Πώς η επίθεση στην Καμπούλ μπορεί να φέρει πιο κοντά ΗΠΑ και Ταλιμπάν
Η επίθεση στην Καμπούλ μπορεί να φέρει ΗΠΑ και Ταλιμπάν σε στενότερη συνεργασία και άμεσα και μεσοπρόθεσμα
Όπως γράφτηκε από την αρχή η επίθεση στην Καμπούλ, με τον τραγικό απολογισμό της και σε αμάχους και σε αμερικανούς στρατιώτες εξαρχής ήταν πλήγμα τόσο για την αμερικανική κυβέρνηση, που θέλει να ολοκληρώσει την εκκένωση από το Αφγανιστάν με όσο το δυνατόν μικρότερο κόστος (και να αποφύγει μια «στιγμή Τζίμι Κάρτερ» δηλαδή ένα φιάσκο ανάλογο με την κατάληψη της αμερικανικής πρεσβείας στην Τεχεράνη και την αποτυχημένη επιχείρηση απελευθέρωσής τους), όσο και για τους Ταλιμπάν που χρειάζεται να δώσουν την εικόνα ότι μπορούν να αντιμετωπίσουν τον κίνδυνο τρομοκρατικών ενεργειών από το έδαφός τους, για να μπορέσουν να πετύχουν τη διεθνή αναγνώριση.
Αυτό το γεγονός εξηγεί και τη στοχοθεσία της επίθεσης, για την οποία υπήρξε ανάληψη ευθύνης από το «Ισλαμικό Κράτος στο Χορασάν», οργάνωση που αντιμάχεται τους Ταλιμπάν και θέλει να τους δει να αποτυγχάνουν, αλλά και το γεγονός ότι ένα ευρύτερο φάσμα δυνάμεων επένδυαν σε αυτό το ενδεχόμενο και μια συνθήκη μεγαλύτερης αποσταθεροποίησης ή και επιστροφής σε ενεργητικότερη παρουσία ξένων ενόπλων δυνάμεων.
Η στρατηγική των Ταλιμπάν
Σε αντίθεση με μια μυθολογία που συχνά αναπαράγεται στη Δύση, οι Ταλιμπάν δεν είναι γενικά και αφηρημένα «τζιχαντιστές».
Είναι ένοπλο ισλαμικό κίνημα, με γείωση σε τμήματα της αφγανικής κοινωνίας, ιδίως στους Παστούν, που ασπάζεται μια συντηρητική, πουριτανική και αυταρχική εκδοχή Ισλάμ και επιδιώκει να υπάρξει μια ισλαμική διακυβέρνηση σε ένα Αφγανιστάν χωρίς ξένες δυνάμεις.
Συμπορεύτηκε με την Αλ Κάιντα, ιδίως σε περιόδους όπου χρειαζόταν την εμπειρία και τεχνογνωσία της και την ικανότητά της να βρίσκει χρηματοδότες, αλλά πέραν μιας γενικής αίσθησης αλληλεγγύης προς τους άλλους μουσουλμάνους (που συναντιόταν με την ιδιαίτερη τοπική παράδοση των Παστούν για την φιλοξενία και το άσυλο), δεν είχε την αντίληψη της διεθνοποιημένης τζιχάντ, αφού η επικέντρωση ήταν στο Αφγανιστάν.
Αυτό επίσης έκανε τους Ταλιμπάν να είναι εχθρικοί προς το «Ισλαμικό Κράτος» και τη δική του εκδοχή παγκόσμιας τζιχάντ, που σε μεγάλο βαθμό περιλάμβανε και επιθέσεις εναντίον άλλων μουσουλμάνων, ιδίως σιιτών, εχθρότητα που εκφράστηκε π.χ. στο όταν κατέλαβαν την Καμπούλ εκτέλεσαν τον φυλακισμένο ηγέτη για μια περίοδο του Ισλαμικού Κράτους Αμπού Ομάρ Χορασάνι.
Σε αυτή τη φάση οι Ταλιμπάν κυρίως ενδιαφέρονται να εγκαθιδρύσουν την εξουσία τους, να βρουν κάποιες πολιτικές συμμαχίες στο τοπίο του Αφγανιστάν –που δεν περιλαμβάνει απλώς κόμματα, αλλά και φατρίες και πολέμαρχους και κυρίως την παρουσία διαφορετικών εθνοτήτων– και να έχουν διεθνή αναγνώριση (που εκτός των άλλων θα σημαίνει και ανθρωπιστική βοήθεια). Δεν τους ενδιαφέρει να είναι το κέντρο της διεθνούς τζιχάντ.
Κάτι που με τα σειρά του εξηγεί και την εχθρότητα οργανώσεων όπως το Ισλαμικό Κράτος, μια που η διαμόρφωση μιας ισλαμικής διακυβέρνησης στο Αφγανιστάν, με όρους περισσότερο κινήματος για ανεξάρτητο κράτος (συμπεριλαμβανομένων και των τακτικών κινήσεων ή / και συμβιβασμών που αυτό επιβάλλει) παρά «παγκόσμιας τζιχάντ» είναι ένα ανταγωνιστικό πολιτικό σχέδιο προς το όραμα του «Χαλιφάτου» που θα συνένωνε την «κοινότητα των πιστών», ενώ είναι ταυτόχρονα και ένα σχέδιο πολύ λιγότερο «χειρίσιμο» από όσους στην «παγκόσμια τζιχάντ» βλέπουν ένα βολικό μέσο «ελεγχόμενης αποσταθεροποίησης».
Η παράλληλη συνεννόηση με τη Ρωσία, την Κίνα και το Ιράν, χώρες που έχουν άμεσο ενδιαφέρον να μην είναι το Αφγανιστάν «ορμητήριο» ένοπλων επιθέσεων στο έδαφός τους, αποτυπώνει έναν συγκεκριμένο «ρεαλισμό» από τη μεριά των Ταλιμπάν στην προσπάθειά τους να πείσουν ότι μπορούν να διαχειριστούν αποτελεσματικά την εξουσία.
Ακόμη και η παρουσία στελεχών του «Δικτύου Χακάνι», μιας ιδιαίτερα μαχητικής τάσης μέσα στους Ταλιμπάν (και σε προηγούμενες φάσεις σε διαφορετική κατεύθυνση από την κεντρική ηγεσία) στη διαχείριση της κατάστασης στην Καμπούλ (και στη διαπραγμάτευση για την «συμπεριληπτική κυβέρνηση») μάλλον παραπέμπει στην εικόνα συστράτευσης στην άσκηση εξουσίας όλων των τάσεων των Ταλιμπάν, παρά σε λογική «ορμητηρίου».
Η στάση των ΗΠΑ
Σε αυτό το τοπίο οι Ηνωμένες Πολιτείες βρίσκονται αντιμέτωπες με μια κατάσταση όπου οι Ταλιμπάν είναι το κοντινότερο σε σταθερότητα που μπορούν να βρουν.
Για να το πούμε διαφορετικά, ένα ακόμη πιο αποσταθεροποιημένο Αφγανιστάν ή ένα Αφγανιστάν με ανεξέλεγκτο εμφύλιο πόλεμο, μπορεί πιο εύκολα να αποτελέσει «ορμητήριο» και για επιθέσεις εναντίον αμερικανικών στόχων ή συμφερόντων.
Ιδίως από τη στιγμή που είναι πολύ δύσκολο, εάν όχι αδύνατο, για τις ΗΠΑ να επιστρέψουν σε μια προηγούμενη κατάσταση στο Αφγανιστάν.
Αυτό σημαίνει μια αναγκαστική συνεννόηση με τους Ταλιμπάν, όχι μόνο σε σχέση με την άμεση διαχείριση της εκκένωσης (και την αποτροπή νέων επιθέσεων) αλλά και για την επόμενη μέρα.
Αρκεί να αναλογιστούμε ότι για να μπορέσουν οι ΗΠΑ να έχουν μια ικανότητα συλλογής πληροφοριών για ενδεχόμενες απειλές, θα πρέπει να έχουν ξανά μια ενεργή διπλωματική αποστολή και πρεσβεία στην Καμπούλ, κάτι που αναγκαστικά περνάει μέσα μια προοπτική αναγνώρισης των Ταλιμπάν.
Ακόμη και ο εντοπισμός και η τιμωρία των ενόχων για την επίθεση που υποσχέθηκε ο Τζο Μπάιντεν περνάει και μέσα από κάποια συνεννόηση και ανταλλαγή πληροφοριών με τους Ταλιμπάν.
Ακολουθήστε το in.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις