«Πολλά ψέματα είπαμε…»
Την προσεχή Τετάρτη 1η Σεπτεμβρίου, συμπληρώνονται 72 χρόνια από την έναρξη του Β' Παγκοσμίου Πολέμου
Πρώτα τα πραγματικά περιστατικά.
Στις 23 Αυγούστου 1939, ο υπουργός Εξωτερικών της χιτλερικής Γερμανίας Γ. φον Ρίμπεντροπ επισκέπτεται τη Μόσχα όπου μαζί με τον σοβιετικό ομόλογό του Β. Μολότοφ υπογράφουν το γερμανοσοβιετικό σύμφωνο «μη επίθεσης».
Ταυτόχρονα υπογράφουν ένα «Μυστικό Συμπληρωματικό Πρωτόκολο» ή «Παράρτημα», το οποίο αφορά τη μοιρασιά της Ανατολικής Ευρώπης μεταξύ των δύο χωρών.
Περιλαμβάνει τον διαμελισμό της Πολωνίας, την ένταξη στη σοβιετική σφαίρα της Φινλανδίας, μέρους της Ρουμανίας και των βαλτικών χωρών – πλην Λιθουανίας. Αφήνω στην άκρη άλλες εξίσου ανατριχιαστικές διευθετήσεις.
Λίγες μέρες αργότερα, την 1η Σεπτεμβρίου, η Γερμανία εισέβαλε στην Πολωνία και στις 17 Σεπτεμβρίου έκανε το ίδιο η Σοβιετική Ενωση. Ετσι ξεκίνησε ο Β’ Παγκόσμιος Πόλεμος
Ακολούθησε ο διαμελισμός της κατεχόμενης Πολωνίας, νέα γερμανοσοβιετική συμφωνία για τις βαλτικές χώρες (Οκτώβριος 1939), η εισβολή των Σοβιετικών στη Φινλανδία (ο λεγόμενος Χειμερινός Πόλεμος) και τελικά η προσάρτηση των βαλτικών χωρών από την ΕΣΣΔ (Ιούνιος – Αύγουστος 1940).
Το «Μυστικό Πρωτόκολο» όχι μόνο συμφωνήθηκε αλλά και υλοποιήθηκε πριν καν κλείσει χρόνος από την υπογραφή του.
Η γερμανοσοβιετική σύμπραξη θα κρατήσει δύο χρόνια, έως τις 22 Ιουνίου 1941, όταν η Γερμανία επιτέθηκε απροειδοποίητα στη Σοβιετική Ενωση.
Εως τότε μεσολάβησε άλλη μια επίσκεψη του φον Ρίμπεντροπ στη Μόσχα και μία του Μολότοφ στο Βερολίνο όπου συνάντησε τον ίδιο τον Χίτλερ (12 Νοεμβρίου 1940).
Οι διπλωματικές, στρατιωτικές και εμπορικές σχέσεις μεταξύ των δύο χωρών (η Σοβιετική Ενωση τροφοδοτούσε με πετρέλαιο και πρώτες ύλες τη Γερμανία) εξελίσσονταν τόσο απρόσκοπτα που ακόμη κι ο καχύποπτος Στάλιν πιάστηκε κυριολεκτικά στον ύπνο από τη γερμανική εισβολή.
Αυτά τα γεγονότα δεν αμφισβητούνται από κανέναν σοβαρό ιστορικό.
Πώς θα μπορούσε άλλωστε;
Το περίφημο «Μυστικό Πρωτόκολο» όχι μόνο διέρρευσε μεταπολεμικά από δυτικές πηγές αλλά αποχαρακτηρίστηκε από τα ρωσικά αρχεία το 1992 και δόθηκε στη δημοσιότητα το 1995.
Διαθέτουμε ακόμη και τα πρακτικά των συναντήσεων Μολότοφ – φον Ρίμπεντροπ όπου συζητούνται ευθέως οι «σφαίρες επιρροής» μεταξύ της Γερμανίας, της Ιταλίας του Μουσολίνι, της Ιαπωνίας και της Σοβιετικής Ενωσης.
Είναι αλήθεια βεβαίως ότι είχε προηγηθεί μια αποτυχημένη προσπάθεια κατευνασμού του Χίτλερ από τις δυτικές δυνάμεις (Μεγάλη Βρετανία και Γαλλία) με την επονείδιστη συμφωνία του Μονάχου (Σεπτέμβριος 1938).
Είναι αλήθεια ότι η μεγάλη «αντιφασιστική συμμαχία των λαών» που κατέβαλε τελικά τη Γερμανία δεν συγκροτήθηκε (με τη σύμπραξη και των έως τότε ουδέτερων ΗΠΑ) παρά στο τέλος του 1941 – σχεδόν δυόμισι χρόνια μετά την έναρξη του πολέμου!
Είναι αλήθεια ότι μετά τη γερμανική εισβολή η Σοβιετική Ενωση πολέμησε με γενναιότητα και ανυπολόγιστο κόστος συνεισφέροντας ουσιαστικά στη νίκη των Συμμάχων.
Αλλά είναι επίσης αλήθεια ότι η ΕΣΣΔ αποτελεί τη μοναδική περίπτωση χώρας που στη διάρκεια του πολέμου και χωρίς να αλλάξει καθεστώς άλλαξε στρατόπεδο. Με άλλη παρέα ξεκίνησε τον πόλεμο και με άλλη τον τελείωσε.
Την προσεχή Τετάρτη 1η Σεπτεμβρίου, συμπληρώνονται 72 χρόνια από την έναρξη του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου. Η 23η Αυγούστου (επέτειος του γερμανοσοβιετικού συμφώνου) έχει ανακηρυχθεί «Πανευρωπαϊκή Ημέρα Μνήμης για τα θύματα όλων των ολοκληρωτικών και αυταρχικών καθεστώτων».
Φυσικά είναι ωραίο πράγμα η μνήμη. Αρκεί όμως να ξέρουμε τι θυμόμαστε. Τα θύματα, ναι. Αλλά και τους θύτες.
Πολλά χρόνια τώρα κουβεντιάζουμε το περίφημο απόφθεγμα ότι «την Ιστορία τη γράφουν οι νικητές». Ποιος το διατύπωσε πρώτος; Ο Γκέρινγκ; Ο Τσόρτσιλ; Ισως κάποιος παλαιότερος;
Η ιδέα δεν μου αρέσει αλλά τουλάχιστον έχει μια κυνική λογική. Λέει ότι οι νικητές επιβάλλουν τελικά τη δική τους εκδοχή των πραγμάτων.
Δυσκολεύομαι όμως να αντιληφθώ πώς γίνεται να γράφουν την Ιστορία οι ηττημένοι της Ιστορίας.
Ευτυχώς η χιτλερική Γερμανία δεν υπάρχει πια, ούτε η Σοβιετική Ενωση, ούτε η διαμελισμένη μεταπολεμική Ευρώπη. Ακόμη κι έτσι όμως καμία κατάληξη δεν δικαιώνει όσα προηγήθηκαν, ούτε όσα ακολούθησαν.
Μπορεί για παράδειγμα η Δύση να ηττήθηκε και οι Αμερικανοί να αποχωρούν από το Αφγανιστάν αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι κακώς αντιτάχθηκαν στους Ταλιμπάν ή ότι ο ισλαμισμός δεν αποτελεί παγκόσμιο κίνδυνο.
Αναρωτιέμαι δηλαδή για ποιον λόγο ακόμη και σήμερα κάποιοι οχυρώνονται στα ψέματα ή αναπαράγουν τον μύθο μιας κατασκευασμένης αλήθειας όταν τα ιστορικά δεδομένα είναι και γνωστά και αδιαμφισβήτητα.
Η ήττα «των ολοκληρωτικών και αυταρχικών καθεστώτων» δεν ήταν γραμμένη στα άστρα.
Ξεκίνησε βεβαίως το 1945 με την ήττα της ναζιστικής Γερμανίας από μια συμμαχία που δεν προϋπήρχε του πολέμου και διαμορφώθηκε στην πορεία των γεγονότων για διάφορους λόγους από ετερόκλητα στοιχεία. Και ολοκληρώθηκε το 1989 με την κατάρρευση του σοβιετικού συστήματος.
Διακρίνω ενδεχομένως τον ενδόμυχο ιδεολογικό φόβο μιας «εξομοίωσης» του ναζισμού με τον κομμουνισμό και του Χίτλερ με τον Στάλιν.
Δεν είναι ίσως της στιγμής να το συζητήσουμε εδώ αλλά σιγά τον πολυέλαιο. Λες και το ζητούμενο είναι πόσο μοιάζουν ή δεν μοιάζουν δύο από τα απεχθέστερα καθεστώτα που γνώρισε η ανθρωπότητα.
Σε τελευταία ανάλυση κανείς δεν ζητεί να κάνουμε επιλογή καθαρμάτων.
Κι άλλωστε η φασιστική ή η κομμουνιστική απειλή είναι τόσο ανεπίκαιρες στις μέρες μας ώστε ελάχιστα δικαιολογούν τη φανατισμένη επαγρύπνηση όσων «αντιφασιστών» ή «αντικομμουνιστών» επιβιώνουν ακόμη.
Αυτό που ζητεί η Ιστορία είναι να παρακολουθήσουμε τον δρόμο της. Να την ερευνήσουμε. Να την κατανοήσουμε. Να την ερμηνεύσουμε.
Και κυρίως να αφήσουμε στο παρελθόν τις ιδεολογικές και προπαγανδιστικές κατασκευές του παρελθόντος.
Πολλά ψέματα είπαμε, ας πούμε και καμιά αλήθεια. Δεν χάλασε ο κόσμος.
Ακολουθήστε το in.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις