Στο «κόκκαλο» φτάνει το στρες της πανδημίας στα παιδιά
Όσο μεγαλύτερο είναι το στρες από τον κοροναϊό, τόσο μεγαλύτερο είναι το πρόβλημα συμπεριφοράς των παιδιών, σύμφωνα με έρευνες για τη συγκέντρωση κορτιζόλης – της ορμόνης του στρες - στα μαλλιά των παιδιών
- Πατέρας βίαζε και εξέδιδε την ανήλικη κόρη του σε άγνωστους άνδρες - Σοκάρει υπόθεση στη Γαλλία
- Πολάκης: Τη Δευτέρα θα είμαι μπροστάρης σε μια προσπάθεια ανασυγκρότησης του ΣΥΡΙΖΑ
- Φάμελλος: Τυχοδιώκτης ο Κασσελάκης – Μόνο ο ΣΥΡΙΖΑ μπορεί να σταματήσει το πάρτι δισεκατομμυρίων του Μητσοτάκη
- Έντονος καβγάς Γιαννούλη – Γεωργιάδη: «Πέθανε καρκινοπαθής λόγω καθυστερημένου χειρουργείου» – «Ντροπή, ο ασθενής ζει»
Σωρευτικό είναι το στρες που προκαλεί η πανδημία στις οικογένειες και κυρίως στα παιδιά, δημιουργώντας τους προβλήματα στην καθημερινότητα και εμφανίζοντας προβλήματα συμπεριφοράς.
Η διαπίστωση αυτή ήρθε μετά από μελέτη που πραγματοποίησαν ερευνητές του Πανεπιστημίου της Νέας Υόρκης (NYU) από το τμήμα του Αμπού Ντάμπι, σε συνεργασία με το ερευνητικό κέντρο του Πανεπιστημίου “Global TIES for Chlidren”, ερευνητές από το Πανεπιστήμιο Ντέιβις της Καλιφόρνιας και το Χασεμιτικό Πανεπιστήμιο της Ιορδανίας.
Οι επιστήμονες χρησιμοποίησαν δείγματα μαλλιών από μητέρες και παιδιά στην Ιορδανία που είχαν πάρει από το 2019 για μια άλλη μελέτη, και τα σύγκριναν με δείγματα μαλλιών από τα ίδια άτομα τον Ιούνιου του 2020, ένα τρίμηνο από το ξέσπασμα της πανδημίας στην περιοχή. Συγκεκριμένα, μέτρησαν τα επίπεδα κορτιζόλης στα μαλλιά αναζητώντας τα επίπεδα συσσωρευμένου στρες εξαιτίας του κοροναϊού.
Στη συνέχεια, η ίδια χρησιμοποίησε τα αποτελέσματα για να αναλύσει τις επιπτώσεις του κοροναϊού στις οικογένειες ως αποτέλεσμα της πανδημίας, για να καταλήξει στη διαπίστωση ότι τα αυξημένα επίπεδα αντιξοότητας της οικογένειας οδηγούσαν σε χειρότερη ψυχική υγεία τα παιδιά και τις μητέρες τους, ως τον Δεκέμβριο του 2020.
Οι οικογένειες παρακολουθήθηκαν για να διερευνηθεί η φυσιολογία του στρες, η λειτουργία της οικογένειας και η ψυχική υγεία τους πρώτους 9 μήνες της πανδημίας. Οι μητέρες ανέφεραν λιγότερη δυνατότητα προσαρμογής στα νέα δεδομένα και αντιμετώπισαν πιο αρνητικές αλλαγές στην οικογενειακή ζωή τους τον Ιούνιο του 2020. Στην περίοδο αυτή, τα παιδιά είχαν τέτοια συμπεριφορά που δεν μπορούσαν να τη ρυθμίσουν μόνα τους, ενώ εμφάνιζαν και περισσότερα προβλήματα συμπεριφοράς, ιδίως όταν οι οικογένειες είχαν χαμηλότερο εισόδημα, το 2019. Ακόμα περισσότερες αρνητικές αλλαγές στην οικογενειακή ζωή προέβλεπαν μεγαλύτερες συγκεντρώσεις κορτιζόλης στα μαλλιά των παιδιών τον Ιούνιο του 2020 και αυτές οι πιο αρνητικές αλλαγές και η λιγότερο προσαρμοστική αντιμετώπιση με τη σειρά τους, προέβλεπαν χειρότερη ψυχοκοινωνική προσαρμογή παιδιών και μητέρων τον Δεκέμβριο του 2020.
Κρίση
Η Επίκουρη Καθηγήτρια Ψυχολογίας στο NYUAD και επικεφαλής της έρευνας Αντζι φον Σουσοντόλετζ, δήλωσε: «Η πανδημία COVID-19 ήταν μια παγκόσμια κρίση ψυχικής υγείας, καθώς και μια κρίση σωματικής υγείας. Βλέποντας ότι η πλειοψηφία των παιδιών στον κόσμο ζουν σε χώρες χαμηλού και μεσαίου εισοδήματος (LMIC), είναι επιτακτική ανάγκη να κατανοήσουμε τους παράγοντες που συνέβαλαν στην προσαρμογή τους, καθώς και την προσαρμογή των γονέων τους, κατά τη διάρκεια της πανδημίας».
Σχολιάζοντας την ανάγκη αντιμετώπισης αυτών των προκλήσεων ψυχικής υγείας, η καθηγήτρια πρόσθεσε πως η έρευνά τους έδειξε ότι σε οικογένειες που εμφανίζουν τη μεγαλύτερη διαταραχή, τα τεστ κορτιζόλης στα μαλλιά των παιδιών και των μητέρων έδειξαν ότι το στρες τους έχει φτάσει «ως το κόκκαλο». Αυτά τα ευρήματα υποδεικνύουν τη σημασία της ανάπτυξης προγραμμάτων για την αντιμετώπιση των καθημερινών αναγκών των οικογενειών σε χώρες χαμηλού και μέσου εισοδήματος, κατά τη διάρκεια περιόδων οξείας και παρατεταμένης κρίσης, ιδίως σε οικογένειες που διαθέτουν περιορισμένους πόρους και δεν έχουν άλλους τρόπους για να στηριχθούν».
Η μελέτη κατέληξε στο συμπέρασμα ότι χωρίς αποτελεσματική κατά περίπτωση βοήθεια για την υποστήριξη των αναγκών των οικογενειών που κινδυνεύουν, οι δυσμενείς σωματικές και ψυχολογικές επιπτώσεις της πανδημίας του COVID-19 θα έχουν μακροπρόθεσμη επίδραση στις μελλοντικές ικανότητες των παιδιών για μάθηση και επιτυχία. Σε αυτό το πλαίσιο, η επένδυση σε προσπάθειες βελτίωσης θα κοστίσει λιγότερο από τα μελλοντικά έξοδα που θα προκύψουν από την απώλεια υγιών και παραγωγικών γενεών.
Ακολουθήστε το in.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις