Όσο πλησιάζει η ημερομηνία των βουλευτικών εκλογών, στις 13 του μήνα, τόσο στην Νορβηγία το πολιτικό θερμόμετρο ανεβαίνει.

Κατά πολλούς αναλυτές και σύμφωνα με τις τελευταίες δημοσκοπήσεις, το ερώτημα δεν είναι εάν, αλλά με πόση διαφορά θα ηττηθεί ο συντηρητικός κυβερνητικός συνασπισμός υπό την Έρνα Σόλμπεργκ, που είναι στην πρωθυπουργία από το 2013 και αρκετοί χαρακτηρίζουν την νορβητική εκδοχή της Γερμανίδας καγκελαρίου Μέρκελ.

Οι Εργατικοί της αξιωματικής αντιπολίτευσης διατηρούν σταθερά δημοσκοπικό προβάδισμα και το πιθανότερο πια είναι ο ηγέτης τους, Γιόνας Γκαρ Στέρε -απόφοιτος της Sciences Po του Παρισιού, που έχει παραλληλίσει τον εαυτό του με τον Γάλλο πρόεδρο Μακρόν- να είναι αυτός που θα κληθεί να συγκροτήσει τη νέα κυβέρνηση συνασπισμού, συμπεριλαμβανομένης της Σοσιαλιστικής Αριστεράς.

Οι μεταρρυθμίσεις της «Σιδηράς Έρνα» στον δημόσιο τομέα αποδείχθηκαν αντιδημοφιλείς στη χώρα των 5,4 εκατομμυρίων, με το γενναιόδωρο κράτος πρόνοιας.


Η πρωθυπουργός της Νορβηγίας, Έρνα Σόλμπεργκ (Reuters)

Η οικονομική ανισότητα ενέτεινε τη δυσαρέσκεια των ψηφοφόρων μέσου και χαμηλού εισοδήματος, εν μέσω υψηλής φορολογίας.

Και μέσα σε αυτό το πλαίσιο, στο προεκλογικού σκηνικό της μεγαλύτερης παραγωγού πετρελαίου και φυσικού αερίου της δυτικής Ευρώπης «εισέβαλαν» η κλιματική αλλαγή και το μέλλον της πανίσχυσης πετρελαϊκής βιομηχανίας.

Νέες προκλήσεις

Αν και παραδοσιακά χώρα ψαράδων -των οποίων παραμένει η δεύτερη μεγαλύτερη εξαγωγέας παγκοσμίως- η Νορβηγία κατάφερε να αποκτήσει από τα υψηλότερα κατά κεφαλήν εισοδήματα στον κόσμο χάρη στην εκμετάλλευση των πετρελαϊκών κοιτασμάτων της, κυρίως στη Βόρεια Θάλασσα, μετά τη δεκαετία του ΄60.

Αξιοποιώντας τα έσοδα από τις εξαγωγές «μαύρου χρυσού» και φυσικού αερίου, που σήμερα αντιστοιχούν στο 20% του ΑΕΠ, δημιούργησε τη δεκαετία του ‘90 ένα κρατικό ταμείο επενδύσεων.

Σήμερα φτάνει σε αξία τα 1,36 τρισεκατομμύρια δολάρια -το μεγαλύτερο παγκοσμίως- εξασφαλίζοντας την ευημερία πολλών μελλοντικών γενεών.

Αν και η Νορβηγία επενδύει μέρος των κεφαλαίων της για την απεξάρτηση της δικής της οικονομίας από τα ορυκτά καύσιμα, το αποτύπωμα άνθρακα είναι βάρυ.

Σε εθνικό επίπεδο, ήταν στα 13,3 εκατομμύρια τόνους ισοδυνάμου CO2 το 2020 από την παραγωγή ορυκτών καυσίμων.

Ωστόσο, οι εκπομπές από το πετρέλαιο και το φυσικό αέριο που το Όσλο εξάγει σε άλλες χώρες υπολογίζεται ότι ισοδυναμούν σε σύνολο σε 400 εκατομμύρια τόνους.

Οι πιέσεις περιβαλλοντικών ομάδων και ορισμένων νορβηγικών κομμάτων για τον τερματισμό όλων των νέων πετρελαϊκών project εντείνονται, στο πλαίσιο των διεθνών στόχων για κλιματική ουδετερότητα έως το 2050 και των προσπαθειών ανάσχεσης της κλιματικής αλλαγής.

Καταγράφοντας σημαντική αύξηση των ποσοστών του στις δημοσκοπήσεις (σε αντικατοπτρισμό μιας γενικότερης τάσης στην Ευρώπη και δη στη Γερμανία), το Κόμμα των Πρασίνων ζητά να τερματίσει άμεσα η έρευνα για νέα κοιτάσματα και η εγχώρια παραγωγή πετρελαίου έως το 2035.

Οι Εργατικοί του Στέρε έχουν πάντως αποκλείσει το ενδεχόμενο συνεργασίας μαζί του.

Ο ηγέτης των Εργατικών, Γιόνας Γκαρ Στέρε (Πηγή: Facebook)

Κι αν και προ λίγων μηνών έκανε σημαντική μεταστροφή, τασσόμενο κατά των offshore ερευνών για κοιτάσματα στα νησιά Λοφότεν, πάνω από τον Αρκτικό Κύκλο, το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης στήριξε τη νέα εθνική στρατηγική για την ενέργεια, που παρουσίασε τον Ιούνιο η συντηρητική κυβέρνηση του Όσλο.

Αυτή «ποντάρει» μεν στον υδρογόνο και στα υπεράκτια αιολικά πάρκα για την ενεργειακή μετάβαση της Νορβηγίας. Ανοίγει ωστόσο διάπλατα την «πόρτα» στις εταιρείες πετρελαίου και φυσικού αερίου για τη συνέχιση των εξορύξεων ακόμη και μετά το 2050.

Προοπτική, στην οποία πάντως αντιτίθεται η Σοσιαλιστική Αριστερά, σύμμαχος των Εργατικών και προοιωνιζόμενος εταίρος σε μία μελλοντική κυβέρνηση της κεντροαριστεράς.

Κυβερνητική ρελάνς

Σε μία κίνηση αιφνιδιασμού, εν τω μεταξύ, η νορβηγική κυβέρνηση πρότεινε την Τρίτη σημαντικές αλλαγές στη φορολόγηση των εταιρειών πετρελαίου και φυσικού αερίου.

Δίνοντας νέα τροπή στην προεκλογική συζήτηση για το μέλλον της κορυφαίας βιομηχανίας της σκανδιναβικής χώρας, τάχθηκε υπέρ της κατάργησης ορισμένων κινήτρων, που ενέκρινε πέρυσι το κοινοβούλιο, προκειμένου οι πετρελαϊκές εταιρείες να συνεχίσουν να δημιουργούν αποθέματα, εν μέσω πτώσης της τιμής του αργού και πανδημίας.

Ουσιαστικά, αυτές αφορούν σε έναν ειδικό φορολογικό συντελεστή που πληρώνουν οι πετρελαϊκές εταιρείες πετρελαίου -ο οποίος αναμένεται να αυξηθεί στο 71,8%, από 56% που ήταν σήμερα- και στη σταδιακή κατάργηση ενός συστήματος αποζημιώσεων για την κάλυψη μέρους του κόστους ερευνών για νέα κοιτάσματα, το οποίο εισήχθη το 2005.

Οι προτάσεις, που θα πρέπει να εγκριθούν από το κοινοβούλιο, αναμένεται να τεθούν άμεσα προς συζήτηση. Περιβαλλοντικές οργανώσεις έσπευσαν να τις επικροτήσουν. Οι Εργατικοί ανακοίνωσαν ότι τις εξετάζουν.