Αφγανιστάν – Το τέλος του αμερικανικού αιώνα;
Ο πόλεμος στο Αφγανιστάν τελείωσε με την ήττα των ΗΠΑ και το χάος στο αεροδρόμιο της Καμπούλ. Μήπως αυτό σηματοδοτήσει το τέλος του αμερικανικού παρεμβατισμού που κρατά από τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο;
Μέχρι πριν από λίγους μήνες οι ΗΠΑ, έπειτα από 20 χρόνια παραμονής στο Αφγανιστάν είχαν βάσεις σε όλη τη χώρα. Την ώρα που ξεκινούσε η 31η Δεκεμβρίου, ο υποστράτηγος Κρις Ντόναχιου, διοικητής της 82ης αερομεταφερόμενης μεραρχίας, επιβιβάστηκε στην τελευταία πτήση που αναχώρησε, το βράδυ της Δευτέρας, από το διεθνές αεροδρόμιο Χαμίντ Καρζάι της αφγανικής πρωτεύουσας. Λίγο αργότερα οι Ταλιμπάν ξεσπούσαν σε ομοβροντίες.
Η ταχύτητα και η καθολικότητα της ήττας στο τέλος του μεγαλύτερου σε διάρκεια πολέμου στην ιστορία των ΗΠΑ, προκαλεί ερωτήματα για τη θέση της στην ευρύτερη ανάγνωση της σύγχρονης ιστορίας, παρατηρεί ο Τζούλιαν Μπόργκερ στον Observer. Και το μεγαλύτερο ερώτημα, ίσως, είναι εάν αυτές οι σκηνές σημαίνουν τις τελευταίες οδύνες του «αμερικανικού αιώνα».
Μιας εποχής κατά την οποία οι ΗΠΑ υποτίθεται ότι ενεργούσαν ως παγκόσμιος αστυνόμος, διατηρώντας την τάξη ανάλογα με τους δικούς τους κανόνες και παρεμβαίνοντας όπου έκριναν απαραίτητο «για να σταματήσουν εγκλήματα εναντίον της ανθρωπότητας». Βέβαια, η πραγματικότητα αποδεικνυόταν συχνά λιγότερο ιδεαλιστική. Αραγε αυτή η εποχή φθάνει στο τέλος της;
Ο όρος «αμερικανικός αιώνας» διατυπώθηκε το 1941 σε άρθρο του μεγιστάνα του Τύπου Χένρι Λιους ο οποίος έγραφε: «Μπορούμε να κάνουμε τον αμερικανικό διεθνισμό κάτι τόσο φυσικό για εμάς στον καιρό μας όσο το αεροπλάνο ή το ραδιόφωνο».
Ηταν λίγο μετά τη διεθνή επέμβαση στη Βοσνία, με επικεφαλής τις ΗΠΑ, και τις συμφωνίες του Ντέιτον που ακολούθησαν όταν η τότε υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ Μαντλίν Ολμπράιτ είχε πει: «Εάν χρειάζεται να χρησιμοποιήσουμε βία, είναι επειδή είμαστε Αμερική. Είμαστε το ουσιώδες έθνος». Πια μάλλον δεν υπάρχουν αμερικανοί αξιωματούχοι που να χρησιμοποιούν τέτοια γλώσσα. Ο «αμερικανικός αιώνας» έφτασε στο απόγειό του μετά την πτώση του Τείχους του Βερολίνου και την ανάδειξη των ΗΠΑ ως μοναδικής υπερδύναμης. Η ΕΣΣΔ διαλύθηκε το 1991 και η αμερικανική ευφορία διήρκεσε μια δεκαετία, μέχρι τις τρομοκρατικές επιθέσεις της 11ης Σεπτεμβρίου. Τελικά ήταν η αντίδραση των ΗΠΑ εκείνη που αποδείχθηκε πιο επιβλαβής για τη θέση των ΗΠΑ στον κόσμο. Προκάλεσε τους μακρόχρονους πολέμους στο Αφγανιστάν και το Ιράκ, με επιπτώσεις δεκαετιών για τους τοπικούς πληθυσμούς.
Από την 11η Σεπτεμβρίου
Σε ένα νέο βιβλίο «Το βασίλειο του τρόμου: Πώς η εποχή της 11ης Σεπτεμβρίου αποσταθεροποίησε την Αμερική και οδήγησε στον Τραμπ», ο πρώην δημοσιογράφους του Guardian Σπένσερ Ακερμαν υποστηρίζει ότι η χειρότερη ζημιά προκλήθηκε από τις ίδιες τις αμερικανικές αποφάσεις, από τις επιπτώσεις του «παγκόσμιου πολέμου στην τρομοκρατία» και τις ακρότητές του: βασανιστήρια, μαζικές παρακολουθήσεις, μιλιταρισμός και αυταρχικότητα. «Από το τεράστιο κόστος της τρομοκρατίας, το πιο σημαντικό είναι εκείνο στο οποίο αναφερόμαστε», γράφει ο Ακερμαν. «Πόσο κόστισε αυτός ο πόλεμος στη δημοκρατία μας. Πώς η Αμερική δεν κατάλαβε ότι η πραγματική απειλή ήταν η αντι-τρομοκρατία, όχι η τρομοκρατία».
Ο Τζόζεφ Τζοφ, βετεράνος διευθυντής της γερμανικής εφημερίδας Die Zeit και σήμερα καθηγητής Διεθνών Σχέσεων στο πανεπιστήμιο Τζον Χόπκινς, λέει πως το φιάσκο της Καμπούλ «σίγουρα βλάπτει δύο βασικά χαρακτηριστικά μιας μεγάλης δύναμης: αξιοπιστία και συμμαχική συνοχή». Και εξηγεί: «Τώρα κράτη θα το σκέφτονται ξανά και ξανά να δεσμεύονται με τις ΗΠΑ, προτιμώντας να κινηθούν πιο κοντά στην Κίνα και τη Ρωσία. Ομως παρ’ όλα αυτά οι ΗΠΑ παραμένουν η μεγαλύτερη οικονομική δύναμη, με τεχνολογική πρόοδο και τον πιο εξελιγμένο τεχνολογικά στρατό του κόσμου ο οποίος μπορεί να παρέμβει παντού στον πλανήτη».
«Οι ΗΠΑ είναι η πιο υπερ-επεμβατική μεγάλη δύναμη στη σύγχρονη ιστορία, άρα ακόμα και όταν επιλέγει να μην το κάνει, εμπλέκεται σε όλα τα σημεία του κόσμου», παρατηρεί ο Ντομινίκ Τίρνεϊ, καθηγητής Πολιτικών Επιστημών στο πανεπιστήμιο Σουάρθμορ και συγγραφέας του βιβλίου «Ο σωστός τρόπος να χάσεις έναν πόλεμο: Η Αμερική στην εποχή των συγκρούσεων χωρίς νίκη». Και ο ιστορικός Στίβεν Βάρταϊμ προσθέτει μια άλλη διάσταση: «Μερική αποχώρηση από την ευρύτερη Μέση Ανατολή για να εστιάσει σε πιο μεγάλους αντιπάλους είναι κάτι που μπορεί να ενισχύσει την παγκόσμια ηγεμονία των ΗΠΑ. Κάπως έτσι βλέπει η κυβέρνηση Μπάιντεν την τωρινή κατάσταση».
- Τραμπ: Θα σταματήσω το «παραλήρημα των τρανσέξουαλ» από την πρώτη μέρα στον Λευκό Οίκο
- Ρωσία: Ο Πούτιν δηλώνει «πρόθυμος να συνεχίσει τις προμήθειες φυσικού αερίου στη Δύση»
- Μαγδεμβούργο: Φουντώνει η οργή κατά των γερμανικών αρχών για το μακελειό
- Στα «ΝΕΑ» της Δευτέρας: Οδηγός επιβίωσης στην πολυκατοικία
- ΗΠΑ: Ο Τραμπ… διαβεβαίωσε ότι ο Μασκ δεν μπορεί να γίνει Πλανητάρχης
- Super Μπάλα Live: Τα όργια της διαιτησίας αλλοιώνουν το πρωτάθλημα