ένοπλης εξαγωγής» δημοκρατικών θεσμών και ότι η όποια πολιτική λύση στο Αφγανιστάν θα πρέπει να ακολουθεί τη δική του ιστορία και παράδοση.
Όπως τόνισε και ο Βλαντιμίρ Πούτιν κατά τη συνέντευξη Τύπου μετά τη συνάντηση με την Άνγκελα Μέρκελ στις 20 Αυγούστου: «Είναι επιτακτικό να βάλουν τέλος την ανεύθυνη πολιτική της επιβολής αξιών σε άλλους απ’ έξω, στην επιθυμία να οικοδομούμε δημοκρατίες σε άλλες χώρες στη βάση των «προτύπων» άλλων εθνών χωρίς να λαμβάνουμε υπόψη τις ιστορικές, εθνικές ή θρησκευτικές ιδιαιτερότητες και αγνοώντας πλήρως τις παραδόσεις άλλων εθνών. Γνωρίζουμε το Αφγανιστάν και […] είχαμε την ευκαιρία να μάθουμε από πρώτο χέρι πόσο αντιπαραγωγική είναι η προσπάθεια να επιβληθούν ασυνήθιστες μορφές διακυβέρνησης ή κοινωνικής ζωής».
Πάντως, σε αυτή τη φάση τόσο η Κίνα όσο και η Ρωσία δείχνουν πιο έτοιμες να συνυπάρξουν με τους Ταλιμπάν σε σχέση με τις ΗΠΑ και τη Δύση όπου η αμηχανία για την κατάρρευση, όπως και το βάρος από την επίγνωση ότι καταγράφηκε μια μείζων στρατηγική αποτυχία, δεν επιτρέπει ακόμη τη ρητή μετατόπιση σε μια πιο «πραγματιστική στροφή». Επιπλέον, ιδίως η Κίνα τόσο με τη στρατηγική «Μία ζώνη – ένας δρόμος», όσο και με το ενδιαφέρον της για τον ορυκτό πλούτο του Αφγανιστάν, δείχνει πιο έτοιμη να δώσει και οικονομικό ορίζοντα στην προοπτική των σχέσεών της με το Αφγανιστάν.
Η δύσκολη παράταση της παρουσίας ξένων στρατευμάτων
Παρότι οι ΗΠΑ έχουν κάνει αναφορές σε πιθανή παράταση της παρουσίας στρατευμάτων στο αεροδρόμιο και μετά το όριο της 31ης Αυγούστου, αυτό δεν θα είναι και τόσο εύκολο. Οι Ταλιμπάν δεν θα επιθυμούσαν η όποια νέα κυβέρνηση να συνυπάρχει με ξένα στρατεύματα, που πάντα θα εκπροσωπούν και μια δυνητική απειλή. Από την άλλη, οι ΗΠΑ γνωρίζουν ότι δύσκολα μπορούν αυτή τη στιγμή να αλλάξουν πορεία και να δοκιμάσουν ένοπλα να επηρεάσουν τους εξελίξεις, άλλωστε αυτός ήταν και ο πυρήνας της επιλογής του Μπάιντεν να προχωρήσουν τώρα στην πλήρη αποχώρηση.
Άλλωστε, είναι σαφές ότι είναι μια περίοδος όπου στις ΗΠΑ υπάρχει μια συνολικότερη επανεξέταση του τοπίου σε σχέση με τις ένοπλες επεμβάσεις, ακόμη και με κριτήρια ανθρωπιστικά. Και παρότι υπάρχουν αρκετές φωνές που επιμένουν ότι χρειάζονται τέτοιες επεμβάσεις, είναι σαφές ότι μετά την εμπειρία και του Αφγανιστάν και του Ιράκ θα είναι πιο δύσκολο για τις ΗΠΑ να προχωρήσουν το επόμενο διάστημα σε τέτοιες επεμβάσεις.
Ακολουθήστε το in.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις